Χτες έκοψα αχλαδάκια από μια απιδιά ελεύθερη, καταμεσίς στο δρόμο, που την είχε μπολιάσει κάποτε ο Θωμάς.
Για σκέψου.
Πέρασε κάποτε ένας άνθρωπος,κέντρισε ένα μάτι στο αγριόδεντρο, έφτιαξε μια αχλαδιά που δίνει τους καρπούς της έκτοτε σε τόσους άλλους ανθρώπους και άλλα πλάσματα που περνούν από δίπλα της. Αρκεί να την προσέξουν βέβαια οι άνθρωποι. Διότι συνήθως οι καταναλωτές δεν προσέχουν τίποτε στη διαδρομή προς τον στόχο τους, δεν ζουν καν τον δρόμο αλλά συμπεριφέρονται σαν να περνούν ένα τούνελ για να φτάσουν και να καταναλώσουν τον τελικό τους προορισμό. Τους βλέπω όποτε πηγαίνω στην πόλη, που νομίζουν ότι όσην ώρα βρίσκονται μέσα στο μετρό π.χ., δεν είναι ώρα της ζωής τους.
Τέλος πάντων, ξέφυγα
Έφαγα λοιπόν τα αχλαδάκια και πήγα και βρήκα τον Θωμά και του πα φχαριστώ για τα μπόλια του. Μπόλιασε κι εσύ κάνα δέντρο, μου λέει, μπολιάζεις καλά αλλά δε γράφεις ποιος σου τα μαθαίνει, λες ότι τα ξέρεις μοναχός σου. Μου κανε παράπονα με λίγα λόγια ο Θωμάς για κόπυράιτ! Εγώ τις πηγές μου τις αναφέρω πάντα, του λέω, ό,τι μου ‘χεις δείξει, σ’ έχω μνημονέψει γράφοντάς το, δεν έχω καμιά απιδιά όμως για να τη μπολιάσω.
Με κοιτάζει σαν να είδε κάποιον βλάκα αξιολύπητο. Τον καιρό που τρως το αχλαδάκι, μου λέει, θα βάζεις το κουκουτσάκι σε μια γλάστρα, σαν που κάνω εγώ. Πάει και μου φέρνει δυο γλαστριά με δυο νεαρά δεντράκια αχλαδιάς μέσα, βλέπεις;
Εγώ, του λέω, πετώ τα κουκούτσια μες στο χωράφι και περιμένω να φυτρώσουνε, έχουνε βγει καϊσιές, ροδακινιές, αμυγδαλιές, βανίλιες, αβοκάντο, ροδιές αλλά αχλαδιές ακόμα δεν είδα.
Μα είσαι ούριος καλά καλά, μου λέει στο τέλος, πώς θα φυτρώσει βρε το κουκούτσι άμα το πάρει ο μέρμηγκας;
Αυτή τη φράση γύρευα σήμερα το πρωί.
Ξέρω πια ότι την καταπληκτική λογοτεχνία την ανακαλύπτεις σαν πολύτιμο λίθο, σκάβοντας με επιμονή και τσαλίμια πολλά στις ψυχές των ανθρώπων
Χαμογέλασα κι έφυγα ευχαριστημένος. Έφτασα στο κτήμα, έφαγα μερικά αχλαδάκια, πήρα δυο γλαστριά και φύτεψα τα κουκούτσια. Τα υπόλοιπα τα πέταξα πάλι μες στο χωράφι. Για να φυτρώσουν όπου θέλουν ή για να τα πάρει ο μέρμηγκας.
http://yiannismakridakis.gr/?p=7006
Για σκέψου.
Πέρασε κάποτε ένας άνθρωπος,κέντρισε ένα μάτι στο αγριόδεντρο, έφτιαξε μια αχλαδιά που δίνει τους καρπούς της έκτοτε σε τόσους άλλους ανθρώπους και άλλα πλάσματα που περνούν από δίπλα της. Αρκεί να την προσέξουν βέβαια οι άνθρωποι. Διότι συνήθως οι καταναλωτές δεν προσέχουν τίποτε στη διαδρομή προς τον στόχο τους, δεν ζουν καν τον δρόμο αλλά συμπεριφέρονται σαν να περνούν ένα τούνελ για να φτάσουν και να καταναλώσουν τον τελικό τους προορισμό. Τους βλέπω όποτε πηγαίνω στην πόλη, που νομίζουν ότι όσην ώρα βρίσκονται μέσα στο μετρό π.χ., δεν είναι ώρα της ζωής τους.
Τέλος πάντων, ξέφυγα
Έφαγα λοιπόν τα αχλαδάκια και πήγα και βρήκα τον Θωμά και του πα φχαριστώ για τα μπόλια του. Μπόλιασε κι εσύ κάνα δέντρο, μου λέει, μπολιάζεις καλά αλλά δε γράφεις ποιος σου τα μαθαίνει, λες ότι τα ξέρεις μοναχός σου. Μου κανε παράπονα με λίγα λόγια ο Θωμάς για κόπυράιτ! Εγώ τις πηγές μου τις αναφέρω πάντα, του λέω, ό,τι μου ‘χεις δείξει, σ’ έχω μνημονέψει γράφοντάς το, δεν έχω καμιά απιδιά όμως για να τη μπολιάσω.
Με κοιτάζει σαν να είδε κάποιον βλάκα αξιολύπητο. Τον καιρό που τρως το αχλαδάκι, μου λέει, θα βάζεις το κουκουτσάκι σε μια γλάστρα, σαν που κάνω εγώ. Πάει και μου φέρνει δυο γλαστριά με δυο νεαρά δεντράκια αχλαδιάς μέσα, βλέπεις;
Εγώ, του λέω, πετώ τα κουκούτσια μες στο χωράφι και περιμένω να φυτρώσουνε, έχουνε βγει καϊσιές, ροδακινιές, αμυγδαλιές, βανίλιες, αβοκάντο, ροδιές αλλά αχλαδιές ακόμα δεν είδα.
Μα είσαι ούριος καλά καλά, μου λέει στο τέλος, πώς θα φυτρώσει βρε το κουκούτσι άμα το πάρει ο μέρμηγκας;
Αυτή τη φράση γύρευα σήμερα το πρωί.
Ξέρω πια ότι την καταπληκτική λογοτεχνία την ανακαλύπτεις σαν πολύτιμο λίθο, σκάβοντας με επιμονή και τσαλίμια πολλά στις ψυχές των ανθρώπων
Χαμογέλασα κι έφυγα ευχαριστημένος. Έφτασα στο κτήμα, έφαγα μερικά αχλαδάκια, πήρα δυο γλαστριά και φύτεψα τα κουκούτσια. Τα υπόλοιπα τα πέταξα πάλι μες στο χωράφι. Για να φυτρώσουν όπου θέλουν ή για να τα πάρει ο μέρμηγκας.
http://yiannismakridakis.gr/?p=7006