
https://www.commonerscatalog.org/
Alekos Pantazis <pantazis.al@gmail.com
![]() Αυτή την ακαδημαϊκή χρονιά, μετά τον ξαφνικό χαμό της αγαπητής Silke Helfrich, σταθερής συνεργάτιδας του David, έρχεται αυτό το βιβλίο που προσπαθεί να μας θυμίσει κάτι που ίσως συχνά ξεχνάμε ο καθένας και καθεμία απορροφημένοι/ες στις δραστηριότητές μας: τη σύνδεση μέσα από τη συνεισφορά μας στην ανάδυση ενός κόσμου που θέλουμε, μέσα στον κόσμο που θέλουμε να ξεπεράσουμε: https://www.commonerscatalog.org/ Alekos Pantazis <pantazis.al@gmail.com
0 Comments
Vasilis Kostakis <[email protected]>
Το Μπουλούκι (https://el.boulouki.org/) είναι μία διεπιστημονική συλλογικότητα που ασχολείται με τη μελέτη των παραδοσιακών υλικών και τεχνικών δόμησης. Μοιράζομαι ένα 20λεπτο ντοκιμαντέρ τους που πραγματεύεται δύο παραδοσιακές τεχνολογίες παραγωγής υλικών που παράγονταν τοπικά και χρησιμοποιούνταν σε όλη την ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα: https://www.youtube.com/watch?v=cYV-f9qyUxE Όπως γράφει ο Χριστόφορος, μέλος του Μπουλουκιού, σχετικά: "Και οι δύο αυτές τεχνολογίες υπήρξαν υπό μια έννοια “κλειστές” ως προς την ευρύτερη κοινότητα που εξυπηρετούσαν. Η γνώση των τεχνολογιών αυτών δεν ήταν πάντα προσβάσιμη σε όλους και περιοριζόταν συνήθως εντός μιας συντεχνίας τεχνιτών. Σκεφτόμαστε λοιπόν πώς μπορεί να διαμοιραστεί αυτή η γνώση, πέρα από το πλαίσιο ενός βιωματικού εργαστηρίου και ως ψηφιακό κοινό. Στο πλαίσιο της έρευνας για το κατρανοκάμινο, συνδιοργανώσαμε το καλοκαίρι που μας πέρασε μαζί με το Φεστιβάλ Βωβούσας, ένα βιωματικό εργαστήριο παραγωγής κατρανιού στην Βωβούσα. Εκεί βρέθηκαν μεταξύ άλλων και μέλη του συνεργατικού εγχειρήματος Σταγόνες, οι οποίοι δήλωσαν συμμετοχή καθώς αναζητούσαν την κατάλληλη μέθοδο για να παράξουν κατράμι από τα πευκοδάση της βόρειας Εύβοιας. Το είχαν προσπαθήσει με διάφορους τρόπους χωρίς όμως επιτυχία. Όσοι συμμετείχαμε λοιπόν στην δράση αυτή, είχαμε την τύχη, χωρίς πρότερη εμπειρία, και βασιζόμενοι στα αποτελέσματα της έρευνας του Μπουλουκιού και στις προφορικές μαρτυρίες του τελευταίου τεχνίτη παραγωγής κατραμιού, να παράξουμε με επιτυχία κατράμι. Η συμμετοχικά βιωμένη κοινή πλέον γνώση μεταφέρθηκε και σε μια άλλη τοποθεσία της Ελλάδας, όπου πιθανώς να πρέπει να αλλαχτεί κάπως για να προσαρμοστεί στα εκεί δεδομένα ώστε να καλύψει τις ανάγκες μιας κοινότητας ανθρώπων." Εισαγωγική ομιλία του Βασίλη Τακτικού στην ημερίδα
ΠΕΣΚΟ και Ευρωπαϊκής Έκφρασης 7-1-2017 στο Χίλτον Αγαπητοί φίλοι Είμαστε εδώ προσκεκλημένοι σήμερα της ΠΕΣΚΟ και της Ευρωπαϊκής Έκφρασης, φορείς από τρείς θεσμικούς χώρους. Βρίσκονται μαζί μας στελέχη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης των κοινωνικών επιχειρήσεων και οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών. Καθώς και ενεργοί πολίτες για να μιλήσουμε για την προοπτική συνεργασίας αυτών των χώρων στη κοινωνική οικονομία στη πράξη. Ξεκινάμε επίσης σήμερα τις προσυνεδριακές διαδικασίες για το δεύτερο ανοικτό Συνέδριο Κοινωνικής οικονομίας. Το πρώτο απαιτούμενο είναι η ενότητα της κοινωνίας Πολιτών, για να υπάρξει πρόοδος της κοινωνικής οικονομίας στη χώρα μας . Ενότητα της κοινωνίας Πολιτών, που είναι η κινητήρια δύναμη και το θεσμικό υποκείμενο και για τη πραγματοποίησή της. Το δεύτερο προαπαιτούμενο είναι η συμμαχία των φορέων της κοινωνικής οικονομίας με την Τοπική Αυτοδιοίκηση στο πεδίο της εφαρμογής. Το τρίτο απαιτούμενο είναι η οργανική συμμετοχή της κοινωνίας Πολιτών, των καταναλωτικών και κοινωνικών δικτύων για τη δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών και κοινωνικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο της συμμετοχικής οικονομίας. Ας το ξεκαθαρίσουμε από την αρχή ότι πουθενά στο κόσμο δεν είχαμε ανάπτυξη του συνεταιριστικού κινήματος και των αλληλέγγυων κοινωνικών επιχειρήσεων χωρίς να μπουν μπροστά οι λεγόμενοι μαζικοί φορείς της κοινωνίας. Για αυτό και η έκκλησή μας σήμερα για μια ευρύτερη κοινωνική συνεργασία. Αγαπητοί φίλοι Η κοινωνική οικονομία διακρίνεται κατά βάση από το συλλογικό υποκείμενο της επιχειρηματικότητας, το οποίο εμπλέκεται και συμμετέχει κάθε φορά υπό την μορφή συλλογικότητας μέσα από μια κοινωνική ομάδα. Δεν είναι το δέντρο μιας κοινωνικής επιχείρησης αλλά το δάσος, δηλαδή ένα ολόκληρο «οικοσύστημα» Διαφορετικά, η αλληλεγγύη και μόνη της ως κοινωνική συμπεριφορά, με την έννοια ότι οι εύποροι προσφέρουν στους φτωχούς, δεν συνιστά κοινωνική οικονομία αλλά όπως παραδοσιακά γνωρίζουμε φιλανθρωπία. Η κοινωνική οικονομία, στοχεύει σε κάτι πιο ουσιαστικό: στον περιορισμό της διαμεσολάβησης και στη μείωση του κόστους συναλλαγών με ευεργετικές επιπτώσεις για το σύνολο της κοινωνίας. Στοχεύει, στο αμοιβαίο όφελος παραγωγού και καταναλωτή και με αυτή την έννοια ο καταναλωτής είναι και συμμέτοχος στην επιχείρηση με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς. Κι αυτό προϋποθέτει κοινωνικό υποκείμενο, κοινότητες και κοινωνικά δίκτυα που συγκροτούν κοινωνικό κεφάλαιο και επενδύουν στη κοινωνική επιχειρηματικότητα.. Κατά αυτό τον τρόπο σε τοπικό επίπεδο μπορούν να οργανωθούν σε μεγαλύτερη κλίμακα, υπηρεσίες υγείας, παιδείας, ασφαλιστικά ταμεία, τουρισμός και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις. ¨Οχι ως παραδείγματα και πιλοτικές ενέργειες αλλά σε τέτοιο βαθμό που να καλύπτουν τις τοπικές ανάγκες. Έχουμε πολλά παραδείγματα, με κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά φροντιστήρια, και πολιτιστικούς φορείς για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτής πρακτικής. Βρισκόμαστε εντελώς στην αρχή και απέχουμε πολύ ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες που έχουν προκύψει από την διόγκωση της φτώχειας και της ανεργίας. Χρειάζεται ΕΝΑ ΚΥΜΑ ήπιων μεταρρυθμίσεων στο πέρασμα από το συγκεντρωτικό υπερ-βιομηχανικό μοντέλο που διογκώνει σήμερα την φτώχεια και την ανεργία, στο νέο οριζόντιο και αποκεντρωμένο μοντέλο του συνεργατισμού. ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ και ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ένας προνομιακός χώρος για την κοινωνική οικονομία χάρις στη εγγύτητα προς τον πολίτη και τις κοινωνικές ομάδες που συγκροτούν σχετικές πρωτοβουλίες. Παρά αυτό το γεγονός συμπιέζεται σήμερα από το κράτος περισσότερο από κάθε άλλο θεσμό περιορίζοντας τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους στο 40% εκείνων που ήσαν διαθέσιμοι πριν από την κρίση. Αυτές οι συνθήκες μπορούν να διαφοροποιηθούν μόνο με την εφαρμογή των θεσμών της κοινωνικής οικονομίας. Η Τοπική ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ μπορεί να υπενδύσει στην προοπτική της κοινωνικής οικονομίας με την ενεργοποίηση ανενεργών υλικών πόρων και του κοινωνικού κεφαλαίου . Μπορεί να επεκτείνει τις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες της μέσω της κοινωνικής οικονομίας σε μια εποχή που στενεύουν οι παροχές από το κράτος. Μπορεί μα μειώσει τον μεγάλο κύκλο τριβής και αγκυλώσεων στους πόρους που ξεκινά από τους αυξημένους φόρους των πολιτών από το κράτος για καταλήξουν μετά από μια μεγάλη γραφειοκρατική διαδρομή στους πολίτες με τη μορφή κοινωνικών παροχών. Η κοινωνικές επιχειρήσεις για παράδειγμα για τη φροντίδα σε παιδιά και υπερήλικες μειώνουν το κόστος και πολλαπλασιάζουν τις παροχές σε τοπικό επίπεδο και η Τ.Α έχει κάθε αντικειμενικό λόγο να τις προωθήσει όπως σε δεκάδες άλλες ανάλογε περιπτώσεις. Μπορεί να ενισχύσει πρωτοβουλίες Για την προώθηση στους ενεργειακούς συνεταιρισμούς για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έναντι των ρυπογόνων πηγών ενέργειας. Για τα επιχειρηματικά δίκτυα και τον συνεργατισμό, έναντι της φθίνουσας μισθωτής εργασίας. Για την Κοινωνικοποιημένη ψυχαγωγία έναντι του μοντέλου της μαζικής καταναλωτικής κουλτούρας. Για την συμμετοχική οικονομία, με την συμμετοχή του πολίτη στο πολιτισμό έναντι, της συγκεντρωτικής και μηχανιστικής οργάνωσης της κοινωνίας. ΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ Στη δεύτερη θεματική σήμερα το ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ είναι ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΩΝ, επισημαίνοντας ότι χωρίς κινητοποίηση και την συμμετοχή των καταναλωτών και της κοινωνίας, θα δυσκολευτούν πολύ και οι πρωτοβουλίες των παραγωγικών και κοινωνικών συνεταιρισμών. Για την δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμων στα αστικά κέντρα χρειάζεται κινητοποίηση και οργανωτική τεχνογνωσία από τους περιφερειακούς μηχανισμούς στήριξης της κοινωνικής οικονομίας. Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να ενισχυθεί το εισόδημα του καταναλωτή, όχι με αυξήσεις μισθών και συντάξεων που σε αυτή τη περίοδο είναι αδύνατο να υπάρξουν , αλλά με μείωση των τιμών για τον καταναλωτή. Με αυτό τον τρόπο θα ενισχυθεί και η πραγματική οικονομία έναντι της υπερβολικής διαμεσολάβησης που υπάρχει σήμερα. Η αρνητική τάση να αξιοποιήσουμε την συμμετοχική οικονομία στη χώρα μας, που βασική της έκφραση είναι οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, έχει επιφέρει την αποτελμάτωση των θεσμών της κοινωνικής οικονομίας. Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ δεν είναι συνδικαλιστική διεκδίκηση, δεν ζητάει αύξηση των μισθών αλλά μείωση του κόστους ζωής και βελτίωση της ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών. Δεν είναι ο φτωχός συγγενής έναντι του κράτους και της αγοράς,δεν ζητάει ελεημοσύνη, αλλά αντικειμενική διαχείριση των πόρων υπέρ των οικονομικά αδυνάτων για να αναπτύξουν την κοινωνική επιχειρηματικότητα Σε άλλες χώρες υπήρχε η παράδοση των εργατικών συνδικάτων που δημιουργούσαν συνεταιρισμούς και αλληλέγγυα ασφαλιστικά ταμεία, μια παράδοση του εργατικού κινήματος που δημιούργησε κοινωνική δικαιοσύνη στην χώρα. Στην Ελλάδα ανάλογες πρωτοβουλίες ήταν αναιμικές, ενώ δεν αναπτύχθηκε ένα ανάξιο καταναλωτικό κίνημα που θα συνέβαλε στην δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών. Ζητάμε σήμερα από τα συνδικάτα και τις καταναλωτικές οργανώσεις να μπουν μπροστά στο κίνημα για τη δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών. Οι υφιστάμενες δομές αλληλεγγύης που αντιμετωπίζουν εδώ και 4 χρόνια την ακραία φτώχεια, όπως και οι ανάλογες παλαιότερες δράσεις της εκκλησίας, είναι πράγματι πολύτιμες σε εποχές κρίσης και μπορούν να θεωρηθούν μια λύση έκτακτης ανάγκης. Αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την κοινωνική επιχειρηματικότητα, δεν αντιμετωπίζουν ριζικά το πρόβλημα της φτώχειας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να το επιχειρήσουμε σήμερα. Οι συνθήκες είναι ώριμες. Η ενότητα που έχει επιτευχθεί σε εκατοντάδες οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών μπορεί να αποτελέσει μια μαγιά ενεργοποίησης προς αυτή την κατεύθυνση. Επιπλέον, οι διάφορες δομές αλληλεγγύης που λειτουργούν στην παροχή τροφής για ανέργους, διαθέτουν σημαντική επιρροή για την κινητοποίηση των πολιτών για την δημιουργία συν/μών με την λογική ότι «δεν μοιράζουμε ψάρια στους πεινασμένους, τους διδάσκουμε πως να ψαρεύουν». Είναι ανάγκη να αναδείξουμε μια σειρά καλά παραδείγματα της χώρας και της ΕΕ και να ξεκινήσουμε μια ενημερωτική και εκπαιδευτική εκστρατεία για αυτό τον σκοπό. Ο ρόλος της ΠΕΣΚΟ και των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών δεν είναι να επιμορφώνει επαγγελματικά στελέχη, ο ρόλος της είναι η επιμόρφωση στην θεσμική οργάνωση του συνεταιρίζεσθαι και της συμμετοχικής οικονομίας. Για αυτό έχουμε προτάξει και το συγκεκριμένο επιμορφωτικό πρόγραμμα «Μέντορες για την κοινωνική οικονομία» με στόχο την εκπαίδευση στελεχών στην ιδιαιτερότητα της οργάνωσης της κοινωνικής οικονομίας. Για να κατανοήσουμε την ανάγκη αυτής της προσέγγισης για το ρόλο της Τ.Α πρέπει να μελετήσουμε τις ΜΕΓΑΛΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ τις ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΕΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ που μας φέρνουν και τις αναπότρεπτες αλλαγές στο κοινωνικό υποκείμενο της επιχειρηματικότητας. Το πιο εντυπωσιακό κοινωνικό φαινόμενο τον τελευταίο αιώνα, αν το καλοσκεφτούμε, είναι η μετατόπιση των αναγκών και των μορφών εργασίας, παράλληλα με την υπερσυγκέντρωση πληθυσμού στα αστικά κέντρα. Ένα άλλο καθοριστικό φαινόμενο είναι αυτό της μισθωτής εργασίας που κυριάρχησε στην συγκεντροποίηση της παραγωγής αλλά και της υπερδιόγκωσης του οικονομικού ρόλου του κράτους, αν σκεφτούμε ότι περί το 1920 βρισκόταν στο 10% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα στην Ελλάδα έχει ανέλθει περίπου στο 50%. Το 28,7% της οικονομίας είναι φόροι χωρίς να υπολογίσουμε τα άλλα έσοδα του κράτους από τις δημόσιες επιχειρήσεις και την κρατική ιδιοκτησία. Τα οικονομικά μεγέθη των μετατοπίσεων όμως δεν σταματούν εδώ. Πριν ένα αιώνα το 80% της οικονομίας βασιζόταν κυρίως στην γεωργία και στην μεταποίηση για την ικανοποίηση βασικών αναγκών διατροφής. Ένα μεγάλο μέρος της εργασίας ήταν αφιερωμένο στην παραγωκατανάλωση, δηλαδή οι άνθρωποι της εποχής παρήγαγαν κυρίως για να τραφούν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους. Οι νέες τεχνολογίες και η βιομηχανοποίηση της παραγωγής άλλαξαν άρδην τους συσχετισμούς αυτούς και διαχώρισαν τον παραγωγό από τον καταναλωτή. Η οικονομία εμπορευματοποιήθηκε και απογειώθηκε η μισθωτή εργασία με όλες τις θετικές επιδράσεις στη ζωή μας που γνωρίζουμε αλλά και την εξάρτηση από τη βιομηχανοποίηση την γραφειοκρατία και το κράτος. Σήμερα η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση μαζί δεν υπερβαίνουν το 17% του ΑΕΠ στη χώρα μας. Ένα μεγάλο ποσοστό περίπου 36% αφορά το λιανικό εμπόριο και το υπόλοιπο καλύπτεται από υπηρεσίες στις οποίες εξέχουσα θέση έχει ο τουρισμός, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις ψυχαγωγίας. Όλες αυτές οι μετατοπίσεις σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τεχνολογίας είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της παραγωγικότητας σε βασικά αγαθά και την απελευθέρωση του χρόνου των εργαζομένων, γεγονός που προσμετρείται στις ευεργετικές επιδράσεις της βιομηχανοποίησης,. Υπάρχουν όμως και αντίστροφα αρνητικά αποτελέσματα, όπως συμβαίνει, ο χρόνος αυτός απορροφάται και διοχετεύεται στον καταναλωτισμό της εμπορευματοποιημένης μαζικής κουλτούρας. Σύμφωνα, με μια πρόβλεψη του Κέυνς το 1930, η ανάπτυξη της τεχνολογίας θα μπορούσε να μειώσει το ωράριο εργασίας σε 15 ώρες/εβδομάδα το 2000! Αυτό ασφαλώς δεν συνέβη, όχι γιατί οι σύγχρονες τεχνολογίες δεν μπορούν να προσφέρουν επάρκεια τροφής και κάλυψης βασικών αναγκών στον κόσμο, αλλά γιατί το καταναλωτικό σύστημα εφευρίσκει νέες ανάγκες και προϊόντα που απορροφούν την ζωτική ενέργεια των κοινωνιών στο να καλύψουν βασικές ανάγκες του πληθυσμού. Αντίθετα, τροφοδοτούνται φαντασιακές ανάγκες κοινωνικού στάτους, με συνακόλουθες παρενέργειες εκτροχιασμού από την ικανοποίηση ζωτικών αναγκών στην ικανοποίηση πλαστών/τεχνητών αναγκών. Αυτό είναι η συνέπεια μιας «αόρατης σφήνας» μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Μία παρενέργεια και της μισθωτής εργασίας ,που υπνωτίζει προσωρινά σε ένα ασφαλές περιβάλλον, συμβάλλει στον διαχωρισμό παραγωγού-καταναλωτή και επιτρέπει μια τεράστια αλυσίδα διαμεσολαβήσεων που ανεβάζουν τις τιμές των προϊόντων και φουσκώνουν τις κοινωνικές αξίες της ασημαντότητας ενός star system. Έτσι οι συνέπειες είναι ορατές: · Στην τροφή, της οποίας η τιμή σε πολλές περιπτώσεις πολλαπλασιάζεται από το χωράφι, στο ράφι και στο χώρο εστίασης. · Στην ψυχαγωγία, όπου η βιομηχανική κουλτούρα συγκεντροποίησε την παραγωγή και την κατανάλωση σε μια ολιγοπωλιακή αγορά (κανάλια και κέντρα διασκέδασης) που απορρόφησε με μύριους τρόπους σημαντικό τμήμα του εισοδήματος και του χρόνου των καταναλωτών. · Στην «οικονομία – καζίνο», όπου τα τελευταία χρόνια έχουμε γνωρίσει διάφορες εκδοχές, από το χρηματιστηριακό καζίνο του 2000, στα ποικίλα τυχερά παιχνίδια μέχρι την μεγάλη «φούσκα» του χρηματοπιστωτικού τομέα των τραπεζών. Οι τεχνολογικές αλλαγές από μόνες τους, παρά την θεαματική τους ανάπτυξη, ούτε τις ώρες εργασίας μείωσαν, ούτε τις βασικές ανάγκες για όλους ικανοποίησαν. Αντιθέτως, από την δεκαετία του 70 και πέρα οι ανισότητες σταδιακά αυξήθηκαν και το 1/3 σήμερα της κοινωνίας βρίσκεται στην ανεργία, αποκλεισμένο και από την παραγωγή και από την κατανάλωση. Στο επικοινωνιακό επίπεδο, βομβαρδιζόμαστε από διάφορους τεχνοκράτες και πολιτικούς ότι οι νέες τεχνολογίες και η «έξυπνη» διαχείρισή τους θα λύσουν προβλήματα. Μας προβάλλουν «έξυπνα» προϊόντα τα οποία θα κάνουν την ζωή μας καλύτερη. Η πραγματικότητα όμως στο τελικό αποτέλεσμα είναι ότι οι πολίτες και τα κράτη διογκώνουν τα χρέη τους τα οποία σε βάθος χρόνου δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν. Εδώ είναι η αντίφαση και λαβύρινθος των αντινομιών στη χρήση των τεχνολογικών καινοτομιών. Η χρήση της τεχνολογίας ως όπλο υπεροχής των μεγάλων εταιριών έναντι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και μικροπαραγωγών που οδηγεί στον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. ΤΟ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΙΣΟΔΥΝΑΜΟ ΜΕΤΑΞΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗΣ ΘΕΣΜΙΚΗΣ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΠΑΡΑΒΛΕΠΕΤΑΙ ΚΑΙ ΑΠΟΣΙΩΠΑΤΑΙ βέβαια, ότι η «έξυπνη» διαχείρισή» της γνώσης αφορά την οργανωτική και πολιτική τεχνογνωσία και την συμμετοχική οικονομία. Το αξίωμα ότι τα παραγωγικά μέσα και η ταχύτητα παραγωγής δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός. Τούτων δοθέντων, ως βαθύτερα αίτια της οικονομικής κρίσης η επανεφεύρεση της συνεργατικής-συνεταιριστικής εργασίας είναι η μόνη δυνατότητα δημιουργίας, νέων ευκαιριών εργασίας όπως δείχνουν οι παγκόσμιες τάσεις της οικονομίας. Γνωρίζουμε βέβαια ότι για μια μεγάλη περίοδο απαξιώθηκε ο συνεργατισμός στην Ελλάδα, καθώς το κράτος δημιούργησε αντικίνητρα αυξάνοντας ραγδαία τις θέσεις εργασίας στο δημόσιο. Από 300,000 περίπου το 1975, στους 1,300,000 στο 2009. Αυτοί οι διορισμοί διόγκωσαν ως γνωστόν κατά αλόγιστο τρόπο το δημόσιο χρέος αυξάνοντας τη γραφειοκρατία και όχι την παραγωγικότητα του δημοσίου. Παραδόξως εδώ οι τεχνολογίες της ηλεκτρονοποίησης δεν ωφέλησαν την κοινωνία αλλά, συγκεκριμένες γραφεικρατικές ελίτ και συντεχνίες. Το πρόβλημα επομένως εκτός από οικονομικό είναι πρωτίστως ηθικό και πολιτικό. Η ευημερία με δανεικά προεξοφλώντας μελλοντικά εισοδήματα, υποκλέπτει το μέλλον των νέων γενεών. Αυτή είναι μια ανήθικη πολιτική επιλογή. Όπως λέει και ο Θ. Τάσσιος, «πριν πτωχεύσουμε οικονομικά, είχαμε πτωχεύσει ηθικά». Τώρα πλέον, παρατηρούμε μια αναγκαστική διαρκή μείωση των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα ηλεκτρονοποίηση στο χώρο των τραπεζών και η αυτοεξυπηρέτηση των συναλλασσόμενων με το e-banking θα απελευθερώσει θέσεις εργασίας και από αυτό το τομέα. Που θα βρεθούν όμως οι νέες θέσεις εργασίας για να αντικαταστήσουν αυτές που χάνονται; Η απάντηση είναι ότι μια νέα περίοδος αυτοαπασχόλησης και παραγωκατανάλωσης έρχεται ως αναπόφευκτη λύση. Το «κίνημα χωρίς μεσάζοντες» αλλά και η τάση για νέους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς και γέφυρες συνεργασίας μεταξύ δικτύων καταναλωτών και παραγωγών είναι η πρώτη ένδειξη. Αυτή η τάση παρεμποδίζεται προφανώς από την γραφειοκρατία και τις οργανωμένες συντεχνίες που είναι βολεμένες από το βιομηχανοποιήμενο και συγκεντρωτικό σύστημα οικονομίας. Η ανεργία όμως και η φτωχοποίηση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού πιέζουν και η μόνη απάντηση είναι η ενίσχυση της συνεργατικής- κοινωνικής οικονομίας. Με 327 τρις παγκόσμιο χρέος με κράτη και νοικοκυριά υπερχρεωμένα και τράπεζες που ζητάνε βοήθεια από το κράτος να μη χρεοκοπήσουν, ενώ η μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίου παραμένει φορολογικά ασύλληπτη δεν θα αποφύγουμε έκρυθμες καταστάσεις εάν δεν ξεκινήσουν μεταρρυθμίσεις από τα κάτω στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας. Για αυτό είναι προαπαιτούμενο η αφύπνιση και η ενότητα της κοινωνίας πολιτών. Οι ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΜΑΣ
Πως μπορούμε να εξηγήσουμε την έννοια των «Κοινών» (Commons) αγαθών και να τη διακρίνουμε από την έννοια των ιδιωτικών και δημόσιων-κρατικών αγαθών. Να αντιληφθούμε ότι τα «Κοινά» δεν είναι απλά εκεί από μόνα τους, αλλά πρέπει να δημιουργηθούν στην ουσία σαν τέτοια, από τις κοινότητες των ανθρώπων και οι οποίες θα πρέπει ταυτόχρονα να τα υπερασπισθούν. Να καταλάβουμε ιδιαίτερα ότι το «Κοινό» αγαθό της γνώσης είναι μια σύγχρονη μορφή των «Κοινών».
Βάλτε στον εαυτό σας τα ερωτήματα:
Κάποιος αγοράζει ένα καρβέλι ψωμί και το τρώει. Κάποιος συλλέγει μανιτάρια από το δάσος και τα τρώει. Με την πρώτη ματιά, φαίνονται σαν δύο παρόμοιες πράξεις. Διαφέρουν όμως σε ένα σημαντικό σημείο. Το ψωμί είναι ένα τυπικό παράδειγμα του πως κάτι χρησιμοποιείται ως ιδιωτικό αγαθό. Οι οικονομολόγοι λένε ότι τα ιδιωτικά αγαθά χαρακτηρίζονται από δύο πράγματα: α) κάποιος μπορεί να αποκλειστεί με απλά μέσα από τη χρήση τους (π.χ. με την υψηλή τιμή του ψωμιού, ή το "κλείδωμα στην ψωμιέρα» ή κάτι παρόμοιο) και β) οι χρήστες ανταγωνίζονται για το σπάνιο πόρο ( τρώγοντάς το εξαφανίζεται το ψωμί, υπάρχει για το άτομο λιγότερο ψωμί, αν αυτό μοιρασθεί). Είναι διαφορετικά με τα πράγματα που οι οικονομολόγοι αποκαλούν δημόσια αγαθά(παράδειγμα: το φως του ήλιου). Με την πρώτη ματιά εδώ φαίνεται ωσάν η χρήση από τον καταναλωτή 1 να μην επηρεάζει τη χρήση από τον καταναλωτή 2. Το φως του ήλιου δεν γίνεται λιγότερο όταν το μοιραζόμαστε. Ή μήπως δεν είναι έτσι; Να ήμαστε προσεκτικοί! Αν κατασκευάζουμε τα σπίτια μας μέχρι επάνω στον ουρανό, δεν θα πέφτουν οι ηλιαχτίδες κάτω στο έδαφος. Οι άνθρωποι που κατοικούν στα χαμηλότερα πατώματα και σε στενές πίσω αυλές, ξέρουν ότι είναι δυνατό να υπάρχει κατεξοχήν ανταγωνισμός για το φως του ήλιου. Στο παράδειγμα των άγριων μανιταριών αυτά τα χαρακτηριστικά αναμειγνύονται, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία: οι συλλέκτες δεν μπορεί εύκολα να εμποδίζονται από τη συλλογή (≈ κανένας αποκλεισμός / δημόσιο αγαθό), αλλά ο αριθμός των μανιταριών είναι περιορισμένος, έτσι οι συλλέκτες ανταγωνίζονται για τη χρήση (≈ ιδιωτικό αγαθό). Οι οικονομολόγοι έχουν υιοθετήσει κάποια κριτήρια για να χαρακτηρίζουν τα αγαθά. Αυτά τα κριτήρια – π.χ. η δυνατότητα αποκλεισμού ή η αντιπαλότητα - περιγράφονται ως ιδιότητες των αγαθών. Αλλά αυτό είναι παραπλανητικό. Στην πράξη, διαπιστώνει κανείς ότι οι υποτιθέμενες ιδιότητες αλλάζουν συνεχώς. Υπάρχει βέβαια μια διαφορά μεταξύ του ψωμιού και του ηλιακού φωτός στο μοίρασμα (αντιπαλότητα), αλλά η εξαίρεση κάποιου από την πρόσβαση και τη χρήση, είναι πολιτικά, νομικά, πολιτιστικά και τεχνικά καθορισμένη. Η αναφορά συγκεκριμένων παραδειγμάτων που να αντιστοιχούν στα Κριτήρια αποκλεισμού και αντιπαλότητας μπορεί να είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Έτσι, θα μπορούσε να ωριμάσει η αντίληψη ότι τα αγαθά δεν είναι ιδιωτικά, δημόσια ή κοινοτικά, αλλά ότι καθορίζονται ως τέτοια . Δεν πρόκειται για τα αγαθά. Έχει να κάνει με εμάς. Για αυτό, θα πρέπει να δοθεί μεγάλη σημασία στο ερώτημα: ποιος κάνει τι, με τι το κάνει και για ποιο σκοπό; Το παράδειγμα των μανιταριών δεν είναι και τόσο σαφές. Τα μανιτάρια είναι πράγματι σε μια σαιζόν σε περιορισμένο αριθμό, αλλά δεν βρίσκονται σε κατάσταση σπάνης. Πάντα μεγαλώνουν ξανά και ξανά και θα ήταν σε αφθονία στο κατάλληλο μέρος, αν τα αφήναμε χώρο για να αναπτυχθούν, αντί να τον εποικίζουμε εμείς οι άνθρωποι. Τα άγρια μανιτάρια του δάσους δεν έχουν καμία τιμή - τουλάχιστον στο δάσος. Η κοινωνία μας το έχει συμφωνήσει και το καθόρισε έτσι είτε εθιμοτυπικά, είτε με νόμο. Θέλουμε τα μανιτάρια σαν κοινοτικό αγαθό, να ανήκουν στα κοινά. Η συμβατική οικονομική επιστήμη διδάσκει ότι οι άνθρωποι αναζητούν πάντα να μεγιστοποιήσουν τα οφέλη τους (homo economicus). Αυτό το ονομάζει ορθολογισμό. Ωστόσο, ο ορθολογισμός έχει δύο σημασίες: αντίληψη και λογική. Αντίληψη έχει κάποιος που καταλαβαίνει ότι αν ξεριζώσει όσο το δυνατόν περισσότερα μανιτάρια, πουλώντας τα, θα κερδίσει. Για να αποφευχθεί η εξαφάνισή τους, υπάρχουν προτάσεις για υποχρεωτική αποζημίωση από τους συλλέκτες μανιταριών. Αυτό θα περιόριζε τη συγκομιδή. Αλλά τότε απειλείται ο χαρακτηρισμός τους ως κοινό αγαθό. Πολλοί άνθρωποι ενεργούν όμως όχι μόνο με αντίληψη, αλλά και λογική. Με αντίληψη βλέπει τα πράγματα απομονωμένα, με λογική σε συνδυασμό. Και είναι λογικό να προστατεύουμε τα δάση και το έδαφος, να τηρούμε κανόνες για τη συγκομιδή και να μη συλλέγουμε περισσότερα μανιτάρια από ότι μπορούμε να φάμε, γιατί θα χαλάσουν. Έτσι μπορούν να πολλαπλασιάζονται σαν κοινό καλό: μακροπρόθεσμη χρήση από πολλούς, και όχι βραχυπρόθεσμη μεγιστοποίηση του κέρδους για τους λίγους. Αλλά αν όλο και περισσότερες περιοχές εποικίζονται από τους ανθρώπους, τότε τα μανιτάρια μπορούν να αναπτυχθούν τελικά μόνο σε θερμοκήπια. Τότε μπορούμε να τα εξασφαλίσουμε μόνο αν έχουμε χρήματα. Σε αυτή την περίπτωση τα μανιτάρια παράγονται ως ιδιωτικά αγαθά. Στην επιστήμη αυτή η διαδικασία, χαρακτηρίζεται ως περίφραξη των Κοινών (περιορισμός των κοινών). Ταξινόμηση των αγαθών σύμφωνα με την κλασική οικονομία: Χωρίς ανταγωνισμό κατανάλωση Κατανάλωση με ανταγωνισμό Χωρίς αποκλεισμό Δημόσιο αγαθό: φως του ήλιου Κοινοτικό αγαθό: μανιτάρια Με αποκλεισμό Λεσχιακό αγαθό: Pay-TV Ιδιωτικό αγαθό: ψωμί Βάλτε στον παραπάνω πίνακα άλλα παραδείγματα, όπως: υπόγειο νερό, εμφιαλωμένο νερό, αγρός, παραλία, κώδικας λογισμικού, μουσικό αρχείο κ.λπ. Τι διαπιστώνετε; Για να μην εξαφανισθούν τα μανιτάρια, για να υπάρχει για όλους ψωμί, και για να μη πρέπει κανείς να ανησυχεί και να θυμώνει για το ότι πράγματα που δεν σπανίζουν καθόλου (γνώση, λογισμικό, φως του ήλιου), γίνονται ακριβώς σπάνια, χρειάζεται ένα κοινωνικό συμβόλαιο (κανόνες χρήσης), το οποίο κάνει δυνατή μια κοινή, δίκαιη και βιώσιμη χρήση. Τα κοινά αγαθά προκύπτουν μόνο αν έχουμε τη κοινωνική θέληση για αυτά! Η επαπειλούμενη υπερ-χρήση των πραγμάτων που όλοι χρειαζόμαστε για να ζούμε, ονομάζεται- ακριβώς για να προκαλέσει εντύπωση- τραγωδία των κοινών (παραδείγματα: υπέρ-αλίευση, κάθοδος του υδροφόρου ορίζοντα). Η επαπειλούμενη υπό-χρήση των πραγμάτων που υπάρχουν, αλλά δεν επιτρέπεται να γίνεται κοινή τους χρήση (για παράδειγμα, λόγω κυριότητας ή μη απελευθέρωσης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας) χαρακτηρίζεται, ως τραγωδία των αντι-κοινών (Παραδείγματα: ακατοίκητα κτίρια λόγω κερδοσκοπίας, κινηματογραφικά αρχεία). Ορισμένοι οικονομολόγοι, λόγω της απειλής της υπερεκμετάλλευσης, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι θα είναι καλύτερα, εν δυνάμει κοινά αγαθά να μετατρέπονται, εάν είναι δυνατόν, σε ιδιωτικά αγαθά (δηλαδή: φράχτης γύρω από το δάσος και τιμολόγηση ανά κιλό των μανιταριών που μαζεύτηκαν). Η απειλή υπό-κατανάλωσης (για παράδειγμα, με μέτρα προστασίας κατά της αντιγραφής-copy, download) είναι μάλλον σπανιότερο ζήτημα. Αν και με την αντιγραφή παραμένουν τα πράγματα στους ανθρώπους που τα έχουν και δεν μπορούν να αφαιρεθούν από κανέναν. Αν κάποιος "παίρνει" μια ιδέα από κάποιον άλλο ή αντιγράψει ένα τραγούδι του, ο άλλος το έχει ακόμα, με μια έννοια αυτό δεν είναι κλεψιά! Άλλοι επιστήμονες προτείνουν να βασιζόμαστε σε κανόνες χρήσης που λειτουργούν καλά. Αυτούς τους κανόνες θα πρέπει να τους προσδιορίζουν οι ίδιοι οι χρήστες. Παραδείγματα φυσικών πόρων που μπορούμε να χρησιμοποιούμε ως Κοινά, είναι τα αλιεύματα κυρίως τα υπεράκτια, οι εσωτερικοί πλωτοί οδοί, πάρκα, σιντριβάνια, πεζόδρομοι, ραδιο-τηλε-συχνότητες ή πληροφοριακοί λεωφόροι και Διαδίκτυο. Πάντα μπορούν να βρεθούν συμφωνίες για τη χρήση τους από τις κοινότητες των ανθρώπων. Ωστόσο, φαίνεται επίσης ότι οι σαφείς κανόνες χρήσης δεν εμποδίζουν πάντα την υπερεκμετάλλευσή τους. Ακριβώς έτσι, όπως και η ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πλούτου δεν εμπόδισε την κατάχρηση των βάσεων της ζωής μας. Το 2009 απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ οικονομίας στη- πρώτη μάλιστα γυναίκα επιστήμονα- Elinor Ostrom για το έργο της ζωής της, που αφιερώθηκε κυρίως στην οργάνωση των Κοινών. Οι έρευνές της δείχνουν ότι επιτυχημένοι κανόνες χρήσης θα πρέπει να ακολουθούν ορισμένες αρχές, μεταξύ των οποίων:
Μια από τις σημερινές τους μορφές είναι το Διαδίκτυο. Οι δυνατότητες να αναπτύξουμε μέσω του δικτύου τις γνώσεις μας, να τις μοιρασθούμε και να τις διαδώσουμε, είναι ατελείωτες. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η γνώση-διαφορετικά από ότι το νερό ή τη γη- δεν μπορεί να υφίσταται υπέρ-χρήση. «Η γνώση είναι σαν ένα κερί: Εάν ένα κερί ανάψει το επόμενο κερί, δεν μειώνεται η φωτεινότητά του", έλεγε ο Τόμας Τζέφερσον, ο τρίτος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τους αγώνες ανεξαρτησίας. Όταν χρησιμοποιούμε το Διαδίκτυο για την παραγωγή γνώσης, συμβάλλουμε στον εμπλουτισμό της κοινής μας γνώσης. Και αντλούμε από αυτή την κοινή γνώση, αν θέλουμε να μάθουμε κάτι. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι άνθρωποι στο Διαδίκτυο παράγουν, από κοινού, γνώση κοινή για όλους(ομότιμη παραγωγή έχει ονομασθεί αυτό). Υπάρχουν και πολλοί άλλοι λόγοι. Δεν το κάνουν πρώτιστα για να κερδίζουν χρήματα. Το γεγονός ότι το Διαδίκτυο απογειώνεται χωρίς την αγορά, αλλά η αγορά δεν μπορεί να κάνει χωρίς το Διαδίκτυο, έρχεται σε αντίθεση με ορισμένα συμφέροντα. Για αυτό και επανειλημμένα προσπαθούν να περιορίσουν τη δημιουργία μέσα από την πληρότητα και τον πλούτο της γνώσης. Έτσι εμποδίζεται η δυνατότητα να χρησιμοποιηθεί κάτι, το οποίο είναι στην πραγματικότητα άφθονο (εμπόδια πληρωμών, απαγόρευση αντιγράφων, καταγγελίες-μηνύσεις του μοιράσματος αρχείων -fileshare). Και το κράτος επίσης μπορεί να έχει ένα ενδιαφέρον για την "υπό-αξιοποίηση» του Διαδικτύου(π.χ. τα φίλτρα στο Internet που βάζουν αυταρχικά- απολυταρχικά κράτη). Η βασική ιδέα των γνωστικών Κοινών έρχεται σε αντίθεση με την ιδέα ότι οι άνθρωποι μπορούν να έχουν ιδιοκτησία στη γνώση. Τα πνευματικά δικαιώματα όμως προέρχονται ακριβώς από αυτή την ιδέα. Ρυθμίζουν το καθεστώς με το οποίο το κάθε πνευματικό έργο είναι στη διάθεση μόνο του δημιουργού του, του πνευματικού του πατέρα. Αναγνωρίζουν όχι μόνο την πατρότητα του έργου του (ηθικό δικαίωμα), αλλά και του δίνουν το αποκλειστικό δικαίωμα της εκμετάλλευσής του (δικαιώματα εκμετάλλευσης). Ο πνευματικός πατέρας(συγγραφέας, συνθέτης κ.λπ.) μπορεί να διαχειρισθεί το δικαίωμα της εκμετάλλευσης ο ίδιος ή να το παραχωρήσει σε άλλους δικαιούχους διαχειριστές(εκδότες, εταιρείες διαχείρισης, κλπ). Το Copyright μετατρέπει έτσι τις γνώσεις και τις ιδέες σε ένα ιδιωτικό αγαθό. Το επιχείρημα είναι ότι αυτό δημιουργεί κίνητρα για την παραγωγή πνευματικών αξιών, αφού αυτές είναι κερδοφόρα αξιοποιήσιμες. Αυτή η αξιοποίηση του έργου που φέρνει κέρδος στον δημιουργό του, οφείλεται στον περιορισμό πρόσβασης που θέτει ο νόμος των πνευματικών δικαιωμάτων στους άλλους. Το παράδειγμα του Διαδικτύου δείχνει ότι αυτά τα κίνητρα δεν είναι πάντα απαραίτητα. Μια άλλη σκέψη ακολουθεί το κίνημα του κοινοτισμού και της αποανάπτυξης σήμερα. Η ανθρώπινη γνώση θεωρείται σαν Πολιτιστική Παγκόσμια Κληρονομιά και έχει αναπτυχθεί από κοινού. Ειδικότερα, το κίνημα του ελεύθερου λογισμικού και η οργάνωση Creative Commons έχουν πρωτοπορήσει. Έχουν αναπτύξει ελεύθερες και ανοιχτές άδειες. Αυτές οι άδειες διαμορφώνονται μεν πάνω στην πνευματική ιδιοκτησία, αλλά δεν περιορίζουν την πρόσβαση σε άλλους ή την περιορίζουν λιγότερο. Μπορεί να είναι προς το συμφέρον της κοινωνίας, μέσω της εύκολης πρόσβασης στη γνώση και με μια ευρεία γενική εκπαίδευση, να αυξηθεί το κοινωνικό αναπτυξιακό δυναμικό της. Το κοινοτικό κίνημα προωθεί τη συλλογική παραγωγή της γνώσης και υποστηρίζει ότι θα πρέπει να αρθούν τα τεχνητά και από τη λογική της αξιοποίησης κατευθυνόμενα εμπόδια στη γνώση και τον πολιτισμό. Οι δημιουργοί διατηρούν βέβαια τα προσωπικά ηθικά δικαιώματά τους. Μπορούν να αποφασίζουν μόνοι τους ποια δικαιώματα διαθέτουν ελεύθερα και ποια όχι. Με τις ελεύθερες πατέντες- άδειες, όπως η General Public Licence (GPL) ή τις έξι Creative Commons-licence, έχουμε σαφείς κανόνες για τη χρήση κειμένων, λογισμικών κωδίκων, μουσικής κ.ά. Αυτά τα περιεχόμενα γίνονται με αυτόν τον τρόπο κοινή ιδιοκτησία και διαθέσιμα χωρίς χρέωση- για παράδειγμα η Wikipedia ή οι υπηρεσίες κοινής πύλης για τα σχολεία. Αντί να είναι ιδιωτικό αγαθό, η γνώση μετατρέπεται έτσι σε κοινοτικό αγαθό, για από κοινού χρήση. Γίνεται κοινή ιδιοκτησία. Τι είναι αυτό που κινητοποιεί τους ανθρώπους να παράγουν γνώση και πολιτισμό και να συμβάλουν στην Wikipedia, αν δεν είναι το χρήμα; Το ερώτημα χρήζει παραπέρα διερεύνησης και θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης σε αυτή την ιστοσελίδα! Καλείσθε να εκφράσετε τις απόψεις σας!!! Οι συνεταιρισμοί και τα συνεργατικά εγχειρήματα-που υπήρχαν και πριν, αλλά εμφανίσθηκαν μαζικά μετά την τελευταία ευρωπαϊκή οικονομική κρίση κυρίως στο Νότο- έχουν γενικά σαν βασικό τους στόχο την βιώσιμη οικονομία των αναγκών και ταυτόχρονα την κοινωνικά υπεύθυνη στάση. Αυτό ήθελε να προωθήσει προς το ευρύ κοινό και η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, όταν ανακήρυξε το έτος 2012, ως Διεθνές Έτος των Συνεταιρισμών.
Αυτονόητος κοινοτισμός Ο συνεταιρισμός και η συνεργατική ως κοινωνικοοικονομική οντότητα είναι διεθνώς κατανοητή, ως μια ανοιχτή προοπτική για όλους τους ενδιαφερόμενους, ένα δια-θρησκευτικό, δια-ιδεολογικό μοντέλο της αυτοβοήθειας, της αυτοδιαχείρισης και της αυτο-ευθύνης, στη βάση της συνεργασίας και της συνέργειας. Ενισχύει την προσωπική δέσμευση και αυτοπεποίθηση και επιτρέπει την κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική συμμετοχή. Με τη μορφή της κουλτούρας που αναπτύσσουν στα πλαίσιά τους, οι συνεταιρισμοί και οι συνεργατικές συμβάλουν στην έκφραση της συλλογικότητας στον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό τομέα, πέρα από ιδιωτικές και κρατικές μορφές οικονομικής δραστηριότητας. Η ιδέα του συνεταιρίζεσθαι και συμπράττειν αποδεικνύεται ότι είναι πολύ δυναμική ασκώντας μεγάλη επιρροή, καθώς ανοίγει νέες ευκαιρίες για κοινωνική συμμετοχή στις μη προνομιούχες ομάδες του πληθυσμού. Φέρνει στο προσκήνιο τις βασικές αρχές της κοινοτικής πολιτιστικής ύπαρξης και αυτοκατανόησης των ανθρώπινων όντων και τις μεταφέρει στην οικονομική πρακτική. Έτσι, συμβάλλει στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων και προσαρμόζεται στις σύγχρονες πραγματικότητες με δημιουργικές αλλαγές. Μέσω της συνεργασίας στον στόχο! Για να φανεί αυτό καθαρά, ας αναφέρουμε το σύνθημα των Ηνωμένων Εθνών: " Οι συνεταιρισμοί οικοδομούν ένα καλύτερο κόσμο". Για το σκοπό αυτό, η Διεθνής Συνεταιριστική Ένωση (ICA) που εδρεύει στη Γενεύη, έχει κάνει ένα λογότυπο, με το οποίο υπενθυμίζει ότι οι συνεταιρισμοί είναι αυτόνομες οργανώσεις προσώπων που εκπληρώνουν εθελοντικά κοινές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ανάγκες και επιθυμίες, βασιζόμενες στην κοινή ιδιοκτησία και τον δημοκρατικό έλεγχο των εγχειρημάτων και επιχειρήσεών τους. Οι φιγούρες στο λογότυπο είναι αντιπροσωπευτικές των επτά αρχών του συνεταιριστικού κινήματος:
Κάτι περισσότερο από μια νομική μορφή Αυτό σημαίνει: Σε αντίθεση με αυτό που εν μέρει είναι κυρίαρχη αντίληψη στην Ευρώπη σήμερα, οι συνεταιρισμοί δεν είναι μόνο επιχειρήσεις που έχουν επιλέξει τη νομική μορφή του συνεταιρισμού, για να καταχωρηθούν στα κρατικά κατάστιχα και στην εφορία. Είναι περισσότερο μια ιδιαίτερη οργάνωση με διαφορετικές αρχές από την επικρατούσα τάση στις ενσωματωμένες στην κυρίαρχη καπιταλιστική οικονομία επιχειρήσεις. Αντίστοιχα, υλοποιούν ως επιχειρήσεις, πάντα λιγότερο ή περισσότερο έντονα, τα τέσσερα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της συνεργασίας-συνεργατικότητας:
Οργανωτική μορφή για μια κοινωνία μετα-ανάπτυξης; Τι θα μπορούσε λοιπόν να είναι πιο φυσικό από το να πάρουμε την ιδέα -και το παράδειγμα- των συνεταιριστικών και συνεργατικών εγχειρημάτων που υπάρχουν ήδη σήμερα και να την προβάλουμε σαν μια δημοκρατική δομή που ταιριάζει σε μια μετα-καπιταλιστική κοινωνία μετα-ανάπτυξης; Λόγω των αρχών της διεκδίκησης και αυτονομίας που εμπεριέχουν είναι η καλύτερη οργανωτική δομή που θα μπορούσαμε να βάλουμε στο προσκήνιο για κάλυψη αναγκών του σήμερα, αλλά και σαν στοιχείο των απαραίτητων δομών μετάβασης σε μια κοινωνία από-ανάπτυξης του αύριο. Είναι η εντελώς αναγκαία οργανωτική δομή που μας έρχεται πρώτα-πρώτα στο μυαλό. Με μια δεύτερη ματιά όμως, να καταφύγουμε σε αυτήν σαν μοναδική δυνατότητα, θα ήταν πολύ απλή και ελλειμματική αντιμετώπιση του θέματος. Όμως, οι συνεταιρισμοί-συνεργατικές είναι ένα σημαντικά πιο περίπλοκο ζήτημα, ως αποτέλεσμα πολύ διαφορετικών προσεγγίσεων και σχεδίων. Ανάλογα με τις αγορές στις οποίες αποτείνονται σήμερα και τον τύπο και τα χαρακτηριστικά των μελών τους, υπάρχει μεγάλη απόκλιση στη μορφή των δομών τους. Συνεταιρισμοί παραγωγών-καταναλωτών στους τομείς ενέργειας και τροφίμων Στο βαθμό που η υπόθεση των συνεταιρισμών μπορεί να συμβάλει στη μετάβαση σε μια κοινωνία μετα-ανάπτυξης, θα πρέπει αυτοί-κατά τη διάρκεια της μετάβασης- πρωτίστως να προσεγγίζονται από τη σκοπιά της αυτοκατανόησης που έχουν οι ίδιοι για την αναγκαιότητα ύπαρξής τους. Σήμερα τέτοιοι-ες συνεταιρισμοί-συνεργατικές είναι σχεδόν πάντα αυτοί-ές που το θέμα της αυτο-φροντίδας – και μάλιστα της συλλογικής αυτοφροντίδας-το έχουν κάνει σημαία τους. Προσπαθούν να υλοποιήσουν την ιδέα του παραγωγοαναλωτή, με την έννοια ότι οι άνθρωποι δημιουργούν μια ένωση-κοινότητα με στόχο την από κοινού κάλυψη των αναγκών τους, όντας ταυτόχρονα οι ίδιοι και παραγωγοί και καταναλωτές των αναγκαίων τους. Αυτές τις νέες προσεγγίσεις μπορούμε να τις βρούμε σήμερα στην Ευρώπη στα πλαίσια των ενεργειακών συνεταιρισμών που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια και θερμότητα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και, όλο και περισσότερο, τη χρησιμοποιούν για τις ανάγκες τους. Η ενεργειακή απόδοση και η εξοικονόμηση ενέργειας είναι περισσότερο ή λιγότερο η αναπόφευκτη συνέπεια αυτής της πρακτικής τους. Μια μεγαλύτερη παράδοση στον παραγωγοκαταναλωτισμό έχουν να παρουσιάσουν στην Ευρώπη οι συνεταιρισμοί στον αγροδιατροφικό τομέα. Εδώ υπάρχουν από καιρό παραγωγοκαταναλωτικοί συνεταιρισμοί αγροδιατροφικών προϊόντων. Μια ιστορική αναδρομή στην ιστορία των καταναλωτικών συνεταιρισμών δείχνει ότι πολύ περισσότερο από κάθε άλλο μπορεί να βοηθήσει το κάθε εγχείρημα, η παραγωγική και δημιουργική μεταφορά και ανταλλαγή εμπειρίας και γνώσης από τα άλλα επιτυχημένα συλλογικά οικονομικά εγχειρήματα του παρελθόντος και παρόντος. Ανεξάρτητα από αυτό οι συνεταιριστικές προσεγγίσεις με τη μορφή συνεταιρισμών τροφίμων (Foodcoops), αλληλέγγυας γεωργίας, συλλογικών-συνεργατικών καταστημάτων και κυρίως με τη μορφή συνεταιριστικών δομών παραγωγοαναλωτών, υλοποιούν δομές και δημιουργούν εμπειρίες που είναι απαραίτητες για ένα ουσιαστικό πέρασμα σε μια κοινωνία μετα-ανάπτυξης. Αυτά τα εγχειρήματα δείχνουν και τον δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουν και οι θεσμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε σε συνεργασία με αυτά και με τη συμμετοχή όλων των πολιτών, να δημιουργήσουν στοιχεία αυτάρκειας και αυτονομίας στους τομείς της διατροφής και του ενεργειακού εφοδιασμού. Η συνεργασία και η συνέργεια των παραγωγοαναλωτικών συνεταιρισμών-συνεργατικών με τις κοινότητες και τους δήμους, καθώς και με τις κοινοτικές-δημοτικές επιχειρήσεις, θα είναι εκ των ουκ άνευ στη διαδικασία της μετάβασης. Πριν 18 μήνες, όταν στην επικαιρότητα βρισκόταν το θέμα της νέας ΕΡΤ και η ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου από τη νέα τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, δημοσιεύθηκε στο tvxs το άρθρο μου: Οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες υπό τον έλεγχο των πολιτών (http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/oi-radiotileoptikes-syxnotites-ypo-ton-elegxo-ton-politon)
Εκεί έγραφα επί λέξει: « Η αριστερή κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει θετικά ως προς τα κοινά και δε μπορεί να θεωρεί τα νέας μορφής κοινά (π.χ. ραδιοσυχνότητες - τηλεσυχνότητες - κινητή τηλεφωνία - πληροφοριακοί λεωφόροι, είτε τοπικής είτε εθνικής εμβέλειας) σαν κρατική ιδιοκτησία και σαν πρωταρχικό της μέλημα τη λειτουργία της αγοράς. Δε μπορεί να νομοθετεί με βάση το ποιος π.χ. από τους καναλάρχες ή τους κατόχους ραδιοφωνικών σταθμών θα προσφέρει περισσότερα για να αγοράσει τις τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές συχνότητες που χρησιμοποιεί.» Γιατί σαν «Κοινά»(Commons) θεωρούνται όλα εκείνα τα αγαθά που είναι συλλογικά και ανήκουν από κοινού, δηλαδή σε όλους τους πολίτες μιας περιοχής ή επικράτειας, στην οποία γίνεται η χρήση τους. Βέβαια, για να γίνεται η χρήση των νέας μορφής κοινών όπως είναι οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες από τους πολίτες-όπως έγινε και με το παλιό κοινό αγαθό το νερό, που μετατράπηκε από κάθε τοπική κοινωνία σε κοινωνικό αγαθό, μπαίνοντας σε κανάλια υδροδότησης στους οικισμούς και άρδευσης στους αγρούς -είναι αναγκαία τα ραδιοτηλεοπτικά κανάλια και τα νέα μέσα εκπομπής και αποδοχής των σημάτων. Και ενώ στην αρχή αυτά τα μέσα- και η ενημέρωση ως κοινωνικό αγαθό- εξασφαλίσθηκαν από δημόσιους πόρους(δημόσια τηλεόραση, δημόσιο ραδιόφωνο), γιατί τότε η πολιτική οικονομία είχε ταυτίσει την κοινωνική οικονομία με την κρατική οικονομία και τον διαχειριστή της το «κοινωνικό» κράτος, στη συνέχεια πέρασαν με ανεξέλεγκτο τρόπο σε ιδιώτες «επενδυτές» των ΜΜΕ. Αυτοί, με ιδιωτικά ή δανειοδοτημένα(και αγύριστα) κεφάλαια, μετέτρεψαν ένα συλλογικό αγαθό σε αγοραίο, που αποφέρει οικονομικό ή πολιτικό κέρδος. Επειδή η παρούσα κυβέρνηση μιλούσε και μιλά ακόμα για κοινωνική οικονομία –ανάμεσα στις συμπληγάδες της ιδιωτικής και κρατικής οικονομίας-σαν έναν από τους πυλώνες διεξόδου από τη σημερινή κρίση, τι το πιο απλό από το να νομοθετήσει σε αυτό το πεδίο μετατρέποντας πάλι την ενημέρωση και τα μέσα από τα οποία αυτή γίνεται σε κοινωνικό και συλλογικό αγαθό και αναθέτοντάς την σε συνεταιρισμούς και συλλογικότητες πολιτών για την ενημέρωση; Μπορεί το κάλεσμα τότε-πριν ενάμισι χρόνο- της κυβέρνησης προς τους καναλάρχες ή τους κατόχους ραδιοφωνικών σταθμών να πληρώσουν και να προσφέρουν περισσότερα για να αγοράσουν τις τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές συχνότητες που χρησιμοποιούν να ήταν κάτι θετικότερο από το προηγούμενο καθεστώς ασυδοσίας, αλλά σήμερα αποδείχτηκε ότι δεν ήταν αυτό αρκετό. Δε μπορεί να λέει ο ίδιος ο πρωθυπουργός στη βουλή «πληρώστε και πείτε ότι θέλετε». Δε μπορεί να θεωρεί ότι το μοναδικό ζήτημα που μπαίνει είναι οι οικονομικές τους υποχρεώσεις προς το κράτος και όχι οι υποχρεώσεις προς στο κοινό, προς όλους μας δηλαδή, που είμαστε στην ουσία και οι κάτοχοι των συχνοτήτων τους και έχουμε το δικαίωμα απολαβής των υπηρεσιών τους για το «κοινό καλό» και όχι για το καλό μιας ελίτ, όπως μέχρι τώρα. Ο καπιταλισμός κατάφερνε πάντα να ιδιωτικοποιεί κάθε νέο αγαθό που δημιουργείται και ανήκει στα Κοινά. Δε θα μπορούσε λοιπόν σήμερα η κυβέρνηση της αριστεράς στη χώρα να ορίσει νομικά έτσι τα «κοινά», ώστε να επαναφέρει τις δημόσιες συχνότητες υπό τον έλεγχο των δικαιούχων τους, δηλαδή των πολιτών; Δε θα μπορούσε να καθορίσει έτσι τα «κοινά αγαθά», ώστε να μη ταυτίζονται με τα κρατικά ή τα δημόσια; Καλύτερα ακόμα, να ταυτίσει την έννοια του «δημόσιου συμφέροντος» με αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή με την έννοια του συμφέροντος του δήμου και της κοινότητας; Αν η κοινωνική οικονομία βρίσκεται μεταξύ της ιδιωτικής και της κρατικής οικονομίας, χωρίς να ταυτίζεται με καμία από τις δύο, αν το «κοινό συμφέρον» βρίσκεται επίσης μεταξύ του ιδιωτικού και του κρατικού συμφέροντος, χωρίς να συγχέεται με κανένα από τα δύο, τότε αυτό που πρέπει να γίνει είναι το μέχρι τώρα αποκαλούμενο «δημόσιο» συμφέρον να ταυτισθεί με το συμφέρον του «κοινού». Και όχι με το κρατικό, το οποίο πολλές φορές μετατρέπεται σε ταξικό ή μιας μικρής ελίτ, ανάλογα του ποιός έχει την εξουσία στο κράτος. Μετά την αποτυχία της κυβέρνησης να κάνει τους καναλάρχες να πληρώσουν μέσω του νόμου Παππά, δεν ήρθε ο καιρός να περάσει στην επίθεση για να προωθήσει τα συμφέροντα των «από κάτω» και να νομοθετήσει όχι με βάση την αγορά και έναν καινούργιο νόμο Παππά, όπως διακήρυξε πάλι, αλλά με βάση αυτοδιαχειριζόμενα συνεργατικά ή συνεταιριστικά εγχειρήματα κοινωνικής οικονομίας στο χώρο των ΜΜΕ; Πως μπορεί να κάνει πράξη την παραγωγή πολιτιστικών, πληροφοριακών ή γνωστικών αγαθών, σαν κοινωνικών και όχι αγοραίων που έχουν στόχο το ιδιωτικό κέρδος; Κάτω από αυτή την προοπτική θα πρέπει να κάνει διαχείριση των συχνοτήτων η κυβέρνηση. Η νέα ΕΡΤ π.χ. θα έπρεπε να είχε περάσει σε έναν φορέα που θα λειτουργούσε σαν Κοινωνική Επιχείρηση με βάση τους εργαζόμενους στα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα, είτε εθνικής είτε τοπικής εμβέλειας. Στην εποπτεία και τη λειτουργία της να συμμετέχουν η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, επιστημονικοί φορείς, κοινωνικά εγχειρήματα με ιδιαίτερη έμφαση στο χώρο του Πολιτισμού και των εργαζομένων στην ενημέρωση, αλλά και στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και γενικά η τοπική κοινωνία των πολιτών. Η ανεξαρτησία της θα διασφαλιζόταν από ευρεία αντιπροσωπευτική συνέλευση των παραπάνω, καθώς και των θεσμικων φορέων, όπως της Ένωσης Περιφερειών, της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Η συνέλευση θα αποφάσιζε για τη χάραξη της στρατηγικής, θα επέλεγε την εκάστοτε διοίκηση με υποχρεωτική αυξημένη πλειοψηφία, θα εξέταζε τις πολιτικές προϋποθέσεις της δημόσιας πληροφόρησης με όρους ελευθερίας στην προβολή γεγονότων, άποψης και γενικότερου πολιτικού σχεδιασμού. Αλλά τι προτείνω θα μου πείτε! Εδώ δεν αφήνει το δικαίωμα να εκπέμπει η Ertopen, που συνέχιζε –από την εποχή του «μαύρου» της ΕΡΤ-να φιλοξενεί τους αδύναμους «από κάτω» της ελληνικής κοινωνίας, αυτούς που κυρίως έχουν πληγεί από την καταστροφική εφαρμογή των διατάξεων των μνημονίων όλων των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών. Απροειδοποίητα αφαίρεσαν τα μηχανήματα από το κτίριο που στεγάζεται η Ertopen, ώστε να μη γίνονται εκπομπές - πλέον ο σταθμός συνεχίζει μεν να λειτουργεί αλλά μόνο στο διαδίκτυο (http://www.efsyn.gr/arthro/ertopen-kai-i-eleytheria-tis-ekfrasis). Είναι φανερό ότι το κίνημα των τελευταίων χρόνων τηςΚοινωνικής-Αλληλέγγυας-Συνεργατικής Οικονομίας θα πρέπει να απαλλαγεί από την ψευδαίσθηση που τυχόν είχε για τις προθέσεις αυτής της κυβέρνησης και ανεξάρτητο να στηριχθεί στις δικές του δυνατότητες για την ανάκτηση των «Κοινών», όπως είναι η ενημέρωση και οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες! Γιώργος Κολέμπας Ο διαμοιρασμός της γνώσης στα ομότιμα εγχειρήματα του ελεύθερου λογισμικού Γράφει ο Αλέξανδρος Παζαΐτης* Το ενδιαφέρον γύρω από το φαινόμενο της ομότιμης παραγωγής (peer production) έχει ενταθεί τα τελευταία 20 χρόνια, ιδιαίτερα μετά την ανάδειξη σημαντικών συνεργατικών εγχειρημάτων στο χώρο της πληροφορικής, όπως το ελεύθερο λειτουργικό σύστημα GNU/Linux, ο Apache web server και η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια Wikipedia. Παρόλα αυτά, η ομότιμη παραγωγή δεν είναι κάτι εντελώς καινούριο, τόσο στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών, όσο και στην ελληνική πραγματικότητα. Πολιτιστικά αγαθά, όπως το ελληνικό δημοτικό τραγούδι, ανέκδοτες ιστορίες, παραμύθια, συνταγές μαγειρικής και παιδικά παιχνίδια, αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα, ενός άτυπου, μέχρι πρόσφατα, τρόπου συν-δημιουργίας. Μπορεί να εντοπιστεί μία ξεχωριστή ελευθερία η οποία χαρακτηρίζει αυτές τις δημιουργίες, που αφορά την ανεμπόδιστη αναπαραγωγή και τροποποίηση τους, την ανοικτή συμμετοχή και τα κίνητρα των δημιουργών, καθώς και στην από-στόμα-σε-στόμα διάδοσή τους πέρα από χωρικά και πολιτισμικά όρια. Η ελευθερία αυτή ενσωματώνει στους στίχους και τη μουσική των δημοτικών τραγουδιών την ιδιαίτερη ιστορία και της παράδοση ενός τόπου, αξίες, ανθρώπους και συναισθήματα, ενώ τα δένει με τοπικούς χορούς και εθιμοτυπικές παραδόσεις. Πρόκειται για μία μορφή δια-πολιτισμικής επικοινωνίας, όπου το μέσο είναι η τέχνη και μήνυμα είναι η ιδιαίτερη τοπική πραγματικότητα. Τα ελληνικά δημοτικά τραγούδια δεν «υπογράφονται» από κάποιον δημιουργό και κυκλοφορούν πολλές φορές σε εκατοντάδες παρόμοιες ή διαφορετικές εκδοχές. Προσαρμόζουν με μοναδικό τρόπο διαφορετικά γλωσσικά ιδιώματα, μουσικούς τρόπους και ιστορικά και πολιτιστικά γνωρίσματα. Αποτελούν ελεύθερα πολιτιστικά αγαθά, τα οποία διαμορφώθηκαν από μικρές και μεγάλες συνεισφορές αμέτρητων δημιουργών, οι οποίοι μοιράστηκαν την κοινή τους γνώση και εμπειρία στο πέρασμα πολλών γενεών. Με παρόμοιο τρόπο, στα ομότιμα εγχειρήματα του ελεύθερου λογισμικού, προγραμματιστές, σχεδιαστές ιστοσελίδων, γραφίστες και άλλοι λιγότερο ή περισσότερο εξειδικευμένοι δημιουργοί, συσπειρώνονται γύρω από ένα κοινό αγαθό, το οποίο σε αυτήν την περίπτωση είναι η πληροφορία και συγκεκριμένα ο κώδικας. Χωρίς να υπάρχει κεντρικός συντονισμός, οι ομότιμοι δημιουργοί (peers) μοιράζονται άυλους πόρους, όπως την πληροφορία και τη γνώση, ανάλογα με τις ανάγκες τους και προσφέρουν στην κοινή δημιουργία ανάλογα με τις ικανότητές τους. Η ομότιμη παραγωγή είναι κατ’ εξοχήν μία διεργασία συλλογής και ανταλλαγής πόρων μεταξύ ενός μεγάλου αριθμού ατόμων χωρίς προκαθορισμένη ιεραρχία και δομή. Έτσι, ως ομότιμη παραγωγή ορίζεται η συνεργασία αυτό-οργανωμένων ομάδων ατόμων, τα οποία συμμετέχουν σε ισότιμη βάση (equal footing), με σκοπό την επίτευξη ενός κοινού σκοπού. Στον ορισμό εντοπίζονται ήδη τα κεντρικά σημεία της ομότιμης παραγωγής, τα οποία αποτελούν και τις βασικές δυναμικές της: Η ανοικτή και αυτό-προσδιοριζόμενη συμμετοχή και η ισότιμη βάση. Είναι τα στοιχεία εκείνα που προσδίδουν στα ομότιμα εγχειρήματα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους σε ότι αφορά το δυναμικό περιεχόμενό τους και την κινητοποίηση μεγάλου εύρους της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Σχετικά πρόσφατα το φαινόμενο της ομότιμης παραγωγής άρχισε να αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον ακαδημαϊκά και ερευνητικά. Σε αυτή την τάση, εξαιρετικά σημαντική είναι η συνεισφορά του Yochai Benkler, καθηγητή της νομικής σχολής του πανεπιστημίου του Harvard, ο οποίος εισήγαγε τους όρους της ομότιμης παραγωγής (peer production), καθώς και της «βασισμένης στα κοινά ομότιμης παραγωγής» (commons-based peer production – CBPP), το 2002 (“Coase’s Penguin, or Linux and the Nature of the Firm”) και το 2006 («The Wealth of Networks») αντίστοιχα. Ιδιαίτερα στην περίπτωση της βασισμένης στα κοινά ομότιμης παραγωγής, τόσο τα μέσα όσο και τα αποτελέσματα δεν αποτελούν αντικείμενα αποκλειστικής ιδιοκτησίας. Αντίθετα, διαμοιράζονται μεταξύ των συμμετεχόντων στο πλαίσιο μίας θεσμικής δομής η οποία διαθέτει τους πόρους ισότιμα σε όλους ανάλογα με την κρίση τους. Ανήκουν δηλαδή στη σφαίρα αυτών που ονομάζονται «κοινά» (commons). Παραδοσιακά, ο χώρος των κοινών θεωρούταν ότι βρίσκεται εκτός της παραγωγικής οικονομίας. Οι κοινοί πόροι αντιμετωπίζονταν ως εν δυνάμει παραγωγικοί πόροι, που θα μπορούσαν να παράγουν αξία εφόσον υπεισέλθουν υπό κάποιο καθεστώς διαχείρισης ή ιδιοκτησίας, από το κράτος ή τον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, ένας νέος τύπος σχέσεων συνεργασίας και παραγωγής αναδεικνύει την προοπτική των κοινών πόρων, διατηρώντας τους στη σφαίρα των κοινών, μέσα από μία διεργασία η οποία τα προστατεύει και τα ανατροφοδοτεί. Χιλιάδες επιστημονικά έργα έχουν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο φαινόμενο από το 2002 και έπειτα, ενώ οργανισμοί, όπως το P2P Foundation, ιδρύονται με σκοπό τη μελέτη, τεκμηρίωση και διάδοση του φαινομένου της ομότιμης παραγωγής και των ομότιμων πρακτικών σε παγκόσμιο επίπεδο. Αξίζει να αναφερθεί ότι στην Ελλάδα λειτουργεί από το 2007 ο ελληνικός κόμβος του P2P Foundation, ενώ το2011 ιδρύθηκε στα Ιωάννινα το P2P Lab, ένα διεπιστημονικό ερευνητικό εργαστήριο, το οποίο αποτελεί τον επίσημο ερευνητικό βραχίονα του P2P Foundation σε διεθνές επίπεδο. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί η ίδρυση της Εταιρίας Ελεύθερου Λογισμικού/ Λογισμικού Ανοικτού Κώδικα (ΕΕΛ/ΛΑΚ) το 2008, έχοντας ως βασικό σκοπό την προώθηση και ανάπτυξη των Ανοιχτών Προτύπων και των Τεχνολογιών Ανοιχτής Αρχιτεκτονικής στο χώρο της εκπαίδευσης, του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Ιστορική αναδρομή: Πως (ξανά)ξεκίνησαν όλα Ιστορικά η ομότιμη παραγωγή, όπως τη μελετούμε σήμερα, έχει τις ρίζες της στο 1983, όταν ο Richard Stallman, τότε ερευνητής στο MIT, ανακοίνωσε την υλοποίηση του GNU Project, το πρώτο έργο ελεύθερου λογισμικού και μαζικής συνεργασίας. Βασικός στόχος του συγκεκριμένου έργου ήταν να δημιουργήσει τα μέσα που θα παρέχουν στους χρήστες ελευθερία σχετικά με τον έλεγχο των ηλεκτρονικών υπολογιστών και υπολογιστικών συσκευών. Για το σκοπό αυτό, έπρεπε να αναπτυχθεί και να διατεθεί το κατάλληλο λογισμικό, τα οποίο θα σέβεται τις βασικές ελευθερίες των χρηστών του και συγκεκριμένα:
Το 1985 ο Stallman ιδρύει το Ίδρυμα Ελεύθερου Λογισμικού (Free Software Foundation) με σκοπό να διαδώσει την ελευθερία στη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών και να υποστηρίξει νομικά και πρακτικά τα δικαιώματα των χρηστών. Έτσι, το 1989 ολοκληρώθηκε η πρώτη έκδοση της Γενικής Άδειας Δημόσιας Χρήσης (GNU General Public License – GPL), η οποία κατοχυρώνει τις ελευθερίες αυτές των χρηστών, ενώ η λεγόμενη ρήτρα «copyleft» (σε αντίθεση με τη λέξη copyright που κατοχυρώνει το δικαίωμα της πνευματικής ιδιοκτησίας) υποχρεώνει στη διατήρηση αυτών των ελευθεριών σε όλα τα αντίτυπα. Ουσιαστικά κάθε αντίτυπο, το οποίο περιλαμβάνει ένα συστατικό στοιχείο (κώδικα) που έχει παραχωρηθεί με GPL, πρέπει επίσης να κυκλοφορήσει υπό την GPL. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ότι το ελεύθερο λογισμικό παραμένει ελεύθερο. Το ελεύθερο λογισμικό και η GPL αποτελούν σημαντικά σημεία στην ιστορία της ομότιμης παραγωγής, καθώς για πρώτη φορά κατοχυρώνεται νομικά η ανοικτή, ευρεία συνεργασία πολλών ατόμων. Ομοίως, το αποτέλεσμα της συνεργασίας αυτής κατοχυρώνεται ως συλλογικό και ελεύθερο, με βάση τις ελευθερίες που κατοχυρώνει η GPL. Το 1990 μεγάλο μέρος των προγραμμάτων που είναι απαραίτητα για ένα λειτουργικό σύστημα είχαν ολοκληρωθεί από το GNU Project, έλειπαν ωστόσο ακόμη κάποια σημαντικά κομμάτια, με βασικότερο τονπυρήνα (kernel). Την ίδια εποχή, ο Linus Torvalds, σε ένα project εκτός του GNU, αποφάσισε να αναπτύξει τον δικό του πυρήνα, ο οποίος ονομάστηκε Linux. Ο πυρήνας αυτός ενσωματώθηκε με τα υπόλοιπα συστατικά μέρη του GNU, με αποτέλεσμα ένα ολοκληρωμένο, πλήρως λειτουργικό και ελεύθερο λειτουργικό σύστημα, το GNU/Linux. Το ελεύθερο λογισμικό και το ελεύθερο λειτουργικό σύστημα GNU/Linux αποτέλεσαν την έμπνευση, αλλά πολύ περισσότερο παρείχαν τα τεχνικά και οργανωτικά μέσα για την έκρηξη των ομότιμων έργων που ακολούθησαν. Η ταχεία διάδοση του GNU/Linux αποτελεί σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα συνέργειας και παράλληλης ανάπτυξης με μία άλλη μεγάλη επανάσταση που λαμβάνει χώρα την ίδια περίοδο. Το 1991 το διαδίκτυο γίνεται δημόσιο και μαζικό μέσο, με την παροχή της υπηρεσίας παγκόσμιου ιστού (World Wide Web), μία εφεύρεση του Tim Berners-Lee, ερευνητή του CERN. Παράλληλα, η κουλτούρα των χάκερς (hacking culture), η οποία έχει τις ρίζες της πίσω στο 1960, με τη διάδοση του ελεύθερου λογισμικού και τη μαζικοποίηση του διαδικτύου αρχίζει και προσελκύει συνεχώς μεγαλύτερο αριθμό ατόμων. Κεντρικό σημείο τους αποτελεί το ενδιαφέρον για τη δημιουργία, την εξερεύνηση, τον πειραματισμό και το ξεπέρασμα των ορίων αυτών που μπορούν να πραγματοποιηθούν. Μικρο-ομάδες από χάκερς που ήταν ενεργές για χρόνια σε διαφορετικά μέρη, μοιραζόμενες παρόμοιες αρχές και κυρίως το ίδιο πάθος, άρχισαν να ανακαλύπτουν η μία την άλλη και να συνεργάζονται. Παρατηρείται έτσι η συνειδητή διαμόρφωση και διάδοση μίας κοινής, συλλογικής και συστηματικής ηθικής από μία κρίσιμη μάζα ατόμων. Η ηθική αυτή αφορά το διαμοιρασμό γνώσης και πληροφορίας και την ελευθερία της χρήσης των τεχνολογικών μέσων για την ανάπτυξή τους, μέσα από τη συνεργασία και τη συμμετοχική δημιουργία. Με αυτόν τον τρόπο οι ομότιμες πρακτικές αρχίζουν και επεκτείνονται εκτός των ορίων της πληροφορικής και του λογισμικού. Ένας μεγάλος αριθμός ατόμων και ομάδων συσπειρώνονται πλέον γύρω από ένα κοινό σύστημα αξιών σχετικά με τη γνώση και την πληροφορία και κυρίως την ελεύθερη και ανεμπόδιστη κυκλοφορία αυτών. Δημιουργούν έτσι έναν παγκόσμιο χώρο γνωσιακών κοινών (knowledge commons), στη βάση του οποίου αναπτύσσονται παγκόσμια, συμμετοχικά ομότιμα εγχειρήματα, όπως η ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια Wikipedia. Επιπλέον, την τελευταία δεκαετία, η διάδοση των τεχνολογιών επιτραπέζιας κατασκευής (desktop manufacturing), όπως η τρισδιάστατη εκτύπωση και οι CNC μηχανές οδήγησαν στον περαιτέρω πειραματισμό των ομότιμων πρακτικών στον υλικό κόσμο. Ομότιμα έργα όπως ο RepRapεκτυπωτής και το Open Source Ecology αποτελούν σημαντικά εγχειρήματα αξιοποίησης των γνωσιακών κοινών στην παραγωγή άμεσων, πρακτικών, ανοικτών λύσεων. Έτσι, σε αντιστοιχία με το ελεύθερο λογισμικό και το λογισμικό ανοικτού κώδικα, εμφανίζεται ο όρος του ανοικτού υλισμικού (open hardware), προσδίδοντας νέες διαστάσεις στην ελευθερία στη χρήση βασικών μέσων παραγωγής. Βασικά Χαρακτηριστικά: Πώς λειτουργεί Ένα από τα βασικότερα πλεονεκτήματα της ομότιμης παραγωγής, ιδιαίτερα στο χώρο της πληροφορικής, είναι η αποτελεσματικότητά της στον εντοπισμό, την κινητοποίηση και την κατανομή της ανθρώπινης δημιουργικότητας. Η ευρεία διάδοση των Τεχνολογιών Πληροφόρησης και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) ιδιαίτερα την τελευταία εικοσαετία, έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την παραγωγή. Στον κόσμο των ΤΠΕ τα βασικά μέσα παραγωγής, δηλαδή οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, γίνονται συνεχώς φτηνότερα και εύκολα προσβάσιμα από ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η βασική «πρώτη ύλη», η πληροφορία, είναι σε αφθονία και τα μέσα διανομής και επικοινωνίας πιο γρήγορα και αποτελεσματικά από ποτέ. Έτσι, ο παράγοντας που κάνει τη διαφορά στην επιτυχία ενός έργου είναι η ανθρώπινη δημιουργικότητα. Ο παράγοντας αυτός, ως κατ’ εξοχήν «ανθρώπινος», δεν ενεργοποιείται με το πάτημα ενός κουμπιού. Στην σύγχρονη αγορά, η ανθρώπινη δημιουργικότητα τοποθετείται πολύ ψηλά στην κλίμακα αυτών που ένας εργοδότης ή ένας μάνατζερ προσπαθεί να ενεργοποιήσει με χρηματικά ή άλλου είδους κίνητρα. Στις περισσότερες δε περιπτώσεις η κινητοποίηση των ατόμων στο μεγαλύτερο επιθυμητό βαθμό παραμένει εκτός των ορίων των υλικών απολαβών. Σε έναν τέτοιο κόσμο λοιπόν, όπου τα βασικά μέσα παραγωγής είναι αποκεντρωμένα, η ιδιαίτερη δυναμική της ομότιμης παραγωγής έγκειται στην ικανότητα κινητοποίησης ενός μεγάλου αριθμού ατόμων, ο οποίοι αυτό-προσδιορίζουν τη συνεισφορά τους ανάλογα με τα αντίστοιχα κίνητρά τους. Παρά την πληθώρα των εγχειρημάτων που παρατηρούνται σε ένα μεγάλο εύρος τομέων και δραστηριοτήτων, ο Benkler διακρίνει τρεις βασικές αρχές που αποτελούν κοινά χαρακτηριστικά, καθώς και κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας:
Άνθρωποι, τεχνολογία και παραγωγή: η εξέλιξη που μας φέρνει πιο κοντά στη φύση μας Στη βάση της, η ομότιμη παραγωγή είναι μία μορφή ανθρώπινης συνεργασίας, κατανομής κοινών πόρων και προσπάθειας σε ισότιμο πλαίσιο, προς την επίτευξη ενός κοινού αποτελέσματος. Αναφέρθηκε ήδη ότι δεν είναι η πρώτη φορά ιστορικά που παρατηρείται μία τέτοια μορφή αποκεντρωμένης συνεργασίας και παραγωγής. Ωστόσο, την τελευταία εικοσαετία και λόγω της επανάστασης που έχουν φέρει οι ΤΠΕ σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, παρατηρείται ότι αυτή η μορφή οργάνωσης και παραγωγής μπορεί να έχει σημαντικό οικονομικό αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα τόσο οικονομικό όσο και ανθρώπινο, σε αντίθεση με την σύγχρονη απεικόνιση του «οικονομικού ανθρώπου», στην οποία χωράει μόνο το κίνητρο της μεγιστοποίησης του ατομικού κέρδους στη βάση οποιασδήποτε μορφής συνεργασίας. Στον κόσμο της ομότιμης παραγωγής οι κοινωνικές και παραγωγικές σχέσεις επαναπροσδιορίζονται και νέα επιχειρηματικά μοντέλα αναδύονται, ενώ οι άνθρωποι συνεργάζονται, δημιουργούν και παράγουν για θέματα που τους ενδιαφέρουν, για πράγματα που έχουν σημασία να παραχθούν, να διαδοθούν και να χρησιμοποιηθούν, μεγιστοποιώντας τη συνολική τους ωφέλεια. Σημαντικό είναι να αναφέρουμε ότι η μελέτη και η τεκμηρίωση του φαινομένου της ομότιμης παραγωγής βρίσκεται ακόμη σε πολύ αρχικό στάδιο, ενώ νέα εμπειρικά στοιχεία προκύπτουν συνεχώς από τα μυριάδες ομότιμα εγχειρήματα που βρίσκονται σε εξέλιξη. Για το λόγο αυτό το παρόν κείμενο δεν επιχειρεί να υποστηρίξει την γενικότερη υπεροχή του συγκεκριμένου μοντέλου έναντι των άλλων μορφών οργάνωσης της παραγωγής σε όλους τους τομείς, ούτε την ολοκληρωτική ανατροπή τους από την ομότιμη παραγωγή. Η μελέτη και ανάλυση των δυναμικών της ομότιμης παραγωγής αποσκοπεί στην αναγνώρισή της ως ένα αναδυόμενο παραγωγικό μοντέλο, διαφορετικό από άλλα υφιστάμενα, το οποίο διαθέτει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα στην ενεργοποίηση και την αξιοποίηση συγκεκριμένων κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων. Η διάδοση των ομότιμων πρακτικών αντίστοιχα φιλοδοξεί στην ενδυνάμωση των αναδυόμενων δυναμικών του συγκεκριμένου παραγωγικού μοντέλου, προς την επίτευξη ενός θετικού και βιώσιμου, από άποψη κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική, αποτελέσματος. * Ο Αλέξανδρος Παζαΐτης είναι ερευνητής στο διεπιστημονικό εργαστήριο P2P Lab και μεταπτυχιακός φοιτητής στο Ragnar Nurkse School of Innovation and Governance του Tallinn University of Technology. **Το παρόν κείμενο αποτελεί προσαρμογή κεφαλαίου του βιβλίου: Καρολος – Ιωσήφ Καβουλάκος και Γιώργος Γριτζάς (επιμ) (2016). «Εναλλακτικοί Οικονομικοί και Πολιτικοί Χώροι: Κοινωνικά κινήματα και χωρική ανάπτυξη». (ISBN 978-960-603-254-7), Ηλεκτρονική έκδοση στο πλαίσιο της δράσης «Κάλλιπος: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα. Διαθέσιμο με άδεια Creative Commons BY-NC-ND 3.0, από Απρίλιο 2016 στο http://repository.kallipos.gr *** Οι φωτογραφίες εντός του κειμένου – εκτός της αρχικής – προέρχονται από το https://www.flickr.com/photos/opensourceway ![]() Το Μικρό Δέντρο είναι ένα παιδαγωγικό εγχείρημα που ξεκίνησε ως ιδέα το καλοκαίρι του 2012 και από το χειμώνα του 2014 άρχισε να συναντά η θεωρία τη πράξη. Ο χώρος που βρισκόμαστε από τότε και που στεγάζει τη δομή μας βρίσκεται στο Κρυονέρι Θεσσαλονίκης. Οι άνθρωποι που το απαρτίζουν είναι μια ομάδα παιδιών, γονέων και παιδαγωγών. Το αρχικό “σμίξιμο” των γονέων και των παιδαγωγών αυτών προέκυψε από την ανάγκη και την επιθυμία τους για μια αλλιώτικη εκπαίδευση. Μια εκπαίδευση που ξεκινάει από το σεβασμό στην ατομικότητα του κάθε παιδιού, στους προσωπικούς του ρυθμούς και τις ανάγκες του. Θεωρούμε βασικό να συντροφεύουμε τα παιδιά με ενσυναίσθηση, ειλικρίνεια και αποδοχή στην ανακάλυψη της γνώσης και στην ολόπλευρη ανάπτυξη τους. Την εκπαίδευση αυτή αφ’ ενός παλεύουμε να την πραγματώσουμε στο εδώ και τώρα, μέσω της λειτουργίας του Μικρού Δέντρου. Αφ’ ετέρου είναι για μας εξίσου σημαντικό να αγωνιστούμε ώστε να ανοίξει δημόσια το θέμα της εναλλακτικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Το Μικρό Δέντρο είναι ένα αυτοοργανωμένο εγχείρημα, που σημαίνει ότι συνδιαμορφώνουμε την διαδικασία του “χτισίματος” μιας δομής και, δεσμευόμαστε σε αυτήν. Ως αυτοοργανωμένο όμως είναι και αυτοχρηματοδοτούμενο, γεγονός που εντείνει διάφορεςδυσκολίες, όπως έδειξε η φετινή πρώτη χρονιά λειτουργίας του χώρου. Η συνέλευση μας έχει θέσει ως στόχο το Μικρό Δέντρο να είναι προσβάσιμο ανεξάρτητα από ταξικά/οικονομικά κριτήρια (χωρίς αυτό να σημαίνει πως οι άνθρωποι που συμμετέχουν δεν στηρίζουν οικονομικά το εγχείρημα).Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε πως υπάρχουν οικονομικές ανάγκες και μάλιστα αρκετές. Το ενοίκιο του χώρου καθώς και τα πάγια έξοδα λειτουργίας του, το παιδαγωγικό υλικό που συχνά πρέπει να ανανεώνεται, αλλά και μια χρηματική συνεισφορά για τις συνοδούς είναι τα μίνιμουμ έξοδα που καλούμαστε να καλύπτουμε μηνιαία. Οι ανάγκες αυτές φαίνεται να ξεπερνούν κατά πολύ τις οικονομικές δυνατότητες των οικογενειών που πλαισιώνουν προς το παρόν τη δομή. Για το λόγο αυτό σκεφτήκαμε να ζητήσουμε την συμβολή και την υποστήριξη κόσμου, που μπορεί να μην συμμετέχει ενεργά στο Μικρό Δέντρο, αναγνωρίζει όμως ως θεμελιώδες το δικαίωμα των παιδιών στην ελευθερία, το βίωμα, την δημιουργικότητα, την αξιοπρέπεια, την αυτοεξυπηρέτηση, την αυτοδιάθεση του χρόνου τους, την αυτόνομη εξέλιξη του μυαλού και του σώματος τους. Όποιος ή όποια το επιθυμεί λοιπόν, μπορεί να συνεισφέρει οικονομικά στο εγχείρημα( είτε με ελεύθερη συνεισφορά είτε να προσφέρει μια σταθερή μηνιαία συνδρομή. Εννοείτε πως και στις δύο περιπτώσεις δεν ορίζουμε εμείς ένα συγκεκριμένο ποσό, αλλά μπορεί να το ορίσει η ίδια ή ο ίδιος που επιλέγει να συνδράμει, ώστε να είναι ανάλογο με τις δυνατότητες της/του. Γιατί ο αγώνας για να δοθεί χρειάζεται κάποιους, αλλά για να ευοδωθεί χρειάζεται πολλούς… http://alliotikosxoleio.espivblogs.net/ Toumikroudentrou@gmail.com ![]() Το ξεκίνημα Τα Μπισκούνια είναι ένα κοινωνικό εγχείρημα στην Αγριά Βόλου που γεννήθηκε από την ανάγκη μιας ομάδας γονέων για μία διαφορετική εκπαίδευση των παιδιών τους. Τρία χρόνια πριν ένα κέντρο ΑΜΕΑ φιλοξενούσε τις εβδομαδιαίες συναντήσεις γονέων, παιδιών και κάποιες φορές παιδαγωγών αναζητώντας επικοινωνία και δικτύωση για τους ενήλικες και κοινωνικοποίηση για τα παιδιά. Από αυτές τις τακτικές συναντήσεις προέκυψε μία συλλογική ανάγκη για ψάξιμο, γνώση, δραστηριότητα και πρακτική εφαρμογή. Έτσι, προχωρώντας το στέκι μας ένα βήμα παραπέρα: δημιουργήσαμε μία Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία, με το όνομα «Τα Μπισκούνια» - δάνειο από την καλυμνιώτικη λέξη για τα παιδάκια. Σκοπός της Εταιρείας είναι: 1. H μελέτη σύγχρονων εναλλακτικών παιδαγωγικών αντιλήψεων. 2. Η δημιουργία εντευκτηρίου-χώρου εκδηλώσεων για συζητήσεις σχετικά με θέματα αγωγής, για τα μέλη και τους φίλους της εταιρίας, καθώς και για τα παιδιά τους. 3. Οργάνωση εκδηλώσεων ανοικτών προς το κοινό για ζητήματα που αφορούν την προνηπιακή εκπαίδευση και αναζήτηση πρακτικής εφαρμογής αυτών. Η συνέχεια Τα «Μπισκούνια» είναι ένα συλλογικό εγχείρημα παιδαγωγών, γονέων και αλληλέγγυων για μια διαφορετική παιδαγωγική προσέγγιση και για τη δημιουργία μιας κοινωνικής συνείδησης μέσω της ενεργού συμμετοχής και της αυτο-οργάνωσης. Στα Μπισκούνια προτείνουμε μια άλλη σύλληψη της έννοιας του σχολείου τόσο για τα παιδιά όσο και για τους ενήλικες. Ως γενικές αρχές παιδαγωγικής προσέγγισης έχουμε :
Συμμετέχουμε κυκλικά στις εργασίες και δραστηριότητες του εγχειρήματος. Επιδιώκουμε δικτύωση-επαφή με αντίστοιχα αυτό-διαχειριζόμενα εγχειρήματα καθώς και με άλλες δομές που προωθούν ή υποστηρίζουν την έμπρακτη αλληλεγγύη. Γιατί …« Δεν είναι τόσο σημαντικό στη ζωή για ένα παιδί να μάθει να μετράει όσο το τι μετράει στη ζωή». Αυτό που επιδιώκουμε εν τέλει για τα παιδιά μας είναι: Η διαδικασία μάθησης/εξέλιξης να γίνει ένα δημιουργικό παιγνίδι εξερεύνησης της γνώσης και του εαυτού. Την αποδοχή/αντιμετώπιση του κάθε παιδιού ως αυτόνομη οντότητα και την αναγνώριση της διαφορετικότητας του. Ώστε να μπορούν να εκφραστούν όλες οι ιδιαιτερότητες και οι κλίσεις. Το σεβασμό στους διαφορετικούς χρόνους εξέλιξης του κάθε παιδιού. Την καλλιέργεια ομαδικού πνεύματος και συνεργασίας. Τη βιωματική σχέση του παιδιού με την φύση και τις τέχνες. Κάθε βοήθεια και συμμετοχή είναι ευπρόσδεκτη…." Παιδόκηπος Για την υλοποίηση του στόχου μας αναζητήσαμε έναν χώρο μέσα στη φύση όπου τα παιδιά να μπορούν να "μεγαλώνουν" ελεύθερα βιώνοντας τις εναλλαγές των εποχών και του καιρού, ενεργοποιώντας όλες τους τις αισθήσεις μέσα από το παιχνίδι. Πιστεύουμε ότι όταν εργάζεται σε σχέση με τη φύση, ένα παιδί μπορεί να κάνει τα πάντα! Η "φωλιά" των Μπισκουνιών είναι ένα σπίτι άνετο και ζεστό. Χαρακτηριστικά της καθημερινότητας στη ζωή των παιδιών είναι ο ρυθμός, η απλότητα, η ευαισθησία και η χαρά της συνεργασίας. Μέσα από ένα περιβάλλον αγάπης και εμπιστοσύνης το παιδί ξεδιπλώνει τις ιδιαίτερες ποιότητες του, αποκτά ρίζες που ποτίζονται με μάθηση γεμάτη όρεξη και ουσία και ανοίγει τα φτερά του προς ένα κόσμο φυσικό και ανθρώπινο. Η κάθε μέρα στα Μπισκούνια κυλάει με μια δραστηριότητα ξεχωριστή και ευχάριστη που βοηθά τα παιδιά να αναπτύσσουν τις δεξιότητες τους, ενώ το ελεύθερο παιχνίδι δίνει χώρο στη φαντασία και την δημιουργηκότητα και καλλιεργεί τις διαπροσωπικές σχέσεις και την πρωτοβουλία. Τα μικρά μπισκούνια ενθαρρύνονται να αυτοεξυπηρετούνται, να αναλαμβάνουν ευθύνες και να λύνουν τις διαφορές τους με διάλογο και ενσυναίσθηση. Όταν η εκπαίδευση βοηθά ένα παιδί να εκφραστεί αβίαστα με τον νου και την καρδιά, τότε ο κόσμος μας μπορεί να γεμίσει ανθρώπους ολοκληρωμένους, έτοιμους να χαράξουν την δική τους πορεία στη ζωή. "Τα παιδιά μαθαίνουν κυρίως χωρίς να διδάσκονται, και κατ'επέκταση μαθαίνουν καλύτερα, όταν διδάσκονται λιγότερο..." http://biskounia.blogspot.gr/ email: ta.biskounia@outlook.com του Κώστα Χαριτάκη
Αν αναγνωρίσουμε ως βασικά χαρακτηριστικά των κοινών την κοινή κτήση, την κοινή δημιουργία και την κοινή χρήση, τότε είναι φανερό ότι ο κόσμος των κοινών βρίσκεται πέρα από τον κόσμο της ιδιοκτησίας και της καταναγκαστικής εκμεταλλευτικής εργασίας. Η δημιουργία, προστασία και εξέλιξη των κοινών δεν μπορεί προφανώς να γίνει με τους τρόπους, τις μορφές, τις διαδικασίες που βασικός τους στόχος είναι η περίφραξη και η ιδιωτική ή κρατική απαλλοτρίωση των κοινών, όπως ακριβώς συμβαίνει με την ιδιοκτησία και την διευθυνόμενη από αυτήν εργασία. Ούτε μπορεί να υπαχθεί στην ανταγωνιστική διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου που κινεί την υπάρχουσα οικονομία, μετατρέποντας τον άνθρωπο και τη φύση σε οικονομικούς πόρους για την άντληση κέρδους. Ούτε, ακόμη, μπορεί να συμβιβαστεί με τη δικτατορία της οικονομίας (και της αντίστοιχής της τεχνοεπιστήμης) επί της κοινωνίας, τον αποικισμό από αυτήν όλων των πλευρών της ζωής, και την ακύρωση τελικά της δυνατότητας της κοινωνίας να αποφασίζει για το παρόν και το μέλλον της (όπως φαίνεται τόσο δραματικά σήμερα με τη θηλιά του χρέους). Οι κυρίαρχες παραγωγικές και οικονομικές διαδικασίες είναι διαδικασίες υπαγωγής της κοινωνίας σε καθεστώς ετερονομίας, αλλοτρίωσης και εξάρτησης από το κεφάλαιο και το κράτος. Αντίθετα, τα κοινά και οι παραγωγικές διαδικασίες που τα παράγουν και τα υποβαστάζουν βασίζονται στην αυτονομία, στον αυτοκαθορισμό της κοινωνίας, στην ελεύθερη συνεργασία των ίσων, στο συλλογικό σχεδιασμό των τρόπων παραγωγής και διανομής για τις ανάγκες της κοινωνίας και όχι για το κέρδος ή τον πλούτο γενικά. Και μάλιστα, με κριτήρια και αξίες που δεν ανήκουν στη σφαίρα του “οικονομικού” αλλά στη σφαίρα του “κοινωνικού”, όπως η αλληλεγγύη, η ισότητα και η ελευθερία, σε αντιπαράθεση με τους καταναγκασμούς της οικονομικής αποδοτικότητας και της συσσώρευσης. Τα κοινά, επομένως, απαιτούν ένα παραγωγικό μοντέλο στα χέρια της κοινωνίας, όπου το τι και πώς παράγεται θα αποφασίζεται από την ίδια και όχι από το “αόρατο χέρι” της αγοράς (δηλαδή από τον ορατό θεό του κέρδους). Απαιτεί, επίσης, ένα παραγωγικό μοντέλο που θα διέπεται και το ίδιο από τις αρχές και τις αξίες των κοινών, δηλαδή μια ομότιμη παραγωγή, με σχέσεις άμεσης δημοκρατίας και οριζοντιότητας στο εσωτερικό της, χωρίς ιδιωτική ιδιοκτησία αλλά και χωρίς διεύθυνση και ιεραρχίες, με την ισότιμη συμμετοχή και αυτοδιεύθυνση των ίδιων των εργαζομένων. Απαιτεί, δηλαδή, να σπάσει το “ιερό άβατο” της παραγωγής, όπου ακόμη και τα τυπικά δικαιώματα και ελευθερίες παύουν να ισχύουν, και να πλημμυρίσει από τη δημιουργικότητα, τη συνεργασία και τις κοινωνικές ελευθερίες που παρέχουν νόημα και αξιοπρέπεια στη ζωή. Το εργοστάσιο, για όσο καιρό τουλάχιστον εξακολουθήσει να αποτελεί βασική παραγωγική μονάδα, πρέπει να ρίξει τα τείχη του (που σήμερα χρησιμεύουν για να φυλάσσεται καλά το κοινό μυστικό της εργασιακής αθλιότητας και της περιβαλλοντικής υποβάθμισης) και να γίνει ένα εργοστάσιο ανοικτό στην κοινωνία, στις ανάγκες της αλλά και στον έλεγχό της, διάφανος τόπος φιλοξενίας και ανάπτυξης πολλαπλών δραστηριοτήτων όχι μόνο για τους εργαζόμενους σε αυτό αλλά και για τις κοινότητες που το περιβάλλουν. Αυτό το μοντέλο είναι η αυτοδιαχείριση ή αυτοδιεύθυνση, που προσπαθεί να κάνει πράξη η ΒΙΟΜΕ, όπως και πολλά ανάλογα εγχειρήματα σε ολόκληρο τον κόσμο. Πρόκειται για μια προσπάθεια που εξαρχής βγήκε έξω από τις πύλες του εργοστασίου, όχι μόνο ως αγώνας και διεκδίκηση αλλά και ως διαβούλευση και σχεδιασμός μαζί με την κοινωνία μιας παραγωγής προσανατολισμένης στις ανάγκες της κοινωνίας και στην προστασία του περιβάλλοντος. Η επιβίωση των συγκεκριμένων εργαζομένων έπαψε να επαφίεται στις διαθέσεις των αφεντικών και του κράτους, ξεπέρασε τις συνήθεις συνδικαλιστικές διεκδικήσεις, αναθέσεις και εξαρτήσεις, και αναμετρήθηκε τολμηρά με το ερώτημα “μπορούμε εμείς;”. Δημιουργήθηκε έτσι μια κοινότητα αγώνα, δημιουργίας και αλληλεγγύης, που επέβαλλε στην πράξη, χωρίς να περιμένει νομικές και πολιτικές διευθετήσεις, ντε φάκτο, μια νέα πραγματικότητα, αποδεικνύοντας ότι η αυτοδιαχείριση δεν είναι ούτε αίτημα, ούτε πρόγραμμα, αλλά άμεση πράξη. Οικειοποιήθηκαν αυτό που τους ανήκε, αυτό που είχαν χτίσει με τον ιδρώτα τους, αλλά όχι μόνο γι' αυτούς, αλλά για να το εντάξουν σε ένα κοινωνικό ρεύμα μετασχηματισμού της ίδιας της παραγωγικής βάσης της κοινωνίας. Είναι ένα παράδειγμα, επομένως, για το πώς θα μπορούσε να οργανωθεί η παραγωγή, ακόμη και η σκληρή βιομηχανική παραγωγή και όχι μόνο η “άυλη” ψηφιακή οικονομία, σε μια κοινωνία των κοινών, και μια απόδειξη ότι βασικές έννοιες και εργαλεία της ομότιμης παραγωγής μπορούν να εφαρμοστούν και στον τομέα της υλικής παραγωγής. Πώς μπορούμε να αξιολογήσουμε αυτήν την προσπάθεια (και άλλες ανάλογες σε όλο τον κόσμο) από τη σκοπιά των κοινών, όταν αυτό που παράγεται δεν είναι κοινό αλλά εξακολουθεί να αποτελεί ένα εμπόρευμα; Όπως και στην πραγματικότητα συμβαίνει, τα προϊόντα της ΒΙΟΜΕ δεν αξιολογούνται κυρίως ως οικονομικές (ανταλλακτικές) αξίες, αλλά πρωτίστως ως προϊόντα που συμπυκνώνουν μέσα τους διαφορετικές από τις κυρίαρχες εργασιακές, παραγωγικές και κοινωνικές σχέσεις. Σχέσεις ισότιμης συνεργασίας και όχι εκμετάλλευσης, σχέσεις σεβασμού στον άνθρωπο και τη φύση και όχι επιζήμιας γι' αυτούς κερδοφορίας, σχέσεις αλληλεγγύης και αμοιβαίας αναγνώρισης και όχι συντεχνιακού εγωισμού. Είναι τα μόνα πραγματικά “επώνυμα” προϊόντα γιατί είναι τα μόνα που δεν προσπαθούν να κρύψουν πίσω από μοδάτες και πολυδιαφημισμένες μάρκες το πραγματικό ίχνος της παραγωγής τους (ποιος τα παράγει, πώς, με τι κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες). Με αυτήν την έννοια, αποτιμώνται στην πράξη ως “αξίες χρήσης”, δείχνοντας, έστω και οριακά, τι θα σήμαινε μια παραγωγή και κυκλοφορία αξιών χρήσης αντί για την παραγωγή και κυκλοφορία αφηρημένων ανταλλακτικών αξιών για την απρόσωπη παγκόσμια αγορά. Επίσης, τα προϊόντα αυτά δεν είναι όμοια με τα κλασικά καπιταλιστικά εμπορεύματα. Δεν ανήκουν στην ίδια κατηγορία με προϊόντα που περικλείουν παιδική εργασία, απλήρωτη ή κακοπληρωμένη εργασία, καταπάτηση δικαιωμάτων και περιβαλλοντικές καταστροφές. Το πεδίο του δικού τους “ανταγωνισμού” δεν είναι οι τιμές ή οι ιδιότητες των προϊόντων σύμφωνα με τις ανάγκες και τις τάσεις που δημιουργεί η καπιταλιστική παραγωγή και αγορά και οι ανάλογες καταναλωτικές συνήθειες που διαμορφώνουν. Ο μετασχηματισμός της παραγωγής σύμφωνα με τις αξίες και τις πρακτικές των κοινών είναι αναπόσπαστα δεμένος με τον μετασχηματισμό και της κατανάλωσης, των διαδικασιών, των προτύπων και των συνηθειών της. Απαιτεί, δηλαδή, και ταυτόχρονα προκαλεί, τον απεγκλωβισμό από τα κυρίαρχα καταναλωτικά πρότυπα προς μια κατανάλωση που θα σέβεται και αυτή την εργασία και το περιβάλλον. Γι' αυτό η αυτοδιαχείριση τείνει να υπερβαίνει το σημερινό κυρίαρχο διαχωρισμό παραγωγής-κατανάλωσης, στο πλαίσιο του οποίου ευνοείται η αδιαφορία προς τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις και στις δύο πλευρές του δίπολου (ο εργαζόμενος αδιάφορος για το τι συνέπειες έχει αυτό που παράγει, ο καταναλωτής αδιάφορος για το πώς παράχθηκε αυτό που αγοράζει). Η επανένωση αυτών των δύο σφαιρών και ο αμοιβαίος έλεγχος με όρους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς μπορεί να γίνει μόνο όπου τα προϊόντα είναι διαφανή και ο κοινωνικός έλεγχος βρίσκεται ήδη μέσα στην παραγωγή, και από την άλλη όπου οι “αγορές” δεν είναι απρόσωπες και αδιάφορες ως προς την παραγωγή αλλά συνδέονται εξαρχής με αυτήν με κάποια κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια (όπως συμβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις αγορών χωρίς μεσάζοντες). Η αυτοδιαχείριση, λοιπόν, αλλοιώνει, και τείνει να υπερβεί, την κυρίαρχη οικονομία και τους νόμους της αξίας και του ανταγωνισμού, στο βαθμό που δημιουργεί διαφορετικού τύπου προϊόντα και ένα διαφορετικό πεδίο διακίνησης των προϊόντων, δημιουργώντας προϋποθέσεις για την υπέρβαση των αποξενωμένων σχέσεων παραγωγών-καταναλωτών. Και με αυτόν τον τρόπο, διακινεί αξίες, κριτήρια και πρακτικές της σφαίρας των κοινών παρά του κόσμου της ιδιοκτησίας και της εκμετάλλευσης. Μια άλλη σημαντική διάσταση που φέρνει την αυτοδιαχείριση μέσα στην καρδιά ενός κόσμου των κοινών, είναι το μοίρασμα γνώσεων, δεξιοτήτων, τεχνικών που λαμβάνει χώρα στο αυτοδιαχειριζόμενο εργοστάσιο. Καθώς οι διευθυντικές και ιεραρχικές σχέσεις έχουν καταλυθεί, η ίδια η ανάγκη ωθεί στο μοίρασμα από όλους σε όλους της όποιας διαθέσιμης γνώσης και εμπειρίας, ώστε να εξασφαλιστεί η λειτουργία. Αυτό που μέχρι τότε ήταν το “επτασφράγιστο μυστικό” πάνω στο οποίο συσσωρεύονταν ισχύς και εξουσία, τώρα γίνεται διαθέσιμο για όλους πολλαπλασιάζοντας τη συλλογική ισχύ και διαμορφώνοντας το κοινό της αυτοδιαχείρισης. Και βεβαίως αυτό το μοίρασμα ευνοεί τη συλλογική καινοτομία που πριν παρέμενε ακρωτηριασμένη από τον ανταγωνισμό και την ιεραρχία. Είναι κι αυτό μια απόδειξη για το πώς το κοινό και η ελεύθερη πρόσβαση σε αυτό μπορεί να πολλαπλασιάσει τον πραγματικό πλούτο μιας κοινότητας, αν βέβαια με τον όρο πλούτο εννοήσουμε όχι τη συσσώρευση χρημάτων και πραγμάτων αλλά όλα εκείνα που μας δίνουν τη δυνατότητα να ζήσουμε με ελευθερία, ισότητα και δημιουργία. Η αξιολόγηση των αυτοδιαχειριστικών εγχειρημάτων από τη σκοπιά των κοινών πρέπει επίσης να συμπεριλάβει και το αν αυτά επιστρέφουν κάτι στην κοινωνία ή την κοινότητα ενδυναμώνοντας τη σφαίρα των κοινών. Πράγματι, η ΒΙΟΜΕ (όπως και άλλα ανάλογα εγχειρήματα) προβλέπει καταστατικά τη διάθεση μέρους του πλεονάσματος που μπορεί να έχει για κοινωνικούς σκοπούς ή σε αλληλέγγυες δομές και σε ανάλογα εγχειρήματα. Αυτός είναι βασικός όρος που αποδεικνύει στην πράξη ότι στόχος της παραγωγής δεν είναι η συσσώρευση. Και σε αυτό το πεδίο οι όροι της καπιταλιστικής οικονομίας καταλύονται μαζί με το φαντασιακό που τους περιβάλλει. Στόχος της αυτοδιαχείρισης δεν είναι ο πλουτισμός, αλλά η αξιοπρεπής διαβίωση με αυτονομία και ελευθερία. Γι' αυτό δε συγκινεί την αυτοδιαχειριστική κοινότητα η ανάπτυξη-γιγάντωση του εργοστασίου, αλλά η δυνατότητα πολλαπλασιασμού ανάλογων εγχειρημάτων και η διάχυση της αυτοδιαχείρισης σε όλο και περισσότερους τομείς της κοινωνικής ζωής. Η στήριξη σε αυτές τις προσπάθειες έχει και αυτή τα χαρακτηριστικά των κοινών, αφού πρόκειται για μοίρασμα τεχνογνωσίας και υλικής υποστήριξης χωρίς ανταλλάγματα. Η επιτυχία, επομένως, αυτών των εγχειρημάτων δεν λύνει απλώς το βιοποριστικό πρόβλημα κάποιων ανθρώπων, αλλά δημιουργεί μια δεξαμενή κοινών εμπειριών, τακτικών, γνώσεων, τεχνικών, ελεύθερα διαθέσιμων προς όλους, μια κοινή βάση στήριξης για ολόκληρη την κοινωνία. Όσο περισσότερο εμπλουτίσουμε αυτή τη δεξαμενή, τόσο πιο έτοιμοι θα είμαστε να απεξαρτηθούμε από το κεφάλαιο και το κράτος, και να ενισχύσουμε τον κόσμο των κοινών. Ο καινούργιος κόσμος, έλεγε ο Χέγκελ, γεννιέται τόσο δα μικρός όσο και ένα νεογέννητο. Ας του δώσουμε την ευκαιρία να ζήσει! Τοποθέτηση στο Commons Fest 2015 (http://commonsfest.info), ένα φεστιβάλ για τα Κοινά Αγαθά (15-17 Μαΐου 2015), στη θεματική ενότητα “Αυτοοργάνωση και Βιωσιμότητα”. |
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΛΕΜΠΑΣΠρώην εκπαιδευτικός ΜΕ(Μαθηματικός)και οικο-γεωργός στο Πήλιο. Από το 1990, που "επανατοπικοποιήθηκε", προσπαθεί δια του "παραδείγματος" να συμβάλει στη διαμόρφωση της κατεύθυνσης της τοπικοποίησης Αρχείο
March 2023
|