Γιώργος Σταματόπουλος
Κάμποσοι υπουργοί της κυβέρνησης μίλησαν για τις δυνατότητες και τις προοπτικές της κοινωνικής οικονομίας. Ενδιαφέροντα, δεν λέω, όσα ακούστηκαν, έστω και καθυστερημένα· λίγο τυποποιημένα και στον χώρο της θεωρίας βεβαίως, όμως δείχνουν μια ευαισθησία και μια προσέγγιση στις ανάγκες και στις λύσεις των κοινωνικών στρωμάτων, που πλήττονται από την κρίση, και των ανέργων.
Λόγος έγινε για την επανίδρυση και ανάπτυξη των γεωργικών συνεταιρισμών (γιατί όχι και των αστικών;). Η ιστορία των συνεταιρισμών στην Ελλάδα δείχνει έναν ανθρώπινο και αλληλέγγυο τρόπο παραγωγής μέσα στο θηρίο του καπιταλιστικού συστήματος, παράλληλον με αυτόν της κυρίαρχης αγοράς· μια μικρή, αλλά εξισωτική οικονομία μέσα στο χάος της ελεύθερης αγοράς.
Πρόκειται για μια ποικιλόμορφη, ετερογενή οικονομία, που στηρίζεται στην κοινωνική συνεργασία και στην ηθική της αλληλεγγύης, για μια ανοιχτότητα στις δυνατότητες του ανθρώπου να καλλιεργήσει, να δημιουργήσει και να σχηματίσει έναν διαφορετικό άνθρωπολογικό τύπο, που στηρίζεται σε αντιεγωιστικές αξίες και σε απλές αρχές συνύπαρξης.
Και στενά οικονομίστικα να το δει κάποιος, η ίδρυση συνεταιρισμών και η λειτουργία τους, όσο εύθραυστη και προσωρινή και αν είναι, αποτελεί εντούτοις μία ικανοποιητική απάντηση στο καπιταλιστικό τέρας της άλογης ανάπτυξης, αποκλίνουσα μεν, λυσιτελή δε. Πάνω σ’ αυτό το μοντέλο είναι δυνατό να στηριχτεί και να εξαπλωθεί ένα φαντασιακό τοπίο ελκυστικό για μια διαφορετική οργάνωση της κοινωνίας.
Το συνεταιριστικο κίνημα (η πρώτη ψήφιση νόμου στην Ελλάδα έγινε το 1915) έχει να επιδείξει αξιοζήλευτο έργο, παρότι υφίστατο εξ αρχής έντονο κρατικό έλεγχο, χωρίς να γίνει δυνατό έτσι να εκδιπλωθεί και να ωριμάσει ένα αυτόνομο, πραγματικά αυτοδιαχειριζόμενο συνεταιριστικό κίνημα. Η συμμετοχή των εργαζομένων στη διαχείριση ήταν σπάνια και ισχνή.
Από τα λίγα παραδείγματα εργατικής αυτοδιαχείρισης (μέσα του 19ου αιώνα) ήταν τα εργατικά συμβούλια στα ορυχεία σμύριδας στη Νάξο και στους καπνεργάτες της Βόρειας Ελλάδας. Ο κρατικός έλεγχος επικράτησε και οδήγησε στον εκφυλισμό τους και πριν απ’ αυτόν βεβαίως η κομματική διείσδυση στα συνεργατικά εγχειρήματα με καταστροφικά -γνωστό τοις πάσι- αποτελέσματα.
Καλές και ευπρόσδεκτες οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για μια κοινωνική οικονομία, αρκεί να εκχωρήσει αυτοτέλεια στους συνεταιρισμούς και να μην επέμβει στη διαχείρισή τους, απειλώντας ότι θα σταματήσει την απαραίτητη αρχική χρηματοδότηση. Απαιτείται όμως και ένα συνεταιριστικό πνεύμα ώστε να μην καταντήσουν οι συνεταιρισμοί ράθυμοι και κρατικοδίαιτοι.
Τα κοινωνικά και αυτόνομα κινήματα, που λειτουργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν βλέπουν εντελώς αρνητικά μια μορφή συνεργασίας με προοδευτικές, αριστερές, ακόμη και αυτοαποκαλούμενες αριστερές κυβερνήσεις· φωτεινό παράδειγμα τα κινήματα στις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Και ποιος ξέρει. Εάν πάψουμε να παρακολουθούμε σαν χάννοι την TV, εάν εκπολιτιστούμε κάπως πιο ανθρώπινα, ίσως οδηγηθούμε στην οικονομία της ηθικής και της εξισωτικής ελευθερίας.
Κάμποσοι υπουργοί της κυβέρνησης μίλησαν για τις δυνατότητες και τις προοπτικές της κοινωνικής οικονομίας. Ενδιαφέροντα, δεν λέω, όσα ακούστηκαν, έστω και καθυστερημένα· λίγο τυποποιημένα και στον χώρο της θεωρίας βεβαίως, όμως δείχνουν μια ευαισθησία και μια προσέγγιση στις ανάγκες και στις λύσεις των κοινωνικών στρωμάτων, που πλήττονται από την κρίση, και των ανέργων.
Λόγος έγινε για την επανίδρυση και ανάπτυξη των γεωργικών συνεταιρισμών (γιατί όχι και των αστικών;). Η ιστορία των συνεταιρισμών στην Ελλάδα δείχνει έναν ανθρώπινο και αλληλέγγυο τρόπο παραγωγής μέσα στο θηρίο του καπιταλιστικού συστήματος, παράλληλον με αυτόν της κυρίαρχης αγοράς· μια μικρή, αλλά εξισωτική οικονομία μέσα στο χάος της ελεύθερης αγοράς.
Πρόκειται για μια ποικιλόμορφη, ετερογενή οικονομία, που στηρίζεται στην κοινωνική συνεργασία και στην ηθική της αλληλεγγύης, για μια ανοιχτότητα στις δυνατότητες του ανθρώπου να καλλιεργήσει, να δημιουργήσει και να σχηματίσει έναν διαφορετικό άνθρωπολογικό τύπο, που στηρίζεται σε αντιεγωιστικές αξίες και σε απλές αρχές συνύπαρξης.
Και στενά οικονομίστικα να το δει κάποιος, η ίδρυση συνεταιρισμών και η λειτουργία τους, όσο εύθραυστη και προσωρινή και αν είναι, αποτελεί εντούτοις μία ικανοποιητική απάντηση στο καπιταλιστικό τέρας της άλογης ανάπτυξης, αποκλίνουσα μεν, λυσιτελή δε. Πάνω σ’ αυτό το μοντέλο είναι δυνατό να στηριχτεί και να εξαπλωθεί ένα φαντασιακό τοπίο ελκυστικό για μια διαφορετική οργάνωση της κοινωνίας.
Το συνεταιριστικο κίνημα (η πρώτη ψήφιση νόμου στην Ελλάδα έγινε το 1915) έχει να επιδείξει αξιοζήλευτο έργο, παρότι υφίστατο εξ αρχής έντονο κρατικό έλεγχο, χωρίς να γίνει δυνατό έτσι να εκδιπλωθεί και να ωριμάσει ένα αυτόνομο, πραγματικά αυτοδιαχειριζόμενο συνεταιριστικό κίνημα. Η συμμετοχή των εργαζομένων στη διαχείριση ήταν σπάνια και ισχνή.
Από τα λίγα παραδείγματα εργατικής αυτοδιαχείρισης (μέσα του 19ου αιώνα) ήταν τα εργατικά συμβούλια στα ορυχεία σμύριδας στη Νάξο και στους καπνεργάτες της Βόρειας Ελλάδας. Ο κρατικός έλεγχος επικράτησε και οδήγησε στον εκφυλισμό τους και πριν απ’ αυτόν βεβαίως η κομματική διείσδυση στα συνεργατικά εγχειρήματα με καταστροφικά -γνωστό τοις πάσι- αποτελέσματα.
Καλές και ευπρόσδεκτες οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για μια κοινωνική οικονομία, αρκεί να εκχωρήσει αυτοτέλεια στους συνεταιρισμούς και να μην επέμβει στη διαχείρισή τους, απειλώντας ότι θα σταματήσει την απαραίτητη αρχική χρηματοδότηση. Απαιτείται όμως και ένα συνεταιριστικό πνεύμα ώστε να μην καταντήσουν οι συνεταιρισμοί ράθυμοι και κρατικοδίαιτοι.
Τα κοινωνικά και αυτόνομα κινήματα, που λειτουργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν βλέπουν εντελώς αρνητικά μια μορφή συνεργασίας με προοδευτικές, αριστερές, ακόμη και αυτοαποκαλούμενες αριστερές κυβερνήσεις· φωτεινό παράδειγμα τα κινήματα στις χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Και ποιος ξέρει. Εάν πάψουμε να παρακολουθούμε σαν χάννοι την TV, εάν εκπολιτιστούμε κάπως πιο ανθρώπινα, ίσως οδηγηθούμε στην οικονομία της ηθικής και της εξισωτικής ελευθερίας.