Του Μιχάλη Μπούργου, Ειδικού Συμβούλου Αναπτυξιακού και Χωρικού Σχεδιασμού, πρώην Συμβούλου στη Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας
Το κείμενο που ακολουθεί είναι η Εισήγησή μου στην Ημερίδα της Ν.Ε. ΣΥΡΙΖΑ Βόρειας Αθήνας για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, που πραγματοποιήθηκε στις 16 Γενάρη 2016 στη Ν. Ιωνία.
Έχει νομίζω ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί αναδεικνύει τη σημασία που είχαν προσδώσει τους πρώτους μήνες τους οι Κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ σε ένα διαφορετικό, εναλλακτικό και βιώσιμο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Το σχεδιασμό αυτόν επεξεργάζονταν τα οικονομικά και παραγωγικά υπουργεία και είχε φτάσει σε ικανοποιητικό βαθμό ωριμότητας.
Αλλά από τότε έχουν μεσολαβήσει πολλά, τα σχέδια μπήκαν στην κατάψυξη και η παραγωγική ανασυγκρότηση ξανάγινε όνειρο απατηλό …
Λίγοι ακόμα οι εναπομείναντες θαυμαστές αυτής της νέας οπτικής στο σχεδιασμό μέσα στην Κεντρική Κυβέρνηση. Και αυτοί, με τον καιρό βλέπουν λιγότερο μια ευκαιρία για ένα νέο αναπτυξιακό σχέδιο και περισσότερο ως μία ακόμα πρόταση κατά της φτώχιας και της ανεργίας … Ένα παυσίπονο, για λίγο, δηλαδή …
Η Πρόκληση
Το 2016 σηματοδοτεί την έβδομη συνεχή χρονιά που η χώρα δεν καταφέρνει να ξεφύγει από την ύφεση και παραμένει αντιμέτωπη με μία βαθιά και διαρθρωτική κρίση. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχοντας κλείσει ένα χρόνο διακυβέρνησης, προσπαθεί να διαρθρώσει τη δική της πρόταση για την επανεκκίνηση της οικονομίας και την επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης, μία προσπάθεια δύσκολη, ανηφορική και με πολλά εμπόδια.
Οι δυσκολίες δεν αφορούν μόνο την πίεση και τις «κόνξες» των πιστωτών, που σίγουρα παίζουν –με θρησκευτική ευλάβεια- το δικό τους αποσταθεροποιητικό ρόλο. Επιμένουν στην εφαρμογή μίας πολιτικής την οποία όλοι οι Διεθνείς Οργανισμοί και τα Ινστιτούτα αναγνωρίζουν ως «αποτυχημένη», επιβάλλοντας τη συνέχιση της ίδιας φρικτής λιτότητας, όταν η οικονομία έχει καταρρεύσει εδώ και καιρό, και το σύνολο της κοινωνίας σέρνεται στα «οριακά» σημεία των κοινωνικών δεικτών που προσδιορίζουν την κατάσταση της διαβίωσής της.
Σημαντικό πρόβλημα δημιουργείται και εξαιτίας της «αδράνειας» που χαρακτηρίζει την Διοίκηση, ως προς την άσκηση και την αποτελεσματικότητά της. Η Διοίκηση ως τώρα είναι ένας μηχανισμός που για δεκαετίες έχει συνηθίσει ένα διαφορετικό – παρωχημένο μοντέλο, σε όλα τα χωρικά επίπεδά της. Αδρανεί στη διατύπωση και τεκμηρίωση ενός στρατηγικού σχεδίου που θα φέρει σημαντικές τομές και θα διαμορφώσει το πλάνο στο οποίο θα μπορέσει να στηριχτεί στα πόδια της και να προχωρήσει στη νέα της εκκίνηση η ελληνική οικονομία.
Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό στο εθνικό επίπεδο: να διατυπώσει με σαφήνεια ένα νέο, πρωτοποριακό μοντέλο, μια εναλλακτική πρόταση για την έξοδο της χώρας από την κρίση, καθώς σε καμία άλλη ιστορική συγκυρία –μέχρι τώρα- δεν ξαναβρέθηκε άλλη χώρα σε Ένωση χωρών, με ενιαίο νόμισμα, με τόσο μεγάλο εξωτερικό χρέος, με «πληγωμένη» παραγωγική μηχανή, στα όρια εστιών πολεμικών συγκρούσεων, στο σταυροδρόμι ροών προσφύγων και μεταναστών. Η στρατηγική αυτή επιλογή, για την προτεραιοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού, κάθε μέρα που περνάει φαντάζει περισσότερο ως μονόδρομος.
Σε πρώτη προτεραιότητα, η σημερινή κυβέρνηση οφείλει και μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση των παραγωγικών τομέων της οικονομίας, αξιοποιώντας τα σύγχρονα δεδομένα του αναπτυξιακού σχεδιασμού, αναδεικνύοντας τα κατάλληλα εργαλεία και τον τρόπο που αυτά θα εφαρμοστούν, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθύνσεις και τους περιορισμούς των Ευρωπαϊκών πολιτικών.
Σχεδιάζοντας για το εναλλακτικό μοντέλο
Στην παρούσα φάση, η μεθοδολογία επιβάλλεται να ξεφύγει από τη συνήθη πρακτική όλων των προηγούμενων χρόνων και να μετεξελιχθεί ταχύτατα, με την επαναξιοποίηση της επιστημονικής διατύπωσης και της ορθολογικής τεκμηρίωσης ως τη βασική διαδικασία διάρθρωσης του σχεδιασμού για την ανάπτυξη των παραγωγικών τομέων της οικονομίας.
Με διεπιστημονικό τρόπο, ο σχεδιασμός θα διατυπώσει συγκεκριμένα και δεσμευτικά στρατηγικά σχέδια, στα διαφορετικά χωρικά επίπεδα. Θα δημιουργηθεί η βάση στην οποία θα υλοποιηθεί η επανεκκίνηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, συνυπολογίζοντας και ενισχύοντας τις αναμενόμενες παραγωγικές διασυνδέσεις, ενώ συγχρόνως θα υποστηριχτεί αποτελεσματικά η επίτευξη πολλαπλασιαστικών ωφελημάτων στους κρίσιμους παράγοντες.
Κυρίαρχο επίπεδο του σχεδιασμού θα γίνει το μικρο-επίπεδο, στο οποίο θα αναζητηθούν και θα αναγνωριστούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που εμπεριέχει, θα διατυπωθούν οι προτεραιότητες των κοινωνιών και των οικονομιών, θα αναδειχθούν οι ιδιαίτερες δυναμικές και οι διασυνδέσεις του, θα διερευνηθεί η αναπτυξιακή προοπτική για την ισόρροπη ανάπτυξη οικονομιών, κοινωνιών και περιβάλλοντος, μέσα από συνεργατικά σχήματα, διαδικασίες διαβούλευσης και διεργασίες κυκλικής οικονομίας.
Και στην αναζήτηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των οικονομιών, δεν είναι δυνατό να μην μπει σε πρώτη προτεραιότητα η αξιοποίηση του αδρανούς μηχανολογικού εξοπλισμού, των κλειστών βιομηχανικών εγκαταστάσεων, της υψηλής τεχνογνωσίας των ανέργων σήμερα τέως εργαζομένων στους κλάδους της μεταποίησης, ο πραγματικός «πλούτος» της ελληνικής οικονομίας.
Βασικό ζητούμενο θα είναι η δραστηριοποίηση των Ελληνικών επιχειρήσεων στα περισσότερο προηγμένα στάδια των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας, στοχεύοντας σε τελικό προϊόν ποιότητας, στη καταξίωση ελληνικού brand name και στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας εντός της χώρας. Αντίθετα από τις στοχεύσεις του νεοφιλελευθερισμού, που το όραμά του για τη χώρα είναι να γίνει το φτηνό φασονατζίδικο των προηγμένων βιομηχανικά χωρών του Κέντρου, το εναλλακτικό όραμα θα εστιάζει στον κόσμο της εργασίας και στην πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας.
Για να υλοποιηθούν οι αλλαγές αυτές, δρομολογούνται ήδη δυναμικές και ουσιαστικές παρεμβάσεις στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, την ίδια στιγμή που διαμορφώνονται για να προωθηθούν νέες σημαντικές δομές, με χαμηλό συγκριτικά κόστος, που θα αναπτύξουν την καινοτομία, βασικό παράγοντα επίτευξης των προτεινόμενων μετασχηματισμών.
Στην κατεύθυνση της καινοτομίας το πρώτο βήμα έχει γίνει τα προηγούμενα χρόνια: η Ελλάδα διέθετε το υψηλότερης ειδίκευσης εργατικό δυναμικό σε όλο τον πλανήτη. Δεν μένει παρά να το φέρουμε πίσω στη χώρα, να του δώσουμε εργασία και να οργανώσουμε τον τρόπο που θα μπορεί να αξιοποιήσει τις γνώσεις του, δημιουργώντας τις κατάλληλες υποδομές, τις διαδικασίες, τα κίνητρα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, ώστε να γίνει αποτελεσματική και αποδοτική η εργασία του.
Η στόχευση, άλλωστε του σχεδιασμού σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλάζει για την περίοδο 2014-2020. Προτεραιότητα γίνεται η ανάπτυξη της βιομηχανίας, με έμφαση στα προχωρημένα στάδια των αλυσίδων αξίας, προαπαιτούμενο την ανάπτυξη της καινοτομίας και εργαλείο τα συνεργατικά σχήματα.
Κρίσιμος Παράγοντας η Τοπική Αυτοδιοίκηση
Στο νέο αυτό σκηνικό που διαμορφώνεται, η Τοπική Αυτοδιοίκηση φαίνεται να μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο και να αναδειχθεί στον κρίσιμο παράγοντα για την επιτυχία του εγχειρήματος. Ο νέος σχεδιασμός δίνει έμφαση στο τοπικό επίπεδο, στα πλεονεκτήματα που αυτό θα αναδείξει, στις συνεργασίες που μπορεί να αναπτύξει, στις δικτυώσεις που θα διαρθρώσει στα παραπάνω χωρικά επίπεδα. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως η θεσμική έμφαση του τοπικού, μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικά τη διάχυση της γνώσης, την ενίσχυση των συνεργασιών, την οργανωτική στήριξη, την ισόρροπη ανάπτυξη των διαφορετικών δραστηριοτήτων, τη διευκόλυνση των διασυνδέσεων, την αποφυγή των μονοκαλλιεργειών, την εξωστρέφεια.
Συγκεκριμένα μπορεί να γίνει ο παράγοντας-κλειδί για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, παρεμβαίνοντας ουσιαστικά και αποτελεσματικά σε κρίσιμους τομείς του σχετικού σχεδιασμού στο εθνικό και το περιφερειακό επίπεδο, συντονίζοντας, υποστηρίζοντας και διαμορφώνοντας:
Και καθώς τα δημόσια κονδύλια είναι ιδιαίτερα περιορισμένα και δεν δικαιολογούν λάθη, η ασφαλέστερη μέθοδος είναι αυτή που προτάσσει την εφαρμογή ελεγχόμενων «Πιλότων», ώστε να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα πιθανές δυσχέρειες και αστοχίες του σχεδίου.
«Ώριμο» το πρώτο Σχέδιο-Πιλότος για τη Νάουσα και την Κομοτηνή
Για το σκοπό αυτό, ένα ειδικό Σχέδιο – Πιλότος για την επανεκκίνηση της ΕΝΚΛΩ (Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας) έχει φτάσει σε ικανοποιητικό βαθμό ωριμότητας και θα μπορούσε άμεσα να υλοποιηθεί. Το Σχέδιο αυτό περιλαμβάνει σημαντικές παρεμβάσεις στις ευρύτερες περιοχές της Νάουσας και της Κομοτηνής. Το σχέδιο αυτό ξεκίνησε από τη Γ.Γ. Βιομηχανίας, η πολυπλοκότητά του όμως και η αναγκαιότητα για διεπιστημονική προσέγγιση έχει εμπλέξει αρκετά υπουργεία, τεχνοκράτες και φορείς της έρευνας. Ιδιαίτερα ένθερμοι υποστηρικτές του και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι φορείς και οι κάτοικοι των περιοχών, μαζί με τις Περιφέρειες που ανήκουν.
Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, θα επαναλειτουργήσουν άμεσα οι 3 από τις 17 βιομηχανικές μονάδες που διέθετε η ΕΝΚΛΩ πριν πτωχεύσει και κλείσει, για να βρουν ξανά εργασία άμεσα οι 400 περίπου από τους 600 απολυμένους εργαζόμενους. Μάλιστα, τα εργοστάσια θα τα ανοίξουν και θα το διαχειριστούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, μέσα από ένα συνεταιριστικό σχήμα.
Τα υπόλοιπα 14 εργοστάσια θα ενταχθούν σε ένα συνολικό στρατηγικό σχέδιο, που θα προβλέπει συγκεκριμένες χρήσεις για αυτά, με σκοπό τη διαμόρφωση «ταυτότητας πόλης» σε Νάουσα και Κομοτηνή, με την υποστήριξη της αλυσίδας αξίας Βαμβάκι – Κλωστοϋφαντουργία – Ένδυσης, τη συνέργεια Δημοσίου, Φορέων της Έρευνας, Επιχειρήσεων και Συνεργατικών Σχημάτων, τη δημιουργία δομών καινοτομίας και πανεπιστημιακού επιπέδου σχολών, την κατασκευή εξειδικευμένων υποδομών, το σχεδιασμό αναπτυξιακών εφαρμογών, την υποστήριξη δημιουργίας ξενοδοχειακών και συνεδριακών υποδομών, την υλοποίηση θεματικού εμπορικού κέντρου και χωριού μικροτεχνιτών, την ανάπτυξη μεταποιητικών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών για την υποστήριξη της κυκλικής οικονομίας, τη διοργάνωση διεθνούς σημασίας Εκθέσεων.
Το σχέδιο αυτό θα υλοποιηθεί από το ελληνικό δημόσιο, με τη σημαντική συμβολή της τοπικής αυτοδιοίκησης, της τοπικής κοινωνίας, επενδυτών και φορέων της έρευνας, ενώ τα αποτελέσματά του θα είναι σημαντικά για τις δύο πόλεις, το σύνολο των επιχειρήσεων που εντάσσονται στην Αλυσίδα Αξίας, αλλά και για ολόκληρη την ελληνική οικονομία. Το κόστος του όλου εγχειρήματος είναι ιδιαίτερα χαμηλό, σε σχέση με τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Σαν αρχικός «πιλότος», η περίπτωση της ΕΝΚΛΩ μπορεί να προκαλέσει την εκκίνηση συνολικά της βιομηχανίας, σε μία νέα λογική, με την παράλληλη αναζωογόνηση και ανάπτυξη ευρύτερων περιοχών.
Οι κυβερνήσεις του νεοφιλελευθερισμού είχαν να επιδείξουν σαν πρότυπο την Χαλκιδική και την Κερατέα. Η εναλλακτική πρόταση μπορεί να γίνει η Νάουσα και η Κομοτηνή, να είναι πρόταση των εργαζομένων και των τοπικών κοινωνιών, να αναπτύξει σημαντικά και ισόρροπα το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων και να αποτελέσει πρότυπο αναπτυξιακό για το σύνολο της χώρας, αλλά και για την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι η Εισήγησή μου στην Ημερίδα της Ν.Ε. ΣΥΡΙΖΑ Βόρειας Αθήνας για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, που πραγματοποιήθηκε στις 16 Γενάρη 2016 στη Ν. Ιωνία.
Έχει νομίζω ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί αναδεικνύει τη σημασία που είχαν προσδώσει τους πρώτους μήνες τους οι Κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ σε ένα διαφορετικό, εναλλακτικό και βιώσιμο σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση. Το σχεδιασμό αυτόν επεξεργάζονταν τα οικονομικά και παραγωγικά υπουργεία και είχε φτάσει σε ικανοποιητικό βαθμό ωριμότητας.
Αλλά από τότε έχουν μεσολαβήσει πολλά, τα σχέδια μπήκαν στην κατάψυξη και η παραγωγική ανασυγκρότηση ξανάγινε όνειρο απατηλό …
Λίγοι ακόμα οι εναπομείναντες θαυμαστές αυτής της νέας οπτικής στο σχεδιασμό μέσα στην Κεντρική Κυβέρνηση. Και αυτοί, με τον καιρό βλέπουν λιγότερο μια ευκαιρία για ένα νέο αναπτυξιακό σχέδιο και περισσότερο ως μία ακόμα πρόταση κατά της φτώχιας και της ανεργίας … Ένα παυσίπονο, για λίγο, δηλαδή …
Η Πρόκληση
Το 2016 σηματοδοτεί την έβδομη συνεχή χρονιά που η χώρα δεν καταφέρνει να ξεφύγει από την ύφεση και παραμένει αντιμέτωπη με μία βαθιά και διαρθρωτική κρίση. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, έχοντας κλείσει ένα χρόνο διακυβέρνησης, προσπαθεί να διαρθρώσει τη δική της πρόταση για την επανεκκίνηση της οικονομίας και την επιστροφή σε ρυθμούς ανάπτυξης, μία προσπάθεια δύσκολη, ανηφορική και με πολλά εμπόδια.
Οι δυσκολίες δεν αφορούν μόνο την πίεση και τις «κόνξες» των πιστωτών, που σίγουρα παίζουν –με θρησκευτική ευλάβεια- το δικό τους αποσταθεροποιητικό ρόλο. Επιμένουν στην εφαρμογή μίας πολιτικής την οποία όλοι οι Διεθνείς Οργανισμοί και τα Ινστιτούτα αναγνωρίζουν ως «αποτυχημένη», επιβάλλοντας τη συνέχιση της ίδιας φρικτής λιτότητας, όταν η οικονομία έχει καταρρεύσει εδώ και καιρό, και το σύνολο της κοινωνίας σέρνεται στα «οριακά» σημεία των κοινωνικών δεικτών που προσδιορίζουν την κατάσταση της διαβίωσής της.
Σημαντικό πρόβλημα δημιουργείται και εξαιτίας της «αδράνειας» που χαρακτηρίζει την Διοίκηση, ως προς την άσκηση και την αποτελεσματικότητά της. Η Διοίκηση ως τώρα είναι ένας μηχανισμός που για δεκαετίες έχει συνηθίσει ένα διαφορετικό – παρωχημένο μοντέλο, σε όλα τα χωρικά επίπεδά της. Αδρανεί στη διατύπωση και τεκμηρίωση ενός στρατηγικού σχεδίου που θα φέρει σημαντικές τομές και θα διαμορφώσει το πλάνο στο οποίο θα μπορέσει να στηριχτεί στα πόδια της και να προχωρήσει στη νέα της εκκίνηση η ελληνική οικονομία.
Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό στο εθνικό επίπεδο: να διατυπώσει με σαφήνεια ένα νέο, πρωτοποριακό μοντέλο, μια εναλλακτική πρόταση για την έξοδο της χώρας από την κρίση, καθώς σε καμία άλλη ιστορική συγκυρία –μέχρι τώρα- δεν ξαναβρέθηκε άλλη χώρα σε Ένωση χωρών, με ενιαίο νόμισμα, με τόσο μεγάλο εξωτερικό χρέος, με «πληγωμένη» παραγωγική μηχανή, στα όρια εστιών πολεμικών συγκρούσεων, στο σταυροδρόμι ροών προσφύγων και μεταναστών. Η στρατηγική αυτή επιλογή, για την προτεραιοποίηση του στρατηγικού σχεδιασμού, κάθε μέρα που περνάει φαντάζει περισσότερο ως μονόδρομος.
Σε πρώτη προτεραιότητα, η σημερινή κυβέρνηση οφείλει και μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την επανεκκίνηση των παραγωγικών τομέων της οικονομίας, αξιοποιώντας τα σύγχρονα δεδομένα του αναπτυξιακού σχεδιασμού, αναδεικνύοντας τα κατάλληλα εργαλεία και τον τρόπο που αυτά θα εφαρμοστούν, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθύνσεις και τους περιορισμούς των Ευρωπαϊκών πολιτικών.
Σχεδιάζοντας για το εναλλακτικό μοντέλο
Στην παρούσα φάση, η μεθοδολογία επιβάλλεται να ξεφύγει από τη συνήθη πρακτική όλων των προηγούμενων χρόνων και να μετεξελιχθεί ταχύτατα, με την επαναξιοποίηση της επιστημονικής διατύπωσης και της ορθολογικής τεκμηρίωσης ως τη βασική διαδικασία διάρθρωσης του σχεδιασμού για την ανάπτυξη των παραγωγικών τομέων της οικονομίας.
Με διεπιστημονικό τρόπο, ο σχεδιασμός θα διατυπώσει συγκεκριμένα και δεσμευτικά στρατηγικά σχέδια, στα διαφορετικά χωρικά επίπεδα. Θα δημιουργηθεί η βάση στην οποία θα υλοποιηθεί η επανεκκίνηση των παραγωγικών δραστηριοτήτων σε συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, συνυπολογίζοντας και ενισχύοντας τις αναμενόμενες παραγωγικές διασυνδέσεις, ενώ συγχρόνως θα υποστηριχτεί αποτελεσματικά η επίτευξη πολλαπλασιαστικών ωφελημάτων στους κρίσιμους παράγοντες.
Κυρίαρχο επίπεδο του σχεδιασμού θα γίνει το μικρο-επίπεδο, στο οποίο θα αναζητηθούν και θα αναγνωριστούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που εμπεριέχει, θα διατυπωθούν οι προτεραιότητες των κοινωνιών και των οικονομιών, θα αναδειχθούν οι ιδιαίτερες δυναμικές και οι διασυνδέσεις του, θα διερευνηθεί η αναπτυξιακή προοπτική για την ισόρροπη ανάπτυξη οικονομιών, κοινωνιών και περιβάλλοντος, μέσα από συνεργατικά σχήματα, διαδικασίες διαβούλευσης και διεργασίες κυκλικής οικονομίας.
Και στην αναζήτηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των οικονομιών, δεν είναι δυνατό να μην μπει σε πρώτη προτεραιότητα η αξιοποίηση του αδρανούς μηχανολογικού εξοπλισμού, των κλειστών βιομηχανικών εγκαταστάσεων, της υψηλής τεχνογνωσίας των ανέργων σήμερα τέως εργαζομένων στους κλάδους της μεταποίησης, ο πραγματικός «πλούτος» της ελληνικής οικονομίας.
Βασικό ζητούμενο θα είναι η δραστηριοποίηση των Ελληνικών επιχειρήσεων στα περισσότερο προηγμένα στάδια των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας, στοχεύοντας σε τελικό προϊόν ποιότητας, στη καταξίωση ελληνικού brand name και στη δημιουργία προστιθέμενης αξίας εντός της χώρας. Αντίθετα από τις στοχεύσεις του νεοφιλελευθερισμού, που το όραμά του για τη χώρα είναι να γίνει το φτηνό φασονατζίδικο των προηγμένων βιομηχανικά χωρών του Κέντρου, το εναλλακτικό όραμα θα εστιάζει στον κόσμο της εργασίας και στην πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας.
Για να υλοποιηθούν οι αλλαγές αυτές, δρομολογούνται ήδη δυναμικές και ουσιαστικές παρεμβάσεις στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, την ίδια στιγμή που διαμορφώνονται για να προωθηθούν νέες σημαντικές δομές, με χαμηλό συγκριτικά κόστος, που θα αναπτύξουν την καινοτομία, βασικό παράγοντα επίτευξης των προτεινόμενων μετασχηματισμών.
Στην κατεύθυνση της καινοτομίας το πρώτο βήμα έχει γίνει τα προηγούμενα χρόνια: η Ελλάδα διέθετε το υψηλότερης ειδίκευσης εργατικό δυναμικό σε όλο τον πλανήτη. Δεν μένει παρά να το φέρουμε πίσω στη χώρα, να του δώσουμε εργασία και να οργανώσουμε τον τρόπο που θα μπορεί να αξιοποιήσει τις γνώσεις του, δημιουργώντας τις κατάλληλες υποδομές, τις διαδικασίες, τα κίνητρα και τα χρηματοδοτικά εργαλεία, ώστε να γίνει αποτελεσματική και αποδοτική η εργασία του.
Η στόχευση, άλλωστε του σχεδιασμού σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλάζει για την περίοδο 2014-2020. Προτεραιότητα γίνεται η ανάπτυξη της βιομηχανίας, με έμφαση στα προχωρημένα στάδια των αλυσίδων αξίας, προαπαιτούμενο την ανάπτυξη της καινοτομίας και εργαλείο τα συνεργατικά σχήματα.
Κρίσιμος Παράγοντας η Τοπική Αυτοδιοίκηση
Στο νέο αυτό σκηνικό που διαμορφώνεται, η Τοπική Αυτοδιοίκηση φαίνεται να μπορεί να παίξει ένα σημαντικό ρόλο και να αναδειχθεί στον κρίσιμο παράγοντα για την επιτυχία του εγχειρήματος. Ο νέος σχεδιασμός δίνει έμφαση στο τοπικό επίπεδο, στα πλεονεκτήματα που αυτό θα αναδείξει, στις συνεργασίες που μπορεί να αναπτύξει, στις δικτυώσεις που θα διαρθρώσει στα παραπάνω χωρικά επίπεδα. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως η θεσμική έμφαση του τοπικού, μπορεί να υποστηρίξει αποτελεσματικά τη διάχυση της γνώσης, την ενίσχυση των συνεργασιών, την οργανωτική στήριξη, την ισόρροπη ανάπτυξη των διαφορετικών δραστηριοτήτων, τη διευκόλυνση των διασυνδέσεων, την αποφυγή των μονοκαλλιεργειών, την εξωστρέφεια.
Συγκεκριμένα μπορεί να γίνει ο παράγοντας-κλειδί για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας, παρεμβαίνοντας ουσιαστικά και αποτελεσματικά σε κρίσιμους τομείς του σχετικού σχεδιασμού στο εθνικό και το περιφερειακό επίπεδο, συντονίζοντας, υποστηρίζοντας και διαμορφώνοντας:
- Ειδικό χωρικό σχεδιασμό, με στοχευμένες αστικές παρεμβάσεις και εξειδικευμένη στρατηγική στην κατεύθυνση της ανάδειξης και της αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής και των κατοίκων της, ως το βασικό «περιουσιακό» της στοιχείο.
- Ταυτότητα πόλης, αποδίδοντας πληρέστερα συγκεκριμένη χωρική ταυτότητα, ώστε να διαμορφωθεί μια κεντρική ιδέα για τα χαρακτηριστικά και τη χωρική ιδιαιτερότητα της περιοχής, ενώ παράλληλα να βελτιώσει την αναγνωρισιμότητά της στο υπερτοπικό επίπεδο.
- Όραμα για την πόλη, που θα το συνδιαμορφώσουν από κοινού κάτοικοι, δραστηριότητες, φορείς, κ.α., μέσα από συμμετοχικές διαδικασίες.
- Διαδικασίες που θα εκπαιδεύσουν τους διαφόρους εμπλεκόμενους στη δημιουργία συνεργατικής συνείδησης και θα υποστηρίξουν τη δημιουργία και τη λειτουργία κοινών σχημάτων.
- Δομές καινοτομίας και υποστηρικτικές δομές, για τη δημιουργία νέας γνώσης και την αποτελεσματική διάχυσή της.
- Υπηρεσίες υψηλής τεχνογνωσίας, για την αποτελεσματική υποστήριξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
- Γραφεία πληροφόρησης πολιτών και επιχειρήσεων, σχετικά με τα διαθέσιμα (κατά περίπτωση) χρηματοδοτικά εργαλεία.
Και καθώς τα δημόσια κονδύλια είναι ιδιαίτερα περιορισμένα και δεν δικαιολογούν λάθη, η ασφαλέστερη μέθοδος είναι αυτή που προτάσσει την εφαρμογή ελεγχόμενων «Πιλότων», ώστε να εντοπιστούν και να αντιμετωπιστούν έγκαιρα πιθανές δυσχέρειες και αστοχίες του σχεδίου.
«Ώριμο» το πρώτο Σχέδιο-Πιλότος για τη Νάουσα και την Κομοτηνή
Για το σκοπό αυτό, ένα ειδικό Σχέδιο – Πιλότος για την επανεκκίνηση της ΕΝΚΛΩ (Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας) έχει φτάσει σε ικανοποιητικό βαθμό ωριμότητας και θα μπορούσε άμεσα να υλοποιηθεί. Το Σχέδιο αυτό περιλαμβάνει σημαντικές παρεμβάσεις στις ευρύτερες περιοχές της Νάουσας και της Κομοτηνής. Το σχέδιο αυτό ξεκίνησε από τη Γ.Γ. Βιομηχανίας, η πολυπλοκότητά του όμως και η αναγκαιότητα για διεπιστημονική προσέγγιση έχει εμπλέξει αρκετά υπουργεία, τεχνοκράτες και φορείς της έρευνας. Ιδιαίτερα ένθερμοι υποστηρικτές του και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι φορείς και οι κάτοικοι των περιοχών, μαζί με τις Περιφέρειες που ανήκουν.
Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, θα επαναλειτουργήσουν άμεσα οι 3 από τις 17 βιομηχανικές μονάδες που διέθετε η ΕΝΚΛΩ πριν πτωχεύσει και κλείσει, για να βρουν ξανά εργασία άμεσα οι 400 περίπου από τους 600 απολυμένους εργαζόμενους. Μάλιστα, τα εργοστάσια θα τα ανοίξουν και θα το διαχειριστούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, μέσα από ένα συνεταιριστικό σχήμα.
Τα υπόλοιπα 14 εργοστάσια θα ενταχθούν σε ένα συνολικό στρατηγικό σχέδιο, που θα προβλέπει συγκεκριμένες χρήσεις για αυτά, με σκοπό τη διαμόρφωση «ταυτότητας πόλης» σε Νάουσα και Κομοτηνή, με την υποστήριξη της αλυσίδας αξίας Βαμβάκι – Κλωστοϋφαντουργία – Ένδυσης, τη συνέργεια Δημοσίου, Φορέων της Έρευνας, Επιχειρήσεων και Συνεργατικών Σχημάτων, τη δημιουργία δομών καινοτομίας και πανεπιστημιακού επιπέδου σχολών, την κατασκευή εξειδικευμένων υποδομών, το σχεδιασμό αναπτυξιακών εφαρμογών, την υποστήριξη δημιουργίας ξενοδοχειακών και συνεδριακών υποδομών, την υλοποίηση θεματικού εμπορικού κέντρου και χωριού μικροτεχνιτών, την ανάπτυξη μεταποιητικών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών για την υποστήριξη της κυκλικής οικονομίας, τη διοργάνωση διεθνούς σημασίας Εκθέσεων.
Το σχέδιο αυτό θα υλοποιηθεί από το ελληνικό δημόσιο, με τη σημαντική συμβολή της τοπικής αυτοδιοίκησης, της τοπικής κοινωνίας, επενδυτών και φορέων της έρευνας, ενώ τα αποτελέσματά του θα είναι σημαντικά για τις δύο πόλεις, το σύνολο των επιχειρήσεων που εντάσσονται στην Αλυσίδα Αξίας, αλλά και για ολόκληρη την ελληνική οικονομία. Το κόστος του όλου εγχειρήματος είναι ιδιαίτερα χαμηλό, σε σχέση με τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Σαν αρχικός «πιλότος», η περίπτωση της ΕΝΚΛΩ μπορεί να προκαλέσει την εκκίνηση συνολικά της βιομηχανίας, σε μία νέα λογική, με την παράλληλη αναζωογόνηση και ανάπτυξη ευρύτερων περιοχών.
Οι κυβερνήσεις του νεοφιλελευθερισμού είχαν να επιδείξουν σαν πρότυπο την Χαλκιδική και την Κερατέα. Η εναλλακτική πρόταση μπορεί να γίνει η Νάουσα και η Κομοτηνή, να είναι πρόταση των εργαζομένων και των τοπικών κοινωνιών, να αναπτύξει σημαντικά και ισόρροπα το σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων και να αποτελέσει πρότυπο αναπτυξιακό για το σύνολο της χώρας, αλλά και για την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.