3. Η οικοδόμηση μιας εναλλακτικής οικονομίας
Οι βάσεις της οικονομίας στη Rojava
Με την καθιέρωση του καθεστώτος Μπάαθ, η οικονομία είχε ευθυγραμμιστεί με την ισχυρή κρατική παρέμβαση. Από τη δεκαετία του 2000 ξεκίνησε μια ταχεία ιδιωτικοποίηση και η νεοφιλελεύθερη προσαρμογή στις διεθνείς αγορές, η οποία οδήγησε στην επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης. Η γεωργία -μαζί με την παραγωγή πετρελαίου στη Συρία- έχει ένα σημαντικό οικονομικό ρόλο και αποτελεί περίπου το ένα τρίτο του οικονομικού προϊόντος, όντας πολύ σημαντική σε διεθνή σύγκριση. Τόσο στο πετρέλαιο όσο και στα άλλα δύο σημαντικά στις εξαγωγές προϊόντα (υφάσματα και τρόφιμα) η Rojava είχε πριν από τον πόλεμο και το εμπάργκο ένα σημαντικό ρόλο. Επειδή και οι τρεις περιοχές της είναι ιδανικά για την υψηλή γεωργική παραγωγή.
Η γεωργία στο καντόνι Cizîrê πριν από αρκετές δεκαετίες είχε στραφεί συστηματικά στην μονοκαλλιέργεια του σιταριού και σε μικρότερο βαθμό στο βαμβάκι, ενώ στα καντόνια Kobanî και Afrin φυτεύτηκαν κυρίως φρούτα και ελιές. Το καντόνι Cizîrê παράγει έως και 50% του συνόλου του συριακού σιταριού. Από το Afrîn προέρχεται το 25% της παραγωγής ελιάς στη χώρα.
Η συνολική γεωργική παραγωγή ήταν σε μεγάλο βαθμό ρυθμιζόμενη από την κυβέρνηση της Συρίας, οπότε δεν επιτρεπόταν για παράδειγμα στο Cizîrê η καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών.Έτσι η περιοχή, ως αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής, δίνει την εντύπωση ενός ενιαίου χωραφιού σταριού.
Οι ποσότητες του πετρελαίου της περιοχής Cizîrê είναι τόσο μεγάλες, ώστε 50-60% της παραγωγής πετρελαίου της Συρίας προέρχεται από δω. Η πρώτη παραγωγή πετρελαίου Συρίας άρχισε στη δεκαετία του 1960 στο Cizîrê και πρόκειται για βαρύ τύπο πετρελαίου, στα επόμενα χρόνια προστέθηκε και μια παραγωγή φυσικού αερίου εδώ. Αλλά το 1995 η Συρία έφθασε ήδη στο αποκορύφωμα της παραγωγής. Από τότε η παραγωγή πετρελαίου πηγαίνει αργά αλλά σταθερά πίσω εξαιτίας της συρρίκνωσης αποθεμάτων. Αν δεν είχε ξεσπάσει ο σημερινός πόλεμος, η Συρία από το 2020 και πέρα δεν θα είχε άλλο πετρέλαιο για εξαγωγή - και λόγω της αύξησης της ζήτησης στην εγχώρια αγορά. Στους πετρελαιοπαραγωγικές περιοχές του Cizîrê υπάρχει όμως ακόμα μια σημαντική ποσότητα φυσικού αερίου. Δεν έχει ένα τόσο μεγάλο μερίδιο στη συνολική παραγωγή της Συρίας, όπως το πετρέλαιο, αλλά δεν πρέπει να υποτιμάται.
Όλα τα προϊόντα που παράγονται στην Rojava υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία έξω από την ίδια την περιοχή, πράγμα που δείχνει και τον αποικιοκρατικό χαρακτήρα του κράτους της Συρίας. Το προωθούμενο πετρέλαιο (και το φυσικό αέριο επίσης) μεταφέρεται μέσα από τους αγωγούς στη Χομς, όπου υπάρχουν τα μεγαλύτερα διυλιστήρια της χώρας. Σε Rojava δεν υπάρχουν επίσης μεγάλες αλευροβιομηχανίες, όπως νοτιότερα και δυτικά της χώρας. Ομοίως, το βαμβάκι συλλέγεται στη Rojava, αλλά εκκοκίζεται στο νότο.
Ως εκ τούτου, ο πληθυσμός της Rojava έπρεπε να αγοράζει αλεύρι, φρούτα, λαχανικά, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, πετρέλαιο και άλλα βασικά αγαθά από τα άλλα μέρη της Συρίας, αν και οι πρώτες ύλες τους είχαν παραχθεί σε σημαντικό βαθμό στην περιοχή τους.
Μπορεί να φανεί καθαρά ότι η Rojava είχε παραμεληθεί συστηματικά- παρά τα επιφανειακά και τα υπόγεια πλούτη της- και κρατήθηκε φτωχή. Ένα πρόσθετο περιοριστικό μέτρο για την οικονομική ανάπτυξη ήταν ότι απαγορευόταν αυστηρά, στην παραμεθόρια περιοχή σε απόσταση έως και 25 χλμ από τα σύνορα, να χτίσει κανείς υψηλότερα από διώροφα σπίτια. Το καθεστώς έχει κάνει τα πάντα για να εξασφαλίσει ότι ο πληθυσμός θα μένει μακριά από την τοπική εργασία και να μην έρχεται σε επαφή μεταξύ του και να δουλεύει μαζί, κάτω από ίδιες συνθήκες. Εφαρμοζόταν πάντα μια πολιτική που έμελλε να κρατήσει τον τοπικό πληθυσμό εξαρτημένο από το καθεστώς. Αυτός ήταν ένας από τους τρόπους για να κάνει τους Κούρδους να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό ή σε άλλες πόλεις της Συρίας.
Μία από τις συνέπειες ήταν ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μετανάστευσαν τις τελευταίες δεκαετίες στις πόλεις της Συρίας. Η μεγαλύτερη κοινότητα αναπτύχθηκε στο Χαλέπι, με περισσότερους-ες από μισό εκατομμύριο Κούρδους. Αυτό έγινε και σε άλλα μέρη όπως τη Δαμασκό και Raqqa όπου εγκαταστάθηκαν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι από Rojava. Η οικονομική κατάσταση των Σύρων, Αρμενίων και Αράβων που ζουν στη Rojava ήταν κατά μέσο όρο καλύτερη από των Κούρδων.
Η εξέλιξη της οικονομίας με την επανάσταση
Με την ευρεία απέλαση του καθεστώτος Μπάαθ από τη Rojava από 19.7.2012 οι συμβουλιακές δομές αντιμετώπισαν την πρόκληση του να μη καταρρεύσουν η οικονομία και οι βασικές υπηρεσίες. Αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ σημαντικό η δημιουργία των συμβουλίων τουλάχιστον ένα χρόνο νωρίτερα παντού. Ειδικότερα, η δημιουργία οικονομικών επιτροπών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, ήταν αποφασιστικής σημασίας.
Το πρώτο πρόβλημα στο πλαίσιο της Επανάστασης ήταν η διατήρηση των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αυτό επιτεύχθηκε το ότι δεν διαλύθηκαν οι υφιστάμενες διοικήσεις τους, αλλά σταδιακά ενσωματώθηκαν στο συμβουλιακό σύστημα. Το δεύτερο σημαντικό μέτρο ήταν οι έλεγχοι των τιμών. Τα καθορισμένα από τις οικονομικές επιτροπές όρια τιμών ελέγχονταν από την δεύτερη μέρα της επανάστασης στις αγορές και στα καταστήματα. Έτσι έπρεπε να αποφευχθεί η εκμετάλλευση της εμπόλεμης κατάστασης από τους κερδοσκόπους με την αποθήκευση των τροφίμων και φαρμάκων ώστε να κερδοσκοπήσουν με την επακόλουθη έκρηξη τιμών. Ειδικά ήταν έτσι εγγυημένη η κάλυψη από τον πληθυσμό των βασικών του αναγκών (τρόφιμα, πετρέλαιο κ.λπ.).
Ίσως η μεγαλύτερη οικονομική πρόκληση ήταν το εμπάργκο από την Τουρκία, που επιβλήθηκε από την επανάσταση και μετά. Μετά από μακρές διαμαρτυρίες του πληθυσμού στο βόρειο τουρκικό τμήμα του Κουρδιστάν, επιτράπηκαν σε ένα μικρό βαθμό μόνο τα φάρμακα προς τη Rojava, από τις αρχές του 2013. Η νοτιοκουρδική κυβέρνηση στο Ιράκ συμπεριφέρεται με παρόμοιο τρόπο, το εμπάργκο χαλαρώνεται από την PDK-κυβέρνηση ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες. Κάποια τρόφιμα που λείπουν από τη Rojava, όπως τα λαχανικά και τα φρούτα, καθώς και άλλα προϊόντα μπορούν να μεταφέρονται με φορτηγά μέσω εχθρικών περιοχών αφού οι προμηθευτές έχουν δώσει μεγάλες μίζες στην αντίστοιχη ισλαμιστική ομάδα που τις ελέγχει. Έτσι τα προϊόντα αυτά είναι για άλλη μια φορά τόσο ακριβά που μπορούν να αντέξει οικονομικά μόνο ένα μικρό μέρος του πληθυσμού στη Rojava. Έτσι και εδώ γίνεται έλεγχος των τιμών, ωστόσο, υπάρχει μια αναπόφευκτη άτυπη αγορά στην οποία πολλά είναι σε εξαιρετικά υψηλές τιμές. Επιπλέον, στα τουρκικά σύνορα ορισμένα αναγκαία εμπορεύματα εισέρχονται λαθραία στη Rojava. Οι άνθρωποι που εμπλέκονται στο διασυνοριακό εμπόριο, το κάνουν με κίνδυνο της ζωής τους. Κάθε εβδομάδα πυροβολούνται μαζί με πρόσφυγες, από Τούρκους στρατιώτες, ενώ τζιχαντιστές μπορούν να διασχίσουν τα σύνορα της Τουρκίας σε μεγάλο βαθμό ανεμπόδιστα.
Επειδή η γεωργικά πλούσια περιοχή της Rojava έπρεπε να εξασφαλίζει ακριβά ένα μεγάλο ποσοστό των λαχανικών, φρούτων και αλευριού από τη Latakya, Δαμασκό και άλλες πόλεις της Συρίας (το καντόνι Cizîrê υστερεί ιδιαίτερα σε φρούτα και λαχανικά), οδήγησε αυτό σε πολύ σοβαρά προβλήματα μετά την επανάσταση. Αν και τα σιτηρά υπήρχαν σε μεγάλες ποσότητες, η προμήθεια σε αλεύρι στην πρώτη χειμερινή περίοδο μετά την επανάσταση 2012/13 ήταν πολύ δύσκολη. Μια πείνα στην Cizîrê και Kobanî μπόρεσε να αποτραπεί μόνο μέσω του συστήματος διανομής από τις συμβουλιακές δομές. Με την κατασκευή πολλών αλευρόμυλων από το 2013 διευκολύνθηκε η κατάσταση και το 2014 στο Cizîrê ήταν τόσο πολύ καλή, ώστε να μπορούν να εξάγουν αλεύρι (ακριβώς αυτό συνέβη στο Νότιο Κουρδιστάν που μέχρι τότε εισήγαγε αλεύρι από την Τουρκία).Το Kobanî είχε σταθεί στο θέμα αυτό καλύτερα από το Afrin, γιατί είχαν καλλιεργηθεί εδώ σιτηρά πριν από την επανάσταση σε ένα τρίτο των γεωργικών εκτάσεων. Στο Kobanî η παραγωγή σιταριού έχει αυξηθεί από το 2013, έτσι ώστε το τέλος του 2013 ήταν μεταποιημένα αρκετά διατροφικά αγαθά. Το Afrin όμως ακόμα έπρεπε να αγωνιστεί μέχρι το 2014 για να το καταφέρει αυτό, αν και έχει ήδη αρχίσει να προσαρμόζει την παραγωγή του. Μια άλλη σημαντική θετική εξέλιξη για την οικονομική σταθεροποίηση της Cizîrê - αλλά όχι για Kobanî και Afrin - ήταν η διύλιση αργού πετρελαίου από το καλοκαίρι του 2013. Οι συμβουλιακές δομές με τη βοήθεια ειδικευμένων εργαζομένων κατάφεραν με απλά συστήματα να διυλίσουν επαρκή ποσότητα πετρελαίου σε ντίζελ. Αυτό οδήγησε σε μια βελτίωση της ζωής και της οικονομικής δραστηριότητας. Η αμυντική στρατιωτική δύναμη ενισχύθηκε επίσης. Ο έλεγχος των τιμών ήταν επίσης ιδιαίτερα αποφασιστικός στη διανομή του πετρελαίου κίνησης και πετρελαίου θέρμανσης. Σήμερα, ένα λίτρο ντίζελ πωλείται στη μισή τιμή σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την επανάσταση, και αυτό διευκολύνει σημαντικά τη ζωή των ανθρώπων. Το Diesel είναι απαραίτητο για τα οχήματα, τον εφοδιασμό των νοικοκυριών σε ηλεκτρισμό, τη θέρμανση, τη μικρή βιομηχανική και αγροτική παραγωγή. Η διύλιση έχει δυστυχώς ως αποτέλεσμα ντίζελ κατώτερης ποιότητας που είναι επιβλαβής για τις γεννήτριες, τους κινητήρες οχημάτων και τα μηχανήματα. Αυτό το ξέρουν τα Συμβούλια τα οποία αναζητούν λύσεις για την καλύτερη διύλιση.
Οι οικονομικές επιτροπές σε όλα τα επίπεδα ήταν σε θέση με την αλληλέγγυα εργασία τους να εξασφαλίσουν ότι στους δήμους ή τις περιφέρειές τους κανείς δεν θα λιμοκτονούσε πραγματικά και τα οικονομικά πιο αδύναμα μέλη να στηριχθούν καλά. Δεν ήταν μόνο ότι βοήθησαν με τα τρόφιμα, υπάρχει η συνεχής επιδίωξη ότι κάθε ενήλικος θα έχει μια δουλειά και έτσι μπορεί να συμβάλει στη δική του φροντίδα, αλλά και στην περαιτέρω ανάπτυξη της επανάστασης. Εκτός από την πρώτη χειμερινή περίοδο, μετά την επανάσταση η επισιτιστική κατάσταση στα τρία καντόνια τώρα είναι αρκετά ικανοποιητική, τόσο ώστε να αυξηθεί η παροχή των απαραίτητων στους οικονομικά αδύναμους και τους πρόσφυγες από άλλα μέρη της Συρίας. Η απελευθέρωση της Rojava σήμαινε επίσης ότι και στα τρία καντόνια το 2013 λιγότερο, αλλά από το 2014 περισσότερο ξεκίνησε μια έκρηξη στην οικοδομή.
Παντού χτίστηκαν νέα κτίρια και αυξήθηκαν οι όροφοι στα υπάρχοντα, πράγμα απαραίτητο γιατί από τον ολοένα και πιο βάναυσο πόλεμο όλο και περισσότεροι άνθρωποι κατέφυγαν στην Rojava και χρειάζονται περισσότερο κατοικήσιμο χώρο. Το απαραίτητο για αυτό τσιμέντο παράγεται εν μέρει στη Rojava. Αλλά η αιτία της ζωτικότητας της οικονομίας πρέπει να αναζητηθεί κυρίως στη γεωργία, όπου επικρατεί η υψηλότερη παραγωγικότητα. Κάθε μέρα το πρωί σε κάθε πόλη, πολλές εκατοντάδες παραγωγοί διατροφικών προϊόντων έρχονται για να πουλήσουν τα δικά τους ή να αγοράσουν τα προϊόντα για τις ανάγκες τους.
Ενώ τη χρονιά της επανάστασης του 2012 ακόμα επικρατούσε κυρίως η οργάνωση των βασικών υπηρεσιών φροντίδας παράλληλα με την ασφάλεια, με κάθε μικρό βήμα προόδου αλλάζει και το περιεχόμενο των συζητήσεων. Αυτές οι συζητήσεις συντείνουν στο σκοπό, να πάει η περιοχή -πέρα από τον καπιταλισμό και την κρατικά κατευθυνόμενη οικονομία, όπως στην περίπτωση της Συρίας- στον Τρίτο Δρόμο στην οικονομία.Έτσι, μετά από πολλές συζητήσεις και προετοιμασίες άρχισαν να στήνονται οι πρώτοι συνεταιρισμοί το 2013 και ένα χρόνο αργότερα ο αριθμός τους αυξήθηκε αλματωδώς. Έτσι ιδρύθηκαν συνεταιρισμοί που ψήνουν ψωμί, παράγουν υφάσματα, μεταποιούν ρούχα, παρασκευάζουν από γάλα τυριά και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, καλλιεργούν φιστίκια ή φακές και πωλούν απορρυπαντικά. Ή ιδρύθηκαν γεωργικοί συνεταιρισμοί στις κοινωνικοποιημένες κρατικές γαίες. Συνεταιρισμοί και συνεργατικές ομάδες σε τέτοιους τομείς δραστηριότητας ιδρύονται αυτή τη στιγμή σε όλες τις πόλεις. Η ποικιλομορφία αυξάνει με κάθε χρόνο που περνά. Αυτό είναι επίσης απαραίτητο εάν ο διακηρυγμένος στόχος για την επέκταση των συνεταιρισμών σε όλους τους τομείς της οικονομίας και να γίνουν αυτοί η κυρίαρχη οικονομική μορφή θα πρέπει να επιτευχθεί μεσοπρόθεσμα.
Ανάλυση των δυνατοτήτων της οικονομίας στη Rojava
Λόγω της ειδικής μεταχείρισης της Rojava από την κυβέρνηση της Συρίας επί δεκαετίες, ποτέ δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια σύγχρονη μορφή καπιταλιστικής κοινωνίας παρόμοια με το Βόρειο Κουρδιστάν στη Τουρκία. Όπως έχει αναλύσει την κατάσταση αυτή και ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν, στο Κουρδιστάν δεν συμβαίνει αυτό που γίνεται στη Δύση, ότι δηλαδή η οικονομία καθορίζει εν μέρει τη πολιτική εξουσία. Στην οικονομία της Μέσης Ανατολής είναι η πολιτική εξουσία ο αποφασιστικός παράγοντας. Δεν ισχύουν οι ίδιοι κανόνες στην κουλτούρα της. Από τη μια πλευρά είναι μικρά νοικοκυριά και οικογενειακές οικονομίες, από την άλλη πλευρά, η κρατική οικονομία. Ανάμεσα βρίσκονται μάστορες και έμποροι οι οποίοι εξαρτώνται από το κράτος. Η μεσαία τάξη έχει λίγες ευκαιρίες για να επηρεάσει με την οικονομική ισχύ της το κράτος και τις πολιτικές του. Το κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την οικονομία, δεδομένου ότι αποτελεί την απαραίτητη πηγή των εσόδων του.
Ο καπιταλισμός στο Κουρδιστάν και ιδιαίτερα στην Rojava δεν ήταν σε θέση να εισχωρίσει σημαντικά στο μυαλό των ανθρώπων, όσο στις οικονομικά πιο αναπτυγμένες περιφέρειες. Αυτό φαίνεται να διευκολύνει τη δημιουργία μιας συνεταιριστικής-συνεργατικής κοινωνικής οικονομίας σε πολλούς τομείς. Η κατάσταση στο Β.Κουρδιστάν/Τουρκία, τα τελευταία χρόνια που δεν υπήρχαν στρατιωτικές συγκρούσεις, χαρακτηρίζεται από την εισδοχή των καπιταλιστικών σχέσεων στην κοινωνία. Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να σκέφτονται για κεφάλαια και κέρδη. Συνεπώς γίνονται εκκλήσεις του τύπου: «Ελάτε στην περιοχή και επενδύστε». Αν κοιτάξουμε τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται οδηγούν στην εκμετάλλευση της εργασίας και στην καταστροφή του περιβάλλοντος . Ο πληθυσμός του Κουρδιστάν δεν έχει κανένα όφελος
Για να βάλει σε εφαρμογή μια τέτοια διαδικασία, ο Δημοκρατικός συνομοσπονδισμός προωθεί την κοινοτικοποίηση της οικονομίας. Η οικονομική υπανάπτυξη της κουρδικής περιοχής από τη μία πλευρά αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό μειονέκτημα, από την άλλη όμως αντιμετωπίζεται και ως μια ευκαιρία. Η παραδοσιακή κοινωνική συλλογικότητα των πληθυσμών του Κουρδιστάν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί με θετικό τρόπο για την οικοδόμηση μιας κοινοτίστικης οικονομίας. Η ενσωμάτωση με θετικό τρόπο των παραδοσιακών δομών στις νέες, είναι χαρακτηριστικό του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος. Βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία συστηματικού μετασχηματισμού, όπου παράδοση και χειραφέτηση συνδέονται με αυτόν τον τρόπο. Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός είναι ανοικτός σε άλλες πολιτικές ομάδες και παρατάξεις. Είναι ευέλικτος, πολυπολιτισμικός, αντι-μονοπωλιακός και με προσανατολισμό τη συναίνεση. Οικολογία και φεμινισμός είναι οι κεντρικοί πυλώνες. Σε αυτό το είδος της αυτοκυβέρνησης, απαιτείται ένα εναλλακτικό οικονομικό σύστημα, το οποίο αυξάνει τους κοινωνικούς πόρους, αντί να τους εκμεταλλεύεται, και έτσι να καλύπτει τις ποικίλες ανάγκες της κοινωνίας
Η κοινωνική οικονομία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής αντίληψης του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού, σε αντίθεση με τον νεοφιλελευθερισμό και τον κρατικοσοσιαλισμό. Αποβλέπει σε έναν εκδημοκρατισμό της οικονομίας, που αποτελούσε πάντα ένα σημείο αντιπαράθεσης στη συζήτηση για τα μοντέλα των συμβουλίων: την έκταση της ριζοσπαστικής δημοκρατικής αυτοδιαχείρισης στις οικονομικές δομές. Το κίνημα των Συμβουλίων στην περίπτωση αυτή είναι ο φορέας της διαδικασίας
Βασίζεται σε μια κοινοτική, κοινωνική οικονομία, όπου όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν την ευκαιρία να συμμετέχουν σε αυτή και στη δόμησή της σαν ένα πρώτο βήμα για ένα επαρκές εισόδημα σε αυτή την περιοχή. Γίνεται προσπάθεια να επεκταθεί η δημοκρατία στην οικονομία. Η ιδέα της δημιουργίας αυτής της οικονομίας προέρχεται από το TEV-DEM και θα υλοποιηθεί στη συζήτηση με τη δημοκρατική Αυτοδιοίκηση για την Δημοκρατική Αυτονομία. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται στη Rojava δεν στρέφεται ενάντια στην ατομική ιδιοκτησία, αλλά έχει ως στόχο να θέσει αυτή την ατομική ιδιοκτησία στην υπηρεσία και χρήση όλων των ομάδων του πληθυσμού που ζουν στη Rojava. Φυσικά είναι στην αρχή αυτής της πορείας. Παρ 'όλα αυτά, ακόμη και σε ένα μικρό βαθμό, παρουσιάζεται ήδη θετική εξέλιξη. Είναι σαφές ότι δεν επιδιώκεται απλά μια οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη. Δεν πρόκειται για ένα καπιταλιστικό σύστημα που δεν εκπληρώνει κανένα σεβασμό στο περιβάλλον ούτε για ένα σύστημα που συνεχίζει τις ταξικές αντιθέσεις και τελικά εξυπηρετεί μόνο το κεφάλαιο. Πρόκειται για ένα συμμετοχικό μοντέλο που βασίζεται στους φυσικούς πόρους και σε μια ισχυρή κοινωνική υποδομή.
Το εγχείρημα αυτό από τη μία πλευρά δεν στρέφεται ενάντια στην ατομική ιδιοκτησία γενικά, από την άλλη έχει κεντράρει στον αντι- καπιταλισμό. Αυτό εγείρει το ερώτημα κατά πόσον τα σχέδια αυτά μπορούν να γίνουν κατανοητά ως σοσιαλδημοκρατικά ή σοσιαλιστικά. Για να καταλάβουμε καλύτερα αυτή την αντίφαση θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στο Κουρδιστάν δεν παίζει κανένα σημαντικό ρόλο η μεγάλη ιδιοκτησία. Επιπλέον το δικαίωμα της νόμιμης αυτοάμυνας ενάντια σε όλες τις παραβιάσεις των θεμελιωδών παραδειγμάτων της Δημοκρατικής Αυτονομίας, και σε σχέση με την οικονομία και με την οικολογία, παρόλο που είναι η έσχατη λύση, την ασκεί το κίνημα. Αυτό μπορούμε επίσης να το παρατηρήσουμε και στην πολιτική του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος και των ανταρτών του HPG στο Βόρειο Κουρδιστάν, όπου, για παράδειγμα, καταστροφικά για το περιβάλλον έργα, όπως εργοτάξια φραγμάτων ή εκχερσώσεις δασών και μεταφορές πληθυσμών, στα πλαίσια της νόμιμης άμυνας και σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης αποκρούονται ένοπλα . Το κουρδικό απελευθερωτικό κίνημα βάζει πάντα ως πρωτεύον την κοινωνική, πολιτική λύση. Έτσι, τα σχέδια της εναλλακτικής οικονομίας υλοποιούνται μέσω της οικοδόμησης των συνεταιρισμών και την επέκτασή τους παντού και με αυτό προσπαθεί να χειραφετηθεί η κοινωνική συνείδηση από τους καπιταλιστικούς-φεουδαρχικούς καταναγκασμούς και να πραγματοποιήσει μια κοινωνική επανάσταση. Όπως διατυπώνεται χαρακτηριστικά: «Θέλουμε να προστατεύσουμε τα δικαιώματα των απλών ανθρώπων από τους πλούσιους με τους συνεταιρισμούς και τις κοινότητες».
Για το λόγο αυτό, η οικονομία θα πρέπει να οργανωθεί ως οικονομία των αναγκών από τις κοινοτικές- δημοτικές δομές. Θα πρέπει να είναι στο χέρι της κοινωνίας να αποφασίζει για το ποιές οικονομικές δραστηριότητες θα αναληφθούν στη συνοικία, στη πόλη, την περιοχή, ή στο χωριό: «…Μια κοινωνία που δεν μπορεί να καθορίσει τις οικονομικές δραστηριότητες, δεν μπορεί καν να ελέγχει την δική της εργατική δύναμη. Είμαστε αναγκασμένοι να εργαζόμαστε για εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς, αλλά παρόλα αυτά συνεχίζουμε. Δουλεύουμε στην άτυπη οικονομία χωρίς ασφάλεια, χωρίς οργάνωση, αλλά εξακολουθούμε να εργαζόμαστε ... Η αυτοδιαχείριση είναι σημαντικό για όλα αυτά, και για μια Δημοκρατική Αυτονομία. Μια οικονομική αυτοδιαχείριση είναι η προϋπόθεση για τη Δημοκρατική Αυτονομία. Μια περιοχή που δεν καθορίζει μόνη της τη δική της οικονομία, δεν μπορεί να είναι αυτόνομη.» Το μοντέλο ιδιοκτησίας του κομμουναλισμού θεωρεί ότι όλοι οι πόροι, αλλά και οι συνδεδεμένες με αυτούς επιχειρήσεις θα πρέπει να διαχειρίζονται από τους ίδιους τους δήμους και τις κοινότητες. Δεν πρέπει να πάει σε μια μορφή νέας ιδιωτικοποίησης μέσω των συνεταιρισμών. Κάθε οικονομική οντότητα πρέπει σε αυτό το πλαίσιο να λειτουργεί στην πράξη ως «δομικό στοιχείο της ελεύθερα θεσμισμένης συνολικής δομής, δηλαδή ως ένα μέρος αυτού για το σύνολο του οποίου είναι υπεύθυνη η συνέλευση των πολιτών και όχι οι εργαζόμενοι, οι αγρότες ή ελεύθεροι επαγγελματίες ή άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. » Επίσης, το χρήμα χρησιμοποιείται βεβαίως ως μέσο πληρωμής στη Rojava, αλλά γενικά απαγορεύονται τα επιτόκια, πράγμα το οποίο θα πρέπει να χρησιμεύσει στην περαιτέρω εξίσωση των κοινωνικών σχέσεων. Υπάρχει επίσης ένας έλεγχος των τιμών των βασικών ειδών διατροφής.
Με την από κοινού παραγωγή των δήμων και των συνεταιρισμών και με το μοντέλο της οικονομίας των αναγκών, ο καθένας μπορεί να συμμετάσχει στην παραγωγή με τον δικό του τρόπο και δεν υπάρχει ανεργία. Όπου ιδρύονται κοινότητες, «θα δειχθεί ότι η ανεργία είναι αποτέλεσμα του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.» Αυτά τα σχέδια έχουν ήδη αποδώσει πραγματικούς καρπούς στην περιοχή. Για παράδειγμα στο καντόνι Afrîn: «Στην κοινωνία των πολιτών, έχουν συμβεί πολλά. Έτσι έχουν αυτοοργανωθεί επαγγελματικές ομάδες, όπως οι μηχανικοί ή οι αγρότες. Προέκυψαν συνδικάτα. Στον τομέα της υγείας , του εμπορίου, της γεωργίας, του αθλητισμού, του θεάτρου και της μουσικής ιδρύθηκαν για πρώτη φορά ακαδημίες. Πριν από την επανάσταση υπήρχαν λίγες μόνο θέσεις εργασίας για τους 450.000 κατοίκους. Τώρα υπάρχει, παρά τον υπερδιπλασιασμό του πληθυσμού, πρακτικά για όλους εργασία.» Η κατάσταση αυτή έχει πλέον οδηγήσει στην εκ νέου επιστροφή εξειδικευμένων εργαζομένων, ακόμη και γιατρών, μηχανικών και άλλων, τουλάχιστον στο Καντόνι Afrin. Αν κοιτάξουμε την εφαρμογή των οικονομικών σχεδίων της Δημοκρατικής Αυτονομίας, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η υλοποίησή τους γίνεται στο πλαίσιο του δράματος του Συριακού πολέμου και των μόνιμων επιθέσεων στην περιοχή και ότι συχνά εμποδίζονται εγχειρήματα ή – όπως συμβαίνει στα περίχωρα του Kobanî – είναι αδύνατο να υλοποιηθούν. Χιλιάδες σκοτώθηκαν, το μισό του πληθυσμού είναι άστεγοι. Περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και έγιναν μετανάστες. Ειδικότερα, η οικονομία της Συρίας βληθεί σκληρά από τον πόλεμο. Μελέτες έχουν δείξει ότι για να επανέλθει η Συρία στη προηγούμενη κατάσταση θα χρειασθεί 15 χρόνια και 150 δισεκατομμύρια δολάρια βοήθεια. Το 70 έως 80% του συνόλου της υποδομής της Συρίας έχει καταστραφεί.
Ο στόχος είναι η δημοκρατική αλλαγή στη Συρία. Για το λόγο αυτό, η περιοχή ήταν αρχικά σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστη από τις συγκρούσεις και μεγάλο μέρος από τις διάφορες υποδομές, με την εξαίρεση του Kobanî, είναι ακόμα ανέπαφες.
Όλα τα μέρη της Rojava είναι πλούσια και θα μπορούσαν να είναι γεωργικά αυτάρκη. Ειδικότερα, τα εδάφη είναι πολύ εύφορα. Στη Rojava περίπου το 20% των εκτάσεων είναι στα χέρια των μεγαλογαιοκτημόνων. Το υπόλοιπο της έκτασης αποτελείται από πρώην κρατική γη η οποία βρίσκεται στη διαδικασία της κοινοτικοποίησης: « όταν το καθεστώς έφυγε από την περιοχή παραδώσαμε την κρατική γη, που στην πραγματικότητα ανήκει στην κοινωνία και το λαό, στους Συνεταιρισμούς των φτωχών και στο συνεταιρισμό των οικογενειών των θυμάτων και πεσόντων. Η Δημοκρατική Αυτοδιοίκηση παίρνει το 30% των εσόδων αυτής της γης και ο συνεταιρισμός λαμβάνει το 70%. Στο Girke Lege π.χ. όπου έχουμε 50 οικογένειες θυμάτων, αυτές οι οικογένειες έχουν δημιουργήσει έναν συνεταιρισμό. Σε συμφωνία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση: 30 πηγαίνει στη νέα κυβέρνηση και το 70% στο συνεταιρισμό. Το μεγαλύτερο μέρος της γης πηγαίνει στους συνεταιρισμούς, υπάρχουν εξαιρέσεις μόνο μικρής κλίμακας, όπου τεμάχια από 10 έως 40 στρέμματα μπορούν επίσης να πάρουν και μεμονωμένες οικογένειες. Δεν επιτρέπεται να προκύψει καμία νέα μεγάλη ιδιοκτησία.»
Επειδή η Αυτοδιοίκηση, σε αντίθεση με το καθεστώς Μπάαθ, δεν θέλει να εφαρμόσει οποιεσδήποτε μορφές εξαναγκασμού, δεν έχει απαλλοτριώσει μέχρι τώρα τις μεγάλες γαιοκτησίες. Βασικά, όμως, το Κουρδικό Κίνημα Ελευθερίας είναι εκτός των άλλων και υπέρ της κοινοτικοποίησης του νερού, του εδάφους και των πόρων: «Νερό, Γη και Ενέργεια είναι αξίες που ανήκουν σε ολόκληρη την κοινωνία. Αυτές είναι αξίες που πρέπει να είναι στη διάθεση του συνόλου της κοινωνίας για χρήση. Οι Κοινότητες και οι Δήμοι θα πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους στα θέματα του νερού, της γης και της ενέργειας. Εάν η κοινωνία είναι ο συλλογικός ιδιοκτήτης των αξιών αυτών, τότε δε μπορεί να οδηγείται από κανέναν από τη μύτη. Δεν είναι δυνατόν να οικοδομήσουμε μια κοινωνία της οικονομικής κυριαρχίας πάνω από μια κοινωνία που διεκδικεί τις αξίες αυτές. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιοδήποτε επίπεδο κοινοτική ζωή. Γι αυτό, το νερό, η γη και η ενέργεια δεν πρέπει να αφεθεί σε κανέναν άλλο. Οι αξίες αυτές πρέπει να βρίσκονται στην κατοχή μόνο της κοινωνίας. Αυτές οι αξίες δεν μπορούν να είναι ιδιοκτησία ενός κράτους. Ένα κράτος το οποίο κηρύσσει την κυριαρχία του πάνω στη γη, την ενέργεια και το νερό, είναι ένα δεσποτικό και φασιστικό κράτος.»
Ενέργεια, νερό και γη θα πρέπει να είναι επίσης δωρεάν: «Ο πληθυσμός του Κουρδιστάν δε θα πρέπει να πληρώνει τίποτα για το νερό ή το ηλεκτρικό ρεύμα. Πώς μπορεί κανείς να πουλά το νερό; Η ενέργεια είναι επίσης ιδιοκτησία του πληθυσμού του Κουρδιστάν και δεν μπορεί να πωληθεί. Φυσικά πρέπει να γίνει κάτι κατά της σπατάλης του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας. Η κοινωνία θα πρέπει να δημιουργήσει τους κατάλληλους μηχανισμούς για αυτό. Αλλά η ενέργεια και το νερό που απαιτείται δεν μπορεί να πωληθεί ... Επίσης και το πετρέλαιο ανήκει στο σύνολο του πληθυσμού του Κουρδιστάν. [...] Αλλά προς το παρόν όμως ο πληθυσμός δεν έχει το πάνω χέρι στο νοτιοκουρδικό πετρέλαιο, αλλά πλουτίζουν από αυτό οι ελίτ της εξουσίας.»
Εδώ γίνεται σαφές ότι ο στόχος του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος είναι να κοινωνικοποιηθούν όλες αυτές τις αξίες και να εκδημοκρατισθεί η οικονομία. Γι αυτό, η οικοδόμηση της εκδημοκρατισμένης οικονομίας περνά από την εκπαίδευση: «Αυτό το κάνουμε μέσα από την κατάρτιση του πληθυσμού και με το να τους δείχνουμε τρόπους για μια συνεταιριστική μορφή της κοινωνικής οικονομίας. Συστήνουμε οικονομικές ακαδημίες για να υποστηρίξουν αυτή την νέας μορφής οικονομία.» Η Κοινωνία θα πρέπει να είναι πάλι σε θέση να αποφασίσει μόνη της σχετικά με τη διαχείριση των δικών της πόρων. Για να γίνουν πραγματικά συλλογικά («κοινά») αγαθά το νερό, η ενέργεια και η γη, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι η απαραίτητη γνώση για τις ανάγκες της κοινότητας, δε θα παραμένει γνώση των ειδικών, αλλά να γίνει κοινωνική γνώση. Με αυτόν τον τρόπο επίσης μπορούν να αποδομηθούν οι σχέσεις εξουσίας. Η εκπαίδευση με αυτή την έννοια είναι το κλειδί για τον αυτοκαθορισμό. Σε αντίθεση με την κρατική και την ιδιωτική οικονομία, η κοινωνική οικονομία οφείλει να οργανωθεί σε κάθε κοινωνικό τομέα συναιτεριστικά και συνεργατικά:
«… Χτίζουμε συνεργατικές και συνεταιρισμούς στην οδοποιία, στις δημόσιες-δημοτικές υπηρεσίες, στη γεωργία, στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις και σε όλους τους τομείς. Δεν θέλουμε με αυτό να ακολουθήσουμε οποιοδήποτε κράτος. Υποστηρίζουμε ιδιαίτερα τους δήμους να εξασφαλίζουν την παροχή νερού και ηλεκτρικού ρεύματος. Ειδικά αυτή τη στιγμή, έχουμε προπάντων γεωργικά εγχειρήματα, αλλά αυτό έχει να κάνει κυρίως με το ότι ζούμε σε μια αγροτική περιοχή. Επιπλέον, έχουμε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, που έχουν ως στόχο να δώσουν σε όλους τους ανθρώπους- έναντι αντίστοιχης συνεισφοράς- την ευκαιρία να έχουν ένα σπίτι. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτή τη στιγμή, επειδή πολλοί άνθρωποι μεταναστεύουν σε αυτή την περιοχή.»
Επιφανειακά αυτοί οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί φαίνεται να είναι κάτι σαν "διαχείριση ανάγκης" σε κατάσταση πολέμου. Αλλά αυτό φαίνεται να γίνεται σε όλους τους τομείς: «Η κοινωνία είναι τώρα οργανωμένη σε κάθε τομέα. Οι πολίτες μπορούν να λύσουν τα πολιτικά, νομικά και οικονομικά τους προβλήματα, έχουμε παντού Συμβούλια και Κομμούνες στις οποίες στη συνέχεια αντιπροσωπεύονται τα νοικοκυριά, και σε αυτό το πλαίσιο, έχουμε ήδη παντού συνεταιρισμούς-συνεργατικές, επειδή οι άνθρωποι δεν περιμένουν από κάποιον άλλο να τους λύσει τα προβλήματά τους με το ηλεκτρικό ρεύμα, το νερό ή με άλλα ζητήματα, αλλά έχουν οργανωθεί οι ίδιοι. Αυτό σημαίνει ότι όπου έχουμε συμβούλια, αυτά τα συμβούλια μπορούν να σχηματίσουν συνεταιρισμούς, προκειμένου να λύσουν τα προβλήματα.»
Μπορούμε να διαπιστώσουμε από τα παραπάνω- που τα διατυπώνουν μέλη του κινήματος της αυτονομίας- ότι από τη μία πλευρά, η οξεία ανάγκη είναι μια ευκαιρία για τη διαδικασία της κοινωνικής οργάνωσης, αλλά αυτή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο του μοντέλου της συμβουλιακής δημοκρατίας και της αυτοδιαχείρισης. Γι 'αυτό είναι ένα εγχείρημα που ξεπερνά κατά πολύ τη διαχείριση της έλλειψης και της ανάγκης. Έτσι γίνεται συστηματικά η προσπάθεια να καλυφθούν καταρχήν οι βασικές ανάγκες του πληθυσμού, όπως για παράδειγμα να κατασκευασθούν μύλοι για την παρασκευή ψωμιού. Οι πόροι, όπως βασικά τρόφιμα και ορυκτός πλούτος, ανήκουν σύμφωνα με το Κοινωνικό Συμβόλαιο στον πληθυσμό, για αυτό και η τιμή τους στην Rojava διατηρείται όσο το δυνατόν χαμηλότερα: "Θεωρούμε επίσης το πετρέλαιο ως εθνικό πόρο για όλους τους ανθρώπους, έτσι δεν θέλουμε να ανεβαίνουν οι τιμές". Τα κέρδη από τις πωλήσεις πετρελαίου διατίθενται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία τα επενδύει για την κατασκευή επιπλέον υποδομών. Με τον πλούτο του πετρελαίου που υπάρχει, προωθούνται επίσης και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, παρέχοντάς τους ντίζελ σε τιμές παραγωγής.
Μια αρχική επισκόπηση των οικονομικών προγραμμάτων της Δημοκρατικής Αυτονομίας μας δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πρέπει να εκληφθεί ως μια τοπική προσέγγιση, αλλά μάλλον ως ένας δρόμος προς μια εναλλακτική μορφή για την ίδια την οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο, ο οποίος δρόμος βασίζεται στην αλληλεγγύη. "Έχουμε κάνει δικό μας ένα μοντέλο, το οποίο θα συμπεριλάβει τελικά ολόκληρο τον κόσμο, πρέπει να τον συμπεριλάβει. Αυτό θα το πετύχουμε αργά ή γρήγορα. Γιατί αυτό εκφράζει την επιτυχία της κοινωνίας. "
Η γυναικεία οικονομία και οι συνεταιρισμοί-συνεργατικές
"Η οικονομία της Δημοκρατικής Αυτονομίας βασίζεται στον συνεργατισμό ».
Η οικοδόμηση της γυναικείας οικονομίας την έχει μετατρέψει στον πλέον δυναμικό τομέα στην οικονομική σφαίρα της Rojava. Η επιτροπή οικονομίας του γυναικείου κινήματος Yekîtiya Star συγκεντρώθηκε για πρώτη φορά στις 06/10/2012 στο Καμισλί(Qamişlo). Σύμφωνα με απόφαση αυτής της συνέλευσης συστάθηκαν σε όλες τις πόλεις οικονομικές επιτροπές που υποστηρίζουν τη δημιουργία γυναικείων συνεργατικών-συνεταιρισμών και συνδράμουν σε αυτούς. Οι γυναίκες στην Rojava είναι συνήθως εξαρτημένες οικονομικά από τους συζύγους ή τις οικογένειές τους. Παρά το γεγονός ότι πολλές γυναίκες είχαν σπουδάσει, πολύ λίγες ήταν σε θέση, πριν από την επανάσταση, να ασκήσουν ανεξάρτητα ένα επάγγελμα, για παράδειγμα, σαν δασκάλα, γιατρός ή δικηγόρος. Με το εμπάργκο δεν έχει γίνει ευκολότερη η κατάσταση. Το γυναικείο κίνημα εργάζεται σκληρά για να το αλλάξει αυτό. Όπως το διατυπώνει μια εκπρόσωπος για την οικονομία της Yekîtiya Star: «Οι γυναίκες δεν κατέχουν γη, δεν έχουν καμία δυνατότητα για να κερδίσουν χρήματα. Η δική μας λύση για αυτό είναι γυναικείοι συνεταιρισμοί. Μαζεύουμε π.χ. δέκα γυναίκες μαζί και συζητούμε μαζί τους τι δουλειά που μπορούν να κάνουν. Μπορούμε να τις βοηθήσουμε να αναπτύξουν τον σχεδιασμό του εγχειρήματός τους και να τον εφαρμόσουν και είμαστε στο πλάι τους μέχρι που να τρέξει η δουλειά. Προς το παρόν είναι ακόμη δύσκολο, διότι βρισκόμαστε σε συνθήκες πολέμου, αλλά εργαζόμαστε διαρκώς και επίμονα σε αυτό. Δώσαμε σε ακτήμονες γυναίκες γη και τις βοηθήσαμε στην αρχή να την καλλιεργήσουν.» Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι γυναικείοι συνεταιρισμοί και συνεργατικές, ιδίως στο καντόνι του Cizîrê.
Τρία παραδείγματα μόνο:
1. Η βιοτεχνία Warşîn Qamişlo
Ένα από τα μεγαλύτερα εγχειρήματα της Yekîtiya Star είναι ένα εργαστήριο ραπτικής στο Καμισλί. 23 κούρδισες και αράβισες γυναίκες και δύο άνδρες, ως επί το πλείστον εκτοπισθείσες-ντες από πόλεις όπως το Χαλέπι, τη Δαμασκό, τη Raqqa και το Idlip εργάζονται στον συνεταιρισμό Warşîn για να κερδίσουν τα προς το ζην. Η Naima Bektas, εκπρόσωπος του Warşîn εξηγεί ότι το εγχείρημα υλοποιήθηκε με σκοπό να παράσχει στους πρόσφυγες μια προοπτική ζωής στην Rojava. Τον Οκτώβριο του 2013, η βιοτεχνία ξεκίνησε με δύο ραπτομηχανές και τέσσερις εργαζόμενες, τώρα υπάρχουν 40 μηχανές και οι 25 μοδίστρες παράγουν ρούχα για το καντόνι Cizîrê. Οι γυναίκες εργάζονται οκτώ ώρες την ημέρα και παράγουν περίπου 2.000 ενδύματα την εβδομάδα. Την ίδια στιγμή υπάρχει μια μηχανή που παράγει π.χ. μπαλώματα, τα οποία απαιτούνται για τις στολές των κοινωνικών δυνάμεων ασφαλείας(Asayîş). Η Fatma Şihade, μία αράβισα γυναίκα από το Idlip εξηγεί: «Έχουμε έρθει λόγω του πολέμου στην πόλη μας στο Καμισλί. Έχω βρει εδώ μια δουλειά, χωρίς διακρίσεις, αν και είμαι αράβισα. Αυτό είναι ένα βήμα προς μια Συρία, στην οποία μπορούμε να ζήσουμε μαζί με ισότητα δικαιωμάτων οι Άραβες-σες και οι Κούρδοι-σες.»
Ωστόσο, υπάρχουν και προβλήματα που οφείλονται εκτός των άλλων και στο εμπάργκο. Η Naime Bektas εκφράζει τη λύπη της για αυτό: "Θα μπορούσαμε να παράγουμε για το σύνολο του Καμισλί, αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει έρθει επαρκές υλικό, επειδή το κέντρο του εμπορίου υφασμάτων ήταν Χαλέπι. Το ISIS ελέγχει τον δρόμο προς Χαλέπι και δεν έχουμε εδώ τον εξοπλισμό για την περαιτέρω επεξεργασία του βαμβακιού. Λόγω του εμπάργκο το βαμβάκι δεν μπορεί να πουληθεί και εδώ δεν υπάρχουν τα μηχανήματα για να το επεξεργαστούμε. Προηγουμένως εξαγόταν πολύ βαμβάκι πολύ υψηλής ποιότητας στο Χαλέπι, τώρα οι παραγωγοί πρέπει να το πωλούν πολύ φθηνά, έτσι παράγεται όλο και λιγότερο. Εδώ στην Rojava υπάρχουν μόνο πρώτες ύλες, καμία βιομηχανία για παραπέρα μεταποίηση. Χρειαζόμαστε επειγόντως γεννήτριες, αλλά τις σταμάτησαν στα σύνορα του Νότιου Κουρδιστάν. Αν είχαμε περισσότερες μηχανές, θα μπορούσαμε επίσης να εφοδιάσουμε και άλλα μέρη της Rojava με φθηνά ρούχα υψηλής ποιότητας. Υπάρχουν πολλοί κερδοσκόποι του πολέμου, μπορούν να καθορίζουν τις τιμές ανάλογα με τη θέλησή τους, λόγω του εμπάργκο. Τα υφάσματα έρχονται πλέον με πτήση από τη Δαμασκό. Κερδίζουμε περίπου 7.500 συριακές λίρες (περίπου 330 ευρώ) το μήνα, με αυτά πριν θα μπορούσαμε να ζήσουμε καλά, αλλά σήμερα μόλις φθάνουν».
2. Γυναικείος Φούρνος Serêkaniyê
Στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο πόλη Serêkaniyê, άνοιξε μια γυναικεία αρτοποιία. Έξι γυναίκες παράγουν περίπου 600 καρβέλια την ημέρα. "Μετά την απελευθέρωση κάναμε αυτό το εγχείρημα με τη βοήθεια χρησιμοποιώντας του Σπιτιού των Γυναικών (Mala Jin). Ο άνδρας, στον οποίο ανήκε ο φούρνος, ήταν μέλος συμμορίας και κατέφυγε στην Τουρκία ", λέει μια από τις νεαρές γυναίκες. "Πουλάμε από το πρωί τις 7.00 μέχρι τις 10.00 η ώρα. Ένα ψωμί κοστίζει 10 λίρες (περίπου πέντε σεντ). " Η επιχείρηση ανήκει πλέον στις ίδιες τις γυναίκες, που την ίδρυσαν σαν συνεταιρισμό. "Κατά τη διάρκεια του πολέμου ψήσαμε πολύ ψωμί, για τη στήριξη των φίλων μας στο μέτωπο. Η κατάστασή μας είναι πολύ καλύτερα τώρα από ό, τι υπό το καθεστώς. Οι ευκαιρίες των γυναικών για εργασία κατά την περίοδο του καθεστώτος ήταν πολύ περιορισμένες. Ακόμη και τώρα εξακολουθούν να υπάρχουν περιορισμοί. Η κοινωνική θέση των αραβικών γυναικών δεν τους επιτρέπει συνήθως να μπορούν να εργάζονται. Αλλά η τωρινή πρακτική μας με την πάροδο του χρόνου θα έχει επίσης επίδραση πάνω τους", αυτό δηλώνουν με αυτοπεποίθηση οι φουρνάρισες.
3. Αγροτική Κολεκτίβα Amûdê
Κοντά στην Amûdê έχει ιδρυθεί ένας γεωργικός συνεταιρισμός. «Έχουμε αγελάδες, φιστίκια και κρεμμύδια», εξηγεί η Medya από την οργάνωση Yekîtiya Star της Amûdê. «Η γη ανήκει σε έναν ιδιώτη, η Yekîtiya Star φέρνει το σπόρο, ο ιδιοκτήτης το ντίζελ για την αντλία του νερού και εμείς την εργατική μας δύναμη. Προσπαθούμε να πετύχουμε μεγαλύτερη ποικιλομορφία στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων στην Rojava και έτσι να σπάσουμε την εξάρτηση από τις εισαγωγές. Σήμερα οι γεωπόνοι μας διερευνούν τι μπορεί να καλλιεργηθεί σε αυτά εδώ τα εδάφη. Εδώ καλλιεργούμε τα φυστίκια για πρώτη φορά. Το ίδιο ισχύει και για τις φακές. Λιπάσματα και φυτοφάρμακα είναι πολύ ακριβά λόγω του εμπάργκο, ήμασταν τυχερές που το περασμένο χειμώνα είχαμε πολύ κρύο και έτσι δεν χρειαζόμαστε αυτή τη χρονιά φυτοφάρμακα. Τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα είναι τέσσερις φορές πιο ακριβά από ό, τι πριν».
«Την ιδέα να καλλιεργήσουμε εδώ φυστίκια, είχε η Hevala Medya της Yekîtiya Star Amûdê», εξηγεί η Silvan, η εκπρόσωπος της Yekîtiya Star Cizîrê. «Η Yekîtiya Star το στήριξε. Εκτός από τους ξηρούς καρπούς θέλουμε να καλλιεργήσουμε και λαχανικά όπως το κουνουπίδι για το εμπόριο. Αυτό γίνεται καλά ιδίως το χειμώνα, από τον Οκτώβριο έως το Δεκέμβριο. Υπάρχει, επίσης, ένας συνεταιρισμός ελιάς στο Tirbespî με 480 δέντρα. Από το πλεόνασμα το 30% παίρνει η Yekîtiya Star και το 70% ο συνεταιρισμός».
Οι βάσεις της οικονομίας στη Rojava
Με την καθιέρωση του καθεστώτος Μπάαθ, η οικονομία είχε ευθυγραμμιστεί με την ισχυρή κρατική παρέμβαση. Από τη δεκαετία του 2000 ξεκίνησε μια ταχεία ιδιωτικοποίηση και η νεοφιλελεύθερη προσαρμογή στις διεθνείς αγορές, η οποία οδήγησε στην επιδείνωση της κοινωνικής κατάστασης. Η γεωργία -μαζί με την παραγωγή πετρελαίου στη Συρία- έχει ένα σημαντικό οικονομικό ρόλο και αποτελεί περίπου το ένα τρίτο του οικονομικού προϊόντος, όντας πολύ σημαντική σε διεθνή σύγκριση. Τόσο στο πετρέλαιο όσο και στα άλλα δύο σημαντικά στις εξαγωγές προϊόντα (υφάσματα και τρόφιμα) η Rojava είχε πριν από τον πόλεμο και το εμπάργκο ένα σημαντικό ρόλο. Επειδή και οι τρεις περιοχές της είναι ιδανικά για την υψηλή γεωργική παραγωγή.
Η γεωργία στο καντόνι Cizîrê πριν από αρκετές δεκαετίες είχε στραφεί συστηματικά στην μονοκαλλιέργεια του σιταριού και σε μικρότερο βαθμό στο βαμβάκι, ενώ στα καντόνια Kobanî και Afrin φυτεύτηκαν κυρίως φρούτα και ελιές. Το καντόνι Cizîrê παράγει έως και 50% του συνόλου του συριακού σιταριού. Από το Afrîn προέρχεται το 25% της παραγωγής ελιάς στη χώρα.
Η συνολική γεωργική παραγωγή ήταν σε μεγάλο βαθμό ρυθμιζόμενη από την κυβέρνηση της Συρίας, οπότε δεν επιτρεπόταν για παράδειγμα στο Cizîrê η καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών.Έτσι η περιοχή, ως αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής, δίνει την εντύπωση ενός ενιαίου χωραφιού σταριού.
Οι ποσότητες του πετρελαίου της περιοχής Cizîrê είναι τόσο μεγάλες, ώστε 50-60% της παραγωγής πετρελαίου της Συρίας προέρχεται από δω. Η πρώτη παραγωγή πετρελαίου Συρίας άρχισε στη δεκαετία του 1960 στο Cizîrê και πρόκειται για βαρύ τύπο πετρελαίου, στα επόμενα χρόνια προστέθηκε και μια παραγωγή φυσικού αερίου εδώ. Αλλά το 1995 η Συρία έφθασε ήδη στο αποκορύφωμα της παραγωγής. Από τότε η παραγωγή πετρελαίου πηγαίνει αργά αλλά σταθερά πίσω εξαιτίας της συρρίκνωσης αποθεμάτων. Αν δεν είχε ξεσπάσει ο σημερινός πόλεμος, η Συρία από το 2020 και πέρα δεν θα είχε άλλο πετρέλαιο για εξαγωγή - και λόγω της αύξησης της ζήτησης στην εγχώρια αγορά. Στους πετρελαιοπαραγωγικές περιοχές του Cizîrê υπάρχει όμως ακόμα μια σημαντική ποσότητα φυσικού αερίου. Δεν έχει ένα τόσο μεγάλο μερίδιο στη συνολική παραγωγή της Συρίας, όπως το πετρέλαιο, αλλά δεν πρέπει να υποτιμάται.
Όλα τα προϊόντα που παράγονται στην Rojava υφίστανται περαιτέρω επεξεργασία έξω από την ίδια την περιοχή, πράγμα που δείχνει και τον αποικιοκρατικό χαρακτήρα του κράτους της Συρίας. Το προωθούμενο πετρέλαιο (και το φυσικό αέριο επίσης) μεταφέρεται μέσα από τους αγωγούς στη Χομς, όπου υπάρχουν τα μεγαλύτερα διυλιστήρια της χώρας. Σε Rojava δεν υπάρχουν επίσης μεγάλες αλευροβιομηχανίες, όπως νοτιότερα και δυτικά της χώρας. Ομοίως, το βαμβάκι συλλέγεται στη Rojava, αλλά εκκοκίζεται στο νότο.
Ως εκ τούτου, ο πληθυσμός της Rojava έπρεπε να αγοράζει αλεύρι, φρούτα, λαχανικά, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, πετρέλαιο και άλλα βασικά αγαθά από τα άλλα μέρη της Συρίας, αν και οι πρώτες ύλες τους είχαν παραχθεί σε σημαντικό βαθμό στην περιοχή τους.
Μπορεί να φανεί καθαρά ότι η Rojava είχε παραμεληθεί συστηματικά- παρά τα επιφανειακά και τα υπόγεια πλούτη της- και κρατήθηκε φτωχή. Ένα πρόσθετο περιοριστικό μέτρο για την οικονομική ανάπτυξη ήταν ότι απαγορευόταν αυστηρά, στην παραμεθόρια περιοχή σε απόσταση έως και 25 χλμ από τα σύνορα, να χτίσει κανείς υψηλότερα από διώροφα σπίτια. Το καθεστώς έχει κάνει τα πάντα για να εξασφαλίσει ότι ο πληθυσμός θα μένει μακριά από την τοπική εργασία και να μην έρχεται σε επαφή μεταξύ του και να δουλεύει μαζί, κάτω από ίδιες συνθήκες. Εφαρμοζόταν πάντα μια πολιτική που έμελλε να κρατήσει τον τοπικό πληθυσμό εξαρτημένο από το καθεστώς. Αυτός ήταν ένας από τους τρόπους για να κάνει τους Κούρδους να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό ή σε άλλες πόλεις της Συρίας.
Μία από τις συνέπειες ήταν ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μετανάστευσαν τις τελευταίες δεκαετίες στις πόλεις της Συρίας. Η μεγαλύτερη κοινότητα αναπτύχθηκε στο Χαλέπι, με περισσότερους-ες από μισό εκατομμύριο Κούρδους. Αυτό έγινε και σε άλλα μέρη όπως τη Δαμασκό και Raqqa όπου εγκαταστάθηκαν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι από Rojava. Η οικονομική κατάσταση των Σύρων, Αρμενίων και Αράβων που ζουν στη Rojava ήταν κατά μέσο όρο καλύτερη από των Κούρδων.
Η εξέλιξη της οικονομίας με την επανάσταση
Με την ευρεία απέλαση του καθεστώτος Μπάαθ από τη Rojava από 19.7.2012 οι συμβουλιακές δομές αντιμετώπισαν την πρόκληση του να μη καταρρεύσουν η οικονομία και οι βασικές υπηρεσίες. Αποδείχθηκε ότι ήταν πολύ σημαντικό η δημιουργία των συμβουλίων τουλάχιστον ένα χρόνο νωρίτερα παντού. Ειδικότερα, η δημιουργία οικονομικών επιτροπών σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, ήταν αποφασιστικής σημασίας.
Το πρώτο πρόβλημα στο πλαίσιο της Επανάστασης ήταν η διατήρηση των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Αυτό επιτεύχθηκε το ότι δεν διαλύθηκαν οι υφιστάμενες διοικήσεις τους, αλλά σταδιακά ενσωματώθηκαν στο συμβουλιακό σύστημα. Το δεύτερο σημαντικό μέτρο ήταν οι έλεγχοι των τιμών. Τα καθορισμένα από τις οικονομικές επιτροπές όρια τιμών ελέγχονταν από την δεύτερη μέρα της επανάστασης στις αγορές και στα καταστήματα. Έτσι έπρεπε να αποφευχθεί η εκμετάλλευση της εμπόλεμης κατάστασης από τους κερδοσκόπους με την αποθήκευση των τροφίμων και φαρμάκων ώστε να κερδοσκοπήσουν με την επακόλουθη έκρηξη τιμών. Ειδικά ήταν έτσι εγγυημένη η κάλυψη από τον πληθυσμό των βασικών του αναγκών (τρόφιμα, πετρέλαιο κ.λπ.).
Ίσως η μεγαλύτερη οικονομική πρόκληση ήταν το εμπάργκο από την Τουρκία, που επιβλήθηκε από την επανάσταση και μετά. Μετά από μακρές διαμαρτυρίες του πληθυσμού στο βόρειο τουρκικό τμήμα του Κουρδιστάν, επιτράπηκαν σε ένα μικρό βαθμό μόνο τα φάρμακα προς τη Rojava, από τις αρχές του 2013. Η νοτιοκουρδική κυβέρνηση στο Ιράκ συμπεριφέρεται με παρόμοιο τρόπο, το εμπάργκο χαλαρώνεται από την PDK-κυβέρνηση ανάλογα με τις πολιτικές σκοπιμότητες. Κάποια τρόφιμα που λείπουν από τη Rojava, όπως τα λαχανικά και τα φρούτα, καθώς και άλλα προϊόντα μπορούν να μεταφέρονται με φορτηγά μέσω εχθρικών περιοχών αφού οι προμηθευτές έχουν δώσει μεγάλες μίζες στην αντίστοιχη ισλαμιστική ομάδα που τις ελέγχει. Έτσι τα προϊόντα αυτά είναι για άλλη μια φορά τόσο ακριβά που μπορούν να αντέξει οικονομικά μόνο ένα μικρό μέρος του πληθυσμού στη Rojava. Έτσι και εδώ γίνεται έλεγχος των τιμών, ωστόσο, υπάρχει μια αναπόφευκτη άτυπη αγορά στην οποία πολλά είναι σε εξαιρετικά υψηλές τιμές. Επιπλέον, στα τουρκικά σύνορα ορισμένα αναγκαία εμπορεύματα εισέρχονται λαθραία στη Rojava. Οι άνθρωποι που εμπλέκονται στο διασυνοριακό εμπόριο, το κάνουν με κίνδυνο της ζωής τους. Κάθε εβδομάδα πυροβολούνται μαζί με πρόσφυγες, από Τούρκους στρατιώτες, ενώ τζιχαντιστές μπορούν να διασχίσουν τα σύνορα της Τουρκίας σε μεγάλο βαθμό ανεμπόδιστα.
Επειδή η γεωργικά πλούσια περιοχή της Rojava έπρεπε να εξασφαλίζει ακριβά ένα μεγάλο ποσοστό των λαχανικών, φρούτων και αλευριού από τη Latakya, Δαμασκό και άλλες πόλεις της Συρίας (το καντόνι Cizîrê υστερεί ιδιαίτερα σε φρούτα και λαχανικά), οδήγησε αυτό σε πολύ σοβαρά προβλήματα μετά την επανάσταση. Αν και τα σιτηρά υπήρχαν σε μεγάλες ποσότητες, η προμήθεια σε αλεύρι στην πρώτη χειμερινή περίοδο μετά την επανάσταση 2012/13 ήταν πολύ δύσκολη. Μια πείνα στην Cizîrê και Kobanî μπόρεσε να αποτραπεί μόνο μέσω του συστήματος διανομής από τις συμβουλιακές δομές. Με την κατασκευή πολλών αλευρόμυλων από το 2013 διευκολύνθηκε η κατάσταση και το 2014 στο Cizîrê ήταν τόσο πολύ καλή, ώστε να μπορούν να εξάγουν αλεύρι (ακριβώς αυτό συνέβη στο Νότιο Κουρδιστάν που μέχρι τότε εισήγαγε αλεύρι από την Τουρκία).Το Kobanî είχε σταθεί στο θέμα αυτό καλύτερα από το Afrin, γιατί είχαν καλλιεργηθεί εδώ σιτηρά πριν από την επανάσταση σε ένα τρίτο των γεωργικών εκτάσεων. Στο Kobanî η παραγωγή σιταριού έχει αυξηθεί από το 2013, έτσι ώστε το τέλος του 2013 ήταν μεταποιημένα αρκετά διατροφικά αγαθά. Το Afrin όμως ακόμα έπρεπε να αγωνιστεί μέχρι το 2014 για να το καταφέρει αυτό, αν και έχει ήδη αρχίσει να προσαρμόζει την παραγωγή του. Μια άλλη σημαντική θετική εξέλιξη για την οικονομική σταθεροποίηση της Cizîrê - αλλά όχι για Kobanî και Afrin - ήταν η διύλιση αργού πετρελαίου από το καλοκαίρι του 2013. Οι συμβουλιακές δομές με τη βοήθεια ειδικευμένων εργαζομένων κατάφεραν με απλά συστήματα να διυλίσουν επαρκή ποσότητα πετρελαίου σε ντίζελ. Αυτό οδήγησε σε μια βελτίωση της ζωής και της οικονομικής δραστηριότητας. Η αμυντική στρατιωτική δύναμη ενισχύθηκε επίσης. Ο έλεγχος των τιμών ήταν επίσης ιδιαίτερα αποφασιστικός στη διανομή του πετρελαίου κίνησης και πετρελαίου θέρμανσης. Σήμερα, ένα λίτρο ντίζελ πωλείται στη μισή τιμή σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την επανάσταση, και αυτό διευκολύνει σημαντικά τη ζωή των ανθρώπων. Το Diesel είναι απαραίτητο για τα οχήματα, τον εφοδιασμό των νοικοκυριών σε ηλεκτρισμό, τη θέρμανση, τη μικρή βιομηχανική και αγροτική παραγωγή. Η διύλιση έχει δυστυχώς ως αποτέλεσμα ντίζελ κατώτερης ποιότητας που είναι επιβλαβής για τις γεννήτριες, τους κινητήρες οχημάτων και τα μηχανήματα. Αυτό το ξέρουν τα Συμβούλια τα οποία αναζητούν λύσεις για την καλύτερη διύλιση.
Οι οικονομικές επιτροπές σε όλα τα επίπεδα ήταν σε θέση με την αλληλέγγυα εργασία τους να εξασφαλίσουν ότι στους δήμους ή τις περιφέρειές τους κανείς δεν θα λιμοκτονούσε πραγματικά και τα οικονομικά πιο αδύναμα μέλη να στηριχθούν καλά. Δεν ήταν μόνο ότι βοήθησαν με τα τρόφιμα, υπάρχει η συνεχής επιδίωξη ότι κάθε ενήλικος θα έχει μια δουλειά και έτσι μπορεί να συμβάλει στη δική του φροντίδα, αλλά και στην περαιτέρω ανάπτυξη της επανάστασης. Εκτός από την πρώτη χειμερινή περίοδο, μετά την επανάσταση η επισιτιστική κατάσταση στα τρία καντόνια τώρα είναι αρκετά ικανοποιητική, τόσο ώστε να αυξηθεί η παροχή των απαραίτητων στους οικονομικά αδύναμους και τους πρόσφυγες από άλλα μέρη της Συρίας. Η απελευθέρωση της Rojava σήμαινε επίσης ότι και στα τρία καντόνια το 2013 λιγότερο, αλλά από το 2014 περισσότερο ξεκίνησε μια έκρηξη στην οικοδομή.
Παντού χτίστηκαν νέα κτίρια και αυξήθηκαν οι όροφοι στα υπάρχοντα, πράγμα απαραίτητο γιατί από τον ολοένα και πιο βάναυσο πόλεμο όλο και περισσότεροι άνθρωποι κατέφυγαν στην Rojava και χρειάζονται περισσότερο κατοικήσιμο χώρο. Το απαραίτητο για αυτό τσιμέντο παράγεται εν μέρει στη Rojava. Αλλά η αιτία της ζωτικότητας της οικονομίας πρέπει να αναζητηθεί κυρίως στη γεωργία, όπου επικρατεί η υψηλότερη παραγωγικότητα. Κάθε μέρα το πρωί σε κάθε πόλη, πολλές εκατοντάδες παραγωγοί διατροφικών προϊόντων έρχονται για να πουλήσουν τα δικά τους ή να αγοράσουν τα προϊόντα για τις ανάγκες τους.
Ενώ τη χρονιά της επανάστασης του 2012 ακόμα επικρατούσε κυρίως η οργάνωση των βασικών υπηρεσιών φροντίδας παράλληλα με την ασφάλεια, με κάθε μικρό βήμα προόδου αλλάζει και το περιεχόμενο των συζητήσεων. Αυτές οι συζητήσεις συντείνουν στο σκοπό, να πάει η περιοχή -πέρα από τον καπιταλισμό και την κρατικά κατευθυνόμενη οικονομία, όπως στην περίπτωση της Συρίας- στον Τρίτο Δρόμο στην οικονομία.Έτσι, μετά από πολλές συζητήσεις και προετοιμασίες άρχισαν να στήνονται οι πρώτοι συνεταιρισμοί το 2013 και ένα χρόνο αργότερα ο αριθμός τους αυξήθηκε αλματωδώς. Έτσι ιδρύθηκαν συνεταιρισμοί που ψήνουν ψωμί, παράγουν υφάσματα, μεταποιούν ρούχα, παρασκευάζουν από γάλα τυριά και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα, καλλιεργούν φιστίκια ή φακές και πωλούν απορρυπαντικά. Ή ιδρύθηκαν γεωργικοί συνεταιρισμοί στις κοινωνικοποιημένες κρατικές γαίες. Συνεταιρισμοί και συνεργατικές ομάδες σε τέτοιους τομείς δραστηριότητας ιδρύονται αυτή τη στιγμή σε όλες τις πόλεις. Η ποικιλομορφία αυξάνει με κάθε χρόνο που περνά. Αυτό είναι επίσης απαραίτητο εάν ο διακηρυγμένος στόχος για την επέκταση των συνεταιρισμών σε όλους τους τομείς της οικονομίας και να γίνουν αυτοί η κυρίαρχη οικονομική μορφή θα πρέπει να επιτευχθεί μεσοπρόθεσμα.
Ανάλυση των δυνατοτήτων της οικονομίας στη Rojava
Λόγω της ειδικής μεταχείρισης της Rojava από την κυβέρνηση της Συρίας επί δεκαετίες, ποτέ δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί μια σύγχρονη μορφή καπιταλιστικής κοινωνίας παρόμοια με το Βόρειο Κουρδιστάν στη Τουρκία. Όπως έχει αναλύσει την κατάσταση αυτή και ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν, στο Κουρδιστάν δεν συμβαίνει αυτό που γίνεται στη Δύση, ότι δηλαδή η οικονομία καθορίζει εν μέρει τη πολιτική εξουσία. Στην οικονομία της Μέσης Ανατολής είναι η πολιτική εξουσία ο αποφασιστικός παράγοντας. Δεν ισχύουν οι ίδιοι κανόνες στην κουλτούρα της. Από τη μια πλευρά είναι μικρά νοικοκυριά και οικογενειακές οικονομίες, από την άλλη πλευρά, η κρατική οικονομία. Ανάμεσα βρίσκονται μάστορες και έμποροι οι οποίοι εξαρτώνται από το κράτος. Η μεσαία τάξη έχει λίγες ευκαιρίες για να επηρεάσει με την οικονομική ισχύ της το κράτος και τις πολιτικές του. Το κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς την οικονομία, δεδομένου ότι αποτελεί την απαραίτητη πηγή των εσόδων του.
Ο καπιταλισμός στο Κουρδιστάν και ιδιαίτερα στην Rojava δεν ήταν σε θέση να εισχωρίσει σημαντικά στο μυαλό των ανθρώπων, όσο στις οικονομικά πιο αναπτυγμένες περιφέρειες. Αυτό φαίνεται να διευκολύνει τη δημιουργία μιας συνεταιριστικής-συνεργατικής κοινωνικής οικονομίας σε πολλούς τομείς. Η κατάσταση στο Β.Κουρδιστάν/Τουρκία, τα τελευταία χρόνια που δεν υπήρχαν στρατιωτικές συγκρούσεις, χαρακτηρίζεται από την εισδοχή των καπιταλιστικών σχέσεων στην κοινωνία. Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να σκέφτονται για κεφάλαια και κέρδη. Συνεπώς γίνονται εκκλήσεις του τύπου: «Ελάτε στην περιοχή και επενδύστε». Αν κοιτάξουμε τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται οδηγούν στην εκμετάλλευση της εργασίας και στην καταστροφή του περιβάλλοντος . Ο πληθυσμός του Κουρδιστάν δεν έχει κανένα όφελος
Για να βάλει σε εφαρμογή μια τέτοια διαδικασία, ο Δημοκρατικός συνομοσπονδισμός προωθεί την κοινοτικοποίηση της οικονομίας. Η οικονομική υπανάπτυξη της κουρδικής περιοχής από τη μία πλευρά αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό μειονέκτημα, από την άλλη όμως αντιμετωπίζεται και ως μια ευκαιρία. Η παραδοσιακή κοινωνική συλλογικότητα των πληθυσμών του Κουρδιστάν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί με θετικό τρόπο για την οικοδόμηση μιας κοινοτίστικης οικονομίας. Η ενσωμάτωση με θετικό τρόπο των παραδοσιακών δομών στις νέες, είναι χαρακτηριστικό του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος. Βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία συστηματικού μετασχηματισμού, όπου παράδοση και χειραφέτηση συνδέονται με αυτόν τον τρόπο. Δημοκρατικός Συνομοσπονδισμός είναι ανοικτός σε άλλες πολιτικές ομάδες και παρατάξεις. Είναι ευέλικτος, πολυπολιτισμικός, αντι-μονοπωλιακός και με προσανατολισμό τη συναίνεση. Οικολογία και φεμινισμός είναι οι κεντρικοί πυλώνες. Σε αυτό το είδος της αυτοκυβέρνησης, απαιτείται ένα εναλλακτικό οικονομικό σύστημα, το οποίο αυξάνει τους κοινωνικούς πόρους, αντί να τους εκμεταλλεύεται, και έτσι να καλύπτει τις ποικίλες ανάγκες της κοινωνίας
Η κοινωνική οικονομία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής αντίληψης του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού, σε αντίθεση με τον νεοφιλελευθερισμό και τον κρατικοσοσιαλισμό. Αποβλέπει σε έναν εκδημοκρατισμό της οικονομίας, που αποτελούσε πάντα ένα σημείο αντιπαράθεσης στη συζήτηση για τα μοντέλα των συμβουλίων: την έκταση της ριζοσπαστικής δημοκρατικής αυτοδιαχείρισης στις οικονομικές δομές. Το κίνημα των Συμβουλίων στην περίπτωση αυτή είναι ο φορέας της διαδικασίας
Βασίζεται σε μια κοινοτική, κοινωνική οικονομία, όπου όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν την ευκαιρία να συμμετέχουν σε αυτή και στη δόμησή της σαν ένα πρώτο βήμα για ένα επαρκές εισόδημα σε αυτή την περιοχή. Γίνεται προσπάθεια να επεκταθεί η δημοκρατία στην οικονομία. Η ιδέα της δημιουργίας αυτής της οικονομίας προέρχεται από το TEV-DEM και θα υλοποιηθεί στη συζήτηση με τη δημοκρατική Αυτοδιοίκηση για την Δημοκρατική Αυτονομία. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται στη Rojava δεν στρέφεται ενάντια στην ατομική ιδιοκτησία, αλλά έχει ως στόχο να θέσει αυτή την ατομική ιδιοκτησία στην υπηρεσία και χρήση όλων των ομάδων του πληθυσμού που ζουν στη Rojava. Φυσικά είναι στην αρχή αυτής της πορείας. Παρ 'όλα αυτά, ακόμη και σε ένα μικρό βαθμό, παρουσιάζεται ήδη θετική εξέλιξη. Είναι σαφές ότι δεν επιδιώκεται απλά μια οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη. Δεν πρόκειται για ένα καπιταλιστικό σύστημα που δεν εκπληρώνει κανένα σεβασμό στο περιβάλλον ούτε για ένα σύστημα που συνεχίζει τις ταξικές αντιθέσεις και τελικά εξυπηρετεί μόνο το κεφάλαιο. Πρόκειται για ένα συμμετοχικό μοντέλο που βασίζεται στους φυσικούς πόρους και σε μια ισχυρή κοινωνική υποδομή.
Το εγχείρημα αυτό από τη μία πλευρά δεν στρέφεται ενάντια στην ατομική ιδιοκτησία γενικά, από την άλλη έχει κεντράρει στον αντι- καπιταλισμό. Αυτό εγείρει το ερώτημα κατά πόσον τα σχέδια αυτά μπορούν να γίνουν κατανοητά ως σοσιαλδημοκρατικά ή σοσιαλιστικά. Για να καταλάβουμε καλύτερα αυτή την αντίφαση θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στο Κουρδιστάν δεν παίζει κανένα σημαντικό ρόλο η μεγάλη ιδιοκτησία. Επιπλέον το δικαίωμα της νόμιμης αυτοάμυνας ενάντια σε όλες τις παραβιάσεις των θεμελιωδών παραδειγμάτων της Δημοκρατικής Αυτονομίας, και σε σχέση με την οικονομία και με την οικολογία, παρόλο που είναι η έσχατη λύση, την ασκεί το κίνημα. Αυτό μπορούμε επίσης να το παρατηρήσουμε και στην πολιτική του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος και των ανταρτών του HPG στο Βόρειο Κουρδιστάν, όπου, για παράδειγμα, καταστροφικά για το περιβάλλον έργα, όπως εργοτάξια φραγμάτων ή εκχερσώσεις δασών και μεταφορές πληθυσμών, στα πλαίσια της νόμιμης άμυνας και σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης αποκρούονται ένοπλα . Το κουρδικό απελευθερωτικό κίνημα βάζει πάντα ως πρωτεύον την κοινωνική, πολιτική λύση. Έτσι, τα σχέδια της εναλλακτικής οικονομίας υλοποιούνται μέσω της οικοδόμησης των συνεταιρισμών και την επέκτασή τους παντού και με αυτό προσπαθεί να χειραφετηθεί η κοινωνική συνείδηση από τους καπιταλιστικούς-φεουδαρχικούς καταναγκασμούς και να πραγματοποιήσει μια κοινωνική επανάσταση. Όπως διατυπώνεται χαρακτηριστικά: «Θέλουμε να προστατεύσουμε τα δικαιώματα των απλών ανθρώπων από τους πλούσιους με τους συνεταιρισμούς και τις κοινότητες».
Για το λόγο αυτό, η οικονομία θα πρέπει να οργανωθεί ως οικονομία των αναγκών από τις κοινοτικές- δημοτικές δομές. Θα πρέπει να είναι στο χέρι της κοινωνίας να αποφασίζει για το ποιές οικονομικές δραστηριότητες θα αναληφθούν στη συνοικία, στη πόλη, την περιοχή, ή στο χωριό: «…Μια κοινωνία που δεν μπορεί να καθορίσει τις οικονομικές δραστηριότητες, δεν μπορεί καν να ελέγχει την δική της εργατική δύναμη. Είμαστε αναγκασμένοι να εργαζόμαστε για εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς, αλλά παρόλα αυτά συνεχίζουμε. Δουλεύουμε στην άτυπη οικονομία χωρίς ασφάλεια, χωρίς οργάνωση, αλλά εξακολουθούμε να εργαζόμαστε ... Η αυτοδιαχείριση είναι σημαντικό για όλα αυτά, και για μια Δημοκρατική Αυτονομία. Μια οικονομική αυτοδιαχείριση είναι η προϋπόθεση για τη Δημοκρατική Αυτονομία. Μια περιοχή που δεν καθορίζει μόνη της τη δική της οικονομία, δεν μπορεί να είναι αυτόνομη.» Το μοντέλο ιδιοκτησίας του κομμουναλισμού θεωρεί ότι όλοι οι πόροι, αλλά και οι συνδεδεμένες με αυτούς επιχειρήσεις θα πρέπει να διαχειρίζονται από τους ίδιους τους δήμους και τις κοινότητες. Δεν πρέπει να πάει σε μια μορφή νέας ιδιωτικοποίησης μέσω των συνεταιρισμών. Κάθε οικονομική οντότητα πρέπει σε αυτό το πλαίσιο να λειτουργεί στην πράξη ως «δομικό στοιχείο της ελεύθερα θεσμισμένης συνολικής δομής, δηλαδή ως ένα μέρος αυτού για το σύνολο του οποίου είναι υπεύθυνη η συνέλευση των πολιτών και όχι οι εργαζόμενοι, οι αγρότες ή ελεύθεροι επαγγελματίες ή άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. » Επίσης, το χρήμα χρησιμοποιείται βεβαίως ως μέσο πληρωμής στη Rojava, αλλά γενικά απαγορεύονται τα επιτόκια, πράγμα το οποίο θα πρέπει να χρησιμεύσει στην περαιτέρω εξίσωση των κοινωνικών σχέσεων. Υπάρχει επίσης ένας έλεγχος των τιμών των βασικών ειδών διατροφής.
Με την από κοινού παραγωγή των δήμων και των συνεταιρισμών και με το μοντέλο της οικονομίας των αναγκών, ο καθένας μπορεί να συμμετάσχει στην παραγωγή με τον δικό του τρόπο και δεν υπάρχει ανεργία. Όπου ιδρύονται κοινότητες, «θα δειχθεί ότι η ανεργία είναι αποτέλεσμα του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.» Αυτά τα σχέδια έχουν ήδη αποδώσει πραγματικούς καρπούς στην περιοχή. Για παράδειγμα στο καντόνι Afrîn: «Στην κοινωνία των πολιτών, έχουν συμβεί πολλά. Έτσι έχουν αυτοοργανωθεί επαγγελματικές ομάδες, όπως οι μηχανικοί ή οι αγρότες. Προέκυψαν συνδικάτα. Στον τομέα της υγείας , του εμπορίου, της γεωργίας, του αθλητισμού, του θεάτρου και της μουσικής ιδρύθηκαν για πρώτη φορά ακαδημίες. Πριν από την επανάσταση υπήρχαν λίγες μόνο θέσεις εργασίας για τους 450.000 κατοίκους. Τώρα υπάρχει, παρά τον υπερδιπλασιασμό του πληθυσμού, πρακτικά για όλους εργασία.» Η κατάσταση αυτή έχει πλέον οδηγήσει στην εκ νέου επιστροφή εξειδικευμένων εργαζομένων, ακόμη και γιατρών, μηχανικών και άλλων, τουλάχιστον στο Καντόνι Afrin. Αν κοιτάξουμε την εφαρμογή των οικονομικών σχεδίων της Δημοκρατικής Αυτονομίας, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι η υλοποίησή τους γίνεται στο πλαίσιο του δράματος του Συριακού πολέμου και των μόνιμων επιθέσεων στην περιοχή και ότι συχνά εμποδίζονται εγχειρήματα ή – όπως συμβαίνει στα περίχωρα του Kobanî – είναι αδύνατο να υλοποιηθούν. Χιλιάδες σκοτώθηκαν, το μισό του πληθυσμού είναι άστεγοι. Περίπου δύο εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και έγιναν μετανάστες. Ειδικότερα, η οικονομία της Συρίας βληθεί σκληρά από τον πόλεμο. Μελέτες έχουν δείξει ότι για να επανέλθει η Συρία στη προηγούμενη κατάσταση θα χρειασθεί 15 χρόνια και 150 δισεκατομμύρια δολάρια βοήθεια. Το 70 έως 80% του συνόλου της υποδομής της Συρίας έχει καταστραφεί.
Ο στόχος είναι η δημοκρατική αλλαγή στη Συρία. Για το λόγο αυτό, η περιοχή ήταν αρχικά σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστη από τις συγκρούσεις και μεγάλο μέρος από τις διάφορες υποδομές, με την εξαίρεση του Kobanî, είναι ακόμα ανέπαφες.
Όλα τα μέρη της Rojava είναι πλούσια και θα μπορούσαν να είναι γεωργικά αυτάρκη. Ειδικότερα, τα εδάφη είναι πολύ εύφορα. Στη Rojava περίπου το 20% των εκτάσεων είναι στα χέρια των μεγαλογαιοκτημόνων. Το υπόλοιπο της έκτασης αποτελείται από πρώην κρατική γη η οποία βρίσκεται στη διαδικασία της κοινοτικοποίησης: « όταν το καθεστώς έφυγε από την περιοχή παραδώσαμε την κρατική γη, που στην πραγματικότητα ανήκει στην κοινωνία και το λαό, στους Συνεταιρισμούς των φτωχών και στο συνεταιρισμό των οικογενειών των θυμάτων και πεσόντων. Η Δημοκρατική Αυτοδιοίκηση παίρνει το 30% των εσόδων αυτής της γης και ο συνεταιρισμός λαμβάνει το 70%. Στο Girke Lege π.χ. όπου έχουμε 50 οικογένειες θυμάτων, αυτές οι οικογένειες έχουν δημιουργήσει έναν συνεταιρισμό. Σε συμφωνία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση: 30 πηγαίνει στη νέα κυβέρνηση και το 70% στο συνεταιρισμό. Το μεγαλύτερο μέρος της γης πηγαίνει στους συνεταιρισμούς, υπάρχουν εξαιρέσεις μόνο μικρής κλίμακας, όπου τεμάχια από 10 έως 40 στρέμματα μπορούν επίσης να πάρουν και μεμονωμένες οικογένειες. Δεν επιτρέπεται να προκύψει καμία νέα μεγάλη ιδιοκτησία.»
Επειδή η Αυτοδιοίκηση, σε αντίθεση με το καθεστώς Μπάαθ, δεν θέλει να εφαρμόσει οποιεσδήποτε μορφές εξαναγκασμού, δεν έχει απαλλοτριώσει μέχρι τώρα τις μεγάλες γαιοκτησίες. Βασικά, όμως, το Κουρδικό Κίνημα Ελευθερίας είναι εκτός των άλλων και υπέρ της κοινοτικοποίησης του νερού, του εδάφους και των πόρων: «Νερό, Γη και Ενέργεια είναι αξίες που ανήκουν σε ολόκληρη την κοινωνία. Αυτές είναι αξίες που πρέπει να είναι στη διάθεση του συνόλου της κοινωνίας για χρήση. Οι Κοινότητες και οι Δήμοι θα πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους στα θέματα του νερού, της γης και της ενέργειας. Εάν η κοινωνία είναι ο συλλογικός ιδιοκτήτης των αξιών αυτών, τότε δε μπορεί να οδηγείται από κανέναν από τη μύτη. Δεν είναι δυνατόν να οικοδομήσουμε μια κοινωνία της οικονομικής κυριαρχίας πάνω από μια κοινωνία που διεκδικεί τις αξίες αυτές. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιοδήποτε επίπεδο κοινοτική ζωή. Γι αυτό, το νερό, η γη και η ενέργεια δεν πρέπει να αφεθεί σε κανέναν άλλο. Οι αξίες αυτές πρέπει να βρίσκονται στην κατοχή μόνο της κοινωνίας. Αυτές οι αξίες δεν μπορούν να είναι ιδιοκτησία ενός κράτους. Ένα κράτος το οποίο κηρύσσει την κυριαρχία του πάνω στη γη, την ενέργεια και το νερό, είναι ένα δεσποτικό και φασιστικό κράτος.»
Ενέργεια, νερό και γη θα πρέπει να είναι επίσης δωρεάν: «Ο πληθυσμός του Κουρδιστάν δε θα πρέπει να πληρώνει τίποτα για το νερό ή το ηλεκτρικό ρεύμα. Πώς μπορεί κανείς να πουλά το νερό; Η ενέργεια είναι επίσης ιδιοκτησία του πληθυσμού του Κουρδιστάν και δεν μπορεί να πωληθεί. Φυσικά πρέπει να γίνει κάτι κατά της σπατάλης του νερού και της ηλεκτρικής ενέργειας. Η κοινωνία θα πρέπει να δημιουργήσει τους κατάλληλους μηχανισμούς για αυτό. Αλλά η ενέργεια και το νερό που απαιτείται δεν μπορεί να πωληθεί ... Επίσης και το πετρέλαιο ανήκει στο σύνολο του πληθυσμού του Κουρδιστάν. [...] Αλλά προς το παρόν όμως ο πληθυσμός δεν έχει το πάνω χέρι στο νοτιοκουρδικό πετρέλαιο, αλλά πλουτίζουν από αυτό οι ελίτ της εξουσίας.»
Εδώ γίνεται σαφές ότι ο στόχος του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος είναι να κοινωνικοποιηθούν όλες αυτές τις αξίες και να εκδημοκρατισθεί η οικονομία. Γι αυτό, η οικοδόμηση της εκδημοκρατισμένης οικονομίας περνά από την εκπαίδευση: «Αυτό το κάνουμε μέσα από την κατάρτιση του πληθυσμού και με το να τους δείχνουμε τρόπους για μια συνεταιριστική μορφή της κοινωνικής οικονομίας. Συστήνουμε οικονομικές ακαδημίες για να υποστηρίξουν αυτή την νέας μορφής οικονομία.» Η Κοινωνία θα πρέπει να είναι πάλι σε θέση να αποφασίσει μόνη της σχετικά με τη διαχείριση των δικών της πόρων. Για να γίνουν πραγματικά συλλογικά («κοινά») αγαθά το νερό, η ενέργεια και η γη, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι η απαραίτητη γνώση για τις ανάγκες της κοινότητας, δε θα παραμένει γνώση των ειδικών, αλλά να γίνει κοινωνική γνώση. Με αυτόν τον τρόπο επίσης μπορούν να αποδομηθούν οι σχέσεις εξουσίας. Η εκπαίδευση με αυτή την έννοια είναι το κλειδί για τον αυτοκαθορισμό. Σε αντίθεση με την κρατική και την ιδιωτική οικονομία, η κοινωνική οικονομία οφείλει να οργανωθεί σε κάθε κοινωνικό τομέα συναιτεριστικά και συνεργατικά:
«… Χτίζουμε συνεργατικές και συνεταιρισμούς στην οδοποιία, στις δημόσιες-δημοτικές υπηρεσίες, στη γεωργία, στο εμπόριο και τις επιχειρήσεις και σε όλους τους τομείς. Δεν θέλουμε με αυτό να ακολουθήσουμε οποιοδήποτε κράτος. Υποστηρίζουμε ιδιαίτερα τους δήμους να εξασφαλίζουν την παροχή νερού και ηλεκτρικού ρεύματος. Ειδικά αυτή τη στιγμή, έχουμε προπάντων γεωργικά εγχειρήματα, αλλά αυτό έχει να κάνει κυρίως με το ότι ζούμε σε μια αγροτική περιοχή. Επιπλέον, έχουμε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, που έχουν ως στόχο να δώσουν σε όλους τους ανθρώπους- έναντι αντίστοιχης συνεισφοράς- την ευκαιρία να έχουν ένα σπίτι. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό αυτή τη στιγμή, επειδή πολλοί άνθρωποι μεταναστεύουν σε αυτή την περιοχή.»
Επιφανειακά αυτοί οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί φαίνεται να είναι κάτι σαν "διαχείριση ανάγκης" σε κατάσταση πολέμου. Αλλά αυτό φαίνεται να γίνεται σε όλους τους τομείς: «Η κοινωνία είναι τώρα οργανωμένη σε κάθε τομέα. Οι πολίτες μπορούν να λύσουν τα πολιτικά, νομικά και οικονομικά τους προβλήματα, έχουμε παντού Συμβούλια και Κομμούνες στις οποίες στη συνέχεια αντιπροσωπεύονται τα νοικοκυριά, και σε αυτό το πλαίσιο, έχουμε ήδη παντού συνεταιρισμούς-συνεργατικές, επειδή οι άνθρωποι δεν περιμένουν από κάποιον άλλο να τους λύσει τα προβλήματά τους με το ηλεκτρικό ρεύμα, το νερό ή με άλλα ζητήματα, αλλά έχουν οργανωθεί οι ίδιοι. Αυτό σημαίνει ότι όπου έχουμε συμβούλια, αυτά τα συμβούλια μπορούν να σχηματίσουν συνεταιρισμούς, προκειμένου να λύσουν τα προβλήματα.»
Μπορούμε να διαπιστώσουμε από τα παραπάνω- που τα διατυπώνουν μέλη του κινήματος της αυτονομίας- ότι από τη μία πλευρά, η οξεία ανάγκη είναι μια ευκαιρία για τη διαδικασία της κοινωνικής οργάνωσης, αλλά αυτή λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο του μοντέλου της συμβουλιακής δημοκρατίας και της αυτοδιαχείρισης. Γι 'αυτό είναι ένα εγχείρημα που ξεπερνά κατά πολύ τη διαχείριση της έλλειψης και της ανάγκης. Έτσι γίνεται συστηματικά η προσπάθεια να καλυφθούν καταρχήν οι βασικές ανάγκες του πληθυσμού, όπως για παράδειγμα να κατασκευασθούν μύλοι για την παρασκευή ψωμιού. Οι πόροι, όπως βασικά τρόφιμα και ορυκτός πλούτος, ανήκουν σύμφωνα με το Κοινωνικό Συμβόλαιο στον πληθυσμό, για αυτό και η τιμή τους στην Rojava διατηρείται όσο το δυνατόν χαμηλότερα: "Θεωρούμε επίσης το πετρέλαιο ως εθνικό πόρο για όλους τους ανθρώπους, έτσι δεν θέλουμε να ανεβαίνουν οι τιμές". Τα κέρδη από τις πωλήσεις πετρελαίου διατίθενται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία τα επενδύει για την κατασκευή επιπλέον υποδομών. Με τον πλούτο του πετρελαίου που υπάρχει, προωθούνται επίσης και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί, παρέχοντάς τους ντίζελ σε τιμές παραγωγής.
Μια αρχική επισκόπηση των οικονομικών προγραμμάτων της Δημοκρατικής Αυτονομίας μας δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν πρέπει να εκληφθεί ως μια τοπική προσέγγιση, αλλά μάλλον ως ένας δρόμος προς μια εναλλακτική μορφή για την ίδια την οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο, ο οποίος δρόμος βασίζεται στην αλληλεγγύη. "Έχουμε κάνει δικό μας ένα μοντέλο, το οποίο θα συμπεριλάβει τελικά ολόκληρο τον κόσμο, πρέπει να τον συμπεριλάβει. Αυτό θα το πετύχουμε αργά ή γρήγορα. Γιατί αυτό εκφράζει την επιτυχία της κοινωνίας. "
Η γυναικεία οικονομία και οι συνεταιρισμοί-συνεργατικές
"Η οικονομία της Δημοκρατικής Αυτονομίας βασίζεται στον συνεργατισμό ».
Η οικοδόμηση της γυναικείας οικονομίας την έχει μετατρέψει στον πλέον δυναμικό τομέα στην οικονομική σφαίρα της Rojava. Η επιτροπή οικονομίας του γυναικείου κινήματος Yekîtiya Star συγκεντρώθηκε για πρώτη φορά στις 06/10/2012 στο Καμισλί(Qamişlo). Σύμφωνα με απόφαση αυτής της συνέλευσης συστάθηκαν σε όλες τις πόλεις οικονομικές επιτροπές που υποστηρίζουν τη δημιουργία γυναικείων συνεργατικών-συνεταιρισμών και συνδράμουν σε αυτούς. Οι γυναίκες στην Rojava είναι συνήθως εξαρτημένες οικονομικά από τους συζύγους ή τις οικογένειές τους. Παρά το γεγονός ότι πολλές γυναίκες είχαν σπουδάσει, πολύ λίγες ήταν σε θέση, πριν από την επανάσταση, να ασκήσουν ανεξάρτητα ένα επάγγελμα, για παράδειγμα, σαν δασκάλα, γιατρός ή δικηγόρος. Με το εμπάργκο δεν έχει γίνει ευκολότερη η κατάσταση. Το γυναικείο κίνημα εργάζεται σκληρά για να το αλλάξει αυτό. Όπως το διατυπώνει μια εκπρόσωπος για την οικονομία της Yekîtiya Star: «Οι γυναίκες δεν κατέχουν γη, δεν έχουν καμία δυνατότητα για να κερδίσουν χρήματα. Η δική μας λύση για αυτό είναι γυναικείοι συνεταιρισμοί. Μαζεύουμε π.χ. δέκα γυναίκες μαζί και συζητούμε μαζί τους τι δουλειά που μπορούν να κάνουν. Μπορούμε να τις βοηθήσουμε να αναπτύξουν τον σχεδιασμό του εγχειρήματός τους και να τον εφαρμόσουν και είμαστε στο πλάι τους μέχρι που να τρέξει η δουλειά. Προς το παρόν είναι ακόμη δύσκολο, διότι βρισκόμαστε σε συνθήκες πολέμου, αλλά εργαζόμαστε διαρκώς και επίμονα σε αυτό. Δώσαμε σε ακτήμονες γυναίκες γη και τις βοηθήσαμε στην αρχή να την καλλιεργήσουν.» Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι γυναικείοι συνεταιρισμοί και συνεργατικές, ιδίως στο καντόνι του Cizîrê.
Τρία παραδείγματα μόνο:
1. Η βιοτεχνία Warşîn Qamişlo
Ένα από τα μεγαλύτερα εγχειρήματα της Yekîtiya Star είναι ένα εργαστήριο ραπτικής στο Καμισλί. 23 κούρδισες και αράβισες γυναίκες και δύο άνδρες, ως επί το πλείστον εκτοπισθείσες-ντες από πόλεις όπως το Χαλέπι, τη Δαμασκό, τη Raqqa και το Idlip εργάζονται στον συνεταιρισμό Warşîn για να κερδίσουν τα προς το ζην. Η Naima Bektas, εκπρόσωπος του Warşîn εξηγεί ότι το εγχείρημα υλοποιήθηκε με σκοπό να παράσχει στους πρόσφυγες μια προοπτική ζωής στην Rojava. Τον Οκτώβριο του 2013, η βιοτεχνία ξεκίνησε με δύο ραπτομηχανές και τέσσερις εργαζόμενες, τώρα υπάρχουν 40 μηχανές και οι 25 μοδίστρες παράγουν ρούχα για το καντόνι Cizîrê. Οι γυναίκες εργάζονται οκτώ ώρες την ημέρα και παράγουν περίπου 2.000 ενδύματα την εβδομάδα. Την ίδια στιγμή υπάρχει μια μηχανή που παράγει π.χ. μπαλώματα, τα οποία απαιτούνται για τις στολές των κοινωνικών δυνάμεων ασφαλείας(Asayîş). Η Fatma Şihade, μία αράβισα γυναίκα από το Idlip εξηγεί: «Έχουμε έρθει λόγω του πολέμου στην πόλη μας στο Καμισλί. Έχω βρει εδώ μια δουλειά, χωρίς διακρίσεις, αν και είμαι αράβισα. Αυτό είναι ένα βήμα προς μια Συρία, στην οποία μπορούμε να ζήσουμε μαζί με ισότητα δικαιωμάτων οι Άραβες-σες και οι Κούρδοι-σες.»
Ωστόσο, υπάρχουν και προβλήματα που οφείλονται εκτός των άλλων και στο εμπάργκο. Η Naime Bektas εκφράζει τη λύπη της για αυτό: "Θα μπορούσαμε να παράγουμε για το σύνολο του Καμισλί, αλλά το πρόβλημα είναι ότι δεν έχει έρθει επαρκές υλικό, επειδή το κέντρο του εμπορίου υφασμάτων ήταν Χαλέπι. Το ISIS ελέγχει τον δρόμο προς Χαλέπι και δεν έχουμε εδώ τον εξοπλισμό για την περαιτέρω επεξεργασία του βαμβακιού. Λόγω του εμπάργκο το βαμβάκι δεν μπορεί να πουληθεί και εδώ δεν υπάρχουν τα μηχανήματα για να το επεξεργαστούμε. Προηγουμένως εξαγόταν πολύ βαμβάκι πολύ υψηλής ποιότητας στο Χαλέπι, τώρα οι παραγωγοί πρέπει να το πωλούν πολύ φθηνά, έτσι παράγεται όλο και λιγότερο. Εδώ στην Rojava υπάρχουν μόνο πρώτες ύλες, καμία βιομηχανία για παραπέρα μεταποίηση. Χρειαζόμαστε επειγόντως γεννήτριες, αλλά τις σταμάτησαν στα σύνορα του Νότιου Κουρδιστάν. Αν είχαμε περισσότερες μηχανές, θα μπορούσαμε επίσης να εφοδιάσουμε και άλλα μέρη της Rojava με φθηνά ρούχα υψηλής ποιότητας. Υπάρχουν πολλοί κερδοσκόποι του πολέμου, μπορούν να καθορίζουν τις τιμές ανάλογα με τη θέλησή τους, λόγω του εμπάργκο. Τα υφάσματα έρχονται πλέον με πτήση από τη Δαμασκό. Κερδίζουμε περίπου 7.500 συριακές λίρες (περίπου 330 ευρώ) το μήνα, με αυτά πριν θα μπορούσαμε να ζήσουμε καλά, αλλά σήμερα μόλις φθάνουν».
2. Γυναικείος Φούρνος Serêkaniyê
Στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο πόλη Serêkaniyê, άνοιξε μια γυναικεία αρτοποιία. Έξι γυναίκες παράγουν περίπου 600 καρβέλια την ημέρα. "Μετά την απελευθέρωση κάναμε αυτό το εγχείρημα με τη βοήθεια χρησιμοποιώντας του Σπιτιού των Γυναικών (Mala Jin). Ο άνδρας, στον οποίο ανήκε ο φούρνος, ήταν μέλος συμμορίας και κατέφυγε στην Τουρκία ", λέει μια από τις νεαρές γυναίκες. "Πουλάμε από το πρωί τις 7.00 μέχρι τις 10.00 η ώρα. Ένα ψωμί κοστίζει 10 λίρες (περίπου πέντε σεντ). " Η επιχείρηση ανήκει πλέον στις ίδιες τις γυναίκες, που την ίδρυσαν σαν συνεταιρισμό. "Κατά τη διάρκεια του πολέμου ψήσαμε πολύ ψωμί, για τη στήριξη των φίλων μας στο μέτωπο. Η κατάστασή μας είναι πολύ καλύτερα τώρα από ό, τι υπό το καθεστώς. Οι ευκαιρίες των γυναικών για εργασία κατά την περίοδο του καθεστώτος ήταν πολύ περιορισμένες. Ακόμη και τώρα εξακολουθούν να υπάρχουν περιορισμοί. Η κοινωνική θέση των αραβικών γυναικών δεν τους επιτρέπει συνήθως να μπορούν να εργάζονται. Αλλά η τωρινή πρακτική μας με την πάροδο του χρόνου θα έχει επίσης επίδραση πάνω τους", αυτό δηλώνουν με αυτοπεποίθηση οι φουρνάρισες.
3. Αγροτική Κολεκτίβα Amûdê
Κοντά στην Amûdê έχει ιδρυθεί ένας γεωργικός συνεταιρισμός. «Έχουμε αγελάδες, φιστίκια και κρεμμύδια», εξηγεί η Medya από την οργάνωση Yekîtiya Star της Amûdê. «Η γη ανήκει σε έναν ιδιώτη, η Yekîtiya Star φέρνει το σπόρο, ο ιδιοκτήτης το ντίζελ για την αντλία του νερού και εμείς την εργατική μας δύναμη. Προσπαθούμε να πετύχουμε μεγαλύτερη ποικιλομορφία στην παραγωγή γεωργικών προϊόντων στην Rojava και έτσι να σπάσουμε την εξάρτηση από τις εισαγωγές. Σήμερα οι γεωπόνοι μας διερευνούν τι μπορεί να καλλιεργηθεί σε αυτά εδώ τα εδάφη. Εδώ καλλιεργούμε τα φυστίκια για πρώτη φορά. Το ίδιο ισχύει και για τις φακές. Λιπάσματα και φυτοφάρμακα είναι πολύ ακριβά λόγω του εμπάργκο, ήμασταν τυχερές που το περασμένο χειμώνα είχαμε πολύ κρύο και έτσι δεν χρειαζόμαστε αυτή τη χρονιά φυτοφάρμακα. Τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα είναι τέσσερις φορές πιο ακριβά από ό, τι πριν».
«Την ιδέα να καλλιεργήσουμε εδώ φυστίκια, είχε η Hevala Medya της Yekîtiya Star Amûdê», εξηγεί η Silvan, η εκπρόσωπος της Yekîtiya Star Cizîrê. «Η Yekîtiya Star το στήριξε. Εκτός από τους ξηρούς καρπούς θέλουμε να καλλιεργήσουμε και λαχανικά όπως το κουνουπίδι για το εμπόριο. Αυτό γίνεται καλά ιδίως το χειμώνα, από τον Οκτώβριο έως το Δεκέμβριο. Υπάρχει, επίσης, ένας συνεταιρισμός ελιάς στο Tirbespî με 480 δέντρα. Από το πλεόνασμα το 30% παίρνει η Yekîtiya Star και το 70% ο συνεταιρισμός».