Είναι γνωστό ότι οι Δήμοι δέχθηκαν τις μεγαλύτερες περικοπές δαπανών έως και
60% από το 2010 και εντεύθεν που ξέσπασε η οικονομική κρίση του δημοσίου χρέους με αποτέλεσμα να μην περιορίσουν μόνον τις επενδύσεις σε τοπικές υποδομές άλλα και τις κοινωνικές υπηρεσίες και παροχές.
Δικαίως έτσι, η Η ΚΕΔΕ ζητεί αποκέντρωση στο επίπεδο των οικονομικών και του φορολογικού συστήματος, για να διαχειριστεί απευθείας τους οικονομικούς πόρους που ανήκουν στην τοπική Αυτοδιοίκηση, σύμφωνα με το Ευρωπαικό κεκτημένο, χωρίς να γίνεται αυτός ο μεγάλος κύκλος τριβής και εντροπίας που μειώνει τους πόρους εξαιτίας της διαμεσολάβησης του συγκεντρωτικού φορολογικού κράτους.
Στη μελέτη μάλιστα που εκπόνησε το Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ) για τη φορολογική αποκέντρωση και παρουσίασε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος κ. Πατούληςδιαπιστώνεται ότι, οι Ο.Τ.Α. δεν διαθέτουν φορολογική εξουσία, οι δαπάνες της τοπικής αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα αντιστοιχούν στο 3.5% του ΑΕΠ, ενώ στην Ε.Ε. στο 15.6%. Όλα αυτά τα στοιχεία ερμηνεύουν βέβαια και την γενικότερη υστέρηση.
Το πρόβλημα όμως, δεν είναι μόνον η υστέρηση της χώρας στην αποκεντρωμένη διοίκηση αλλά και το έλλειμμα αποκέντρωσης στην πραγματική οικονομία και ειδικότερα μέσω της κοινωνικής οικονομίας, της οικονομικής και συμμετοχικής δημοκρατίας.
Το ζήτημα αυτό είναι σχεδόν άγνωστο στα δημοτικά στελέχη, δεν υπάρχει καν σαν στόχος στον προϋπολογισμό των Δήμων, ενώ πολλοί Αυτοδιοικητικοί συγχέουν μια υπεργολαβία που μπορεί να δώσει σε μια ΚΟΙΝΣΕΠ ο Δήμος, με την πολιτική της κοινωνικής οικονομίας που προϋποθέτει θεσμική οργάνωση και ολοκληρωμένη προσέγγιση.
Αυτό που δεν έχουν αντιληφθεί ίσως οι Δήμοι και τα περισσότερα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι το φάντασμα της «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ» το οποίο δεν πλανάται μόνο πάνω από την Ελλάδα και Ευρώπη αλλά σε ολόκληρη την οικουμένη, ένα φάντασμα που διαρκώς θα συρρικνώνει την φορολογική βάση των μισθωτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων περιορίζοντας τους φόρους που μπορούν να συλλεχτούν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα από το κράτος αλλά και από τους Δήμους.
Με αυτή την έννοια μια μόνη εναλλακτική δυνατότητα υπάρχει προοπτικά για την βιώσιμη τοπική ανάπτυξη και την ενίσχυση των κοινωνικών υπηρεσιών από τους Δήμους: η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, για νέες θέσεις εργασίας και νέες υπηρεσίες.
Η πολιτική μείωσης του κόστους των προσφερόμενων υπηρεσιών και η ενεργοποίηση των ανενεργών υλικών πόρων εξοικονομώντας πόρους από την μείωση του γραφειοκρατικού κόστους και των υπηρεσιών που δύναται να γίνουν ψηφιακές και αυτοεξυπηρετούμενες μέσω διαδικτύου.
Η μείωση του γραφειοκρατικού κόστους και του ενεργειακού κόστους είναι αυτό που θα δώσει την δυνατότητα για διάθεση πόρων σε περισσότερες κοινωνικές υπηρεσίες και επιχειρήσεις κάθε λογής: παιδικούς σταθμούς, κέντρα δημιουργικής ενασχόλησης νέων, συνταξιούχων και υπερηλίκων.
Πρόκειται για μια μεγάλη ανατροπή στην οικονομική αντίληψη και πρακτική που συντελείται παγκόσμια. Μια ανατροπή στο δόγμα του φορολογικού της μισθωτής εργασίας που άνθισε για ένα αιώνα.
Δεν ήταν ασφαλώς πάντοτε έτσι οι συνθήκες στην οικονομία όπως εξελίχθηκαν τον τελευταίο αιώνα. Το φορολογικό κράτος το 1920 δεν ήταν παραπάνω από 10% εως 15% του ΑΕΠ στην Ευρώπη και στην Αμερική. Σήμερα ο μέσος όρος πλησιάζει το 50% και δεν μπορεί να δώσει την λύση στην αντιμετώπιση της ανεργίας και να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες του κοινωνικού κράτους λόγω των περιορισμών της τεχνολογικής ανεργίας και των αλυσιδωτών αντιδράσεων που επιφέρει.
Στην Ευρώπη οι κυβερνήσεις και οι Δήμοι έχουν αντιληφθεί τις νέες τάσεις στην οικονομία και γι΄αυτό βλέπουμε παντού να αυξάνονται οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί, οι συνεταιριστικές τράπεζες και οι κοινωνικές επιχειρήσεις με την συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το κλειδί είναι οι επενδύσεις σε κοινωνικές επιχειρήσεις που δεν αποσκοπούν στο κέρδος αλλά προσφέρουν νέες θέσεις εργασίας, σε άλλες περιπτώσεις συμπληρωματικό εισόδημα και σε άλλες μειωμένο κόστος κοινωνικών υπηρεσιών.
Οίκοpress <[email protected]>
60% από το 2010 και εντεύθεν που ξέσπασε η οικονομική κρίση του δημοσίου χρέους με αποτέλεσμα να μην περιορίσουν μόνον τις επενδύσεις σε τοπικές υποδομές άλλα και τις κοινωνικές υπηρεσίες και παροχές.
Δικαίως έτσι, η Η ΚΕΔΕ ζητεί αποκέντρωση στο επίπεδο των οικονομικών και του φορολογικού συστήματος, για να διαχειριστεί απευθείας τους οικονομικούς πόρους που ανήκουν στην τοπική Αυτοδιοίκηση, σύμφωνα με το Ευρωπαικό κεκτημένο, χωρίς να γίνεται αυτός ο μεγάλος κύκλος τριβής και εντροπίας που μειώνει τους πόρους εξαιτίας της διαμεσολάβησης του συγκεντρωτικού φορολογικού κράτους.
Στη μελέτη μάλιστα που εκπόνησε το Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ) για τη φορολογική αποκέντρωση και παρουσίασε ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος κ. Πατούληςδιαπιστώνεται ότι, οι Ο.Τ.Α. δεν διαθέτουν φορολογική εξουσία, οι δαπάνες της τοπικής αυτοδιοίκησης στην Ελλάδα αντιστοιχούν στο 3.5% του ΑΕΠ, ενώ στην Ε.Ε. στο 15.6%. Όλα αυτά τα στοιχεία ερμηνεύουν βέβαια και την γενικότερη υστέρηση.
Το πρόβλημα όμως, δεν είναι μόνον η υστέρηση της χώρας στην αποκεντρωμένη διοίκηση αλλά και το έλλειμμα αποκέντρωσης στην πραγματική οικονομία και ειδικότερα μέσω της κοινωνικής οικονομίας, της οικονομικής και συμμετοχικής δημοκρατίας.
Το ζήτημα αυτό είναι σχεδόν άγνωστο στα δημοτικά στελέχη, δεν υπάρχει καν σαν στόχος στον προϋπολογισμό των Δήμων, ενώ πολλοί Αυτοδιοικητικοί συγχέουν μια υπεργολαβία που μπορεί να δώσει σε μια ΚΟΙΝΣΕΠ ο Δήμος, με την πολιτική της κοινωνικής οικονομίας που προϋποθέτει θεσμική οργάνωση και ολοκληρωμένη προσέγγιση.
Αυτό που δεν έχουν αντιληφθεί ίσως οι Δήμοι και τα περισσότερα στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι το φάντασμα της «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ» το οποίο δεν πλανάται μόνο πάνω από την Ελλάδα και Ευρώπη αλλά σε ολόκληρη την οικουμένη, ένα φάντασμα που διαρκώς θα συρρικνώνει την φορολογική βάση των μισθωτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων περιορίζοντας τους φόρους που μπορούν να συλλεχτούν μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα από το κράτος αλλά και από τους Δήμους.
Με αυτή την έννοια μια μόνη εναλλακτική δυνατότητα υπάρχει προοπτικά για την βιώσιμη τοπική ανάπτυξη και την ενίσχυση των κοινωνικών υπηρεσιών από τους Δήμους: η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, για νέες θέσεις εργασίας και νέες υπηρεσίες.
Η πολιτική μείωσης του κόστους των προσφερόμενων υπηρεσιών και η ενεργοποίηση των ανενεργών υλικών πόρων εξοικονομώντας πόρους από την μείωση του γραφειοκρατικού κόστους και των υπηρεσιών που δύναται να γίνουν ψηφιακές και αυτοεξυπηρετούμενες μέσω διαδικτύου.
Η μείωση του γραφειοκρατικού κόστους και του ενεργειακού κόστους είναι αυτό που θα δώσει την δυνατότητα για διάθεση πόρων σε περισσότερες κοινωνικές υπηρεσίες και επιχειρήσεις κάθε λογής: παιδικούς σταθμούς, κέντρα δημιουργικής ενασχόλησης νέων, συνταξιούχων και υπερηλίκων.
Πρόκειται για μια μεγάλη ανατροπή στην οικονομική αντίληψη και πρακτική που συντελείται παγκόσμια. Μια ανατροπή στο δόγμα του φορολογικού της μισθωτής εργασίας που άνθισε για ένα αιώνα.
Δεν ήταν ασφαλώς πάντοτε έτσι οι συνθήκες στην οικονομία όπως εξελίχθηκαν τον τελευταίο αιώνα. Το φορολογικό κράτος το 1920 δεν ήταν παραπάνω από 10% εως 15% του ΑΕΠ στην Ευρώπη και στην Αμερική. Σήμερα ο μέσος όρος πλησιάζει το 50% και δεν μπορεί να δώσει την λύση στην αντιμετώπιση της ανεργίας και να καλύψει επαρκώς τις ανάγκες του κοινωνικού κράτους λόγω των περιορισμών της τεχνολογικής ανεργίας και των αλυσιδωτών αντιδράσεων που επιφέρει.
Στην Ευρώπη οι κυβερνήσεις και οι Δήμοι έχουν αντιληφθεί τις νέες τάσεις στην οικονομία και γι΄αυτό βλέπουμε παντού να αυξάνονται οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί, οι συνεταιριστικές τράπεζες και οι κοινωνικές επιχειρήσεις με την συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το κλειδί είναι οι επενδύσεις σε κοινωνικές επιχειρήσεις που δεν αποσκοπούν στο κέρδος αλλά προσφέρουν νέες θέσεις εργασίας, σε άλλες περιπτώσεις συμπληρωματικό εισόδημα και σε άλλες μειωμένο κόστος κοινωνικών υπηρεσιών.
Οίκοpress <[email protected]>