Άρχισε μάλιστα να προωθείται και από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Στο επόμενο διάστημα η καλλιέργεια κρανιάς θα συμπεριληφθεί επίσημα στην ιστοσελίδα του. Το κόστος ανά στρέμμα είναι χαμηλό και μόνο στο πρώτο έτος ο παραγωγός επιβαρύνεται με την αγορά των φυταρίων Τα δενδρύλλια (εάν είναι ηλικίας τριών ετών), ύστερα από τέσσερα έως έξι έτη θα αρχίσουν να καρποφορούν και η παραγωγή αυξάνει σταδιακά ανά έτος, αποδίδοντας τα μέγιστα μετά το 10ο χρόνο. Το κόστος των φυταρίων, εξαρτάται από την ηλικία (3-5 ευρώ σε σημερινές τιμές).
Η απόδοση σε καρπούς -κατά μέσο όρο- κυμαίνεται από 10 έως 60 κιλά/φυτό (ανάλογα με την ηλικία), ενώ αναφορικά με τις τιμές πώλησης, στη διεθνή αγορά (Ευρώπη, Αμερική, Ρωσία) κυμαίνονται από 4-6 ευρώ/κιλό οι νωποί, 5-7 ευρώ/κιλό οι κατεψυγμένοι, και 15-25 ευρώ/κιλό οι αποξηραμένοι. Οι δε χυμοί από 7-8 ευρώ/λίτρο, και το λικέρ από 40-80 ευρώ/λίτρο.
Ερευνητικά πειράματα
Την τελευταία πενταετία, άρχισαν ερευνητικά πειράματα προσαρμογής μιας ντόπιας ποικιλίας (Δασοχωρίου-Δεσκάτης) και δύο ξενικών ποικιλιών της κρανιάς (Βουλγαρίας και Τσεχίας) στην Ελλάδα. Τα πειράματα υλοποιούνται σε συνεργασία του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών και ιδιωτών (καλλιεργητών) σε τρεις περιοχές της Ελλάδας (περιοχή Λαχανά-Ν. Θεσσαλονίκης, Παραπόταμος-Ν. Σερρών και Δεσκάτη-Ν. Γρεβενών. Στο διάστημα από το 2008 έως και φέτος, έχει δοκιμαστεί ο πολλαπλασιασμός της κρανιάς από μοσχεύματα και σπόρους (που προήλθαν από τις παραπάνω τρεις ποικιλίες).
Τα μέχρι σήμερα πειράματα απέδειξαν ότι τα φυτάρια που προέρχονται από σπόρους ντόπιας προέλευσης είναι πιο εύρωστα σε σχέση με τις ξενικές ποικιλίες. Όμως, οι δύο ξενικές ποικιλίες: η Βαλκανική (Νότια Βουλγαρία) και η Μεσευρωπαϊκή (Τσεχία) θα μπορούσαν να καλλιεργηθούν στη χώρα μας μόνο σε ορεινές και υγρές περιοχές, με μεγάλο υψόμετρο (>600μ.) και ετήσιο ύψος βροχής (>650χιλιοστά).
Η ελληνική ποικιλία υπερέχει των δύο ξένων (σε φυτρωτικότητα και ζωτικότητα) και στις δύο μεθόδους πολλαπλασιασμού (σπόροι και μοσχεύματα) και προτείνεται από τους ερευνητές του ΕΘΙΑΓΕ, σαν προσαρμοσμένη στις ελληνικές συνθήκες.
Η καλλιέργεια της κρανιάς προτείνεται για ημιορεινές και ορεινές περιοχές στη χώρα μας, όπου οι κλιματικές και εδαφικές συνθήκες είναι ευνοϊκές και το κόστος της καλλιέργειας χαμηλό για τους αγρότες και θα αυξήσει το εισόδημά τους, ειδικά στα πλαίσια της κρίσης και με δεδομένο ότι οι επιδοτήσεις σταδιακά ελαττώνονται.
Το φυτό
Οι καρποί της είναι στυφοί στην αρχή και με την πλήρη ωρίμανση γίνονται εδώδιμοι. Έχουν πολλά αντιοξειδωτικά (φλαβονοειδή και ανθοκυάνες) με αποτέλεσμα να αποτελούν ένα πολύ σημαντικό φαρμακευτικό φυτό. Επίσης, η περιεκτικότητά του σε βιταμίνη C και βιταμίνη Α είναι υψηλή. Περιέχουν ακόμη τανίνες, πηκτίνες και πολλά μεταλλικά στοιχεία όπως είναι ο σίδηρος.
Τα κύρια χημικά συστατικά των κράνων είναι οι ανθοκυάνες που αποτελούν φυτικές υδατοδιαλυτές χρωστικές που ανήκουν στα φλαβονοειδή. Δίνουν στους καρπούς και στα άνθη έντονα χρώματα (πορτοκαλί, κόκκινο, μοβ, μπλε, κ.λπ.). Οι καρποί που περιέχουν ανθοκυάνες θεωρούνται προστατευτικοί τόσο για την καρδιά όσο και ενάντια στον διαβήτη. Από τα αρχαία χρόνια μέχρι τις ημέρες μας τα κράνα χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της διάρροιας και των εντερικών παθήσεων λόγω των τανινών που περιέχουν. Επίσης, ο φλοιός, οι βλαστοί και οι ρίζες χρησιμοποιούνται ως αντιπυρετικά. Σε χώρες της Ασίας, τα κράνα χρησιμοποιούνται στη θεραπεία του διαβήτη.
Στο μεταξύ, πολύτιμο είναι και το ξύλο της κρανιάς, το οποίο και χρησιμοποιείται στην κατασκευή διαφόρων μικροκατασκευών και εργαλείων (μπαστούνια, γκλίτσες, βέργες, πίπες κ.λπ.). Από τον φλοιό προέρχεται κόκκινη βαφή, με την οποία παλαιότερα βάφονταν δέρματα, ενώ με τους καρπούς έβαφαν αβγά. Επίσης παράγεται ένα παραδοσιακό λικέρ.
Πηγή: efsyn.gr