Η κατανάλωση όμως γίνεται πάντα ατομικά και δεν υπάρχει κάποια αληθινή συλλογικότητα σε αυτήν, αλλά ο/η καθένας/μια αισθάνεται μόνος/η, όταν καταναλώνει, ακόμη και όταν βρίσκεται σε μια παρέα ή ομάδα. Το μόνο που παράγεται κατά τη διαδικασία της είναι όλο και περισσότερη κατανάλωση. Αυτό που δημιουργεί συνεπώς πάντα, είναι περισσότερη κατανάλωση, πράγμα που οδηγεί τους παραγωγούς να ενσωματώσουν τον καταναγκασμό να πρέπει να πουλάνε όλο και περισσότερο στους καταναλωτές, πράγμα που με τη σειρά του συμπίπτει θαυμάσια με τον καταναγκασμό της καπιταλιστικής οικονομίας να μεγεθύνεται και να «αναπτύσσεται» συνεχώς.
Στους χώρους των αγορών, μέσω της ατομικής κατανάλωσης, οι άνθρωποι διαχωρίζονται σε ανταγωνιστικά άτομα-«δομική αποξένωση» έχει ονομασθεί αυτό- και δεν μπορούν να απελευθερωθούν ποτέ «εξαγοράζοντας» την ελευθερία τους. Οι αγορές βασίζονται ακριβώς σε αυτή την δομική αποξένωσή μας από τον άλλον και την αναπαράγουν εκ νέου συνεχώς. Αλλά αυτή η αποξένωσή μας ως άτομα, δεν σημαίνει ότι εμείς οι άνθρωποι δεν μπορούμε επίσης να συνερχόμαστε και να συνεργαζόμαστε. Στον χώρο της αγοράς όμως η συνεργασία έχει συνεχώς την πικρή γεύση του ανταγωνισμού. Συνερχόμαστε και συνεργαζόμαστε έτσι ώστε να συμμετέχουμε από καλύτερη θέση στον ανταγωνισμό και να μπορούμε να επικρατούμε έναντι του άλλου. Στη βάση του ανταγωνισμού κάθε συνεργασία σημαίνει ότι η μια πλευρά αποκλείει την άλλη προσπαθώντας να της «τη φέρει». Βγάζει στην επιφάνεια τον πιο εγωιστικό εαυτό και των δύο πλευρών, είτε της νικήτριας είτε της ηττημένης. Η επιτυχία κάποιου/ας σημαίνει αποτυχία του/της άλλου/ης.
Η λογική της αγοράς προστάζει: «διώχτον, αλλιώς θα διωχθείς», «σύντρεψέ τον, αλλιώς θα συντριβείς». Ο ανταγωνισμός δεν είναι κατά βάση έκφραση της απληστίας ή του «κακού θέλω»(«εγωιστικού γονιδίου»), αλλά είναι υποκειμενική επίδραση της παραπάνω λογικής. Από την άλλη πλευρά η συνεργασία σημαίνει συνεύρεση και ένωση των δυνάμεών μας, ώστε από κοινού να εργασθούμε για ένα σκοπό. Είναι ένα οντολογικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης δημιουργικής δραστηριότητας και η βάση για τη δημιουργία των συλλογικών αγαθών-ΚΟΙΝΩΝ. Η συνεργασία δεν είναι μια αντίθεση στον ανταγωνισμό. Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις, για παράδειγμα, οργανώνουν στο εσωτερικό τους τη συνεργασία σε ομάδες των εργαζομένων τους, διαφορετικά δεν θα ήταν σε θέση να παράγουν τα προϊόντα τους. Ακόμα και προς τα έξω, συνεργάζονται με άλλες επιχειρήσεις, για να γίνουν πιο εύρωστες, σχηματίζοντας ομίλους ή καρτέλ. Η συνεργασία επομένως στις επιχειρήσεις είναι προϋπόθεση καλύτερου ανταγωνισμού τους και δεν έρχεται σε αντίθεση με την ύπαρξή τους.
Στα ΚΟΙΝΑ και τα συνεργατικά, συλλογικά εγχειρήματα ή συνεταιρισμούς αντίθετα, η συνεργασία των μελών τους είναι μέσον και στόχος ταυτόχρονα. Εδώ συμβαίνουν δύο πράγματα: είναι μια κοινωνική δομή και πραχτική του συνεργάζεσθαι πρώτον και δεύτερο μια κοινή παραγωγή αγαθών οιασδήποτε μορφής. Η συνεργασία παράγει εδώ συνεργασία και αξίες χρήσης! Δεν υπάρχει σε αυτές τις δομές μεγάλη ώθηση για να ανταγωνισθείς τους άλλους. Το αντίθετο, όταν οι κανόνες που διαμορφώνονται από κοινού εδώ, είναι αρκετά ισχυροί και οδηγούν στην εμφάνιση ανταγωνισμού, τότε υπάρχει κίνδυνος για τα ίδια τα εγχειρήματα. Αυτό φαίνεται ιδιαίτερα στην περίπτωση περιορισμένων ανταγωνιστικών πόρων και προϊόντων. Αν π.χ. κάποιο μέλος αγροτικού συνεταιρισμού οδηγείται στη χρήση περισσότερου νερού άρδευσης από ό,τι είναι συμφωνημένο, τότε οδηγεί ταυτόχρονα τα άλλα μέλη να δράσουν επίσης προς την ίδια κατεύθυνση, ώστε να εξασφαλίσουν και αυτά μεγαλύτερο μερίδιο στο νερό άρδευσης. Οι άλλοι τότε εξελίσσονται σε ανταγωνιστές, πράγμα που θα είναι εις βάρος όλων, γιατί κάποτε δεν θα υπάρχει αρκετό νερό για όλους τους συνεταιριστές.
Στην περίπτωση μη περιορισμένων ανταγωνιστικών πόρων, μπορούν να υπάρχουν παράλληλα πρότζεκτ που να έχουν τον ίδιο στόχο. Αυτή η παραλληλία δεν είναι ανταγωνιστική με την έννοια ότι δεν πρόκειται για εξωστρακισμό του άλλου πρότζεκτ. Η οικεία επιτυχία δεν εξαρτάται από την αποτυχία του «αντίπαλου ανταγωνιστή». Πολύ περισσότερο δεν εμποδίζεσαι από κανέναν να επωφεληθείς από τα καλά αποτελέσματα των άλλων κι να χρησιμοποιήσεις και ο ίδιος τις εμπειρίες τους. Οι σχέσεις δηλαδή μεταξύ των καλώς εννοούμενων «ανταγωνιστών» είναι φυσικής συνεργατικής προέλευσης. Αυτή είναι και η ουσία της σημασίας που έχουν τα ΚΟΙΝΑ, και προς «μέσα» τους και προς τα «έξω», στη σχέση τους με τα άλλα συλλογικά εγχειρήματα.
Προς τα «έξω» όμως, όταν πρόκειται για τη συμμετοχή στην υπάρχουσα καπιταλιστική αγορά, τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Εδώ αποφασιστικό για την ύπαρξή τους είναι η προοπτική. Από τη μεριά των παραδοσιακών εμπορευματικών δρώντων στην αγορά, ένα κοινοτικό συνεργατικό εγχείρημα αντιμετωπίζεται σαν ένας πραγματικός ανταγωνιστής, αν αναμειγνύεται στο δικό τους μερίδιο της αγοράς. Από τη μεριά των κοινοτικών εγχειρημάτων, ένας παραδοσιακός εμπορικός μέτοχος της αγοράς μπορεί να θεωρηθεί ουδέτερος, όταν αυτός δεν στερεί πόρους από αυτά. Οι δραστηριότητές τους δεν κατευθύνονται στο να τον «διώξουν» από την αγορά, αλλά στο να αναπτύξουν καλά το δικό τους εγχείρημα. Αυτό συμβαίνει πάντα όταν τα συλλογικά προϊόντα είναι πραγματικά καλύτερα από των εμπορικών προμηθευτών, όπου το «καλύτερα» αξιολογείται με κριτήριο τις ανάγκες των χρηστών τους, καθώς και τα κίνητρα των παραγωγών.
Η Wikipedia, για παράδειγμα, έθεσε εκτός συνεργασίας ελεύθερες εγκυκλοπαίδιες, όχι μόνο γιατί η ίδια είναι πιο επίκαιρη και πιο ελεύθερα προσβάσιμη, αλλά επίσης επειδή μπορούσαν οι ενδιαφερόμενοι χρήστες της να δουλέψουν συνεργατικά παράγοντας πληροφορία και γνώση, να γίνουν δηλαδή συμπαραγωγοί στο πρότζεκτ της. Αυτή η συμπαραγωγή δεν μπορεί να συμβεί στα πλαίσια ενός εμπορικού παραδοσιακού παραγωγικού μοντέλου, όπου υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών.
Αν όμως –άλλο παράδειγμα-δημιουργείται μια κοινότητα παραγωγών αγροτικών προϊόντων και των καταναλωτών αυτών των προϊόντων και υπάρχει και η συμφωνία οι καταναλωτές έχοντας άμεση σχέση με τους παραγωγούς, μπορούν να συμμετέχουν βοηθητικά στις εργασίες στα αντίστοιχα αγροκτήματα, τότε καταργείται σε ένα βαθμό αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών-Κοινωνικά Υστηριζόμενη Γεωργία(ΚΥΓΕΩ) λέγεται αυτό-και μπορούμε να μιλάμε για παραγωκαταναλωτές. Το ίδιο συμβαίνει και με ένα συνεργατικό ή συνεταιριστικό εγχείρημα που τα προϊόντα ή οι υπερεσίες του μπορούν να καταναλώνονται ή να χρησιμοποιούνται και από τα ίδια τα μέλη του.
Συμπερασματικά: ανταγωνισμός και συνεργασία δεν είναι καταρχήν αντιφατικά. Ο ανταγωνισμός χρειάζεται ουσιωδώς τη συνεργασία, ενώ η συνεργασία μπορεί να ανταπεξέλθει εξίσου καλά, αν όχι καλύτερα, χωρίς τον ανταγωνισμό. Για τον ανταγωνισμό είναι αναγκαία η συνεργασία, ενώ το αντίστροφο δεν ισχύει (θα λέγαμε στα μαθηματικά).