του Βασίλη Χαρισίου-Καλλιαντόπουλου
Στην καπιταλιστική παραγωγή έχουν αναπτυχθεί διάφορα μοντέλα κατά καιρούς και κατά τόπους. Στόχος όλων τους ήταν η αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας, με σκοπό την αποκόμιση υψηλότερου ποσοστού κέρδους. Έτσι αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα το φορντικό μοντέλο παραγωγής (δηλαδή η δημιουργία γραμμής παραγωγής για την επίτευξη μαζικής παραγωγής). Ένα μοντέλο που μέχρι σήμερα ακολουθείται και βασικό στόχο έχει την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας μέσω της οποίας ο καπιταλιστής αποκομίζει περισσότερα κέρδη, ενώ κατά την παραγωγική διαδικασία οι μετέχοντες εργαζόμενοι αδυνατούν να έχουν πλήρη γνώση των σταδίων παραγωγής· έχουν μόνο αποσπασματική, στο αντικείμενο που ο καθένας βρίσκεται. Ενώ δηλαδή είναι βασικοί συντελεστές στην διαδικασία παραγωγής ενός αγαθού, στο τέλος βρίσκονται να μην έχουν πλήρη γνώση της διαδικασίας για το τελικό προϊόν.
Σημείο πρώτο είναι η σφαιρική γνώση της εκάστοτε παραγωγικής διαδικασίας. Ο νεοφιλελευθερισμός έχει δημιουργήσει εργαζόμενους με μορφή παθητικών καταναλωτών, αποκομμένων όχι μόνο από την παραγωγή αλλά και από την πολιτική ζωή. Η κοινωνική κίνηση που αναπτύσσεται από την άλλη πλευρά, με την συμβολή και τα ερεθίσματά μας, πρέπει να δημιουργήσει ενεργούς παραγωγούς και ενεργούς πολίτες. Εργαζόμενους που μετέχουν στην πολιτική ζωή, εργαζόμενους που έχουν συναίσθηση και σφαιρική γνώση της παραγωγικής διαδικασίας.
Η ιεραρχία, βασικό στοιχείο της καπιταλιστικής παραγωγής
Ένα άλλο βασικό σημείο στην καπιταλιστική παραγωγή και στην οργάνωσή της είναι η ιεραρχική δομή που έχουν οι επιχειρήσεις ή τα εργοστάσια. Ιεραρχία η οποία είναι απαραίτητη για διάφορους λόγους στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής (ένας από αυτούς είναι και ο αποκλεισμός των εργαζομένων από την πλήρη γνώση της παραγωγής που περιγράψαμε παραπάνω). Οι δύο βασικοί λόγοι όμως έχουν να κάνουν με τον έλεγχο της παραγωγής και του κέρδους (την απόσπαση της δηλαδή της υπεραξίας των εργαζομένων που μετέχουν σε αυτή) και την αναπαραγωγή του ιεραρχικού προτύπου ως εικόνας και πρακτικής για την εμπέδωση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, για την εμπέδωση του status quo.[1] Με αυτά τα βασικά σημεία της οργάνωσης της παραγωγής, της οικονομίας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας πρέπει να συγκρουστούμε για να ανακαλύψουμε της δυνατότητες υπέρβασης της.
Αν επιδιώκουμε να «μετασχηματίσουμε» την καπιταλιστική οικονομία σε μια άλλη οικονομία, με τον όρο «κοινωνική οικονομία» θα πρέπει να πραγματοποιήσουμε συγκεκριμένες ρήξεις με τα στοιχεία που συγκροτούν τον πυρήνα της καπιταλιστικής οικονομίας. Τα βασικά στοιχεία με τα οποία θα πρέπει να συγκρουστούμε είναι το ζήτημα της εκμετάλλευσης, του κέρδους για συσσώρευση, για περισσότερη παραγωγή και αυξημένη παραγωγικότητα, όπως επίσης και ο τρόπος οργάνωσης εσωτερικά της παραγωγής — δηλαδή αφενός η ιεραρχική δομή και αφετέρου η πρόσβαση στη γνώση της παραγωγής από όλους τους μετέχοντες σε αυτή, καθώς και το ζήτημα της ιδιοκτησίας.
Βασικές ιδέες για την κοινωνική οικονομία
α) Δημοκρατία στην παραγωγή.Η αστική δημοκρατία, ενώ επικαλείται την αξία της δημοκρατίας σε πολλά επίπεδα, αποφεύγει να την επικαλεσθεί στο κομμάτι της παραγωγής. Η δημοκρατία της τελειώνει εκεί που ξεκινά ο φράχτης του εργοστασίου ή η πόρτα της εταιρείας, και τον λόγο τότε παίρνει ο κήρυκας της ιεραρχίας και του αυταρχισμού.
β) Αμφισβήτηση της ιεραρχικής δομής και αντικατάσταση της από οριζόντιες δημοκρατικές δομές.
γ) Διαχείριση του κέρδους με τρόπο συλλογικό, που να συμβάλλει όχι στην αυξημένη παραγωγικότητα της επιχείρησης αλλά στην κοινωνική και περιβαλλοντική ανταποδοτικότητα.
δ) Πέρασμα από την ιδιοκτησία και την ιδιοχρησία στην κοινοκτησία και κοινοχρησία.
Είναι πολύ σημαντικό, ακόμα, να τονίσουμε το ζήτημα της περιβαλλοντικής ανταποδοτικότητας, του σεβασμού δηλαδή του φυσικού περιβάλλοντος εντός του οποίου επιδιώκουμε να ζήσουμε αρμονικά και να αναπαραχθούμε. Εδώ εισέρχεται η κριτική η οποία αμφισβητεί το ιδεώδες της ανάπτυξης ως μεγέθυνση όπως καθιερώθηκε στο «δυτικό» κόσμο, το ιδεώδες δηλαδή της διαρκώς μεγαλύτερης παραγωγής και παραγωγικότητας, της συνεχούς οικονομικής μεγέθυνσης ως λύσης που θα θρέψει τους ανθρώπους του πλανήτη, θα προσφέρει αξιοπρέπεια, θα απαλλάξει τους εργαζόμενους και τις κοινωνίες από φαινόμενα εξαθλίωσης και φτώχειας. Το ιδεώδες αυτό της ανάπτυξης (συναρτημένης με την οικονομική μεγέθυνση) δεν έλυσε κανένα από τα προβλήματα των κοινωνιών. Η κοινωνική εξαθλίωση, οι τεράστιες ανισότητες, και η φτώχεια παραμένουν συστατικά μέρη τούτου του κόσμου, ενώ παράλληλα οι κοινωνίες, το φυσικό περιβάλλον και τα οικοσυστήματα συνεχίζουν να καταστρέφονται με υψηλούς ρυθμούς. Η ανάπτυξη δεν έφερε κοινωνική ευημερία παρά μόνο για τους κρατούντες και τους άρχοντες, εν αντιθέσει με τον κόσμο της εργασίας. Η «βιώσιμη ανάπτυξη», που τελευταία φόρεσε τον μανδύα της «πράσινης ανάπτυξης», δεν έλυσε τα βαθύτατα περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα παρά μόνο επικάλυψε φαινομενικά τις κοινωνικοπεριβαλλοντικές «αμαρτίες» και πρόσφερε το πολιτικό σχέδιο για τη συνέχιση της συσσώρευσης του κεφαλαίου και την ενίσχυση της ταξικής κυριαρχίας την τελευταία εικοσαετία.
Αυτό που οφείλουμε να εξετάσουμε είναι πώς θα δημιουργήσουμε μια οικονομία, μια οργάνωση δηλαδή της κοινωνικής, οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας τέτοια ώστε να φροντίζει να σπάει ριζικά τους στόχους και τους σκοπούς της καπιταλιστικής οικονομίας της αγοράς. Πώς αυτή η οικονομία θα σταθεί δίπλα και ενάντια στην καπιταλιστική, όχι όμως μονάχα για την επιβίωσή της ως ένα μικρό ή μεγαλύτερο τμήμα, αλλά για την ανάπτυξη και την αναπαραγωγή της σε ευρύτερα κομμάτια της οικονομικής δραστηριότητας, ερχόμενη σε σύγκρουση με την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, την οργάνωση της καπιταλιστικής παραγωγής, εν τέλει σε σύγκρουση με τον τρόπο οργάνωσης του κράτους σήμερα.
Αξιακές αρχές και υλικές βάσεις της κοινωνικής οικονομίας
Οι αξιακές αρχές στη βάση των οποίων πρέπει να λειτουργεί αυτή η οικονομία είναι η αλληλεγγύη, η ισότητα, ο σεβασμός στη φύση, η προσφορά στο σύνολο, η δημοκρατία, η περιβαλλοντική και κοινωνική δικαιοσύνη. Έννοιες ουσιαστικές, που φαντάζουν ίσως κλισέ, όμως πραγματικά θεμελιώνουν μια άλλη φιλοσοφία για τη λειτουργία της παραγωγής, της κατανάλωσης, για την οικοδόμηση ενός άλλου υποδείγματος λειτουργίας της κοινωνίας και της οικονομίας. Το πρότυπο της μαζικής παραγωγής και της μαζικής κατανάλωσης είναι καιρός να αλλάξει. Το φαινόμενο του καταναλωτισμού δεν ξεπερνιέται αν δεν γίνουν αλλαγές στον τρόπο παραγωγής. Η σφαίρα της κατανάλωσης, ο τρόπος κατανάλωσης, το πρότυπο της κατανάλωσης συναρτάται άμεσα με τον τρόπο παραγωγής. «Όχι μόνο η παραγωγή είναι άμεσα κατανάλωση και η κατανάλωση είναι άμεσα παραγωγή (…) καθεμιά τους δεν αποτελεί μόνο άμεσα την άλλη, δεν διαμεσολαβεί μόνο την άλλη αλλά και δημιουργεί την άλλη ολοκληρώνοντας τον εαυτό της, δημιουργεί τον εαυτό της σαν την άλλη».[2] Η παραγωγή δεν φτιάχνει μόνο το αντικείμενο-αγαθό προς κατανάλωση, αλλά προσδιορίζει και τον τρόπο της κατανάλωσης.
Πέραν όμως των αξιακών αρχών, αυτή η οικονομία θα πρέπει να εδράζεται στις υλικές συνθήκες που διαμορφώνονται την εποχή αυτή. Την εποχή δηλαδή του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, την εποχή του Μνημονίου και της λιτότητας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, την εποχή της πλήρους απορρύθμισμης των αγορών με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνική και οικονομική ζωή. Φτώχεια, πείνα, συρρίκνωση της πρόσβασης σε υγεία και ασφάλεια, ανεπαρκές σύστημα παιδείας, πλήρως ευτελισμένο από τη συνεχόμενη υποχρηματοδότηση, μη πρόσβαση σε αγαθά όπως το ρεύμα και η θέρμανση για ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού. Σε αυτές τις κοινωνικές ανάγκες αρχικά πρέπει να απαντά αυτή η «άλλη οικονομία».
Κοινωνικά παντοπωλεία, ιατρεία, φαρμακεία, ωδεία, τράπεζες χρόνου…
Μια οικονομία που ήδη έχει ξεκινήσει να συστήνεται από διάφορες επιμέρους ομάδες οι οποίες φροντίζουν να φτιάχνουν κοινωνικά παντοπωλεία, τράπεζες χρόνου όπου ανταλλάσσονται γνώσεις και υπηρεσίες, κοινωνικά ιατρεία, φαρμακεία, ωδεία κτλ., προσφέροντας αρχικά τουλάχιστον ανακούφιση στις βασικές ανάγκες της κοινωνίας, προάγοντας την αξία της αλληλεγγύης, δίνοντας το παράδειγμα. Αυτή η οικονομία που απαντά στις κοινωνικές ανάγκες και συγκροτείται με δημοκρατία, ισότητα, οριζόντιες δομές στα επιμέρους στοιχεία της (συνεταιρισμοί, σύλλογοι, αυτοδιαχειριζόμενες μονάδες παραγωγής κτλ.), με τον σεβασμό και την υπεράσπιση στα «κοινά», μπορεί να είναι η μόνη «βιώσιμη» απάντηση στο σήμερα. Βιώσιμη όχι από τη σκοπιά των κερδών και της κεφαλαιακής συσσώρευσης, βιώσιμη από τη σκοπιά των εργαζομένων, της νεολαίας, των ευρύτερων στρωμάτων της κοινωνίας. Είναι αυτή που μπορεί να φέρει κοινωνική ευημερία και την πραγματική ανάπτυξη των ανθρώπων και των δυνατοτήτων τους. Απέναντι στον καπιταλιστικό ανταγωνισμό και τη βαρβαρότητα της ελεύθερης αγοράς θα αντιπαραβάλουμε την κοινωνία της αλληλεγγύης, των αναγκών, της δημοκρατίας με άμεση ή έμμεση μορφή, των «κοινών», της συμμετοχής, της πρόσβασης στη γνώση για όλους και όλες. Και ακριβώς αυτό το παράδειγμα οικονομίας μπορεί να φέρει τους σπόρους της αλλαγής της οργάνωσης του κράτους σήμερα.
Τούτη η οικονομία, η οποία ήδη κάνει τα πρώτα της βήματα, έχει αντιπάλους. Αντίπαλοί της είναι ο αστικός κόσμος, οι λάτρεις των εμπορευμάτων, του χρήματος, του κέρδους. Αντίπαλός της είναι το κράτος με τη μορφή την οργάνωση και τον συσχετισμό δύναμης που συμπυκνώνει τη δεδομένη στιγμή (πολιτικό και κυβερνητικό σύστημα που προάγει και διασφαλίζει τα προνόμια και τα συμφέροντα των ισχυρών). Αυτή η οικονομία όσο γρήγορα και να δημιουργείται «από τα κάτω» άλλο τόσο γρήγορα θα πολεμηθεί, θα αποσαρθρωθεί και θα βρει τα όρια της από τους «άρχοντες». Το σημείο-κόμβος για να συνεχίζει να διευρύνεται βρίσκεται στον στόχο της ανάληψης της πολιτικής εξουσίας από την Αριστερά και την κοινωνία. Καμία ευρύτερη αλλαγή δεν μπορεί να συμβεί αν ο κόσμος και η Αριστερά δεν καταλάβουν την πολιτική εξουσία. Η συνδυασμένη κίνηση του κόσμου της εργασίας και της αλληλεγγύης που οργανώνεται από τα κάτω και φτιάχνει τα δικά της παραδείγματα στην οικονομική και κοινωνική ζωή πρέπει να συνδυαστεί με το πολιτικό αίτημα και στόχο της εξουσίας της Αριστεράς και της κοινωνίας που τώρα δεν έχει φωνή, ώστε οι όποιες αλλαγές στην οικονομική βάση να ενισχυθούν και να υποστηριχθούν κεντρικά με πολύ ισχυρότερα πια μέσα, ώστε να αποτυπωθούν στο επίπεδο των θεσμών του κράτους, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να αναπαραχθούν διευρυμένα. Η πραγματοποίηση του κοινωνικού μετασχηματισμού δεν μπορεί παρά να είναι μια διαδικασία συνδυασμένης κίνησης τόσο από «τα κάτω» όσο και «από τα πάνω». Η πορεία για την κοινωνική χειραφέτηση περνά μέσα από τον ριζικό μετασχηματισμό της καπιταλιστικής οργάνωσης της οικονομίας όπως και του κράτους.
Αν δεν στοχεύσουμε στην πολιτική εξουσία ο δρόμος θα είναι μικρός και αν δεν στοχεύσουμε στην συμμετοχή της κοινωνίας ο δρόμος θα είναι στενός και αδιέξοδος προς την αναζήτηση μιας «αλλιώτικης ζωής».
Ο Βασίλης Χαρισίου-Καλλιαντόπουλος είναι μέλος της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ.