Fast food, fast drink, καφές take away, καταστήματα δίχως ωράρια· τογιοτισμός και παραγωγή just-in-time, αντικείμενα μιας χρήσης, αγορές προϊόντων από το διαδίκτυο, οικονομικές συνδιαλλαγές σε «πραγματικό» χρόνο· ηλεκτρονική διακυβέρνηση, προληπτικές πολιτικές, μοντέλα προσομοίωσης, τηλεδιασκέψεις· επικοινωνία ανθρώπων σε απ’ ευθείας σύνδεση, cyber-sex, σχέσεις εξ αποστάσεως, «ζωντανή» ενημέρωση όλο το εικοσιτετράωρο. Αυτές οι φαινομενικά άνευ σημασίας όψεις της καθημερινής ζωής αποτυπώνουν με τον πλέον εκκωφαντικό τρόπο μια νέου τύπου αντίληψη για τον χρόνο την οποία αρχίζουμε να αποκτούμε. Χρονική λογική του βραχυπρόθεσμου, του κατ’ επείγοντος, του άμεσου, του βιαστικού, του «όλο και πιο γρήγορα»: η διαδικασία της κοινωνικής επιτάχυνσης είναι γεγονός, μια υπερδιογκωμένη εξοικονόμηση χρόνου που δεν αφορά πλέον μονάχα τις σχέσεις παραγωγής αλλά το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων. Η αφαίρεση και η οικονομία χρόνου διαχέονται σε όλες τις λεπτομέρειες που τείνουν να καθορίζουν την καθημερινότητά μας. Το γεύμα μας, ο πρωινός καφές, η καλημέρα στους φίλους, το αν θα σκουντήξουμε κάποιον ή κάποια για να πιάσουμε κουβέντα, η ανάγνωση ενός κειμένου, ο ερωτισμός, όλες οι ιεροτελεστίες της κοινωνικότητας απεμπλέκονται απ’ την κατάσταση της διάρκειας, το είναι μας βρίσκεται μονίμως εν κινήσει, εύκαμπτο, διαστέλλεται μέχρι του σημείου η ταχύτητα της τεχνολογίας να το διαχωρίσει απ’ τον αισθητό κόσμο, να το καταστήσει καθαρό θέαμα, αναπαράσταση μιας απουσίας σε απόλυτη διαφάνεια.
Οι αποστάσεις μειώνονται δραματικά· με τις πόλεις ανά την οικουμένη να γίνονται όλο και πιο ομοιόμορφες και να εντάσσονται σ’ ένα αχανές σύμπλεγμα μιας αόρατης παγκόσμιας μεταμητρόπολης, τα αεροπλάνα παίρνουν τα χαρακτηριστικά των αστικών μεταφορών για να μετακινούνται οι πλανητικοί νομάδες, αυτοί οι μακρινοί απόγονοι του ανθρώπου χωρίς ιδιότητες, ενώ ο δημόσιος χώρος σχεδιάζεται αποκλειστικά για τις ανάγκες της κυκλοφορίας, χωρίς στάσεις, μακριά απ’ το ατύχημα της συνάντησης. Οι διαδικασίες επιταχύνονται ιλιγγιωδώς· με τα τρισεκατομμύρια ευρώ να κινούνται με ταχύτητες του φωτός πάνω απ’ τα κεφάλια μας σε μια πλασματική οικονομία που περιπαίζει τον ίδιο τον νόμο της Αξίας, με τις ειδήσεις να διαδίδονται οριακά πριν ακόμα συμβούν τα γεγονότα, εκεί που όλα γίνονται με ένα μόνο click, εκεί που χάρη στην υψηλή τεχνολογία όλοι μπορούν να διαθέσουν την εικόνα τους παντού ανά πάσα στιγμή, με το μεγάλο happening της πανταχού παρουσίας να επεκτείνεται απ’ άκρη σ’ άκρη, πιθανότατα στο εγγύς μέλλον θα είναι δουλειά του αρχαιολόγου να μας εξηγήσει πως έμοιαζε αυτός ο γρήγορος κόσμος την προηγούμενη δεκαετία. Μια υβριδική οικουμένη σε κατάστασης φυγής μέχρι την ολική εξάλειψη των πολιτισμικών διαφορών και της ιδιαιτερότητας των τόπων· κινέζικο στο Λονδίνο, McDonalds στο Λάγος, ανανάδες στον Καναδά, ποδόσφαιρο στη Σαουδική Αραβία, μουσείο του Λούβρου στο Ντουμπάι, εμπορικά κέντρα σε κάθε περιοχή, σούπερ μάρκετ σε κάθε γειτονιά, smartphones σε κάθε τσέπη. Η αυτοκρατορία της μόδας, η επικράτηση του ψηφιακού εκκοινωνισμού, η υιοθέτηση του ίδιου παραγωγικού μοντέλου σε κάθε χώρα, τα πρότυπα των διασημοτήτων, η φιλελευθεροποίηση όλου του πλανήτη και ο ουνιβερσαλισμός του θεάματος, μεταξύ άλλων, κάνουν το όραμα του McLuhan να μοιάζει πραγματικό. Καλώς ήρθατε στο «παγκόσμιο χωριό».
«Ορμή προς τα μπρος», η φράση που αποκρυσταλλώνει με τον πιο διαυγή τρόπο το πνεύμα της εποχής μας. Τα ρολόγια είναι πάντα κουρδισμένα μερικά λεπτά μπροστά. Ένα βροντερό κίνημα νεοφουτουρισμού κάνει την εμφάνισή του, εκθειάζει τις δυνατότητες των νέων τεχνολογιών, αποδομεί και ξεριζώνει ήθη, έθιμα, ταυτότητες, κουλτούρες, δεσμούς, όλο εν ολίγοις το υπάρχον απ’ τα πόδια μας, επιστρατεύει έναν στυγνό πραγματισμό με μοναδικό σκοπό τον εκσυγχρονισμό του καπιταλισμού, τη δημιουργία ενός τουρμποκαπιταλισμού όπου όλες οι κοινωνικές σχέσεις θα φθείρονται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μέσα στις διαδρομές της αποδοτικότητας. Απ’ την άλλη, το μέλλον οδηγείται στην οριστική απομάγευσή του, δεν είναι διακριτή πουθενά πλέον η μεσσιανική και υπερβατική ανάγνωση του μελλοντικού χρόνου όπου μια μέρα, αργά ή γρήγορα, το υποκείμενο θα λυτρωθεί απ’ τα δεινά που είναι αλυσοδεμένο, την εκμετάλλευση, την αποξένωση, την ετερονομία, τους καταναγκασμούς· ο προσανατολισμός προς το μέλλον συμβολίζει τη συμφιλίωση με τις νόρμες του παρόντος. Βρισκόμαστε στο ευτελές σημείο του να προσδοκούμε απ’ το μέλλον απλώς να κάνει λίγο πιο υποφερτό το παρόν χωρίς κάποιο μακροπρόθεσμο όραμα: να εξασφαλίσουμε απλώς την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση, την κατανάλωση, τη διασκέδαση, την υγεία. Νεοφουτουρισμός ριγμένος στον λάκκο του βραχυπρόθεσμου που ο ίδιος έσκαψε μ’ αυτή τη συμπύκνωση του χρονικού ορίζοντα του μέλλοντος. Ώθηση προς το μέλλον χωρίς ταξίδι, μα εν μέσω μιας τεχνο-επιστημονικής εξομάλυνσης με την υπόσχεση ότι δεν θα πάμε πολύ μακριά, ότι απλώς θα δοκιμάσουμε ξανά και ξανά όλα τα αποτυχημένα σενάρια του παρελθόντος μέχρι τον τελικό υπερκορεσμό των δυνατοτήτων εξυγίανσης του παρόντος.
Ξεπέρασμα όλων εκείνων των αξιών ή των μορφών κοινωνικής θέσμισης που θα αποτελούσαν δυνητικά τροχοπέδη σ’ αυτή την κούρσα. Ως εκ τούτου, το ακραίο, το «εκτός ορίων», το «δίχως φραγμούς» βρίσκονται στον πυρήνα των φαντασιακών σημασιών της σημερινής κοινωνίας. Η αβεβαιότητα, ο κλονισμός, η ανασφάλεια, η τρωτότητα, η σχιζοφρένεια, ο αυτοματισμός έρχονται στο προσκήνιο και διαπερνούν όλη την ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να υποπέσουμε στο λάθος να θεωρήσουμε τα αυξητικά ποσοστά των αυτοκτονιών, των κατά συρροήν δολοφόνων, των βουλιμικών, των ανορεκτικών, των κοινωνιο-επικοινωνιακών νευρικών διαταραχών, των καταθλιπτικών, των φαινομένων άσκοπης βίας, του χουλιγκανισμού, του φονταμενταλισμού, της κατανάλωσης ναρκωτικών και των απανταχού δυστυχημάτων ως περιπτώσεις «μη κανονικότητας». Η υπερβολή, η αμετροέπεια, ο εξτρεμισμός απλώς υπερθεματίζουν την τροπή της κανονικότητας, είναι ακραίες εκδηλώσεις της ποιότητας ζωής που διάγουμε και όχι συμπεριφορές εκ διαμέτρου αντίθετες απ’ το πρότυπο που προωθεί η σημερινή κοινωνία. Άλλωστε, αυτά μπορούν να συμβούν στον καθένα, να μας χτυπήσουν την πόρτα ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτό και αυτά τα φαινόμενα έχουν πάψει να σοκάρουν, είναι εσωτερικευμένα στο συλλογικό ασυνείδητο. Μια ολιγόλεπτη συγκινησιακή φόρτιση μπρος στη θέα τους μέχρι την επόμενη είδηση ή διαφήμιση. Η ζωή συνεχίζεται, πρέπει να συνεχιστεί, με κάθε τίμημα, πάντα προς τα μπρος, με γοργούς ρυθμούς προς την κατεύθυνση της προόδου.
Δραματική εντατικοποίηση των ρυθμών, διαρκείς τάσεις φυγής, τουριστική νοοτροπία, κοινωνική κινητικότητα, αποσύνθεση όλων εκείνων των ανθρώπινων δεσμών που υπονοούν σταθερότητα, μονιμότητα, ρίζωμα· στο βασίλειο του κατ’ επείγοντος οι σχέσεις γίνονται φευγαλέες, αυθαίρετες και εφήμερες, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν της πεμπτουσίας της καπιταλιστικής κοινωνίας: της κυκλοφορίας και ανταλλαγής εμπορευμάτων μέσα στην αγορά. Αυτήν την εξατομίκευση των κοινωνικών σχέσεων υποδέχεται η εξουδετέρωση του κοινωνικού χρόνου. Μέσα στον άκρατο ανταγωνισμό οι χρονικότητες παύουν να καταμερίζονται για τη διεκπεραίωση ενός κοινωνικού έργου, ο χρόνος έχει διαιρεθεί σε τέτοιο βαθμό που βιώνεται ατομικά και μοναχικά, χωρίς κάποιο κοινωνικό ανάφορο, χωρίς όλες οι επιμέρους και συγκεκριμένες ατομικές δραστηριότητες να συνέχονται από έναν κοινωνικό ρυθμό ή την εντύπωση ιστορικής σύνδεσης μεταξύ τους. Μέσα στις ξέφρενες συνθήκες της καθημερινής επιβίωσης ο χρόνος του ενός αποτελεί εμπόδιο για τον χρόνο του άλλου. Δαιδαλώδης τρέλα σαν αυτή που περίμενε τον Κ. στονΠύργο του Κάφκα, με τον χρόνο του να αναστατώνεται και να απορρυθμίζεται διαρκώς από τις ανεξήγητες καθυστερήσεις και τις επείγουσες ανάγκες των άλλων, τα κρεβάτια στο ξενοδοχείο όπου διαμένει να παραχωρούνται για λίγη ώρα ώστε να πρέπει να μάθει να κοιμάται πιο γρήγορα.
Ιδού το παράδοξο που καλούμαστε να συνειδητοποιήσουμε: η γενικευμένη επιτάχυνση της ζωής στη σημερινή κοινωνία, που επιφέρει η τεχνολογική πρόοδος, αντί να λύνει το πρόβλημα του χρόνου, το πολλαπλασιάζει. Τη στιγμή που όλα γίνονται όλο και πιο γρήγορα, με την τεχνολογία να απογειώνει όλες τις συντεταγμένες της ανθρώπινης κατάστασης, ερχόμαστε αντιμέτωποι με το παράδοξο της εξάντλησης των αποθεμάτων του κοινωνικού και ατομικού χρόνου. Ο χρόνος γίνεται ένα σπάνιο αγαθό, όλοι μας διαμαρτυρόμαστε ότι δεν έχουμε χρόνο, κυνηγάμε τον χρόνο, πασχίζουμε να βρούμε λίγο χρόνο. Οι χρονικές δομές της επιτάχυνσης φτάνουν στην κορύφωσή τους, στην κατάσταση της polar inertia, στο σημείο όπου όλος ο χρόνος έχει κατατροπωθεί μέσα στην ταχύτητά του και τίποτα δεν συμβαίνει: οι σοβαρές συζητήσεις μοιάζουν τόσο «μεγάλες» που διαρκώς αναβάλλονται· η διαστολή των εργασιακών ρυθμών ωθεί τους ανθρώπους στο να μην προλαβαίνουν ν’ αγαπήσουν· η ερωτική πράξη είναι υπόθεση μερικών δευτερολέπτων μέχρι να ξαναντυθούμε βιαστικά και να εξαφανιστούμε εκ νέου στη μοναξιά μας· η κοινωνικότητα «σε απ’ ευθείας σύνδεση» κατασκευάζει χιλιόμετρα απομάκρυνσης. Πρόκειται για την κατάρρευση της απόλυτης κίνησης, όπου είμαστε ο ένας πάνω στον άλλον μέσα σ’ έναν απόλυτα θρυμματισμένο χρόνο: αντίφαση μιας μόνιμης εγκατάστασης όπου απ’ την έννοια του «κατοικείν» περνάμε στη λογική του ανεφοδιασμού και στην παρεμπόδιση της διάβασης εξαιτίας της συντόμευσης. Από το πρωινό μποτιλιάρισμα στους δρόμους, τις εφήμερες σιωπηλές «κοινότητες» σε μετρό, λεωφορεία και στις ουρές του ΟΑΕΔ, τη μετάβαση από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο και από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο, την τηλεργασία, τα terrabyte πληροφοριών που κανείς δεν βρίσκει τον χρόνο να επεξεργαστεί, το ίδιο τραγούδι που παίζει ξανά και ξανά, μέχρι τους wifi φίλους και ερωτικούς συντρόφους, το zapping και το scroll down μπορούμε να υποθέσουμε ότι πραγματοποιείται μια συλλογική επένδυση του καθημερινού χρονομετρικού κεφαλαίου στην πολική αδράνεια, την αδράνεια που δημιουργείται μέσα από την κοινωνική επιτάχυνση.
Ο χρόνος μέσα στην polar inertia δεν είναι ο χρόνος που περνάμε, δεν είναι καν ελεύθερος χρόνος ή σχόλη, είναι ο χρόνος που χάνουμε, που σπαταλούμε, είναι η άλλη όψη του υποδουλωμένου χρόνου στην εξουσία της επιτάχυνσης, στη μείωση, τη συστολή, τη συμπίεση· είναι εντροπία και νέμεσις, η περιστολή του κόσμου στο μηδέν. Στο ένα άκρο κινητικότητα, ενεργητικότητα, ευελιξία, ντοπάρισμα, ηδονισμός, υπερεργασία, κίνημα, υπερδιέγερση, ερεθισμός, transit και στο άλλο άκρο στασιμότητα, ύφεση, κατάρρευση, δυσκαμψία, καταστολή, μαζική ανεργία, ανάθεση, αδιαφορία, αναισθησία, εγκλωβισμός. Πρόκειται για τη συντριβή του ατόμου μέσα στους νεκρούς χρόνους, μέσα σε συνθήκες όπου υπάρχει χρόνος και δεν ξέρουμε τι να τον κάνουμε, αδυνατούμε να τον χρησιμοποιήσουμε. Είναι τέτοια η εκγύμνασή μας στη δικτατορία της ταχύτητας όπου η μόνη δυνατή λύση είναι απλώς να ξαναμπούμε στις ροές δικτύων και κυκλωμάτων, στην πτήση της λήθης για ν’ αποφύγουμε την επαφή με τον εαυτό μας, τη συνάντηση με τους άλλους, τη συνέχεια, τη ρύθμιση, τη βραδύτητα και την υπομονή. Ένας αγώνας ενάντια στη μνήμη, τις αγωνίες της ύπαρξης, τον κόσμο εν τέλει της πράξης και κάθε δραστηριότητας που απαιτεί χρόνο, νόστο, διάρκεια προκειμένου να μεστώσει το νόημα. Διέξοδο απ’ το νόημα πάντα είναι έτοιμα να προσφέρουν η βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου, η τηλεόραση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα gadgets που τακτοποιούν την πλήξη που προκαλεί η τυραννία της εμφάνισης του χρόνου έξω απ’ τα δεσμά της επιτέλεσης, της εργασίας, της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, του υπολογισμού, του ανταγωνισμού. Εκεί, με άλλα λόγια, που επιτάχυνση και αδράνεια δεν έχουν ούτε αρχή ούτε τέλος.
Μικρό δοκίμιο περί βιβλιογραφίας
Η φράση του Χένρι Μίλλερ περιέχεται στο βιβλίο του Κλιμαζόμενος Εφιάλτης (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2009), μια κατάθεση ψυχής, inter alia, ενάντια στην πρόοδο, την αστική κοινωνία και τον πόλεμο εν μέσω περιπλανήσεων στα σοκάκια μιας άλλης Αμερικής. Αναφορικά με την κοινωνική επιτάχυνση ο αναγνώστης μπορεί να εμπιστευτεί το κείμενο του Ζιλ Λιποβετσκί, «Χρόνος εναντίον χρόνου ή η υπερνεωτερική κοινωνία» στο Παγκοσμιοποίηση και υπερνεωτερικότητα. Κοσμοπολιτισμός και Δυτικός πολιτισμός (μτφρ. Βασίλης Τομανάς, Θεσσαλονίκη: Νησίδες, 2012). Στην πλευρά των υπέρμαχων της επιτάχυνσης καταλογίζονται οι Ντελέζ, Γκουατταρί, Λυοτάρ και Νέγκρι· βλέπε Robin Mackay και Armen Avanessian (επιμ.), #ACCELERATE: The Accelerationist Reader (Αγγλία: Urbanomic, 2014). Τα τελευταία χρόνια αρχίζει να χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο ο όρος ακόμη και στη συμβατική κοινωνιολογία και ανθρωπολογία. Κλασικά παραδείγματα είναι τα βιβλία του Hartmut Rosa: βλ. Hartmut Rosa, Social Acceleration: A New Theory of Modernity (μτφρ. στα αγγλικά, Jonathan Trejo-Mathys, Νεα Υόρκη: Columbia University Press, 2013) και Hartmut Rosa και William Scheuerman (επιμ.), High Speed Society: Social Acceleration, Power and Modernity (Πενσυλβάνια: Penn State University Press, 2010), ενώ αρκετά συγγενικές είναι και οι πρόσφατες αναλύσεις για τον «fast track» καπιταλισμό, την εποχή του ίντερνετ, τις υπερπαραγωγές της βιομηχανίας του πολιτισμού, την επικράτηση της εναέριας κυκλοφορίας κ.ο.κ. Μια φαινομενολογική αν και μονοδιάστατη προσέγγιση αυτής της διαδικασίας μπορεί να θεωρηθεί το βιβλίο του James Gleick, Faster: The Acceleration of Just Everything (Νέα Υόρκη: Pantheon Books, 1999). Φυσικά οι αναλύσεις του Χάρβει για την «χωροχρονική συμπιέση» στην κατάσταση της μετανεωτερικότητας διατηρούν ακέραιη την αξία τους. Βλ. Harvey David, Η κατάσταση της μετανεωτερικότητας: Διερεύνηση των απαρχών της πολιτισμικής μεταβολής (μτφρ. Αστερίου Ελένη, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2009). Ακόμη, σπουδαίες και κλασικές παρατηρήσεις μπορεί να βρει κανείς στα βιβλία του Ζαν Μπωντρυγιάρ Η έκσταση της επικοινωνίας (μτφρ. Αθανασόπουλος Βαγγέλης, Αθήνα: Καρδαμίτσα, 1991) και Η διαφάνεια του κακού (μτφρ. Σαρίκας Ζήσης, Αθήνα: Εξάντας, 1996), βιβλία που ο Μπωντρυγιάρ πραγματεύεται εξίσου και το ζήτημα της πολικής αδράνειας, της «αδράνειας σε καθεστώς απόλυτης ταχύτητας». Για μια πιο εμπεριστατωμένη ματιά πάνω στη θεματική της πολικής αδράνειας, σίγουρα το L’Inertie polaire: essai sur le contrôle d’environnement (Παρίσι: Christian Bourgois, 1990) του Πωλ Βιριλιό μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός, έργο που, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα βιβλία του εν λόγω συγγραφέα, προφήτευσε σε μεγάλο βαθμό τη δικτατορία της ταχύτητας στη νεωτερική κοινωνία· βλέπε ιδιαίτερα το Vitesse et Politique: essai de dromologie (Παρίσι: Galilée, 1977) και τον Καθαρό Πόλεμο (μτφρ. Δρατζίδης Αθανάσιος, Θεσσαλονίκη: Νησίδες, 2003) του ίδιου συγγραφέα.
Νικόλας Γκίμπης
http://www.respublica.gr/2015/06/column/acceleration-inertia/
Οι αποστάσεις μειώνονται δραματικά· με τις πόλεις ανά την οικουμένη να γίνονται όλο και πιο ομοιόμορφες και να εντάσσονται σ’ ένα αχανές σύμπλεγμα μιας αόρατης παγκόσμιας μεταμητρόπολης, τα αεροπλάνα παίρνουν τα χαρακτηριστικά των αστικών μεταφορών για να μετακινούνται οι πλανητικοί νομάδες, αυτοί οι μακρινοί απόγονοι του ανθρώπου χωρίς ιδιότητες, ενώ ο δημόσιος χώρος σχεδιάζεται αποκλειστικά για τις ανάγκες της κυκλοφορίας, χωρίς στάσεις, μακριά απ’ το ατύχημα της συνάντησης. Οι διαδικασίες επιταχύνονται ιλιγγιωδώς· με τα τρισεκατομμύρια ευρώ να κινούνται με ταχύτητες του φωτός πάνω απ’ τα κεφάλια μας σε μια πλασματική οικονομία που περιπαίζει τον ίδιο τον νόμο της Αξίας, με τις ειδήσεις να διαδίδονται οριακά πριν ακόμα συμβούν τα γεγονότα, εκεί που όλα γίνονται με ένα μόνο click, εκεί που χάρη στην υψηλή τεχνολογία όλοι μπορούν να διαθέσουν την εικόνα τους παντού ανά πάσα στιγμή, με το μεγάλο happening της πανταχού παρουσίας να επεκτείνεται απ’ άκρη σ’ άκρη, πιθανότατα στο εγγύς μέλλον θα είναι δουλειά του αρχαιολόγου να μας εξηγήσει πως έμοιαζε αυτός ο γρήγορος κόσμος την προηγούμενη δεκαετία. Μια υβριδική οικουμένη σε κατάστασης φυγής μέχρι την ολική εξάλειψη των πολιτισμικών διαφορών και της ιδιαιτερότητας των τόπων· κινέζικο στο Λονδίνο, McDonalds στο Λάγος, ανανάδες στον Καναδά, ποδόσφαιρο στη Σαουδική Αραβία, μουσείο του Λούβρου στο Ντουμπάι, εμπορικά κέντρα σε κάθε περιοχή, σούπερ μάρκετ σε κάθε γειτονιά, smartphones σε κάθε τσέπη. Η αυτοκρατορία της μόδας, η επικράτηση του ψηφιακού εκκοινωνισμού, η υιοθέτηση του ίδιου παραγωγικού μοντέλου σε κάθε χώρα, τα πρότυπα των διασημοτήτων, η φιλελευθεροποίηση όλου του πλανήτη και ο ουνιβερσαλισμός του θεάματος, μεταξύ άλλων, κάνουν το όραμα του McLuhan να μοιάζει πραγματικό. Καλώς ήρθατε στο «παγκόσμιο χωριό».
«Ορμή προς τα μπρος», η φράση που αποκρυσταλλώνει με τον πιο διαυγή τρόπο το πνεύμα της εποχής μας. Τα ρολόγια είναι πάντα κουρδισμένα μερικά λεπτά μπροστά. Ένα βροντερό κίνημα νεοφουτουρισμού κάνει την εμφάνισή του, εκθειάζει τις δυνατότητες των νέων τεχνολογιών, αποδομεί και ξεριζώνει ήθη, έθιμα, ταυτότητες, κουλτούρες, δεσμούς, όλο εν ολίγοις το υπάρχον απ’ τα πόδια μας, επιστρατεύει έναν στυγνό πραγματισμό με μοναδικό σκοπό τον εκσυγχρονισμό του καπιταλισμού, τη δημιουργία ενός τουρμποκαπιταλισμού όπου όλες οι κοινωνικές σχέσεις θα φθείρονται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα μέσα στις διαδρομές της αποδοτικότητας. Απ’ την άλλη, το μέλλον οδηγείται στην οριστική απομάγευσή του, δεν είναι διακριτή πουθενά πλέον η μεσσιανική και υπερβατική ανάγνωση του μελλοντικού χρόνου όπου μια μέρα, αργά ή γρήγορα, το υποκείμενο θα λυτρωθεί απ’ τα δεινά που είναι αλυσοδεμένο, την εκμετάλλευση, την αποξένωση, την ετερονομία, τους καταναγκασμούς· ο προσανατολισμός προς το μέλλον συμβολίζει τη συμφιλίωση με τις νόρμες του παρόντος. Βρισκόμαστε στο ευτελές σημείο του να προσδοκούμε απ’ το μέλλον απλώς να κάνει λίγο πιο υποφερτό το παρόν χωρίς κάποιο μακροπρόθεσμο όραμα: να εξασφαλίσουμε απλώς την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση, την κατανάλωση, τη διασκέδαση, την υγεία. Νεοφουτουρισμός ριγμένος στον λάκκο του βραχυπρόθεσμου που ο ίδιος έσκαψε μ’ αυτή τη συμπύκνωση του χρονικού ορίζοντα του μέλλοντος. Ώθηση προς το μέλλον χωρίς ταξίδι, μα εν μέσω μιας τεχνο-επιστημονικής εξομάλυνσης με την υπόσχεση ότι δεν θα πάμε πολύ μακριά, ότι απλώς θα δοκιμάσουμε ξανά και ξανά όλα τα αποτυχημένα σενάρια του παρελθόντος μέχρι τον τελικό υπερκορεσμό των δυνατοτήτων εξυγίανσης του παρόντος.
Ξεπέρασμα όλων εκείνων των αξιών ή των μορφών κοινωνικής θέσμισης που θα αποτελούσαν δυνητικά τροχοπέδη σ’ αυτή την κούρσα. Ως εκ τούτου, το ακραίο, το «εκτός ορίων», το «δίχως φραγμούς» βρίσκονται στον πυρήνα των φαντασιακών σημασιών της σημερινής κοινωνίας. Η αβεβαιότητα, ο κλονισμός, η ανασφάλεια, η τρωτότητα, η σχιζοφρένεια, ο αυτοματισμός έρχονται στο προσκήνιο και διαπερνούν όλη την ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής. Συνεπώς, δεν θα πρέπει να υποπέσουμε στο λάθος να θεωρήσουμε τα αυξητικά ποσοστά των αυτοκτονιών, των κατά συρροήν δολοφόνων, των βουλιμικών, των ανορεκτικών, των κοινωνιο-επικοινωνιακών νευρικών διαταραχών, των καταθλιπτικών, των φαινομένων άσκοπης βίας, του χουλιγκανισμού, του φονταμενταλισμού, της κατανάλωσης ναρκωτικών και των απανταχού δυστυχημάτων ως περιπτώσεις «μη κανονικότητας». Η υπερβολή, η αμετροέπεια, ο εξτρεμισμός απλώς υπερθεματίζουν την τροπή της κανονικότητας, είναι ακραίες εκδηλώσεις της ποιότητας ζωής που διάγουμε και όχι συμπεριφορές εκ διαμέτρου αντίθετες απ’ το πρότυπο που προωθεί η σημερινή κοινωνία. Άλλωστε, αυτά μπορούν να συμβούν στον καθένα, να μας χτυπήσουν την πόρτα ανά πάσα στιγμή. Γι’ αυτό και αυτά τα φαινόμενα έχουν πάψει να σοκάρουν, είναι εσωτερικευμένα στο συλλογικό ασυνείδητο. Μια ολιγόλεπτη συγκινησιακή φόρτιση μπρος στη θέα τους μέχρι την επόμενη είδηση ή διαφήμιση. Η ζωή συνεχίζεται, πρέπει να συνεχιστεί, με κάθε τίμημα, πάντα προς τα μπρος, με γοργούς ρυθμούς προς την κατεύθυνση της προόδου.
Δραματική εντατικοποίηση των ρυθμών, διαρκείς τάσεις φυγής, τουριστική νοοτροπία, κοινωνική κινητικότητα, αποσύνθεση όλων εκείνων των ανθρώπινων δεσμών που υπονοούν σταθερότητα, μονιμότητα, ρίζωμα· στο βασίλειο του κατ’ επείγοντος οι σχέσεις γίνονται φευγαλέες, αυθαίρετες και εφήμερες, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν της πεμπτουσίας της καπιταλιστικής κοινωνίας: της κυκλοφορίας και ανταλλαγής εμπορευμάτων μέσα στην αγορά. Αυτήν την εξατομίκευση των κοινωνικών σχέσεων υποδέχεται η εξουδετέρωση του κοινωνικού χρόνου. Μέσα στον άκρατο ανταγωνισμό οι χρονικότητες παύουν να καταμερίζονται για τη διεκπεραίωση ενός κοινωνικού έργου, ο χρόνος έχει διαιρεθεί σε τέτοιο βαθμό που βιώνεται ατομικά και μοναχικά, χωρίς κάποιο κοινωνικό ανάφορο, χωρίς όλες οι επιμέρους και συγκεκριμένες ατομικές δραστηριότητες να συνέχονται από έναν κοινωνικό ρυθμό ή την εντύπωση ιστορικής σύνδεσης μεταξύ τους. Μέσα στις ξέφρενες συνθήκες της καθημερινής επιβίωσης ο χρόνος του ενός αποτελεί εμπόδιο για τον χρόνο του άλλου. Δαιδαλώδης τρέλα σαν αυτή που περίμενε τον Κ. στονΠύργο του Κάφκα, με τον χρόνο του να αναστατώνεται και να απορρυθμίζεται διαρκώς από τις ανεξήγητες καθυστερήσεις και τις επείγουσες ανάγκες των άλλων, τα κρεβάτια στο ξενοδοχείο όπου διαμένει να παραχωρούνται για λίγη ώρα ώστε να πρέπει να μάθει να κοιμάται πιο γρήγορα.
Ιδού το παράδοξο που καλούμαστε να συνειδητοποιήσουμε: η γενικευμένη επιτάχυνση της ζωής στη σημερινή κοινωνία, που επιφέρει η τεχνολογική πρόοδος, αντί να λύνει το πρόβλημα του χρόνου, το πολλαπλασιάζει. Τη στιγμή που όλα γίνονται όλο και πιο γρήγορα, με την τεχνολογία να απογειώνει όλες τις συντεταγμένες της ανθρώπινης κατάστασης, ερχόμαστε αντιμέτωποι με το παράδοξο της εξάντλησης των αποθεμάτων του κοινωνικού και ατομικού χρόνου. Ο χρόνος γίνεται ένα σπάνιο αγαθό, όλοι μας διαμαρτυρόμαστε ότι δεν έχουμε χρόνο, κυνηγάμε τον χρόνο, πασχίζουμε να βρούμε λίγο χρόνο. Οι χρονικές δομές της επιτάχυνσης φτάνουν στην κορύφωσή τους, στην κατάσταση της polar inertia, στο σημείο όπου όλος ο χρόνος έχει κατατροπωθεί μέσα στην ταχύτητά του και τίποτα δεν συμβαίνει: οι σοβαρές συζητήσεις μοιάζουν τόσο «μεγάλες» που διαρκώς αναβάλλονται· η διαστολή των εργασιακών ρυθμών ωθεί τους ανθρώπους στο να μην προλαβαίνουν ν’ αγαπήσουν· η ερωτική πράξη είναι υπόθεση μερικών δευτερολέπτων μέχρι να ξαναντυθούμε βιαστικά και να εξαφανιστούμε εκ νέου στη μοναξιά μας· η κοινωνικότητα «σε απ’ ευθείας σύνδεση» κατασκευάζει χιλιόμετρα απομάκρυνσης. Πρόκειται για την κατάρρευση της απόλυτης κίνησης, όπου είμαστε ο ένας πάνω στον άλλον μέσα σ’ έναν απόλυτα θρυμματισμένο χρόνο: αντίφαση μιας μόνιμης εγκατάστασης όπου απ’ την έννοια του «κατοικείν» περνάμε στη λογική του ανεφοδιασμού και στην παρεμπόδιση της διάβασης εξαιτίας της συντόμευσης. Από το πρωινό μποτιλιάρισμα στους δρόμους, τις εφήμερες σιωπηλές «κοινότητες» σε μετρό, λεωφορεία και στις ουρές του ΟΑΕΔ, τη μετάβαση από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο και από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο, την τηλεργασία, τα terrabyte πληροφοριών που κανείς δεν βρίσκει τον χρόνο να επεξεργαστεί, το ίδιο τραγούδι που παίζει ξανά και ξανά, μέχρι τους wifi φίλους και ερωτικούς συντρόφους, το zapping και το scroll down μπορούμε να υποθέσουμε ότι πραγματοποιείται μια συλλογική επένδυση του καθημερινού χρονομετρικού κεφαλαίου στην πολική αδράνεια, την αδράνεια που δημιουργείται μέσα από την κοινωνική επιτάχυνση.
Ο χρόνος μέσα στην polar inertia δεν είναι ο χρόνος που περνάμε, δεν είναι καν ελεύθερος χρόνος ή σχόλη, είναι ο χρόνος που χάνουμε, που σπαταλούμε, είναι η άλλη όψη του υποδουλωμένου χρόνου στην εξουσία της επιτάχυνσης, στη μείωση, τη συστολή, τη συμπίεση· είναι εντροπία και νέμεσις, η περιστολή του κόσμου στο μηδέν. Στο ένα άκρο κινητικότητα, ενεργητικότητα, ευελιξία, ντοπάρισμα, ηδονισμός, υπερεργασία, κίνημα, υπερδιέγερση, ερεθισμός, transit και στο άλλο άκρο στασιμότητα, ύφεση, κατάρρευση, δυσκαμψία, καταστολή, μαζική ανεργία, ανάθεση, αδιαφορία, αναισθησία, εγκλωβισμός. Πρόκειται για τη συντριβή του ατόμου μέσα στους νεκρούς χρόνους, μέσα σε συνθήκες όπου υπάρχει χρόνος και δεν ξέρουμε τι να τον κάνουμε, αδυνατούμε να τον χρησιμοποιήσουμε. Είναι τέτοια η εκγύμνασή μας στη δικτατορία της ταχύτητας όπου η μόνη δυνατή λύση είναι απλώς να ξαναμπούμε στις ροές δικτύων και κυκλωμάτων, στην πτήση της λήθης για ν’ αποφύγουμε την επαφή με τον εαυτό μας, τη συνάντηση με τους άλλους, τη συνέχεια, τη ρύθμιση, τη βραδύτητα και την υπομονή. Ένας αγώνας ενάντια στη μνήμη, τις αγωνίες της ύπαρξης, τον κόσμο εν τέλει της πράξης και κάθε δραστηριότητας που απαιτεί χρόνο, νόστο, διάρκεια προκειμένου να μεστώσει το νόημα. Διέξοδο απ’ το νόημα πάντα είναι έτοιμα να προσφέρουν η βιομηχανία του ελεύθερου χρόνου, η τηλεόραση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα gadgets που τακτοποιούν την πλήξη που προκαλεί η τυραννία της εμφάνισης του χρόνου έξω απ’ τα δεσμά της επιτέλεσης, της εργασίας, της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, του υπολογισμού, του ανταγωνισμού. Εκεί, με άλλα λόγια, που επιτάχυνση και αδράνεια δεν έχουν ούτε αρχή ούτε τέλος.
Μικρό δοκίμιο περί βιβλιογραφίας
Η φράση του Χένρι Μίλλερ περιέχεται στο βιβλίο του Κλιμαζόμενος Εφιάλτης (μτφρ. Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2009), μια κατάθεση ψυχής, inter alia, ενάντια στην πρόοδο, την αστική κοινωνία και τον πόλεμο εν μέσω περιπλανήσεων στα σοκάκια μιας άλλης Αμερικής. Αναφορικά με την κοινωνική επιτάχυνση ο αναγνώστης μπορεί να εμπιστευτεί το κείμενο του Ζιλ Λιποβετσκί, «Χρόνος εναντίον χρόνου ή η υπερνεωτερική κοινωνία» στο Παγκοσμιοποίηση και υπερνεωτερικότητα. Κοσμοπολιτισμός και Δυτικός πολιτισμός (μτφρ. Βασίλης Τομανάς, Θεσσαλονίκη: Νησίδες, 2012). Στην πλευρά των υπέρμαχων της επιτάχυνσης καταλογίζονται οι Ντελέζ, Γκουατταρί, Λυοτάρ και Νέγκρι· βλέπε Robin Mackay και Armen Avanessian (επιμ.), #ACCELERATE: The Accelerationist Reader (Αγγλία: Urbanomic, 2014). Τα τελευταία χρόνια αρχίζει να χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο ο όρος ακόμη και στη συμβατική κοινωνιολογία και ανθρωπολογία. Κλασικά παραδείγματα είναι τα βιβλία του Hartmut Rosa: βλ. Hartmut Rosa, Social Acceleration: A New Theory of Modernity (μτφρ. στα αγγλικά, Jonathan Trejo-Mathys, Νεα Υόρκη: Columbia University Press, 2013) και Hartmut Rosa και William Scheuerman (επιμ.), High Speed Society: Social Acceleration, Power and Modernity (Πενσυλβάνια: Penn State University Press, 2010), ενώ αρκετά συγγενικές είναι και οι πρόσφατες αναλύσεις για τον «fast track» καπιταλισμό, την εποχή του ίντερνετ, τις υπερπαραγωγές της βιομηχανίας του πολιτισμού, την επικράτηση της εναέριας κυκλοφορίας κ.ο.κ. Μια φαινομενολογική αν και μονοδιάστατη προσέγγιση αυτής της διαδικασίας μπορεί να θεωρηθεί το βιβλίο του James Gleick, Faster: The Acceleration of Just Everything (Νέα Υόρκη: Pantheon Books, 1999). Φυσικά οι αναλύσεις του Χάρβει για την «χωροχρονική συμπιέση» στην κατάσταση της μετανεωτερικότητας διατηρούν ακέραιη την αξία τους. Βλ. Harvey David, Η κατάσταση της μετανεωτερικότητας: Διερεύνηση των απαρχών της πολιτισμικής μεταβολής (μτφρ. Αστερίου Ελένη, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2009). Ακόμη, σπουδαίες και κλασικές παρατηρήσεις μπορεί να βρει κανείς στα βιβλία του Ζαν Μπωντρυγιάρ Η έκσταση της επικοινωνίας (μτφρ. Αθανασόπουλος Βαγγέλης, Αθήνα: Καρδαμίτσα, 1991) και Η διαφάνεια του κακού (μτφρ. Σαρίκας Ζήσης, Αθήνα: Εξάντας, 1996), βιβλία που ο Μπωντρυγιάρ πραγματεύεται εξίσου και το ζήτημα της πολικής αδράνειας, της «αδράνειας σε καθεστώς απόλυτης ταχύτητας». Για μια πιο εμπεριστατωμένη ματιά πάνω στη θεματική της πολικής αδράνειας, σίγουρα το L’Inertie polaire: essai sur le contrôle d’environnement (Παρίσι: Christian Bourgois, 1990) του Πωλ Βιριλιό μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός, έργο που, σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα βιβλία του εν λόγω συγγραφέα, προφήτευσε σε μεγάλο βαθμό τη δικτατορία της ταχύτητας στη νεωτερική κοινωνία· βλέπε ιδιαίτερα το Vitesse et Politique: essai de dromologie (Παρίσι: Galilée, 1977) και τον Καθαρό Πόλεμο (μτφρ. Δρατζίδης Αθανάσιος, Θεσσαλονίκη: Νησίδες, 2003) του ίδιου συγγραφέα.
Νικόλας Γκίμπης
http://www.respublica.gr/2015/06/column/acceleration-inertia/