Είναι φανερό πως αν ο κάθε λαός δεν ανακτήσει το συντομότερο τα κλειδιά της διατροφικής του αυτονομίας οι ίδιες οι συνθήκες της βιολογικής του επιβίωσης θα καταλήξουν να εξαρτώνται πλήρως από την κυνική στρατηγική των αγροβιομηχανικών λόμπι και από την χωρίς όριο απληστία των διεθνών κερδοσκόπων.
Jean-Claude Michea
Οδοδείκτης 1
Η ρήση του Γάλλου ιερέα Jacques Bénigne Bossuet «ο Θεός γελά με τους ανθρώπους που παραπονιούνται για τις συνέπειες ενώ αγαπούν τις αιτίες» όφειλε να συνοδεύει το διακριτικό σήμα κάθε εγχειρήματος κοινωνικής οικονομίας. Οφείλουμε, πρωτίστως, προκειμένου να διασωθούμε από τον εμπαιγμό των γενεών που έρχονται, μια ειλικρινή αναμέτρηση των όσων λιβανίζουμε με τα αποτελέσματα τους.
Οδοδείκτης 2
Η «κοινωνική», «αλληλέγγυα», «fair trade», «συνεργατική», «αντιεξουσιαστική», «συμμετοχική», οικονομία των «από τα κάτω» αποτελούν δρυμό όρων που το μοναδικό πράγμα που μας αποκαλύπτουν είναι το ακαδημαϊκό άγχος όσων θέλουν να προβλέψουν σαν νέοι αστρολόγοι το τι μέλλει γενέσθαι της κοινωνίας. Έχει περάσει άλλωστε καιρός τώρα που οι ακαδημαϊκοί έχουν όχι μόνο παραιτηθεί από κάθε διάθεση να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά και από κάθε ικανότητα για να τον ερμηνεύσουν. Αντί ο Θεός του Μπασιέ να γελά πίσω από την πλάτη μας είναι προτιμότερο να γυρίσουμε εμείς την δική μας σε αυτούς που έχουν κάνει τον κοινωνικό ακτιβισμό επάγγελμα με κατεύθυνση τις social business και «ανθρωπιστικές» ΜΚΟ και στρώνουν χαλί προς το Μαξίμου εξαργυρώνοντας με το αζημίωτο τη συμμετοχή τους στα κοινωνικά εγχειρήματα.
Οδοδείκτης 3
Το παραθετικό «κοινωνική» δίπλα στο οικονομία δηλώνει την ανικανότητα της οικονομίας ως επιστήμης μεγεθών να εκπληρώσει, για ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, τους ελάχιστους όρους μιας εξανθρωπισμένης ζωής. Η ανάγκη για την επαναδόμηση της ζωής δεν βολεύεται ούτε με νομοθετικές διατάξεις, ούτε εκτονώνεται σε φιλολογικά συνέδρια.
Όσοι, με πρόσχημα τον ρεαλισμό, πιστεύουν πως οι συσσωματώσεις που αναλαμβάνουν στο δικό τους πεδίο την ευθύνη για την αυτοσυντήρηση της κοινωνίας μπορούν να συγχρονιστούν με τον βηματισμό της αγοράς, προεξοφλούν τον εξανδραποδισμό τους από το κράτος και το ξεκοκάλισμα τους από τον ανταγωνισμό. Από την άλλη πλευρά, όσοι διεκδικούν μια ευθεία ρήξη με τον καπιταλιστικό σχεδιασμό εμμένοντας σε μια αυτιστική και κατά τ’ άλλα ναρκισσιστική νοοτροπία δεν κάνουν τίποτα άλλο από μια τρύπα στο νερό.
Οδοδείκτης 4
Η μοναδική προοπτική για εξανθρωπισμένη διαβίωση είναι εκ των ουκ άνευ δέσμια με την έξοδο από την κεφαλαιοκρατική οργάνωση της αγοράς. Η αγορά όμως παρόλες τις εξαγγελίες περί «αοράτου χεριού» κυβερνά με σιδηρά πυγμή επιβάλλοντας σε καταναλωτές και παραγωγούς την ισχύ του αστικού δικαίου. Αναγκαστικά λοιπόν επιλογή εξόδου από την λογική της κυρίαρχης οικονομίας σημαίνει ολομέτωπη αντιπαράθεση με τους κανόνες και τη νομοθετική ρύθμιση της αγοράς. Για τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας οι αυταπάτες περί παράλληλου βηματισμού με την αγορά και συνεργασίας με το κράτος είναι το ελάχιστο πολυτέλεια, αν όχι η ένδειξη μιας αθεράπευτης φαντασιοκοπίας.
Οδοδείκτης 5
Τέτοιο πλαίσιο που «εντός στις θεμελιώδεις του αρχές να βρίσκεις πάντα την καλοσύνη από το πρώτο τους κύρος και το πρώτο τους φούντωμα» είναι η ζωντανή ιστορία του συνεργατικού κινήματος και αυτή είναι η μοναδική έγκυρη και θύραθεν του θεωρία. Από τους Χαρτιστές των αρχών του 19ου αιώνα έως τον καταναλωτικό συνεταιρισμό του Rochdale στο Ηνωμένο Βασίλειο, την συνεργατική “Εταιρεία για τον εφοδιασμό ψωμιού και σιταριού” του Raiffeisen στην Γερμανία και την “Κοινή Συντροφία και Αδελφότητα” των δικών μας Αμπελακίων η συλλογική εμπειρία στόχων, αστοχιών και κατακτήσεων είναι η μόνη ικανή βάση η οποία μπορεί να σηκώσει στους ώμους της το ακόμα άτολμο και αβέβαιο φαινόμενο των, όπως τους βάφτισε ο ν.4430/2016, «Φορέων κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας».
Ας μην ξεχνάμε λοιπόν:
Συνεργατισμός δεν είναι να ανταλλάσεις τον τίτλο ενός ιδιοκτήτη με μια πολυπρόσωπη επιχείρηση που να εξακολουθεί να έχει όλα εκείνα τα χούγια και τα χαρακτηριστικά ενός «συλλογικού αφεντικού». Να διαχωρίζει τους εργαζόμενους από τη διοίκηση στο σημείο που η γενική του συνέλευση να γίνεται τόπος απολύσεων.
Η Αλληλεγγύη δεν εξαντλείται στα όρια ενός φιλανθρωπικού ακτιβισμού. Ούτε είναι μια μεταφυσική εμπειρία συγκινησιακού χαρακτήρα. Δεν υποχωρεί ούτε εκφράζεται από καταστατικά έγγραφα και αστικές αντιλήψεις. Η αλληλεγγύη παράγει το δικό της δίκαιο περικλείοντας ολότμητα την οργάνωση της ζωής. Επομένως μόνο φαυλότητα και κατάντια είναι οποιοδήποτε συνεργατικό εγχείρημα να θεωρεί ένα άλλο «ανταγωνιστικό».
Κοινωνία δεν είναι ένα αφηρημένο σύνολο αποξενωμένων ανθρώπων. Το πλήθος της πόλης δεν αντιπροσωπεύει κανένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Είναι πραγματικά ανέξοδο να είναι κανείς «κοινωνικός προς την κοινωνία» και να παραμένει ακοινώνητος στους γείτονες του. Οφείλουμε να παραδεχτούμε το εξής: η θωράκιση πίσω από τις ταμπέλες των καταστημάτων μας δεν μας κάνει περισσότερο κοινωνικούς από οποιαδήποτε άλλη εταιρία.
Οικονομία δεν είναι απλά η ανταλλαγή προϊόντων χρήσης, παραπλάνησης και αξίας. Μπορεί όμως να αποτελέσει την υλική βάση όπου επάνω της θα ξεδιπλώσει τις ικανότητες της μια νέα πολιτοφροσύνη αναφερόμενη σε μια αυτόκεντρη κοινότητα συνεργαζομένων εγχειρημάτων. Η παραγωγή της τροφής, η διάθεση στα νοικοκυριά, η σίτιση, η ανάταση της ψυχής, η αγωγή των νέων, η θεραπεία του σώματος και η καλλιέργεια του νου, η διαχείριση των κοινών αγαθών, η εναρμονισμένη συμβίωση συνθέτουν ένα ολιστικό πλέγμα σχέσεων που ή θα αποφασίσουμε να το διεκδικήσουμε κυριαρχικά ή θα αφεθούμε βορά στους ανέμους της μοιρολατρίας.
le mort saisit le vif! ( Ο πεθαμένος αδράχνει τον ζωντανό! )
Ήδη από 1800 η «νέα κοινωνική θεώρηση» του Robert Owen στα ιδιόκτητα νηματουργεία του στο Lancashire και στο New Lanark όσο πρωτοπόρα και αν ήταν έδειξαν από τότε τα όρια αντοχής των λεγόμενων «νησίδων ελευθερίας». Οι καλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι, το ελάχιστο ταβάνι κέρδους του ιδιοκτήτη, η αλληλοβοήθεια, οι μειωμένες ώρες εργασίας, οι καλές κατοικίες, η σχολική εκπαίδευση των παιδιών των εργαζομένων φάνταζαν στα μάτια των συγχρόνων τους ως μια «εφικτή ουτοπία». Ήταν όμως στην καλύτερη περίπτωση μια ουτοπία με ημερομηνία λήξης που βασιζότανε στην καλή προαίρεση του Όουεν και μόλις αυτός βρέθηκε στην αφάνεια αφανίστηκε μαζί και η ουτοπία του.
Η μεγαλύτερη απειλή για τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς είναι να μετατραπούν σε ένα νέο είδος «ιδιοκτήτη». «Είναι ένας στυγνός κλέφτης» λέει ο Prοudhon για τον ιδιοκτήτη, αλλά ήταν ο Μarx ο οποίος πρώτος διατύπωσε στα χειρόγραφα του με τον πιο διαυγή τρόπο τον κίνδυνο η κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής να μετατραπεί σε ένα είδος «συλλογικού ιδιοκτήτη». Οι διάφοροι συνεταιρισμοί στην εποχή του Μαρξ, και αυτός είχε πράγματι την οξύνοια να είναι από τους πρώτους που το διαπίστωσαν αυτό, έτειναν να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο. Δηλαδή να μεταφέρουνε την καπιταλιστική λογική στο συνεταιριστικό επίπεδο. Εκεί που πάμε να κλείσουμε την πόρτα στον bellum omnium contra omnes, τον πόλεμο όλων εναντίων όλων, τον βάζουμε από το παράθυρο. Αυτό ακριβώς είναι το παράδοξο του Μποσιέ.
Το πόσο έχουμε προοδεύσει από το σημείο που περιέγραφε ο νεαρός Μαρξ φαίνεται στην ορολογία των «social business» που έχει δοθεί στην κοινωνική οικονομία από τους οικονομολόγους. H κοινωνική οικονομία, δίπλα στην «πράσινη ανάπτυξη» και την «ηθική επιχειρηματικότητα» αποτελούν την προσαρμογή του καπιταλισμού στις απαιτήσεις του ανεπτυγμένου μορφωτικά καταναλωτικού πληθυσμού. Οι καταναλωτές των μεσοαστικών τάξεων κοσμοπολίτες του δυτικόμορφου κόσμου θρέφουν ασφαλώς ανεπτυγμένο το αίσθημα ευαισθησίας απέναντι στα οικολογικά προβλήματα της παγκοσμιοποίησης. Είναι επομένως περισσότερο «απαιτητικοί» εάν τα καλλυντικά τους είναι cruelty-free και leaping bunny, παρά εάν παράγονται τα ίδια από ανθρώπους που κατέχουν τον έλεγχο της παραγωγής τους. Έτσι το ίδιο κάνει για αυτούς –και μάλιστα είναι καλύτερα- να αναλάβουν τον ρόλο της «κοινωνικής οικονομίας» η Nestle, τα super market Βασιλόπουλος και αύριο μεθαύριο η αναγεννημένη μέσα στην οικολογική κολυμβήθρα των ΜΚΟ Bayer και Monsanto. Αυτή η lifestyle εναλλακτική συνείδηση της αγοραιοποίησης [marketisation] με χορηγούς τα προγράμματα των Βρυξελών έχει συνεπάρει στην κυριολεξία και τα εγχώρια συνεργατικά κινήματα τα οποία ως έγνοια τους έχουν περισσότερο να μιμηθούν τις faire trade πολυεθνικές παρά να αντιμετωπίσουν (οικονομικά και οργανωτικά) στα ίσα την κυρίαρχη αγορά του μονιστικού καταναλωτισμού.
Για την πολιτοφροσύνη των συνεργαζόμενων συνεταιρισμών
Πολύ περισσότερο από το να «χτίζουμε στο σήμερα στιγμές από το μέλλον», μπορούμε να θεμελιώσουμε μεταξύ μας μια νέα συνεννόηση μεταξύ των υπαρκτών συνεργατισμών και έτσι το μέλλον για το οποίο στα λόγια είμαστε τόσο απλόχεροι να γίνει το παρόν που τόσο άτολμοι του είμαστε στα έργα.
Στην Ιστορία των δύο πόλεων ο Charles Dickens ξεκινά με την φράση:
It was the best of times, it was the worst of times.
It was the age of wisdom, it was the age of foolishness,
it was the epoch of belief, it was the epoch of incredulity,
it was the season of Light, it was the season of Darkness,
it was the spring of hope, it was the winter of despair,
we had everything before us, we had nothing before us.
Η απόφαση αυτή είναι αποκλειστικά δική μας. Από τις δύο πόλεις που μας αναλογούν να επιλέξουμε αυτή των καλύτερων εποχών.
Athanasios Georgilas
Jean-Claude Michea
Οδοδείκτης 1
Η ρήση του Γάλλου ιερέα Jacques Bénigne Bossuet «ο Θεός γελά με τους ανθρώπους που παραπονιούνται για τις συνέπειες ενώ αγαπούν τις αιτίες» όφειλε να συνοδεύει το διακριτικό σήμα κάθε εγχειρήματος κοινωνικής οικονομίας. Οφείλουμε, πρωτίστως, προκειμένου να διασωθούμε από τον εμπαιγμό των γενεών που έρχονται, μια ειλικρινή αναμέτρηση των όσων λιβανίζουμε με τα αποτελέσματα τους.
Οδοδείκτης 2
Η «κοινωνική», «αλληλέγγυα», «fair trade», «συνεργατική», «αντιεξουσιαστική», «συμμετοχική», οικονομία των «από τα κάτω» αποτελούν δρυμό όρων που το μοναδικό πράγμα που μας αποκαλύπτουν είναι το ακαδημαϊκό άγχος όσων θέλουν να προβλέψουν σαν νέοι αστρολόγοι το τι μέλλει γενέσθαι της κοινωνίας. Έχει περάσει άλλωστε καιρός τώρα που οι ακαδημαϊκοί έχουν όχι μόνο παραιτηθεί από κάθε διάθεση να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά και από κάθε ικανότητα για να τον ερμηνεύσουν. Αντί ο Θεός του Μπασιέ να γελά πίσω από την πλάτη μας είναι προτιμότερο να γυρίσουμε εμείς την δική μας σε αυτούς που έχουν κάνει τον κοινωνικό ακτιβισμό επάγγελμα με κατεύθυνση τις social business και «ανθρωπιστικές» ΜΚΟ και στρώνουν χαλί προς το Μαξίμου εξαργυρώνοντας με το αζημίωτο τη συμμετοχή τους στα κοινωνικά εγχειρήματα.
Οδοδείκτης 3
Το παραθετικό «κοινωνική» δίπλα στο οικονομία δηλώνει την ανικανότητα της οικονομίας ως επιστήμης μεγεθών να εκπληρώσει, για ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, τους ελάχιστους όρους μιας εξανθρωπισμένης ζωής. Η ανάγκη για την επαναδόμηση της ζωής δεν βολεύεται ούτε με νομοθετικές διατάξεις, ούτε εκτονώνεται σε φιλολογικά συνέδρια.
Όσοι, με πρόσχημα τον ρεαλισμό, πιστεύουν πως οι συσσωματώσεις που αναλαμβάνουν στο δικό τους πεδίο την ευθύνη για την αυτοσυντήρηση της κοινωνίας μπορούν να συγχρονιστούν με τον βηματισμό της αγοράς, προεξοφλούν τον εξανδραποδισμό τους από το κράτος και το ξεκοκάλισμα τους από τον ανταγωνισμό. Από την άλλη πλευρά, όσοι διεκδικούν μια ευθεία ρήξη με τον καπιταλιστικό σχεδιασμό εμμένοντας σε μια αυτιστική και κατά τ’ άλλα ναρκισσιστική νοοτροπία δεν κάνουν τίποτα άλλο από μια τρύπα στο νερό.
Οδοδείκτης 4
Η μοναδική προοπτική για εξανθρωπισμένη διαβίωση είναι εκ των ουκ άνευ δέσμια με την έξοδο από την κεφαλαιοκρατική οργάνωση της αγοράς. Η αγορά όμως παρόλες τις εξαγγελίες περί «αοράτου χεριού» κυβερνά με σιδηρά πυγμή επιβάλλοντας σε καταναλωτές και παραγωγούς την ισχύ του αστικού δικαίου. Αναγκαστικά λοιπόν επιλογή εξόδου από την λογική της κυρίαρχης οικονομίας σημαίνει ολομέτωπη αντιπαράθεση με τους κανόνες και τη νομοθετική ρύθμιση της αγοράς. Για τους φορείς της κοινωνικής οικονομίας οι αυταπάτες περί παράλληλου βηματισμού με την αγορά και συνεργασίας με το κράτος είναι το ελάχιστο πολυτέλεια, αν όχι η ένδειξη μιας αθεράπευτης φαντασιοκοπίας.
Οδοδείκτης 5
Τέτοιο πλαίσιο που «εντός στις θεμελιώδεις του αρχές να βρίσκεις πάντα την καλοσύνη από το πρώτο τους κύρος και το πρώτο τους φούντωμα» είναι η ζωντανή ιστορία του συνεργατικού κινήματος και αυτή είναι η μοναδική έγκυρη και θύραθεν του θεωρία. Από τους Χαρτιστές των αρχών του 19ου αιώνα έως τον καταναλωτικό συνεταιρισμό του Rochdale στο Ηνωμένο Βασίλειο, την συνεργατική “Εταιρεία για τον εφοδιασμό ψωμιού και σιταριού” του Raiffeisen στην Γερμανία και την “Κοινή Συντροφία και Αδελφότητα” των δικών μας Αμπελακίων η συλλογική εμπειρία στόχων, αστοχιών και κατακτήσεων είναι η μόνη ικανή βάση η οποία μπορεί να σηκώσει στους ώμους της το ακόμα άτολμο και αβέβαιο φαινόμενο των, όπως τους βάφτισε ο ν.4430/2016, «Φορέων κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας».
Ας μην ξεχνάμε λοιπόν:
Συνεργατισμός δεν είναι να ανταλλάσεις τον τίτλο ενός ιδιοκτήτη με μια πολυπρόσωπη επιχείρηση που να εξακολουθεί να έχει όλα εκείνα τα χούγια και τα χαρακτηριστικά ενός «συλλογικού αφεντικού». Να διαχωρίζει τους εργαζόμενους από τη διοίκηση στο σημείο που η γενική του συνέλευση να γίνεται τόπος απολύσεων.
Η Αλληλεγγύη δεν εξαντλείται στα όρια ενός φιλανθρωπικού ακτιβισμού. Ούτε είναι μια μεταφυσική εμπειρία συγκινησιακού χαρακτήρα. Δεν υποχωρεί ούτε εκφράζεται από καταστατικά έγγραφα και αστικές αντιλήψεις. Η αλληλεγγύη παράγει το δικό της δίκαιο περικλείοντας ολότμητα την οργάνωση της ζωής. Επομένως μόνο φαυλότητα και κατάντια είναι οποιοδήποτε συνεργατικό εγχείρημα να θεωρεί ένα άλλο «ανταγωνιστικό».
Κοινωνία δεν είναι ένα αφηρημένο σύνολο αποξενωμένων ανθρώπων. Το πλήθος της πόλης δεν αντιπροσωπεύει κανένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Είναι πραγματικά ανέξοδο να είναι κανείς «κοινωνικός προς την κοινωνία» και να παραμένει ακοινώνητος στους γείτονες του. Οφείλουμε να παραδεχτούμε το εξής: η θωράκιση πίσω από τις ταμπέλες των καταστημάτων μας δεν μας κάνει περισσότερο κοινωνικούς από οποιαδήποτε άλλη εταιρία.
Οικονομία δεν είναι απλά η ανταλλαγή προϊόντων χρήσης, παραπλάνησης και αξίας. Μπορεί όμως να αποτελέσει την υλική βάση όπου επάνω της θα ξεδιπλώσει τις ικανότητες της μια νέα πολιτοφροσύνη αναφερόμενη σε μια αυτόκεντρη κοινότητα συνεργαζομένων εγχειρημάτων. Η παραγωγή της τροφής, η διάθεση στα νοικοκυριά, η σίτιση, η ανάταση της ψυχής, η αγωγή των νέων, η θεραπεία του σώματος και η καλλιέργεια του νου, η διαχείριση των κοινών αγαθών, η εναρμονισμένη συμβίωση συνθέτουν ένα ολιστικό πλέγμα σχέσεων που ή θα αποφασίσουμε να το διεκδικήσουμε κυριαρχικά ή θα αφεθούμε βορά στους ανέμους της μοιρολατρίας.
le mort saisit le vif! ( Ο πεθαμένος αδράχνει τον ζωντανό! )
Ήδη από 1800 η «νέα κοινωνική θεώρηση» του Robert Owen στα ιδιόκτητα νηματουργεία του στο Lancashire και στο New Lanark όσο πρωτοπόρα και αν ήταν έδειξαν από τότε τα όρια αντοχής των λεγόμενων «νησίδων ελευθερίας». Οι καλά αμειβόμενοι εργαζόμενοι, το ελάχιστο ταβάνι κέρδους του ιδιοκτήτη, η αλληλοβοήθεια, οι μειωμένες ώρες εργασίας, οι καλές κατοικίες, η σχολική εκπαίδευση των παιδιών των εργαζομένων φάνταζαν στα μάτια των συγχρόνων τους ως μια «εφικτή ουτοπία». Ήταν όμως στην καλύτερη περίπτωση μια ουτοπία με ημερομηνία λήξης που βασιζότανε στην καλή προαίρεση του Όουεν και μόλις αυτός βρέθηκε στην αφάνεια αφανίστηκε μαζί και η ουτοπία του.
Η μεγαλύτερη απειλή για τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς είναι να μετατραπούν σε ένα νέο είδος «ιδιοκτήτη». «Είναι ένας στυγνός κλέφτης» λέει ο Prοudhon για τον ιδιοκτήτη, αλλά ήταν ο Μarx ο οποίος πρώτος διατύπωσε στα χειρόγραφα του με τον πιο διαυγή τρόπο τον κίνδυνο η κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής να μετατραπεί σε ένα είδος «συλλογικού ιδιοκτήτη». Οι διάφοροι συνεταιρισμοί στην εποχή του Μαρξ, και αυτός είχε πράγματι την οξύνοια να είναι από τους πρώτους που το διαπίστωσαν αυτό, έτειναν να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο. Δηλαδή να μεταφέρουνε την καπιταλιστική λογική στο συνεταιριστικό επίπεδο. Εκεί που πάμε να κλείσουμε την πόρτα στον bellum omnium contra omnes, τον πόλεμο όλων εναντίων όλων, τον βάζουμε από το παράθυρο. Αυτό ακριβώς είναι το παράδοξο του Μποσιέ.
Το πόσο έχουμε προοδεύσει από το σημείο που περιέγραφε ο νεαρός Μαρξ φαίνεται στην ορολογία των «social business» που έχει δοθεί στην κοινωνική οικονομία από τους οικονομολόγους. H κοινωνική οικονομία, δίπλα στην «πράσινη ανάπτυξη» και την «ηθική επιχειρηματικότητα» αποτελούν την προσαρμογή του καπιταλισμού στις απαιτήσεις του ανεπτυγμένου μορφωτικά καταναλωτικού πληθυσμού. Οι καταναλωτές των μεσοαστικών τάξεων κοσμοπολίτες του δυτικόμορφου κόσμου θρέφουν ασφαλώς ανεπτυγμένο το αίσθημα ευαισθησίας απέναντι στα οικολογικά προβλήματα της παγκοσμιοποίησης. Είναι επομένως περισσότερο «απαιτητικοί» εάν τα καλλυντικά τους είναι cruelty-free και leaping bunny, παρά εάν παράγονται τα ίδια από ανθρώπους που κατέχουν τον έλεγχο της παραγωγής τους. Έτσι το ίδιο κάνει για αυτούς –και μάλιστα είναι καλύτερα- να αναλάβουν τον ρόλο της «κοινωνικής οικονομίας» η Nestle, τα super market Βασιλόπουλος και αύριο μεθαύριο η αναγεννημένη μέσα στην οικολογική κολυμβήθρα των ΜΚΟ Bayer και Monsanto. Αυτή η lifestyle εναλλακτική συνείδηση της αγοραιοποίησης [marketisation] με χορηγούς τα προγράμματα των Βρυξελών έχει συνεπάρει στην κυριολεξία και τα εγχώρια συνεργατικά κινήματα τα οποία ως έγνοια τους έχουν περισσότερο να μιμηθούν τις faire trade πολυεθνικές παρά να αντιμετωπίσουν (οικονομικά και οργανωτικά) στα ίσα την κυρίαρχη αγορά του μονιστικού καταναλωτισμού.
Για την πολιτοφροσύνη των συνεργαζόμενων συνεταιρισμών
Πολύ περισσότερο από το να «χτίζουμε στο σήμερα στιγμές από το μέλλον», μπορούμε να θεμελιώσουμε μεταξύ μας μια νέα συνεννόηση μεταξύ των υπαρκτών συνεργατισμών και έτσι το μέλλον για το οποίο στα λόγια είμαστε τόσο απλόχεροι να γίνει το παρόν που τόσο άτολμοι του είμαστε στα έργα.
Στην Ιστορία των δύο πόλεων ο Charles Dickens ξεκινά με την φράση:
It was the best of times, it was the worst of times.
It was the age of wisdom, it was the age of foolishness,
it was the epoch of belief, it was the epoch of incredulity,
it was the season of Light, it was the season of Darkness,
it was the spring of hope, it was the winter of despair,
we had everything before us, we had nothing before us.
Η απόφαση αυτή είναι αποκλειστικά δική μας. Από τις δύο πόλεις που μας αναλογούν να επιλέξουμε αυτή των καλύτερων εποχών.
Athanasios Georgilas