Με αφορμή τις διαπραγματεύσεις της Γενεύης για το Κυπριακό
Το κυπριακό πρόβλημα υπάρχει και είναι άλυτο εδώ και πολλές γενιές. Η δυσκολία του εκφράζεται και με τη λαϊκή ρήση που επαναλαμβάνεται όταν δεν υπάρχει συμφωνία σε κάτι: «λες και έχουμε να λύσουμε το Κυπριακό!», αναφωνούμε.
Δεν πρόκειται να υπάρξει συμφωνία ούτε αυτές τις μέρες στη Γενεύη. Γιατί από την αρχή η μεν Τουρκία, σαν «εγγυήτρια δύναμη» έχει στόχο τη δημιουργία ενός Ισλαμικού τούρκικου κράτους στο νησί, η δε Ελλάδα-η δεύτερη «εγγυήτρια» δύναμη- επεδίωξε όλα αυτά τα χρόνια τη διεθνοποίηση του Κυπριακού, ελπίζοντας ότι ο «διεθνής παράγοντας» θα περιορίσει τις βλέψεις της Τουρκίας στη βάση του «διεθνούς δικαίου». Όμως ο «διεθνής παράγοντας» πάντα φρόντιζε για τα δικά του συμφέροντα στην περιοχή. Εκείνοι που δεν ρωτιούνταν ήταν οι ίδιες-είτε οι ξεχωριστές, είτε οι μεικτές- κοινότητες των ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων, και πριν και μετά τη διχοτόμηση.
1) Πριν τη διχοτόμηση: Το «Κυπριακό πρόβλημα» δεν ήτανε διαφορετικό από το «Ελληνικό» πρόβλημα την περίοδο της σταδιακής εθνικής απελευθέρωσης των Ελλήνων ενάντια στην Τουρκική- Οθωμανική κυριαρχία- υποδούλωση. Μόνο που η Κύπρος έμεινε το τελευταίο τμήμα του ελληνισμού που δεν συμπεριλήφθηκε στην ελεύθερη σταδιακά Ελληνική επικράτεια, όχι γιατί ο κυπριακός ελληνισμός-η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού του νησιού- δεν ήταν έτοιμος να ακολουθήσει τον ξεσηκωμό του 1821, αλλά γιατί οι Τούρκοι κατακτητές πρόλαβαν τον ξεσηκωμό εξοντώνοντας τα πιο επίλεκτα και επίφοβα να ηγηθούν μέλη των Ελλήνων.
Στη συνέχεια ο αγώνας για την απελευθέρωση και ένωση του νησιού με την υπόλοιπη Ελλάδα, εξελίχθηκε σε αντι-αποικιακό ενάντια στους Άγγλους, αφού αντιμετώπισε την μεγάλη αντίδραση του αγγλικού αποικιοκρατικού ιμπεριαλισμού, όντας υπό την κατοχή του από το 1878 που η Κύπρος νοικιάστηκε στη Μ. Βρετανία. Η αντίθεση: Τούρκος - μουσουλμάνος καταπιεστής και Έλληνας - χριστιανός καταπιεζόμενος, πήρε τη μορφή αντίστασης προς τον νέο καταπιεστή, τον Βρετανό αποικιοκράτη. Σε αυτόν τον αγώνα η τουρκοκυπριακή κοινότητα-μη όντας ώριμη ιδεολογικά και πολιτικά-δεν συμπαρατάχθηκε με την ελληνική, παρόλο που τούρκοι εργάτες ήταν οργανωμένοι μαζί με τους έλληνες σε εργατικά συνδικάτα και μαζί είχαν δώσει σκληρούς εργατικούς αγώνες για να καλυτερέψουν την ζωή τους. Ο αγώνας αυτός δεν στάθηκε δυνατόν να συνδυάσει τα ταξικά με τα αντιαποικιοκρατικά χαρακτηριστικά και να κερδίσει τουλάχιστον τους εργαζόμενους τουρκοκύπριους και τους φτωχούς και μεροκαματιάρηδες τούρκους αγρότες ( https://istrilatis.blogspot.gr/2016/11/facebook-facebook.html ) .
Δεν είχε και την συμπαράσταση από την Ελλάδα[1].
Η διαφορετική εθνική και θρησκευτική συνείδηση υπήρξε η βάση για να σπείρει η Βρετανική Αυτοκρατορική πολιτική την διχόνοια (το «διαίρει και βασίλευε» ήταν πάντα η τακτική της), και να στρέψει την τουρκοκυπριακή κοινότητα ενάντια στην ελληνοκυπριακή. Η ολιγάριθμη «βρετανική» αποικιοκρατική παροικία ασκούσε την εξουσία της πάνω σε όλους, φροντίζοντας μάλιστα να μεγαλώνει το χάσμα μεταξύ των δύο κοινοτήτων με το να εντάσσει στον κατασταλτικό μηχανισμό και την αστυνομία τουρκοκύπριους για να καταδιώκουν τους «αναρχικούς», «τρομοκράτες» Έλληνες αγωνιστές.
Η Μ. Βρετανία μετά τον β΄ παγκ. πόλεμο ήταν υπό κατάρρευση και προσπαθούσε να διατηρήσει κάποιες βάσεις και αποικίες μπροστά στον μεταπολεμικό ανταγωνιστή της, τον επελαύνοντα αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Δεν την συνέφερε προφανώς μια Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, γιατί αυτή είχε ήδη περάσει υπό αμερικανική επιρροή και φρόντισε να βάλει και την Τουρκία στο παιχνίδι. Έτσι η Τουρκία δεν έχασε την ευκαιρία να επανέλθει σε εδάφη που είχε εγκαταλείψει τον προηγούμενο αιώνα, σαν Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Οι Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου ( 1959) μεταξύ Μ.Βρετανίας, Ελλάδας, Τουρκίας, ελληνοκυπριακής και τουρκοκυπριακής κοινότητα, τερμάτισαν τη βρετανική κυριαρχία και ιδρύθηκε ανεξάρτητο Κυπριακό κράτος. Στις συμφωνίες περιλαμβανόταν "Συνθήκη Εγγυήσεων" με τρεις «εγγυήτριες δυνάμεις» την Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία, που σε περίπτωση διασάλευσης της συνταγματικής τάξης, μια από τις τρεις θα μπορούσε να παρέμβει μονομερώς, αλλά αφού προηγουμένως είχαν εξαντληθεί τα περιθώρια διαπραγματεύσεων με τις άλλες δυο. Οι συμφωνίες που ήταν μυστικές και κρατήθηκαν απόρρητες, είχαν υπογραφεί από τους Κωνσταντίνο Καραμανλή, Αντνάν Μεντερές και Χάρολντ Μακμίλαν, ενώ κάποια συνημμένα κείμενα είχαν υπογραφεί από τον Μακάριο και τον Φαζίλ Κιουτσούκ, οι οποίοι είχαν γνώση του συνόλου των συμφωνιών. Ο Μακάριος ισχυρίστηκε αργότερα ότι τις αποδέχτηκε υπό το κράτος αφόρητων πιέσεων[2]
Η συμφωνία της Ζυρίχης κατέρρευσε στην ουσία της με τα «13 Σημεία» αλλαγών του Μακάριου στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας και τις ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων που ακολούθησαν το 1963-64. Το Σύνταγμα όμως που προέβλεπαν οι Συμφωνίες εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα, τροποποιημένο αρχικά από τον Μακάριο και στη συνέχεια από την εισβολή της Τουρκίας με αποτέλεσμα τη διχοτόμηση.
2) Μετά τη διχοτόμηση: Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου χρησιμοποιήθηκαν σαν δικαιολογία από την Τουρκία για την εισβολή της στην Κύπρο το 1974 μετά το οργανωμένο από τη Χούντα των Συνταγματαρχών πραξικόπημα Σαμψών που επιχείρησε να ανατρέψει τον Μακάριο. Η Συνθήκη Εγγυήσεων δεν της έδινε βέβαια το δικαίωμα για στρατιωτική δράση χωρίς να διαβουλευθεί με τις άλλες δύο εγγυήτριες δυνάμεις. Ούτε προφανώς να παραμείνει σαν κατοχική δύναμη στο νησί, μετά την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης. Πολύ δε περισσότερο να ανακηρύξει και να αναγνωρίσει στα κατεχόμενα το λεγόμενο «ψευδοκράτος» των Τουρκοκυπρίων.
Από τότε το κυπριακό κατέληξε να είναι και πρόβλημα εισβολής και κατοχής από την Τουρκία! Με αυτόν τον τρόπο έγινε βέβαια και ένα ζήτημα, που αφορά και στον «Διεθνή» παράγοντα. Η Τουρκία απειλεί πάντα με πόλεμο(“casus belli”) όποιον τολμήσει να εφαρμόσει αρχές διεθνούς δικαίου και συμφωνιών στην περιοχή, ενώ η ίδια δεν εφαρμόζει αποφάσεις του Γ Συμβουλίου του ΟΗΕ που απαιτούν να φύγουν τα στρατεύματα κατοχής, να μην ανακηρυχθεί το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα κλπ.
Στην Κύπρο, η Τουρκία του Ερντογάν σήμερα-μετά από 42 χρόνια κατοχής- θέλει να είναι αφέντης στο Βορρά και κυρίαρχος στο Νότο, η μειοψηφία να εξισωθεί με την πλειοψηφία, η μειονότητα με την πλειονότητα, ενώ αντίθετα στο εσωτερικό της αρνείται να αναγνωρίσει τους Κούρδους ως μειονότητα. Θέλει και με ελληνική υπογραφή να παραμείνει ο κατοχικός στρατός στην Κύπρο. Θέλει στην ουσία ένα ισλαμικό καθαρά κράτος στο Βορρά και με την εκ περιτροπής προεδρία που επιδιώκει στις συνομιλίες της Γενεύης, αυτό το κράτος να γίνει και «Δούρειος ίππος» στην Ευρώπη.
Οι πρώτες συνομιλίες στην Ελβετία απέτυχαν γιατί η ελληνική πλευρά απαίτησε το αυτονόητο: να φύγουν τα στρατεύματα. Το ίδιο μάλιστα αναμένεται να γίνει και στις συνομιλίες στη Γενεύη-θα τις υπονομεύσει σίγουρα ο Ερντογάν, αν η ελληνική πλευρά συνεχίσει να το απαιτεί αυτό- παρόλο που και διεθνής παράγοντας επιμένει για μια «καλή συμφωνία» και για τις δυο πλευρές.
3. Η προοπτική για το «Κυπριακό»
Για μας η οποιαδήποτε συμφωνία που θα προέλθει «από τα πάνω», δεν πρόκειται να είναι μακροπρόθεσμα βιώσιμη. Η ειρηνική και δημιουργική συνύπαρξη των δυο κοινοτήτων θα μπορέσει κάποτε να γίνει δυνατή, αν αυτή η απόφαση παρθεί από τις ίδιες και «από τα κάτω», στη βάση των συνελεύσεων των χωρικών κοινοτήτων και δήμων και από τις δύο πλευρές.
Η κουρδική Δημοκρατική Αυτονομία που εφαρμόζεται στην περιοχή της Ροζάβα στη Συρία, σε συνθήκες πολέμου και εμπάργκο, μπορεί να διδάξει και τις κοινότητες στην Κύπρο[3]. Η Ροζάβα, της οποίας ο πληθυσμός αυξάνεται όλο το διάστημα που διαρκεί ο πόλεμος–έχει σχεδόν διπλασιασθεί- δίνει ένα υπαρκτό παράδειγμα για μια διαλυμένη κοινωνία, όπως είναι σήμερα η Συριακή. Πέρα από το πείραμα που συντελείται εκεί, το βασικό ζητούμενο για μας θα πρέπει να είναι ο τρόπος με τον οποίο η Δημοκρατική Αυτονομία και ο συνομοσπονδιακός συμβουλιακός κοινοτισμός μπορεί να αποκτήσει σάρκα και οστά εδώ, στον ελλαδικό/αιγιακό/κυπριακό χώρο. Πάνω σε αυτήν την κατεύθυνση, καλούμαστε να σκεφθούμε και να επιχειρήσουμε να συμβάλουμε στη διαμόρφωση ενός πρακτικού ριζοσπαστικού προσανατολισμού για τις κοινότητες της Κύπρου.
Καταρχήν όλο το νησί αποτελεί αυτό που ονομάζουμε Βιοπεριφέρεια. Στα πλαίσια μιας τέτοιας Βιοπεριφέρειας, δημιουργούνται δυο Χωρικές Ενότητες (Χ.Ε)-Καντόνια της Βόρειας και Νότιας Κύπρου[4]. Σε κάθε Χ.Ε., οι κοινότητες της υπαίθρου θα πρέπει να έχουν την αυτονομία τους και να λειτουργούν με γενικές συνελεύσεις και το εκλεγόμενο κάθε φορά ανακλητό Συμβούλιο Κοινότητας(Σ.Κ.). Μέχρι και 10 τέτοιες κοινότητες μπορούν π.χ. να αποτελούν έναν ιδιαίτερο δήμο, όπου μετά από σε δεύτερο επίπεδο συνέλευση των μελών των Σ.Κ. εκλέγεται το συμβούλιο του αντίστοιχου Δήμου(Σ.Δ.), για να εκφράζει το Δήμο στο τρίτο επίπεδο, στη συνέλευση της Χ.Ε.
Στα πλαίσια αυτά επίσης κάθε πόλη αυτοοργανώνεται: συστήνονται-π.χ. με βάση το δρόμο- αστικές κοινότητες(200 -400 νοικοκυριών), που λειτουργεί με συνέλευση- κάθε φορά ενός μέλους-των νοικοκυριών και ασχολείται με όλα τα προβλήματά τους τα οποία βάζει σε μια προτεραιότητα για επίλυση, είτε εκ των ενόντων πόρων της κοινότητας, είτε με προώθησή τους προς την συνοικία και εκλέγει το Σ.Κ. Όλες οι κοινότητες μιας γειτονιάς συμμετέχουν στη συνέλευση γειτονιάς(Σ.Γ.) με τα Σ.Κ. και εκλέγουν το Συνοικιακό Συμβούλιο(Σ.Σ.). Όλα τα Σ.Σ. συμμετέχουν στη συνέλευση του Δήμου της πόλης και εκλέγουν το Σ.Δ.
Οι μεγάλες πόλεις χωρίζονται σε περισσότερους δήμους, ανάλογα με τον πληθυσμό (μπορούμε να επιλέξουμε για παράδειγμα δήμους των 50.000 κατοίκων). Στις μεγάλες λοιπόν πόλεις μπορεί να δημιουργηθεί και ένα τέταρτο επίπεδο διαβούλευσης, η Συνέλευση Πόλης(Σ.Π.) που εκλέγει και το Συμβούλιο Πόλης(Σ.Π.) και μαζί με τα συμβούλια των υπαίθριων και των αστικών δήμων συμμετέχουν στη συνέλευση της Χ.Ε. Και αποφασίζει για όλα τα ζητήματα που απασχολούν την Χ.Ε. και εκλέγει το Συμβούλιο της Χωρικής Ενότητας για τη συμμετοχή στην Ομοσπονδία των δύο Χ.Ε. της Κυπριακής Επικράτειας.
Στη Συνέλευση κάθε Καντονίου συμμετέχουν επίσης και ιδιαίτερα συμβούλια όπως: Συμβούλιο Αγροδιατροφικού Τομέα (ΣΑΤ), το οποίο με βάση τις διατροφικές ανάγκες που θα έχουν προταθεί από τις υπό διαμόρφωση Κοινότητες και σε συνεργασία με το υπόλοιπο Συμβουλιακό Σύστημα (Σ.Σ.), θα ολοκληρώσει και ένα πρόγραμμα για τις αγροδιατροφικές οικονομικές δραστηριότητες στα πλαίσια του κάθε δήμου και στη συνέχεια της Χ.Ε. Επίσης θα είναι σημαντικό να γίνει σε κάθε δήμο ένα ιδιαίτερο Συμβούλιο Δημοτικού Τομέα Οικονομίας (ΣΔΤΟ),για τη στήριξη του ιδιαίτερου οικονομικού ρόλου του δήμου που θα αφορά σε όλους τους πολίτες
Το ίδιο θα χρειασθεί να γίνει και για κάθε άλλον τομέα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας-στηριγμένης στη συνεργατική και συνεταιριστική οργάνωσή της- στους δήμους και τις περιφέρειες, όπως για την υγεία, την χειραφετητική παιδεία-εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη, τη βιοτεχνική- βιομηχανική παραγωγή, τον ενεργειακό εφοδιασμό, το περιβάλλον και την οικολογική ισορροπία, την αυτοάμυνα κ.λπ.
Ένα τέτοιο Σύστημα Συμβουλίων (ΣΣ), εξελισσόμενο από βαθμίδα σε βαθμίδα, θα αποτελέσει τον πολιτικό κορμό για τη μετάβαση σε μια κοινωνία Δημοκρατικής Αυτονομίας στο νησί και θα πρέπει να ενεργοποιήσει και να εμπλέξει όσο γίνεται μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στις διεργασίες του, ώστε το πρόγραμμα μετάβασης που θα αναπτύξει να είναι όσο γίνεται πιο αντιπροσωπευτικό.
Μια τέτοια δομή θα μπορούσε να εκφράσει την άμεση συμβουλιακή κοινωνική και οικολογική δημοκρατία σαν αυτοκυβέρνηση, έως ότου αυτή η δομή, μπορέσει να ολοκληρώσει τη διαμόρφωση ενός νέου Κοινωνικού Συμβολαίου και σε μια Συνταγματική Συνέλευση διακηρυχθεί η Δημοκρατική Ομοσπονδία της Κύπρου σαν νέας μορφής κοινωνική και πολιτική οργάνωση.
Από το άλυτο μέχρι τώρα «Κυπριακό Πρόβλημα» των ελίτ, μπορεί να προέλθει μια παραδειγματική πρωτοποριακή λύση από τους «από κάτω» και των δύο πλευρών του νησιού.
Η προοπτική που αναπτύξαμε δεν είναι απλά οραματική, γιατί είναι ρεαλιστικό σήμερα να μετατρέψουν το νησί σε κόμβο κοινωνικής, πολιτικής και οικολογικής ανάτασης στα πλαίσια του πραγματικού τους «οίκου» που είναι η Μεσόγειος. Ανεξάρτητα των θρησκευτικών, φυλετικών ή εθνικών διαφορών, στηριζόμενοι σε ένα εκτεταμένο δίκτυο συνεργασιών και μεταξύ τους ροών και αναπτύσσοντας το μοντέλο της ευζωίας χωρίς «ανάπτυξη» και καταναλωτισμό , αλλά με κοινωνική ισότητα και ατομική εγκράτεια, στηριζόμενοι στα κοινωνικά και συλλογικά αγαθά, την κοινωνική-συνεργατική οικονομία και την άμεση δημοκρατία, για την επέκτασή της και εκτός του νησιού σε σύνδεση με την Κούρδικη Δημοκρατική Αυτονομία, όπως αυτή διακηρύχθηκε στην περιοχή της Ροζάβα στη Συρία και διεκδικείται ταυτόχρονα και από τις κούρδικες κοινότητες στην Τουρκία. Αρκεί να αποσυρθούν τα τούρκικα στρατεύματα και να αρθεί το καθεστώς των «εγγυήτριων δυνάμεων». Στο πως θα γίνει αυτό, οι Κύπριοι-όλοι και των δύο πλευρών-έχουν πολλά να μάθουν από τη Ροζάβα, όπου το Μπαθικό καθεστώς εκδιώχθηκε από την περιοχή αναίμακτα!
[1] Τον «ξέχασαν» όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις της Ελλάδας για πολλά χρόνια, μέχρι και του Ελευθέριου Βενιζέλου, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στην επανάσταση της Κρήτης και στην Ένωσή της με την Ελλάδα. Για χάρη της «φίλης» Μ.Βρετανίας, που ήταν ακόμη κυρίαρχη των θαλασσών, καταδίκασε την Κυπριακή εξέγερση του 1931, όταν οι Κύπριοι κήρυξαν την Ένωση της Κύπρου με την «μητέρα Ελλάδα».
[2] Ο στενότερος των συνεργατών του Μακαρίου, πρεσβευτής της Κύπρου στην Αθήνα, Νίκος Κρανιδιώτης είχε δηλώσει: "Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου υπήρξαν το αποτέλεσμα σκληρής ανάγκης και η κατάληξη ενός διλήμματος, μπροστά στο οποίο η βρετανική κυβέρνηση έθεσε τον κυπριακό λαό και την ηγεσία του: ή τις συμφωνίες ή τη διχοτόμηση». Αργότερα αποκαλύφθηκε το περιεχόμενο των συμφωνιών. Για παράδειγμα οι δύο πρώτοι όροι τους είναι οι εξής:
"1. Η Ελλάς και η Τουρκία θα υποστηρίξουν την είσοδον της Δημοκρατίας της Κύπρου εις το ΝΑΤΟ. Η εγκατάστασις βάσεων του ΝΑΤΟ εις την νήσον, ως και η σύνθεσις αυτών, εξαρτάται εκ της συμφωνίας των δύο κυβερνήσεων.
2. Συνεφωνήθη μεταξύ των δύο πρωθυπουργών ότι θα παρέμβουν παρά τω προέδρω και αντιπροέδρω της Δημοκρατίας της Κύπρου, αντιστοίχως, επί τω σκοπώ όπως τεθούν εκτός νόμου το Κομμουνιστικόν Κόμμα και η κομμουνιστική δράσις...".
[3]http://www.topikopoiisi.eu/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/10
[4] Αυτό είναι απαραίτητο γιατί ξεκινάμε από την πραγματικότητα της διχοτομημένης Βιοπεριφέρειας, στη βόρεια τουρκοκυπριακή και στη νότια ελληνοκυπριακή, που έχει γίνει στη βάση των εθνικών και θρησκευτικών διαφορών. Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία της συμβουλιακής κυπριακής δημοκρατίας με ένα αντίστοιχο κοινωνικό και πολιτικό συμβόλαιο, θα λυθούν και τα προβλήματα που προέκυψαν από την διχοτόμηση με μετεγκατάσταση όσων επιθυμούν να επιστρέψουν εκεί που γεννήθηκαν(θα ζουν λίγοι τέτοιοι ακόμα και η τυχόν πρώην ιδιοκτησία τους δε θα παίζει μεγάλο ρόλο, αφού η ατομική θα υποχωρεί έναντι της συλλογικής-΄κοινοτικής-δημοτικής ιδιοκτησίας)