Γιώργος Σταματόπουλος
Παραφράζοντας Λίχτενμπεργκ: Δεν ξέρω για ποιον λόγο, πάντως η λέξη δωρικός εκφράζει για μένα πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα βρίσκω στο λεξικό. («Στοχασμοί», εκδόσεις Στιγμή).
Είναι αλήθεια ότι τα λεξικά δεν βοηθάνε πάντα. Δίνουν ένα έτυμο, έναν ορισμό, μια ερμηνεία, μια αύρα, αδυνατούν όμως να αποκαλύψουν την έννοια, να τη γυμνώσουν, να την εκθέσουν στην αγορά της ολότητας (ολικότητας, σφαιρικότητας). Αποκρυσταλλωμένες οι έννοιες, σκληρές και άκαμπτες στον καθημερινό λόγο, περιέχουν εντούτοις μια τρυφερότητα, μια ευλυγισία, μια πλαστικότητα για τον καθένα από εμάς: Δωρικός είναι ο απλός, ο ολιγόγραμμος. Ετσι αντιμετωπίζουμε οι πλείστοι την έννοια χωρίς να μπαίνουμε στον κόπο να κατανοήσουμε πόσος κόπος και πόση μαεστρία χρειάστηκαν η γλώσσα και το πνεύμα να αποβάλουν κάθε τι το περιττό, να προσδώσουν αυστηρότητα, να επικρατήσει η κοινή λογική.
Είναι φιλοσοφία άρα η δωρικότητα και τρόπος ζωής, όχι εξαναγκασμός και στέρηση για δήθεν σκληραγώγηση των σωμάτων (και των επιθυμιών), κάτι σαν την ολιγάρκεια είτε αυτάρκεια με σημερινούς όρους. Αυτό εκφράζει μιαν ιδιαίτερη στάση απέναντι στη ζωή και μια διαφορετική ματιά στους καρπούς της γης και στην ηδονή που προκαλούν. Οι επιθυμίες προκαλούν αναστάτωση, ειδικώς όταν δεν μπορούν να εκπληρωθούν. Αλλά από πού προέρχονται οι επιθυμίες; Είναι αυθεντικές ή μήπως επίπλαστες;
Δεν χρειάζεται να μπλέξουμε. Η δωρικότητα σημαίνει πολλά άλλα πράγματα· ξεχωρίζει σαφώς από την κορινθιακότητα και την ιωνικότητα, σπουδαίες κι αυτές έννοιες εφόσον συμφωνούμε ότι πλάθονται από τον αρχαϊκό αρχιτεκτονικό ρυθμό των κιόνων, που υποβάσταζαν μοναδικές σκεπές οικιών και ναών.
Eπιπροσθέτως συμβαδίζει με το λακωνίζειν (που εστί φιλοσοφείν και λοιπά). Λίγα λόγια, ουσιαστικά, λογικά, που προϋποθέτουν, όμως, μεγάλες περιόδους ακοής και σιωπής. Οι μακρόχρονες αυτές περίοδοι οδηγούν στη σοφία, στη λυσιτέλεια των εννοιών, διότι είναι απαλλαγμένες από κάθε τι επίκτητο, βερμπαλιστικές ανοησίες και λοιπές αδολεσχίες.
Θα ήταν, αλήθεια, πιο ουσιαστική η επικοινωνία αν ποτέ καταφέρναμε να κατακτήσουμε μια κάποια (αυτονόητη) δωρικότητα. Προφανώς θα γινόμασταν απλοί (ακόμη πιο απλοί), θα σεβόμασταν τον διάλογο, θα απαξιώναμε τους ληρολάγνους και κάποιους αποκρουστικούς ρήτορες, που όλο εγώ λένε και ας μην έχει σχέση το εγώ τους με τη συζήτηση, με τον προφορικό διάλογο. Ψάχνουμε ψύλλους στ’ άχυρα; Πιθανώς, αλλά ποιος ξέρει, καμιά φορά γίνονται και θαύματα... Και, τέλος πάντων, ψάχνοντας δεν πεθαίνουμε από αηδία ή πλήξη, ανία και άλλες οχληρές διαθέσεις. Η δωρικότητα θα ενίσχυε ίσως και θα ανύψωνε τον χθαμαλό πολιτικό λόγο, αυτόν που ταλανίζει ζωές και δημοκρατίες, θα ενέπνεε λογοτέχνες και ζωγράφους, αρχιτέκτονες και καθηγητές. Θα βοηθούσε όχι μόνο την εκπαίδευση αλλά και την Παιδεία (μια ήπια και ανθρώπινη παιδαγωγική). Πολλοί δεν θα γελοιοποιούνταν τόσο εύκολα. Και άλλα πολλά καλά, για τον λόγο, την πολιτική, τον πολιτισμό, τη γραφή.
Παραφράζοντας Λίχτενμπεργκ: Δεν ξέρω για ποιον λόγο, πάντως η λέξη δωρικός εκφράζει για μένα πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα βρίσκω στο λεξικό. («Στοχασμοί», εκδόσεις Στιγμή).
Είναι αλήθεια ότι τα λεξικά δεν βοηθάνε πάντα. Δίνουν ένα έτυμο, έναν ορισμό, μια ερμηνεία, μια αύρα, αδυνατούν όμως να αποκαλύψουν την έννοια, να τη γυμνώσουν, να την εκθέσουν στην αγορά της ολότητας (ολικότητας, σφαιρικότητας). Αποκρυσταλλωμένες οι έννοιες, σκληρές και άκαμπτες στον καθημερινό λόγο, περιέχουν εντούτοις μια τρυφερότητα, μια ευλυγισία, μια πλαστικότητα για τον καθένα από εμάς: Δωρικός είναι ο απλός, ο ολιγόγραμμος. Ετσι αντιμετωπίζουμε οι πλείστοι την έννοια χωρίς να μπαίνουμε στον κόπο να κατανοήσουμε πόσος κόπος και πόση μαεστρία χρειάστηκαν η γλώσσα και το πνεύμα να αποβάλουν κάθε τι το περιττό, να προσδώσουν αυστηρότητα, να επικρατήσει η κοινή λογική.
Είναι φιλοσοφία άρα η δωρικότητα και τρόπος ζωής, όχι εξαναγκασμός και στέρηση για δήθεν σκληραγώγηση των σωμάτων (και των επιθυμιών), κάτι σαν την ολιγάρκεια είτε αυτάρκεια με σημερινούς όρους. Αυτό εκφράζει μιαν ιδιαίτερη στάση απέναντι στη ζωή και μια διαφορετική ματιά στους καρπούς της γης και στην ηδονή που προκαλούν. Οι επιθυμίες προκαλούν αναστάτωση, ειδικώς όταν δεν μπορούν να εκπληρωθούν. Αλλά από πού προέρχονται οι επιθυμίες; Είναι αυθεντικές ή μήπως επίπλαστες;
Δεν χρειάζεται να μπλέξουμε. Η δωρικότητα σημαίνει πολλά άλλα πράγματα· ξεχωρίζει σαφώς από την κορινθιακότητα και την ιωνικότητα, σπουδαίες κι αυτές έννοιες εφόσον συμφωνούμε ότι πλάθονται από τον αρχαϊκό αρχιτεκτονικό ρυθμό των κιόνων, που υποβάσταζαν μοναδικές σκεπές οικιών και ναών.
Eπιπροσθέτως συμβαδίζει με το λακωνίζειν (που εστί φιλοσοφείν και λοιπά). Λίγα λόγια, ουσιαστικά, λογικά, που προϋποθέτουν, όμως, μεγάλες περιόδους ακοής και σιωπής. Οι μακρόχρονες αυτές περίοδοι οδηγούν στη σοφία, στη λυσιτέλεια των εννοιών, διότι είναι απαλλαγμένες από κάθε τι επίκτητο, βερμπαλιστικές ανοησίες και λοιπές αδολεσχίες.
Θα ήταν, αλήθεια, πιο ουσιαστική η επικοινωνία αν ποτέ καταφέρναμε να κατακτήσουμε μια κάποια (αυτονόητη) δωρικότητα. Προφανώς θα γινόμασταν απλοί (ακόμη πιο απλοί), θα σεβόμασταν τον διάλογο, θα απαξιώναμε τους ληρολάγνους και κάποιους αποκρουστικούς ρήτορες, που όλο εγώ λένε και ας μην έχει σχέση το εγώ τους με τη συζήτηση, με τον προφορικό διάλογο. Ψάχνουμε ψύλλους στ’ άχυρα; Πιθανώς, αλλά ποιος ξέρει, καμιά φορά γίνονται και θαύματα... Και, τέλος πάντων, ψάχνοντας δεν πεθαίνουμε από αηδία ή πλήξη, ανία και άλλες οχληρές διαθέσεις. Η δωρικότητα θα ενίσχυε ίσως και θα ανύψωνε τον χθαμαλό πολιτικό λόγο, αυτόν που ταλανίζει ζωές και δημοκρατίες, θα ενέπνεε λογοτέχνες και ζωγράφους, αρχιτέκτονες και καθηγητές. Θα βοηθούσε όχι μόνο την εκπαίδευση αλλά και την Παιδεία (μια ήπια και ανθρώπινη παιδαγωγική). Πολλοί δεν θα γελοιοποιούνταν τόσο εύκολα. Και άλλα πολλά καλά, για τον λόγο, την πολιτική, τον πολιτισμό, τη γραφή.