του Γιώργου Λιερού
Η πρόσφατη στροφή του εθνικού κινήματος των Κούρδων της Τουρκίας και της Συρίας σε ελευθεριακές ιδέες και πρακτικές – η οποία έγινε γνωστή σ’ ένα ευρύτερο κοινό με την ηρωική και νικηφόρα υπεράσπιση της πόλης του Κομπάνι -, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα συμβάν μείζονος σημασίας για τα κινήματα των λαών της περιοχής αλλά και επίσης συνολικά για την γεωπολιτική διάταξη των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Σε μια τέτοια περίπτωση θα πυροδοτούνταν διαδικασίες οι οποίες θα έδιναν την ευκαιρία σε δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας να διανοίξουν εναλλακτικές στην αδιέξοδη κατάσταση στην οποία έχει εγκλωβιστεί σήμερα η χώρα εξαιτίας της μονομερούς και από υποδεέστερη θέση ταύτισης με μια φθίνουσα Ευρώπη. Και δεν υπάρχει ελευθερία για τον λαό μας χωρίς απαγκρίστρωση από την «Ευρώπη» (από την «ευρωπαϊκή λύση», από το μισο-αποικιακό καθεστώς που μας έχει επιβληθεί στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Το Κουρδικό κίνημα προτείνει ένα είδος πολιτικής αυτοδιοίκησης όπου όλες οι ομάδες της κοινωνίας και όλες οι πολιτισμικές ταυτότητες, θρησκευτικές κοινότητες, τάσεις μέσα στην διανόηση κ.α. μπορούν να εκφράσουν σε τοπικές συνελεύσεις, γενικές συνελεύσεις και συμβούλια. Κοινοτικοί συνεταιρισμοί αναλαμβάνουν την γεωργία αλλά και την διαχείριση του νερού και της ενέργειας. Οι διαδικασίες λήψης των αποφάσεων εντοπίζονται στις κοινότητες και στους τοπικούς λαϊκούς θεσμούς. Τα πιο κεντρικά επίπεδα εξυπηρετούν μόνο τον συντονισμό και την έκφραση της βούλησης των κοινοτήτων∙ οι εκπρόσωποι έχουν περιορισμένη χρονικά εντολή και δεσμεύονται να μεταφέρουν τις απόψεις και να εκτελούν τις αποφάσεις των συνελεύσεων. Συγκροτούνται δημοκρατικές ομοσπονδίες που διατηρούν δυνάμεις αυτοάμυνας χωρίς τις οποίες θα έχαναν την ταυτότητα τους, την ικανότητά τους να λαμβάνουν δημοκρατικά αποφάσεις και την πολιτική τους φύση. Αυτές οι «δημοκρατίες βάσης» βρίσκονται σε αντίθεση με το έθνος-κράτος αλλά υπό ορισμένες συνθήκες θα μπορούσαν να συνυπάρξουν ειρηνικά μαζί του εφόσον το έθνος-κράτος δεν παρεμβαίνει σε κύρια ζητήματα της αυτοδιοίκησής τους. Οι δημοκρατικές ομοσπονδίες δεν θα περιοριστούν μόνο στην οργάνωσή τους σε μια συγκεκριμένη ιδιαίτερη περιοχή. Θα συσταθούν διασυνοριακές συνομοσπονδίες όταν οι ενδιαφερόμενες κοινωνίες το επιθυμούν. Θα σχηματιστεί με αυτόν τον τρόπο – και με δεδομένη πάντοτε την εστίαση στο τοπικό επίπεδο – μια συνεχής δημοκρατική πολιτική διαδικασία από το τοπικό έως το παγκόσμιο επίπεδο. Σε μια τέτοια προοπτική μια «Δημοκρατική Συνομοσπονδία του Ανατολικού Αιγαίου» θα ήταν ένα θετικό ξεκίνημα με επόμενο και πολύ σημαντικό βήμα την «Δημοκρατική Συνομοσπονδία της Μέσης Ανατολής».
Οι ιδέες του Μάρευ Μπούκσιν έφτασαν λοιπόν στα βουνά του Κουρδιστάν; Γεννήθηκε ένα Τσιάπας στην Ανατολική Ανατολία; Όμως οι απόψεις αυτές δεν είναι ξενόφερτες ιδέες διανοούμενων και πολιτικών αλλά αποτελούν μια εξαιρετικά ευφυή πολιτική πρόταση η οποία λαμβάνει σοβαρά υπόψη της την τοπική και την διεθνή πραγματικότητα. Το Κουρδιστάν, άλλωστε δεν στερείται των δικών του «προωθημένων» επαναστατικών παραδόσεων π.χ. η εμπειρία των εργατικών συμβουλίων κατά την επανάσταση του 1991 στο Ιρακινό Κουρδιστάν. Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν για τον «δημοκρατικό συνομοσπονδισμό» στηρίζεται ή έχει συνεκτιμήσει:
- Τις ιστορικές παραδόσεις της ευρύτερης περιοχής. Η Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια αποτελούν εδώ και τρεις-τέσσερις χιλιετιρίδες ένα κόσμο που σχηματίστηκε από την διαδοχή μιας σειράς αυτοκρατοριών και των κοινωνικών συγκρούσεων στα πλαίσιά τους ή εναντίον τους. (Αχαιμενίδες, Αλέξανδρος, Βυζαντινοί, Αβρασίδες, Οθωμανοί κ.α.)
- Την κοινωνική πραγματικότητα του σημερινού Κουρδιστάν στο οποίο, όπως και στους αυτόχθονες του Τσιάπας, διατηρούνται ισχυρές οι κοινοτικές παραδόσεις.
- Την οριστική χρεοκοπία του αραβικού εθνικισμού και των καθεστώτων που γέννησε. Αποτέλεσμα της εν λόγω χρεοκοπίας είναι η έκλειψη της αντιιμπεριαλιστικής προοπτικής, οι νίκες του Ισραήλ, η επέκταση του ισλαμισμού κ.α.· εναντίον αυτών των καθεστώτων στράφηκαν οι εξεγέρσεις της αραβικής άνοιξης.
- Την γενικότερη σημερινή υποβάθμιση του ρόλου του έθνους-κράτους και την αντίστοιχη αναβάθμιση υπερεθνικών ή υποεθνικών κρατικών συγκροτήσεων. Ο ενιαίος εθνικός χώρος κατατεμαχίζεται σε ζώνες οι οποίες στα πλαίσια της παγκόσμιας αγοράς (της παγκόσμιας «κοινωνίας των πολιτών») μπορούν να επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους.
Οι Κούρδοι επειδή ακριβώς κατανοούν πλήρως ότι ζουν στον 21ο αιώνα (εκείνο της παγκοσμιοποίησης, των μέγα-κρατών και των περιφερειακών ολοκληρώσεων) και όχι στον 19ο αιώνα (την εποχή των εθνικών, αστικών, δημοκρατικών επαναστάσεων) αρνούνται να ακολουθήσουν την «πεπατημένη»: ένα μικρό κρατίδιο ως αφετηρία (π.χ. στο Βόρειο Ιράκ και την Βορειοαναταλική Συρία) – όχι πραγματικό έθνος-κράτος αλλά προτεκτοράτο -, στην συνέχεια ένας μακροχρόνιος αλυτρωτικός αγώνας για την εθνική ολοκλήρωση, με την ελπίδα να συμπέσουν κάποια στιγμή οι εθνικές τους προσδοκίες με τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων∙ και με το τελικό αποτέλεσμα στη καλύτερη των περιπτώσεων να είναι ένα ακόμη αποτυχημένο έθνος-κράτος στην περιοχή.
Στο πνεύμα της εποχής, οι Κούρδοι επιλέγουν να κινηθούν κατά προτεραιότητα στο υπερεθνικό και το υποεθνικό επίπεδο· διεκδικούν την δημοκρατική αυτοδιοίκηση των (κουρδικών) πληθυσμών, μια κοινοτιστική οργάνωση των τοπικών οικονομιών και μια δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια ομοσπονδοποίηση η οποία να διαπερνά όλα τα σύνορα που τους χωρίζουν χωρίς οστόσο να τα καταργεί. Συγκροτούνται έτσι ομοσπονδιακές δομές οι οποίες δεν αποτελούν ένα καινούργιο έθνος-κράτος αλλά μια υπολογίσιμη πολιτική συγκρότηση σε ένα μεταεθνικό σύστημα εξουσίας. Με αυτή την πρόταση το κουρδικό κίνημα προσπαθεί να «πλαγιοκοπίσει» τα ισχυρά κράτη της Τουρκίας και του Ιράν υπό την εξουσία των οποίων ζει ο μεγάλος όγκος του κουρδικού πληθυσμού.
Όμως ένα εγχείρημα τέτοιας έκτασης δεν μπορεί να υπάρξει ως ένα ειδικά κουρδικό σχέδιο εθνικής απελευθέρωσης. Το πρόγραμμα του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού:
- βρίσκεται στην συνέχεια των δημοκρατικών και αντικρατικών αιτημάτων των πιο ριζοσπαστικών τάσεων της αραβικής άνοιξης και του διπλού τους αγώνα,εναντίον των γραφειοκρατικών (κλεπτοκρατικών) καθεστώτων από την μια και του θρησκευτικού φονταμελισμού από την άλλη.
- Μάχεται για την κοινωνική απελευθέρωση την οποία θέτει όχι σε μια κρατικίστικη αλλά σε μια κοινοτιστική βάση.
- Απευθύνει ένα κάλεσμα για μια εκτεταμένη εθνοτική αναγέννηση, για μια πραγματική παλιγγενεσία του εξαιρετικά πλούσιου εθνοτικού μωσαϊκού της περιοχής, για την διάσωση του θρησκευτικού πλουραλισμού.
Η πρόταση του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού δεν αφορά μόνο τις καταπιεσμένες εθνότητες, εκείνες που δεν κατάφερα να συγκροτήσουν ένα δικό τους έθνος-κράτος. Κανένα κράτος των Βαλκανίων ή της Μέσης Ανατολής δεν έχει σήμερα τα μεγέθη ώστε να κρατηθεί στο ύψος του πολιτικού (να διαλέγει ελεύθερα φίλους και εχθρούς). Ο τόσο γρήγορος ξεπεσμός της «ισχυρής Ελλάδας» σε αποικία δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες όσο αφορά τα πεπρωμένα κάθε χώρας εάν δεν γίνει εφικτό να συσταθεί ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικής συνεργασίας. Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός θα κριθεί από τις κοινωνικές διεργασίες που έχει πυροδοτήσει στο Κουρδιστάν∙ εάν τα πράγματα πάνε κατ’ ευχήν θα μπορούσε να προσφέρει το πλαίσιο σε μια τέτοια συνεργασία.
Η ανασυγκρότηση ενός ευρύτερου πολιτικού χώρου από τις ακτές της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι τον Καύκασο και την Κασπία και έως τις παραδουνάβιες χώρες, θα μπορούσε να δώσει ένα γεωπολιτικό μέγεθος επαρκές για την ανεξαρτησία στο σύγχρονο διακρατικό σύστημα, το οποίο αν και υπερεθνικό δεν αποτελεί μια αυτοκρατορία αλλά εάν σύνολο ανταγωνιστικών σχέσεων ανάμεσα σε μια χούφτα παγκόσμιους παίκτες που μπορεί να είναι μέγα-κράτη (ΗΠΑ, Κίνα κ.α.), περιφερειακές ολοκληρώσεις (Ευρωπαϊκή Ένωση), ιδιωτικο-πολιτικοί οργανισμοί, δίκτυα εξουσίας στην παγκόσμια αγορά κ.α.
Οι κοινές πολιτισμικές ρίζες, ο μακρύς ιστορικός συγχρωτισμός, ένα συνεχές ανάμεσα στα ήθη και τα έθιμα, τις διατροφικές συνήθειες, την μουσική κ.α. δημιουργούν μια κοινή αίσθηση εντοπιότητας σε όλη αυτή την γεωγραφική έκταση: ο Έλληνας σαν στο σπίτι του αισθάνεται όχι στο Βερολίνο ή το Παρίσι αλλά στην Κωνσταντινούπολη ή την Σμύρνη, παρόμοια αισθάνεται στην Ελλάδα ο Τούρκος. Όμως αυτή η αίσθηση εντοπιότητας δεν έχει μετατραπεί στην άποψη του ανήκειν στην ίδια ομάδα συγγενών λαών.
Ήδη από τον 19ο αιώνα γινόταν αντιληπτό ότι τα νεοδημιουργημένα βαλκανικά κράτη - αν και τα μεγέθη που υπήρχαν τότε στην διεθνή σκηνή ήταν σαφώς μικρότερα – δεν θα μπορούσαν να σταθούν σαν ανεξάρτητες οντότητες. Αυτή η επίγνωση, μερικές φορές έκανε τα εθνικά κινήματα της περιοχής να ερωτοτροπούν με την αυτοκρατορική κληρονομιά. Η ακροβασία ανάμεσα στο έθνος-κράτος και την αυτοκρατορία απεικονίζεται χαρακτηριστικά στον Σαμί Φράσερι τον συγγραφέα του κειμένου «Η Αλβανία: τι ήταν, τι είναι και τι θα απογίνει;» ο οποίος συνέγραψε επίσης πολλά αξιόλογα έργα στο πνεύμα του χαμιδιανού πανισλαμισμου. Χαρακτηρίζει ακόμη τον Βούλγαρο πολιτικό και ιστορικό Γαβριήλ Κρέστοβιτς, προφανώς την Μεγάλη Ιδέα των Ελλήνων (στην ελληνική βουλή στα μέσα του 19ου αιώνα αποκαλούσαν τους Σύριους Έλληνες) και επίσης τον σύγχρονο νεοοθωμανισμό. Το 1930, όταν είχαν πια εδραιωθεί τα έθνη-κράτη η ιδέα μιας ομοσπονδίας Ελλάδας-Τουρκίας τέθηκε από τον Βενιζέλο και τον Ατατούρκ και προκάλεσε μια ευρεία συζήτηση στην ελληνική κοινωνία,την ιδέα επανέφερε το 1971 ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος. Από την πλευρά της αριστεράς διακινείτο το σχέδιο για την σοσιαλιστική ομοσπονδία των Βαλκανίων.
Για ένα δημοκρατικό πλαίσιο συνεργασίας ανάμεσα στους λαούς της περιοχής το ζητούμενο δεν είναι η αποκατάσταση της συνέχειας με την μακριά γραμμή των αυτοκρατοριών που διαδέχθηκαν η μια την άλλη. Οι καταγωγικές γραμμές πρέπει να αναζητηθούν στο σύμπαν των εξεγέρσεων ενάντια σ’ αυτές τις αυτοκρατορίες. Από αυτή την σκοπιά τα εθνικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής, την Ανατολίας και του Καυκάσου αποτελούν ένα πολύ σημαντικό αλλά αντιφατικό μέρος της κοινής κληρονομιάς. Οι επαναστάσεις των εθνικών δημοκρατικών κινημάτων έφεραν τέλος στην αυτοκρατορία, προέβαλαν τα αιτήματα της δημοκρατίας και της αυτοδιάθεσης, κινητοποίησαν μεγάλες λαϊκές δυνάμεις, τις έφεραν στο προσκήνιο και ανέδειξαν στοιχεία του πολιτισμού τους· με δυο λόγια δημιούργησαν την βάση για σχέδιο όπως αυτό του «δημοκρατικού συνομοσπονδισμού». Μένει όμως να αναμετρηθούμε με την σκοτεινή τους παρακαταθήκη, τις γενοκτονίες και τις εθνοκτονίες, οι οποίες δηλητηριάζουν ακόμα τις σχέσεις ανάμεσα σε γειτονικούς λαούς. Και φυσικά έχουμε να συγκρουστούμε με τους πολιτικούς θεσμούς στους οποίους αποκρυσταλώθηκαν αυτά τα κινήματα, δηλαδή με τα σημερινά έθνη-κράτη.
Πολλοί και σημαντικοί κοινωνικοί αγώνες εκδηλώθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Σλοβενία, την Κροατία, την Βοσνία, την Βουλγαρία, την Ελλάδα, το Κουρδιστάν κ.α. Στην τουρκική κοινωνία συσσωρεύεται ένα εκρηκτικό δυναμικό για το οποίο πήραμε μόνο μια ιδέα με τις διαδηλώσεις που σάρωσαν την χώρα με αφορμή το πάρκο Γκιενζί. Ποιος κρατάει στα χέρια του το νήμα που μπορεί να ενώσει όλους αυτούς τους αγώνες; Όταν μιλάει ο Οτσαλάν για «Δημοκρατική Συνομοσπονδία του Ανατολικού Αιγαίου» ξέρει πολύ καλά τι λέει. Εκεί βρίσκεται το κλειδί και δεν είναι άλλο από την συναδέλφωση των δύο πλευρών του Αιγαίου, Ελλήνων και Τούρκων. Και δεν μιλάμε για δυσπιστία ανάμεσα στους ανθρώπους των κινημάτων, οι οποίοι έτσι και αλλοιώς έχουν μια διεθνιστική κουλτούρα, αλλά για την δυσπιστία ή και την εχθρότητα ανάμεσα στα πιο πλατιά λαϊκά στρώματα ένθεν και εκείθεν. Χρειάζεται ένα μεσεγγυητής και αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από τους Κούρδους. Και μετά όλα θα είναι ανοιχτά … ακόμη και η προοπτική της Δημοκρατικής Συνομοσπονδίας Αιγαίου.
- Το 2010 μετά το χτύπημα στον «Στόλο της Ελευθερίας» που έπλεε για την Γάζα, στο προαύλιο των Ισραηλινών φυλάκων συναντήθηκαν οι Τούρκοι και οι Έλληνες. Οι Τούρκοι αγκάλιαζαν και φιλούσαν κλαίγοντας τα μέλη του «Άρδην»∙ οι τελευταίοι είχαν ραμμένες πάνω στα ρούχα τους ελληνικές σημαίες και για τους Τούρκους η ελληνική σημαία είναι ένα αναγνωρίσιμο έμβλημα.
- Το Βερολίνο και το Παρίσι, η Μόσχα και το Πεκίνο είναι μακριά, η Κωνσταντινούπολη κοντά. Να πάρουμε την ρεβάνς για την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
- Ας φανταστούμε το γεωπολιτικό δυναμικό μιας «Δημοκρατικής Συνομοσπονδίας του Αιγαίου» και ας το συγκρίνουμε με το σύνολο των ελληνοτουρκικών διαφορών. Πόσο ευτελές επίδικο θα φαίνονταν οι τελευταίες;
13-4-2015
Η πρόσφατη στροφή του εθνικού κινήματος των Κούρδων της Τουρκίας και της Συρίας σε ελευθεριακές ιδέες και πρακτικές – η οποία έγινε γνωστή σ’ ένα ευρύτερο κοινό με την ηρωική και νικηφόρα υπεράσπιση της πόλης του Κομπάνι -, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα συμβάν μείζονος σημασίας για τα κινήματα των λαών της περιοχής αλλά και επίσης συνολικά για την γεωπολιτική διάταξη των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Σε μια τέτοια περίπτωση θα πυροδοτούνταν διαδικασίες οι οποίες θα έδιναν την ευκαιρία σε δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας να διανοίξουν εναλλακτικές στην αδιέξοδη κατάσταση στην οποία έχει εγκλωβιστεί σήμερα η χώρα εξαιτίας της μονομερούς και από υποδεέστερη θέση ταύτισης με μια φθίνουσα Ευρώπη. Και δεν υπάρχει ελευθερία για τον λαό μας χωρίς απαγκρίστρωση από την «Ευρώπη» (από την «ευρωπαϊκή λύση», από το μισο-αποικιακό καθεστώς που μας έχει επιβληθεί στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Το Κουρδικό κίνημα προτείνει ένα είδος πολιτικής αυτοδιοίκησης όπου όλες οι ομάδες της κοινωνίας και όλες οι πολιτισμικές ταυτότητες, θρησκευτικές κοινότητες, τάσεις μέσα στην διανόηση κ.α. μπορούν να εκφράσουν σε τοπικές συνελεύσεις, γενικές συνελεύσεις και συμβούλια. Κοινοτικοί συνεταιρισμοί αναλαμβάνουν την γεωργία αλλά και την διαχείριση του νερού και της ενέργειας. Οι διαδικασίες λήψης των αποφάσεων εντοπίζονται στις κοινότητες και στους τοπικούς λαϊκούς θεσμούς. Τα πιο κεντρικά επίπεδα εξυπηρετούν μόνο τον συντονισμό και την έκφραση της βούλησης των κοινοτήτων∙ οι εκπρόσωποι έχουν περιορισμένη χρονικά εντολή και δεσμεύονται να μεταφέρουν τις απόψεις και να εκτελούν τις αποφάσεις των συνελεύσεων. Συγκροτούνται δημοκρατικές ομοσπονδίες που διατηρούν δυνάμεις αυτοάμυνας χωρίς τις οποίες θα έχαναν την ταυτότητα τους, την ικανότητά τους να λαμβάνουν δημοκρατικά αποφάσεις και την πολιτική τους φύση. Αυτές οι «δημοκρατίες βάσης» βρίσκονται σε αντίθεση με το έθνος-κράτος αλλά υπό ορισμένες συνθήκες θα μπορούσαν να συνυπάρξουν ειρηνικά μαζί του εφόσον το έθνος-κράτος δεν παρεμβαίνει σε κύρια ζητήματα της αυτοδιοίκησής τους. Οι δημοκρατικές ομοσπονδίες δεν θα περιοριστούν μόνο στην οργάνωσή τους σε μια συγκεκριμένη ιδιαίτερη περιοχή. Θα συσταθούν διασυνοριακές συνομοσπονδίες όταν οι ενδιαφερόμενες κοινωνίες το επιθυμούν. Θα σχηματιστεί με αυτόν τον τρόπο – και με δεδομένη πάντοτε την εστίαση στο τοπικό επίπεδο – μια συνεχής δημοκρατική πολιτική διαδικασία από το τοπικό έως το παγκόσμιο επίπεδο. Σε μια τέτοια προοπτική μια «Δημοκρατική Συνομοσπονδία του Ανατολικού Αιγαίου» θα ήταν ένα θετικό ξεκίνημα με επόμενο και πολύ σημαντικό βήμα την «Δημοκρατική Συνομοσπονδία της Μέσης Ανατολής».
Οι ιδέες του Μάρευ Μπούκσιν έφτασαν λοιπόν στα βουνά του Κουρδιστάν; Γεννήθηκε ένα Τσιάπας στην Ανατολική Ανατολία; Όμως οι απόψεις αυτές δεν είναι ξενόφερτες ιδέες διανοούμενων και πολιτικών αλλά αποτελούν μια εξαιρετικά ευφυή πολιτική πρόταση η οποία λαμβάνει σοβαρά υπόψη της την τοπική και την διεθνή πραγματικότητα. Το Κουρδιστάν, άλλωστε δεν στερείται των δικών του «προωθημένων» επαναστατικών παραδόσεων π.χ. η εμπειρία των εργατικών συμβουλίων κατά την επανάσταση του 1991 στο Ιρακινό Κουρδιστάν. Πιο συγκεκριμένα, η πρόταση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν για τον «δημοκρατικό συνομοσπονδισμό» στηρίζεται ή έχει συνεκτιμήσει:
- Τις ιστορικές παραδόσεις της ευρύτερης περιοχής. Η Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια αποτελούν εδώ και τρεις-τέσσερις χιλιετιρίδες ένα κόσμο που σχηματίστηκε από την διαδοχή μιας σειράς αυτοκρατοριών και των κοινωνικών συγκρούσεων στα πλαίσιά τους ή εναντίον τους. (Αχαιμενίδες, Αλέξανδρος, Βυζαντινοί, Αβρασίδες, Οθωμανοί κ.α.)
- Την κοινωνική πραγματικότητα του σημερινού Κουρδιστάν στο οποίο, όπως και στους αυτόχθονες του Τσιάπας, διατηρούνται ισχυρές οι κοινοτικές παραδόσεις.
- Την οριστική χρεοκοπία του αραβικού εθνικισμού και των καθεστώτων που γέννησε. Αποτέλεσμα της εν λόγω χρεοκοπίας είναι η έκλειψη της αντιιμπεριαλιστικής προοπτικής, οι νίκες του Ισραήλ, η επέκταση του ισλαμισμού κ.α.· εναντίον αυτών των καθεστώτων στράφηκαν οι εξεγέρσεις της αραβικής άνοιξης.
- Την γενικότερη σημερινή υποβάθμιση του ρόλου του έθνους-κράτους και την αντίστοιχη αναβάθμιση υπερεθνικών ή υποεθνικών κρατικών συγκροτήσεων. Ο ενιαίος εθνικός χώρος κατατεμαχίζεται σε ζώνες οι οποίες στα πλαίσια της παγκόσμιας αγοράς (της παγκόσμιας «κοινωνίας των πολιτών») μπορούν να επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους.
Οι Κούρδοι επειδή ακριβώς κατανοούν πλήρως ότι ζουν στον 21ο αιώνα (εκείνο της παγκοσμιοποίησης, των μέγα-κρατών και των περιφερειακών ολοκληρώσεων) και όχι στον 19ο αιώνα (την εποχή των εθνικών, αστικών, δημοκρατικών επαναστάσεων) αρνούνται να ακολουθήσουν την «πεπατημένη»: ένα μικρό κρατίδιο ως αφετηρία (π.χ. στο Βόρειο Ιράκ και την Βορειοαναταλική Συρία) – όχι πραγματικό έθνος-κράτος αλλά προτεκτοράτο -, στην συνέχεια ένας μακροχρόνιος αλυτρωτικός αγώνας για την εθνική ολοκλήρωση, με την ελπίδα να συμπέσουν κάποια στιγμή οι εθνικές τους προσδοκίες με τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων∙ και με το τελικό αποτέλεσμα στη καλύτερη των περιπτώσεων να είναι ένα ακόμη αποτυχημένο έθνος-κράτος στην περιοχή.
Στο πνεύμα της εποχής, οι Κούρδοι επιλέγουν να κινηθούν κατά προτεραιότητα στο υπερεθνικό και το υποεθνικό επίπεδο· διεκδικούν την δημοκρατική αυτοδιοίκηση των (κουρδικών) πληθυσμών, μια κοινοτιστική οργάνωση των τοπικών οικονομιών και μια δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια ομοσπονδοποίηση η οποία να διαπερνά όλα τα σύνορα που τους χωρίζουν χωρίς οστόσο να τα καταργεί. Συγκροτούνται έτσι ομοσπονδιακές δομές οι οποίες δεν αποτελούν ένα καινούργιο έθνος-κράτος αλλά μια υπολογίσιμη πολιτική συγκρότηση σε ένα μεταεθνικό σύστημα εξουσίας. Με αυτή την πρόταση το κουρδικό κίνημα προσπαθεί να «πλαγιοκοπίσει» τα ισχυρά κράτη της Τουρκίας και του Ιράν υπό την εξουσία των οποίων ζει ο μεγάλος όγκος του κουρδικού πληθυσμού.
Όμως ένα εγχείρημα τέτοιας έκτασης δεν μπορεί να υπάρξει ως ένα ειδικά κουρδικό σχέδιο εθνικής απελευθέρωσης. Το πρόγραμμα του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού:
- βρίσκεται στην συνέχεια των δημοκρατικών και αντικρατικών αιτημάτων των πιο ριζοσπαστικών τάσεων της αραβικής άνοιξης και του διπλού τους αγώνα,εναντίον των γραφειοκρατικών (κλεπτοκρατικών) καθεστώτων από την μια και του θρησκευτικού φονταμελισμού από την άλλη.
- Μάχεται για την κοινωνική απελευθέρωση την οποία θέτει όχι σε μια κρατικίστικη αλλά σε μια κοινοτιστική βάση.
- Απευθύνει ένα κάλεσμα για μια εκτεταμένη εθνοτική αναγέννηση, για μια πραγματική παλιγγενεσία του εξαιρετικά πλούσιου εθνοτικού μωσαϊκού της περιοχής, για την διάσωση του θρησκευτικού πλουραλισμού.
Η πρόταση του δημοκρατικού συνομοσπονδισμού δεν αφορά μόνο τις καταπιεσμένες εθνότητες, εκείνες που δεν κατάφερα να συγκροτήσουν ένα δικό τους έθνος-κράτος. Κανένα κράτος των Βαλκανίων ή της Μέσης Ανατολής δεν έχει σήμερα τα μεγέθη ώστε να κρατηθεί στο ύψος του πολιτικού (να διαλέγει ελεύθερα φίλους και εχθρούς). Ο τόσο γρήγορος ξεπεσμός της «ισχυρής Ελλάδας» σε αποικία δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες όσο αφορά τα πεπρωμένα κάθε χώρας εάν δεν γίνει εφικτό να συσταθεί ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικής συνεργασίας. Ο δημοκρατικός συνομοσπονδισμός θα κριθεί από τις κοινωνικές διεργασίες που έχει πυροδοτήσει στο Κουρδιστάν∙ εάν τα πράγματα πάνε κατ’ ευχήν θα μπορούσε να προσφέρει το πλαίσιο σε μια τέτοια συνεργασία.
Η ανασυγκρότηση ενός ευρύτερου πολιτικού χώρου από τις ακτές της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι τον Καύκασο και την Κασπία και έως τις παραδουνάβιες χώρες, θα μπορούσε να δώσει ένα γεωπολιτικό μέγεθος επαρκές για την ανεξαρτησία στο σύγχρονο διακρατικό σύστημα, το οποίο αν και υπερεθνικό δεν αποτελεί μια αυτοκρατορία αλλά εάν σύνολο ανταγωνιστικών σχέσεων ανάμεσα σε μια χούφτα παγκόσμιους παίκτες που μπορεί να είναι μέγα-κράτη (ΗΠΑ, Κίνα κ.α.), περιφερειακές ολοκληρώσεις (Ευρωπαϊκή Ένωση), ιδιωτικο-πολιτικοί οργανισμοί, δίκτυα εξουσίας στην παγκόσμια αγορά κ.α.
Οι κοινές πολιτισμικές ρίζες, ο μακρύς ιστορικός συγχρωτισμός, ένα συνεχές ανάμεσα στα ήθη και τα έθιμα, τις διατροφικές συνήθειες, την μουσική κ.α. δημιουργούν μια κοινή αίσθηση εντοπιότητας σε όλη αυτή την γεωγραφική έκταση: ο Έλληνας σαν στο σπίτι του αισθάνεται όχι στο Βερολίνο ή το Παρίσι αλλά στην Κωνσταντινούπολη ή την Σμύρνη, παρόμοια αισθάνεται στην Ελλάδα ο Τούρκος. Όμως αυτή η αίσθηση εντοπιότητας δεν έχει μετατραπεί στην άποψη του ανήκειν στην ίδια ομάδα συγγενών λαών.
Ήδη από τον 19ο αιώνα γινόταν αντιληπτό ότι τα νεοδημιουργημένα βαλκανικά κράτη - αν και τα μεγέθη που υπήρχαν τότε στην διεθνή σκηνή ήταν σαφώς μικρότερα – δεν θα μπορούσαν να σταθούν σαν ανεξάρτητες οντότητες. Αυτή η επίγνωση, μερικές φορές έκανε τα εθνικά κινήματα της περιοχής να ερωτοτροπούν με την αυτοκρατορική κληρονομιά. Η ακροβασία ανάμεσα στο έθνος-κράτος και την αυτοκρατορία απεικονίζεται χαρακτηριστικά στον Σαμί Φράσερι τον συγγραφέα του κειμένου «Η Αλβανία: τι ήταν, τι είναι και τι θα απογίνει;» ο οποίος συνέγραψε επίσης πολλά αξιόλογα έργα στο πνεύμα του χαμιδιανού πανισλαμισμου. Χαρακτηρίζει ακόμη τον Βούλγαρο πολιτικό και ιστορικό Γαβριήλ Κρέστοβιτς, προφανώς την Μεγάλη Ιδέα των Ελλήνων (στην ελληνική βουλή στα μέσα του 19ου αιώνα αποκαλούσαν τους Σύριους Έλληνες) και επίσης τον σύγχρονο νεοοθωμανισμό. Το 1930, όταν είχαν πια εδραιωθεί τα έθνη-κράτη η ιδέα μιας ομοσπονδίας Ελλάδας-Τουρκίας τέθηκε από τον Βενιζέλο και τον Ατατούρκ και προκάλεσε μια ευρεία συζήτηση στην ελληνική κοινωνία,την ιδέα επανέφερε το 1971 ο δικτάτορας Γ. Παπαδόπουλος. Από την πλευρά της αριστεράς διακινείτο το σχέδιο για την σοσιαλιστική ομοσπονδία των Βαλκανίων.
Για ένα δημοκρατικό πλαίσιο συνεργασίας ανάμεσα στους λαούς της περιοχής το ζητούμενο δεν είναι η αποκατάσταση της συνέχειας με την μακριά γραμμή των αυτοκρατοριών που διαδέχθηκαν η μια την άλλη. Οι καταγωγικές γραμμές πρέπει να αναζητηθούν στο σύμπαν των εξεγέρσεων ενάντια σ’ αυτές τις αυτοκρατορίες. Από αυτή την σκοπιά τα εθνικά κινήματα των λαών της Βαλκανικής, την Ανατολίας και του Καυκάσου αποτελούν ένα πολύ σημαντικό αλλά αντιφατικό μέρος της κοινής κληρονομιάς. Οι επαναστάσεις των εθνικών δημοκρατικών κινημάτων έφεραν τέλος στην αυτοκρατορία, προέβαλαν τα αιτήματα της δημοκρατίας και της αυτοδιάθεσης, κινητοποίησαν μεγάλες λαϊκές δυνάμεις, τις έφεραν στο προσκήνιο και ανέδειξαν στοιχεία του πολιτισμού τους· με δυο λόγια δημιούργησαν την βάση για σχέδιο όπως αυτό του «δημοκρατικού συνομοσπονδισμού». Μένει όμως να αναμετρηθούμε με την σκοτεινή τους παρακαταθήκη, τις γενοκτονίες και τις εθνοκτονίες, οι οποίες δηλητηριάζουν ακόμα τις σχέσεις ανάμεσα σε γειτονικούς λαούς. Και φυσικά έχουμε να συγκρουστούμε με τους πολιτικούς θεσμούς στους οποίους αποκρυσταλώθηκαν αυτά τα κινήματα, δηλαδή με τα σημερινά έθνη-κράτη.
Πολλοί και σημαντικοί κοινωνικοί αγώνες εκδηλώθηκαν τα τελευταία χρόνια στην Σλοβενία, την Κροατία, την Βοσνία, την Βουλγαρία, την Ελλάδα, το Κουρδιστάν κ.α. Στην τουρκική κοινωνία συσσωρεύεται ένα εκρηκτικό δυναμικό για το οποίο πήραμε μόνο μια ιδέα με τις διαδηλώσεις που σάρωσαν την χώρα με αφορμή το πάρκο Γκιενζί. Ποιος κρατάει στα χέρια του το νήμα που μπορεί να ενώσει όλους αυτούς τους αγώνες; Όταν μιλάει ο Οτσαλάν για «Δημοκρατική Συνομοσπονδία του Ανατολικού Αιγαίου» ξέρει πολύ καλά τι λέει. Εκεί βρίσκεται το κλειδί και δεν είναι άλλο από την συναδέλφωση των δύο πλευρών του Αιγαίου, Ελλήνων και Τούρκων. Και δεν μιλάμε για δυσπιστία ανάμεσα στους ανθρώπους των κινημάτων, οι οποίοι έτσι και αλλοιώς έχουν μια διεθνιστική κουλτούρα, αλλά για την δυσπιστία ή και την εχθρότητα ανάμεσα στα πιο πλατιά λαϊκά στρώματα ένθεν και εκείθεν. Χρειάζεται ένα μεσεγγυητής και αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από τους Κούρδους. Και μετά όλα θα είναι ανοιχτά … ακόμη και η προοπτική της Δημοκρατικής Συνομοσπονδίας Αιγαίου.
- Το 2010 μετά το χτύπημα στον «Στόλο της Ελευθερίας» που έπλεε για την Γάζα, στο προαύλιο των Ισραηλινών φυλάκων συναντήθηκαν οι Τούρκοι και οι Έλληνες. Οι Τούρκοι αγκάλιαζαν και φιλούσαν κλαίγοντας τα μέλη του «Άρδην»∙ οι τελευταίοι είχαν ραμμένες πάνω στα ρούχα τους ελληνικές σημαίες και για τους Τούρκους η ελληνική σημαία είναι ένα αναγνωρίσιμο έμβλημα.
- Το Βερολίνο και το Παρίσι, η Μόσχα και το Πεκίνο είναι μακριά, η Κωνσταντινούπολη κοντά. Να πάρουμε την ρεβάνς για την διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
- Ας φανταστούμε το γεωπολιτικό δυναμικό μιας «Δημοκρατικής Συνομοσπονδίας του Αιγαίου» και ας το συγκρίνουμε με το σύνολο των ελληνοτουρκικών διαφορών. Πόσο ευτελές επίδικο θα φαίνονταν οι τελευταίες;
13-4-2015