Αν δεν προστατευτούν οι μικροκαλλιεργητές και δεν επιστραφούν περισσότερες εκτάσεις στη βιώσιμη πρακτική των μικροκαλλιεργητών, τότε δεν υπάρχει καμία ελπίδα να τροφοδοτήσουμε τον παγκόσμιο πληθυσμό στο μέλλον
Τάσος Σαραντής
H βιομηχανία τροφίμων και οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής αγροτικών προϊόντων προκαλούν την αλλαγή του κλίματος και ταυτόχρονα απειλούν να υποσκάψουν τις προσπάθειες για την τροφοδοσία του αυξανόμενου πληθυσμού στον πλανήτη, σύμφωνα με την GRAIN, μια οργάνωση που υποστηρίζει τους μικρούς αγρότες.
Οπως ισχυρίζεται η οργάνωση, οι μεγάλοι παραγωγοί χημικών λιπασμάτων έχουν αποκτήσει πρόσβαση στις συνομιλίες των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος.
Η GRAIN τούς κατηγορεί ότι συμπεριφέρονται όπως οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων κατά τη δεκαετία του 1990, διοχετεύοντας ψευδείς πληροφορίες με την ελπίδα να καθυστερήσουν τις ουσιαστικές δράσεις για την αλλαγή του κλίματος.
Τα αποδεικτικά στοιχεία αναλύονται λεπτομερώς σε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η μεγάλη ληστεία του κλίματος: Πώς το σύστημα τροφίμων καθοδηγεί την αλλαγή του κλίματος και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό», που εκδόθηκε από την GRAIN.
Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη περιγραφή της αμείλικτης και σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένης εκστρατείας των μεγάλων εταιρειών να αναλάβουν τον παγκόσμιο εφοδιασμό σε τρόφιμα και να την αξιοποιήσουν προκειμένου να αποκομίσουν κέρδη.
Παγκόσμια διατροφή
Οι συγγραφείς του βιβλίου υποστηρίζουν ότι τα μικρά αγροκτήματα έχουν συμπιεστεί σε λιγότερο από το ένα τέταρτο των γεωργικών εκτάσεων του κόσμου, αλλά εξακολουθούν να παράγουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας τροφής.
Αν δεν προστατευθούν οι μικροκαλλιεργητές και δεν επιστραφούν περισσότερες εκτάσεις στη βιώσιμη πρακτική των μικροκαλλιεργητών, τότε δεν υπάρχει καμία ελπίδα να τροφοδοτήσουμε τον παγκόσμιο πληθυσμό στο μέλλον, λένε.
Σχετικά με την αλλαγή του κλίματος, το βιβλίο διευκρινίζει πως η πορεία της βιομηχανικής γεωργίας έχει δημιουργήσει μια τροφική αλυσίδα που είναι σήμερα ένας βαρύς εκπομπός αερίων του θερμοκηπίου.
Η αύξηση των φυτειών φοινικέλαιου για τα επεξεργασμένα τρόφιμα, η υπερβολική χρήση λιπασμάτων και οι μεγάλες αποστάσεις που διανύουν τα τρόφιμα από τον τόπο παραγωγής μέχρι να φτάσουν στην κατανάλωση, παράγουν περίπου το 50% όλων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Αν και οι μέθοδοι βιομηχανικής γεωργίας παράγουν μόνο το 11% έως 15% των εκπομπών, το βιβλίο εξετάζει ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής τροφίμων, από την αποψίλωση των δασών έως τη μετατροπή της γης σε γεωργική, τις μεταφορές, τα εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων, τις βιομηχανίες ψύξης και λιανικής πώλησης.
Τα τελευταία 50 χρόνια, 140 εκατομμύρια εκτάρια, το μέγεθος σχεδόν όλων των γεωργικών καλλιεργειών στην Ινδία, έχουν παραδοθεί σε τέσσερις καλλιέργειες που αναπτύσσονται σε μεγάλες βιομηχανικές φυτείες. Πρόκειται για τη σόγια, το φοινικέλαιο, την κράμβη και το ζαχαροκάλαμο.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, οι μικροί αγρότες παράγουν το 80% των τροφίμων σε μη βιομηχανικές χώρες. Το μεγάλο τους πλεονέκτημα, εκτός από την παραγωγή περισσότερων τροφίμων από μια μικρότερη περιοχή, είναι ότι εφοδιάζουν τις τοπικές αγορές με φρέσκα και όχι μεταποιημένα προϊόντα.
Η έκδοση του βιβλίου υποστηρίχτηκε από ορισμένους γνωστούς ακτιβιστές, συμπεριλαμβανομένης της Ναόμι Κλάιν, η οποία ανέφερε: «Εξηγεί γιατί ο αγώνας για να σταματήσει η βιομηχανική παραγωγή τροφίμων είναι ο ίδιος με τον αγώνα για έναν κατοικήσιμο, δίκαιο πλανήτη».
Μια άλλη αγωνίστρια για τους μικρούς αγρότες, η δρ Βαντάνα Σίβα, δήλωσε ότι το βιβλίο δείχνει ότι η βιομηχανική εταιρική γεωργία αποτελεί σημαντικό μέρος της κλιματικής κρίσης και ότι η μικρής κλίμακας οικολογική γεωργία είναι μια σημαντική λύση».
Οργανική ύλη
Το βιβλίο περιγράφει πώς η επέκταση των μη βιώσιμων γεωργικών πρακτικών τον τελευταίο αιώνα έχει οδηγήσει στην απώλεια τεράστιων ποσοτήτων οργανικής ύλης από τα εδάφη. Αυτή η απώλεια είναι υπεύθυνη για το 25% έως 40% των σημερινών επιπέδων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Με την αποκατάσταση των βιώσιμων πρακτικών των μικροκαλλιεργητών, αυτή η οργανική ύλη θα μπορούσε να επανατοποθετηθεί στο έδαφος, αντισταθμίζοντας μέχρι και το 30% όλων των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, λένε οι συγγραφείς.
Αντ’ αυτού, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η απώλεια από τα εδάφη, όλο και περισσότερα χημικά λιπάσματα χρησιμοποιούνται. Τα εντομοκτόνα και τα ζιζανιοκτόνα χύνονται στη γη, υποβαθμίζοντας τη βιοποικιλότητα.
Η μείωση των χιλιομέτρων που διανύουν τα τρόφιμα ώστε να φτάσουν στους καταναλωτές και η επικέντρωση σε φρέσκα προϊόντα στις τοπικές αγορές, αντί της μεταποίησης τροφίμων και της κατάψυξης σε σούπερ μάρκετ, θα μείωνε αμέσως τις εκπομπές.
Στην ουσία, το βιβλίο είναι μια έκκληση για να σταματήσει ο έλεγχος του διατροφικού μας συστήματος από τους βιομηχανικούς αγροτικούς γίγαντες των οποίων ο στόχος είναι να αυξήσουν τα κέρδη για τους μετόχους τους -και όχι να τροφοδοτήσουν τον κόσμο και να παραδοθεί η γη στους αγρότες.
Εξάλλου, οι συγγραφείς του βιβλίου καταγγέλλουν ότι υπήρξε μηδενική πολιτική βούληση να αμφισβητηθεί το κυρίαρχο μοντέλο βιομηχανικής παραγωγής και διανομής τροφίμων.
Οι αγρότες παίρνουν την ευθύνη για τη μείωση των δέντρων, όταν στην πραγματικότητα η αποψίλωση των δασών καθοδηγείται από μεγάλες επιχειρήσεις που αναπτύσσουν βιομηχανικές καλλιέργειες, αναφέρουν.
http://www.efsyn.gr/arthro/ta-megala-agroktimata-trone-ta-mikra
Τάσος Σαραντής
H βιομηχανία τροφίμων και οι μεγάλες εταιρείες παραγωγής αγροτικών προϊόντων προκαλούν την αλλαγή του κλίματος και ταυτόχρονα απειλούν να υποσκάψουν τις προσπάθειες για την τροφοδοσία του αυξανόμενου πληθυσμού στον πλανήτη, σύμφωνα με την GRAIN, μια οργάνωση που υποστηρίζει τους μικρούς αγρότες.
Οπως ισχυρίζεται η οργάνωση, οι μεγάλοι παραγωγοί χημικών λιπασμάτων έχουν αποκτήσει πρόσβαση στις συνομιλίες των Ηνωμένων Εθνών για την αλλαγή του κλίματος.
Η GRAIN τούς κατηγορεί ότι συμπεριφέρονται όπως οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων κατά τη δεκαετία του 1990, διοχετεύοντας ψευδείς πληροφορίες με την ελπίδα να καθυστερήσουν τις ουσιαστικές δράσεις για την αλλαγή του κλίματος.
Τα αποδεικτικά στοιχεία αναλύονται λεπτομερώς σε ένα βιβλίο με τον τίτλο «Η μεγάλη ληστεία του κλίματος: Πώς το σύστημα τροφίμων καθοδηγεί την αλλαγή του κλίματος και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό», που εκδόθηκε από την GRAIN.
Πρόκειται για μια ολοκληρωμένη περιγραφή της αμείλικτης και σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένης εκστρατείας των μεγάλων εταιρειών να αναλάβουν τον παγκόσμιο εφοδιασμό σε τρόφιμα και να την αξιοποιήσουν προκειμένου να αποκομίσουν κέρδη.
Παγκόσμια διατροφή
Οι συγγραφείς του βιβλίου υποστηρίζουν ότι τα μικρά αγροκτήματα έχουν συμπιεστεί σε λιγότερο από το ένα τέταρτο των γεωργικών εκτάσεων του κόσμου, αλλά εξακολουθούν να παράγουν το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας τροφής.
Αν δεν προστατευθούν οι μικροκαλλιεργητές και δεν επιστραφούν περισσότερες εκτάσεις στη βιώσιμη πρακτική των μικροκαλλιεργητών, τότε δεν υπάρχει καμία ελπίδα να τροφοδοτήσουμε τον παγκόσμιο πληθυσμό στο μέλλον, λένε.
Σχετικά με την αλλαγή του κλίματος, το βιβλίο διευκρινίζει πως η πορεία της βιομηχανικής γεωργίας έχει δημιουργήσει μια τροφική αλυσίδα που είναι σήμερα ένας βαρύς εκπομπός αερίων του θερμοκηπίου.
Η αύξηση των φυτειών φοινικέλαιου για τα επεξεργασμένα τρόφιμα, η υπερβολική χρήση λιπασμάτων και οι μεγάλες αποστάσεις που διανύουν τα τρόφιμα από τον τόπο παραγωγής μέχρι να φτάσουν στην κατανάλωση, παράγουν περίπου το 50% όλων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Αν και οι μέθοδοι βιομηχανικής γεωργίας παράγουν μόνο το 11% έως 15% των εκπομπών, το βιβλίο εξετάζει ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής τροφίμων, από την αποψίλωση των δασών έως τη μετατροπή της γης σε γεωργική, τις μεταφορές, τα εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων, τις βιομηχανίες ψύξης και λιανικής πώλησης.
Τα τελευταία 50 χρόνια, 140 εκατομμύρια εκτάρια, το μέγεθος σχεδόν όλων των γεωργικών καλλιεργειών στην Ινδία, έχουν παραδοθεί σε τέσσερις καλλιέργειες που αναπτύσσονται σε μεγάλες βιομηχανικές φυτείες. Πρόκειται για τη σόγια, το φοινικέλαιο, την κράμβη και το ζαχαροκάλαμο.
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, οι μικροί αγρότες παράγουν το 80% των τροφίμων σε μη βιομηχανικές χώρες. Το μεγάλο τους πλεονέκτημα, εκτός από την παραγωγή περισσότερων τροφίμων από μια μικρότερη περιοχή, είναι ότι εφοδιάζουν τις τοπικές αγορές με φρέσκα και όχι μεταποιημένα προϊόντα.
Η έκδοση του βιβλίου υποστηρίχτηκε από ορισμένους γνωστούς ακτιβιστές, συμπεριλαμβανομένης της Ναόμι Κλάιν, η οποία ανέφερε: «Εξηγεί γιατί ο αγώνας για να σταματήσει η βιομηχανική παραγωγή τροφίμων είναι ο ίδιος με τον αγώνα για έναν κατοικήσιμο, δίκαιο πλανήτη».
Μια άλλη αγωνίστρια για τους μικρούς αγρότες, η δρ Βαντάνα Σίβα, δήλωσε ότι το βιβλίο δείχνει ότι η βιομηχανική εταιρική γεωργία αποτελεί σημαντικό μέρος της κλιματικής κρίσης και ότι η μικρής κλίμακας οικολογική γεωργία είναι μια σημαντική λύση».
Οργανική ύλη
Το βιβλίο περιγράφει πώς η επέκταση των μη βιώσιμων γεωργικών πρακτικών τον τελευταίο αιώνα έχει οδηγήσει στην απώλεια τεράστιων ποσοτήτων οργανικής ύλης από τα εδάφη. Αυτή η απώλεια είναι υπεύθυνη για το 25% έως 40% των σημερινών επιπέδων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Με την αποκατάσταση των βιώσιμων πρακτικών των μικροκαλλιεργητών, αυτή η οργανική ύλη θα μπορούσε να επανατοποθετηθεί στο έδαφος, αντισταθμίζοντας μέχρι και το 30% όλων των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, λένε οι συγγραφείς.
Αντ’ αυτού, προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτή η απώλεια από τα εδάφη, όλο και περισσότερα χημικά λιπάσματα χρησιμοποιούνται. Τα εντομοκτόνα και τα ζιζανιοκτόνα χύνονται στη γη, υποβαθμίζοντας τη βιοποικιλότητα.
Η μείωση των χιλιομέτρων που διανύουν τα τρόφιμα ώστε να φτάσουν στους καταναλωτές και η επικέντρωση σε φρέσκα προϊόντα στις τοπικές αγορές, αντί της μεταποίησης τροφίμων και της κατάψυξης σε σούπερ μάρκετ, θα μείωνε αμέσως τις εκπομπές.
Στην ουσία, το βιβλίο είναι μια έκκληση για να σταματήσει ο έλεγχος του διατροφικού μας συστήματος από τους βιομηχανικούς αγροτικούς γίγαντες των οποίων ο στόχος είναι να αυξήσουν τα κέρδη για τους μετόχους τους -και όχι να τροφοδοτήσουν τον κόσμο και να παραδοθεί η γη στους αγρότες.
Εξάλλου, οι συγγραφείς του βιβλίου καταγγέλλουν ότι υπήρξε μηδενική πολιτική βούληση να αμφισβητηθεί το κυρίαρχο μοντέλο βιομηχανικής παραγωγής και διανομής τροφίμων.
Οι αγρότες παίρνουν την ευθύνη για τη μείωση των δέντρων, όταν στην πραγματικότητα η αποψίλωση των δασών καθοδηγείται από μεγάλες επιχειρήσεις που αναπτύσσουν βιομηχανικές καλλιέργειες, αναφέρουν.
http://www.efsyn.gr/arthro/ta-megala-agroktimata-trone-ta-mikra