Γιώργος Σταματόπουλος
Σεβόμαστε, αγαπάμε και δοξάζουμε την ομορφιά για δύο, κυρίως, λόγους. Πρώτον, η ίδια δεν διστάζει να σπαταλάει τον εαυτό της και, δεύτερον, δεν είναι τυχαία. Σαν την ποίηση, υπάρχει παντού, ακόμη και στην τέχνη της πολιτικής: την ομορφιά την κατακτάς, όπως και την ελευθερία, δεν είναι δώρο, χρειάζεται μέγας αγώνας, να την ανιχνεύσεις, να την εντοπίσεις, να την ψάξεις, να την καταλάβεις και, τέλος, να τη διαφυλάξεις από τους εχθρούς της (και είναι πολλοί, οι άτιμοι...).
Χρειάζεται να εσωτερικευτεί από πολλές γενιές ώστε να κληροδοτηθεί ως αξία και νόημα, οι δε κληρονόμοι οφείλουμε να είμαστε γενναίοι και ανοιχτοί, νοϊκώς τε και ψυχικώς. Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, αφού ομονοήσαμε ότι καθένας είναι ξεχωριστός σε: εμφάνιση, αντιληπτικότητα, υποκειμενικότητα (εγώ, έτερος, εχθρός, φίλος και λοιπά).
Η ομορφιά δεν έχει νόμους και κανόνες, δεν έχει σχέση με την ηθική και τις θρησκείες (αν και δεν τις απαρνείται)· ηφαίστειο ανενεργό και ενεργό ταυτοχρόνως, χορός αστεριών, μουσική ανέμων και τρικυμιών, θέατρο σωμάτων και ψυχών, αγάλματα αιμάσσοντα, βωμολοχίες, σκώμματα, σαρκαστικά πεοαιδοία. Κι άλλα... κι άλλα. Λουλούδια, δέντρα, φυτά, καρποί, χρώματα, χώματα... Τρύγοι, δάκρυα κλημάτων, ευφροσύνη μεταρσιωτική.
Ολα αυτά κληρονομούνται εφ’ όσον συμμετέχουμε στη διαμόρφωση του πολιτισμού και αφού οι πρόγονοι τα είδαν, τα ένιωσαν, τα κατάκτησαν. Κατάκτησαν τους τρόπους με τους οποίους έσβηναν τη δίψα και την πείνα, που απέκρουαν τη φτώχεια, που κατόρθωσαν να αποκτήσουν κοινή γλώσσα και εθνική συνείδηση, που αντιστάθηκαν σε εισβολείς, που συγχώρεσαν δολοφόνους Ελληνες και δωσίλογους. Μέσα σ’ αυτές τις κατακτήσεις ανθεί η ομορφιά, αρκεί το νόημά τους να μεταδοθεί, να απλωθεί, να κυριεύσει τους απογόνους.
Μιλώ προφανώς για την ελληνική ομορφιά, ούτε καν τη μεσογειακή. Αυτό δεν περιορίζει την ομορφιά, δεν τη στενεύει, δεν την περιχαρακώνει, δεν τη φυλακίζει, αντιθέτως νομίζω την κάνει ακόμη πιο... όμορφη, απτή, ανάγλυφη, συγκινησιακή, δική μας, παρακαλώ.
Δεν χαρακτηρίζει, βεβαίως, όλους τους Ελληνες η λεπταισθησία, η ευαισθησία, η φινέτσα, το γούστο, μάλιστα την τρομώδη ανυπαρξία τους θα τη διαπιστώσετε παρακολουθώντας οποιαδήποτε εκπομπή με καλεσμένους στην τηλεόραση. Φρίκη. Εξακολουθούν, όμως, να διακρίνονται (τα χαρακτηριστικά της ομορφιάς) στις καθημερινές, κοινωνικές σχέσεις, σε ωραίες φιλικές συνάξεις και συζητήσεις, στα απέναντι χαμόγελα, στο αέρινα βαρύ βάδισμα, στη λιτή απλότητα, στο ανάλαφρο ντύσιμο, στον ρυθμό της ανάσας στα θλιμμένα, αμήχανα βλέμματα· παντού.
Μιλώ για (τραυλίζω) την ομορφιά του Αυγούστου μακριά αυτή τη φορά από την Αθήνα. Οι καρποί της γης δεν έχουν ωριμάσει ακόμη· θα δούμε. Ο αγροτικός πολιτισμός υπάρχει ακόμη ενώ ο αστικός τελειώνει παρ’ ότι εξακολουθεί να περιέχει βαρβάρους. Οι βάρβαροι τον συντηρούν! Οπως και οι επηρμένοι, όπως και οι επαγγελματίες των κομμάτων. Για φαντάσου, μια ζωή κομματικό στέλεχος. Τι απεχθές! Και τι επικίνδυνο, θα προσέθετα, ακούγοντας κάποιους ανοηταίνοντες του ΣΥΡΙΖΑ, τι απωθητικό!
Αφήνουμε όλα τούτα τα επαχθή και επονείδιστα και ανοικονόμητα. Ηδη δαγκώνουμε σταφύλια, χυμοί ρέουν στα πρόσωπα των παιδιών φυσικοί και δροσεροί· πάμε να δεχτούμε την επίθεση του οξυγόνου, άντε, και λίγο του ιωδίου, χωρίς αντίσταση...
Σεβόμαστε, αγαπάμε και δοξάζουμε την ομορφιά για δύο, κυρίως, λόγους. Πρώτον, η ίδια δεν διστάζει να σπαταλάει τον εαυτό της και, δεύτερον, δεν είναι τυχαία. Σαν την ποίηση, υπάρχει παντού, ακόμη και στην τέχνη της πολιτικής: την ομορφιά την κατακτάς, όπως και την ελευθερία, δεν είναι δώρο, χρειάζεται μέγας αγώνας, να την ανιχνεύσεις, να την εντοπίσεις, να την ψάξεις, να την καταλάβεις και, τέλος, να τη διαφυλάξεις από τους εχθρούς της (και είναι πολλοί, οι άτιμοι...).
Χρειάζεται να εσωτερικευτεί από πολλές γενιές ώστε να κληροδοτηθεί ως αξία και νόημα, οι δε κληρονόμοι οφείλουμε να είμαστε γενναίοι και ανοιχτοί, νοϊκώς τε και ψυχικώς. Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, αφού ομονοήσαμε ότι καθένας είναι ξεχωριστός σε: εμφάνιση, αντιληπτικότητα, υποκειμενικότητα (εγώ, έτερος, εχθρός, φίλος και λοιπά).
Η ομορφιά δεν έχει νόμους και κανόνες, δεν έχει σχέση με την ηθική και τις θρησκείες (αν και δεν τις απαρνείται)· ηφαίστειο ανενεργό και ενεργό ταυτοχρόνως, χορός αστεριών, μουσική ανέμων και τρικυμιών, θέατρο σωμάτων και ψυχών, αγάλματα αιμάσσοντα, βωμολοχίες, σκώμματα, σαρκαστικά πεοαιδοία. Κι άλλα... κι άλλα. Λουλούδια, δέντρα, φυτά, καρποί, χρώματα, χώματα... Τρύγοι, δάκρυα κλημάτων, ευφροσύνη μεταρσιωτική.
Ολα αυτά κληρονομούνται εφ’ όσον συμμετέχουμε στη διαμόρφωση του πολιτισμού και αφού οι πρόγονοι τα είδαν, τα ένιωσαν, τα κατάκτησαν. Κατάκτησαν τους τρόπους με τους οποίους έσβηναν τη δίψα και την πείνα, που απέκρουαν τη φτώχεια, που κατόρθωσαν να αποκτήσουν κοινή γλώσσα και εθνική συνείδηση, που αντιστάθηκαν σε εισβολείς, που συγχώρεσαν δολοφόνους Ελληνες και δωσίλογους. Μέσα σ’ αυτές τις κατακτήσεις ανθεί η ομορφιά, αρκεί το νόημά τους να μεταδοθεί, να απλωθεί, να κυριεύσει τους απογόνους.
Μιλώ προφανώς για την ελληνική ομορφιά, ούτε καν τη μεσογειακή. Αυτό δεν περιορίζει την ομορφιά, δεν τη στενεύει, δεν την περιχαρακώνει, δεν τη φυλακίζει, αντιθέτως νομίζω την κάνει ακόμη πιο... όμορφη, απτή, ανάγλυφη, συγκινησιακή, δική μας, παρακαλώ.
Δεν χαρακτηρίζει, βεβαίως, όλους τους Ελληνες η λεπταισθησία, η ευαισθησία, η φινέτσα, το γούστο, μάλιστα την τρομώδη ανυπαρξία τους θα τη διαπιστώσετε παρακολουθώντας οποιαδήποτε εκπομπή με καλεσμένους στην τηλεόραση. Φρίκη. Εξακολουθούν, όμως, να διακρίνονται (τα χαρακτηριστικά της ομορφιάς) στις καθημερινές, κοινωνικές σχέσεις, σε ωραίες φιλικές συνάξεις και συζητήσεις, στα απέναντι χαμόγελα, στο αέρινα βαρύ βάδισμα, στη λιτή απλότητα, στο ανάλαφρο ντύσιμο, στον ρυθμό της ανάσας στα θλιμμένα, αμήχανα βλέμματα· παντού.
Μιλώ για (τραυλίζω) την ομορφιά του Αυγούστου μακριά αυτή τη φορά από την Αθήνα. Οι καρποί της γης δεν έχουν ωριμάσει ακόμη· θα δούμε. Ο αγροτικός πολιτισμός υπάρχει ακόμη ενώ ο αστικός τελειώνει παρ’ ότι εξακολουθεί να περιέχει βαρβάρους. Οι βάρβαροι τον συντηρούν! Οπως και οι επηρμένοι, όπως και οι επαγγελματίες των κομμάτων. Για φαντάσου, μια ζωή κομματικό στέλεχος. Τι απεχθές! Και τι επικίνδυνο, θα προσέθετα, ακούγοντας κάποιους ανοηταίνοντες του ΣΥΡΙΖΑ, τι απωθητικό!
Αφήνουμε όλα τούτα τα επαχθή και επονείδιστα και ανοικονόμητα. Ηδη δαγκώνουμε σταφύλια, χυμοί ρέουν στα πρόσωπα των παιδιών φυσικοί και δροσεροί· πάμε να δεχτούμε την επίθεση του οξυγόνου, άντε, και λίγο του ιωδίου, χωρίς αντίσταση...