1. Το καλύτερο νερό είναι αυτό που τρώμε και όχι αυτό που πίνουμε
Ο ρόλος του νερού για το ανθρώπινο σώμα είναι σημαντικός όσο και απλός. Όταν τα κύτταρά μας δεν είναι αρκούντως ενυδατωμένα , αρχίζουν να εκφυλίζονται, να παθαίνουν φθορές και να μη μπορούν να λειτουργήσουν στο ανώτατο επίπεδο που μπορούν. Οι φθορές των κυττάρων-ενώ τα ίδια τα κύτταρα μπορούν να τα οδηγούν και στο θάνατο- έχουν σαν αποτέλεσμα τη φθορά των ιστών και αυτό που αποκαλούμε γήρανση του οργανισμού. Έτσι έχουμε –πριν τον οριστικό θάνατο του ίδιου του οργανισμού, που κάποτε θα συμβεί έτσι και αλλιώς-την εμφάνιση της ασθένειας, του πόνου, της κόπωσης, της δυσκαμψίας, των ρυτίδων γήρανσης, της απώλειας της πνευματικής διαύγειας κ.λπ. Η απώλεια κυτταρικού νερού είναι μια από τις αιτίες να μη μπορεί ο οργανισμός να διατηρεί σε καλή κατάσταση το ανοσιοποιητικό του σύστημα και να αυτοθεραπεύεται.
Πως εξασφαλίζουμε λοιπόν την επάρκεια του κυτταρικού νερού;
Το νερό που πίνουμε μπορεί να μην είναι αρκετό, αν τα κύτταρά μας-λόγω φθοράς- δε μπορούν να το συγκρατήσουν, όπως αναφέραμε πιο πάνω. Η ενυδάτωση έχει να κάνει με το νερό που κρατάνε τα κύτταρά μας και όχι με αυτό που πίνουμε. Το σώμα μας μπορεί να είναι γεμάτο από το εξωκυτταρικό νερό και όμως να είναι αφυδατωμένο.
Η Εθνική Ακαδημία Επιστημών των ΗΠΑ θεωρεί ότι: «Η κατάλληλη ποσότητα νερού για τους ενήλικες είναι 2,5 λίτρα στις περισσότερες περιπτώσεις. Ένα γενικό όριο για κάθε άνθρωπο είναι 1 ml ανά θερμίδα τροφής. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ποσότητας περιέχεται στο φαγητό». Αλλά αυτό που έχει μείνει στα ΜΜΕ από αυτή τη θεώρηση και προπαγανδίζουν συνέχεια, είναι τα 2,5 λίτρα την ημέρα. Ξεχνούν το ότι τα 2,5 αυτά λίτρα μπορεί να τα εξασφαλίζουμε από τη διατροφή μας, σα συστατικό κυρίως των φρούτων και λαχανικών.
Για παράδειγμα το καρπούζι και το αγγούρι είναι 97% νερό, οι ντομάτες και τα κολοκύθια είναι 95%, η αγκινάρα 92%, τα καρότα 88% και τα ροδάκινα 87%. Αυτό το νερό των φρούτων και λαχανικών, αλλά και των άλλων τροφών έχει την καλύτερη δομή και άρα είναι «ενεργό» νερό, με μικρά κλούστερ. Αρκεί βέβαια να μην έχουν καλλιεργηθεί με επιβλαβή χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα.
Τα φυτικά τρόφιμα είναι η καλύτερη πηγή νερού υψηλής ποιότητας. Γιατί συμπυκνώνουν στο νερό τους θρεπτικά συστατικά και το δομούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να παίρνει την καλύτερη μορφή για τα κύτταρά μας. Έτσι παραμένει αρκετά στο εσωτερικό των κυττάρων, ώστε να το αξιοποιούν όπως το χρειάζονται. Καλύτερα λοιπόν να τρώμε το νερό μας, παρά να το πίνουμε. Αλλά βέβαια αυτό που πίνουμε καλύτερα να είναι τρεχούμενο και απαλλαγμένο από αρνητικές επιδράσεις, παρά από φιάλες ή μπιτόνια.
2. Όσον αφορά στο νερό που πίνουμε πρόκειται για ένα κοινωνικό πρόβλημα.
Οι πηγές και τα αποθέματα πόσιμου νερού λιγοστεύουν, λόγω κοινωνικών και οικολογικών εξελίξεων: από την αλόγιστη χρήση, τη αύξηση της ζήτησης στις πόλεις, τη συγκεντροποίηση των πληθυσμών σε μερικές βιομηχανικές περιοχές, τη μόλυνση των επιφανειακών-υπόγειων υδάτων και την μείωση της ποιότητάς του, τη ξηρασία σε κάποιες περιοχές που εντείνεται λόγω κλιματικών αλλαγών, την θερμοκηπιακή θέρμανση και άρα τη μείωση των χιονιών, κ.λπ..
Το πρόβλημα γίνεται κοινωνικό από τη στιγμή που υπάρχει από τη μια αλόγιστη χρήση στις περιοχές που υπάρχουν αποθέματα και από την άλλη αύξηση των αναγκών εκεί που δεν υπάρχουν. Αυτό θα οδηγεί σε κοινωνικές συγκρούσεις και μερικές φορές και σε συγκρούσεις κρατών(μερικοί προβλέπουν και πολέμους με αιτία το νερό).
Κατά τη περίοδο της βιομηχανικής καπιταλιστικής ανάπτυξης, όπου η περιφέρεια συρρικνώθηκε λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης των πληθυσμών στις πόλεις, μέσα κυρίως από την κρατική διαχείριση του πόσιμου νερού μέσω δικτύων και τη μεταφορά του σε μεγάλες αποστάσεις για τις ανάγκες των πόλεων, οι κοινότητες έχασαν τη δυνατότητα που είχαν για τη διαχείρισή του . Οι πηγές και τα αποθέματα της περιφέρειας πέρασαν στα χέρια κρατικών ή ιδιωτικών εταιρειών ύδρευσης. Η όλη αυτή διαδικασία μετέτρεψε το νερό από φυσικό και δημόσιο αγαθό σε εμπορικό και αγοραίο και στη συνέχεια του έδωσε το χαρακτηριστικό της σπανιότητας, παρόλο που είναι ίσως ο πιο άφθονος φυσικός πόρος σε αυτό τον πλανήτη.
Προς το παρόν, είτε πρόκειται για διαχείριση από κρατικές εταιρείες νερού, είτε από κεντρικές-περιφερειακές μεγάλες εταιρείες που διαχειρίζονται δίκτυα πόλεων ή το εμφιαλώνουν εφοδιάζοντας τις αγορές νερού, το φυσικό και συλλογικό αυτό αγαθό έχει στην ουσία ιδιωτικοποιηθεί και εξασφαλίζεται μέσω της αγοράς.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, σε έναν άνθρωπο επαρκούν 50 λίτρα ημερησίως για την κάλυψη των αναγκών του(πόση, μαγείρεμα, ντουζ, πλύσιμο ρούχων κ.λπ). Σήμερα ο μέσος Αμερικάνος καταναλώνει 600 λίτρα νερού τη μέρα, ο μέσος Γερμανός 130 λ., ο μέσος Έλληνας 160 λ., ενώ ο Αφρικανός στην υποσαχάρια Αφρική 10 μόνο λίτρα.
3. Η απαιτούμενη πολιτική διαχείρισης των αποθεμάτων νερού
Σε 10 χρόνια, δηλ. το 2025 ο μισός πλανήτης θα διψάει και δεν θα έχει πρόσβαση στο πόσιμο νερό. Η επίδραση είναι ορατή και στην χώρα μας. Είχαμε μέχρι τώρα το 2ο μεγαλύτερο κατά κεφαλήν αποτύπωμα κατανάλωσης νερού στον κόσμο. Τα αποθέματα των φραγμάτων έχουν μειωθεί κατά 44%( με την ανομβρία και ιδίως με τη μειώση των χιονιών λόγω της κλιματικής αλαγής των τελευταίων χρόνων). Ταυτόχρονα οι απώλειες των δικτύων πόσιμου νερού στις ελληνικές πόλεις ανέρχονται μέχρι και 40-60%. Όλα αυτά καθιστούν επιτακτική την ανάγκη μιας διαφορετικής διαχείρισης των νερών μας, η οποία να εστιάζει στις καταναλωτικές συνήθειες των κατοίκων. Απαιτεί μέτρα εξοικονόμησης νερού, αλλαγές στην τιμολογιακή πολιτική, μείωση των διαρροών με την αντικατάσταση των παλιών δικτύων υδροδότησης, ενημέρωση των πολιτών. Αλλαγή στον τρόπο άρδευσης των αγροτών(π.χ. μέρα μεσημέρι και με τεχνητή βροχή των μπεκ), όπως επίσης και στην επιλογή από τη μεριά τους καλλιεργειών που δεν απαιτούν πολύ νερό(όχι υδροβόρες μονοκαλλιέργειες όπως π.χ. είναι το βαμβάκι. Όταν εξάγουμε το βαμβάκι της Θεσσαλίας, για παράδειγμα, εξάγουμε το νερό από τον υδροφόρο ορίζοντά της με αποτέλεσμα τη μελλοντική ερημοποίησή της)
Σε αυτή τη διαχείριση βοηθά η έννοια του «εικονικού νερού». Το εικονικό ή αόρατο ή κρυμμένο νερό αναφέρεται στην ποσότητα του νερού που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας(λέγεται εικονικό ή αόρατο γιατί μετά την παραγωγή ενός προϊόντος, το νερό που χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή του δεν εμπεριέχεται πια στο προϊόν αυτό).
Έτσι για παράδειγμα χρειάζονται περίπου: 50 λίτρα(λ) νερού για να παραχθεί 1 πορτοκάλι, 400 λ νερού για ένα φλιτζάνι καφέ, 800 λ. για να παραχθεί 1 ποτήρι γάλα, 900 λ για 1 κιλό καλαμπόκι, 2.000 λ. για ένα πιάτο κρέας με πατάτες, 2.700 λ. για ένα βαμβακερό μπλουζάκι, 6.000 λ. για ένα παντελόνι τζιν, 16.000 λ. για να παραχθεί 1 κιλό βοδινό κρέας, 20.000 λ. για έναν ηλεκτρ. Υπολογιστή, 400.000 λ. για ένα αυτοκίνητο.
Στη χώρα μας, ιδίως μετά τις πολιτικές του μνημονίου και την «Καλλικρατική» πια Τοπική Αυτοδιοίκηση, υλοποιόταν μέχρι τώρα πλήρως η μετατροπή του «κοινού» αυτού αγαθού σε ιδιωτικό, εμπορεύσιμο και αγοραίο . Η ιδιωτικοποίησή του αυτή έκανε τις τοπικές κοινότητες, στις οποίες ανήκουν οι πηγές και τα αποθέματα, καθώς και τους καταναλωτές των πόλεων, να συνειδητοποιήσουν για πρώτη φορά, ότι ένα φυσικό, δημόσιο και συλλογικό αγαθό, μετατρέπεται σε προϊόν εκμετάλλευσης από τις ιδιωτικές εταιρείες. Για να μη συνεχίζεται αυτό απαιτείται η δημιουργία τέτοιων οικονομικοκοινωνικών δομών, που θα εξασφαλίζει την Κοινωνικοποίηση αυτού του «κοινού» αγαθού. Πράγμα που σημαίνει: συλλογικοποίση –κοινοτικοποίηση-δημοτικοποίησή του σαν εναλλακτική λύση στην κρατικοποίηση ή ιδιωτικοποίησή του.
Η νέα κυβέρνηση στη χώρα, που λέει ότι είναι ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων αγαθών, για να αποδείξει ότι αυτά που λέει τα εννοεί κιόλας, θα χρειασθεί να υλοποιήσει αυτή την κατεύθυνση κοινωνικοποίησης, προκρίνοντας ακριβώς συλλογικές δομές διαχείρισης των αποθεμάτων νερού σε κάθε περιοχή. Σαν πρώτο βήμα να συσταθεί η υπηρεσία εγγείων βελτιώσεων σε κάθε Δήμο. Στή συνέχεια συνεταιρισμοί διαχείρισης νερού και αποχέτευσης -όπου δεν υπάρχουν- γιατί σε μερικές κοινότητες υπάρχουν από παλιά οι Οργανισμοί Εγγείων Βελτιώσεων(ΟΕΒ), που ήταν κοινοτικές τέτοιες μορφές ύδρευσης και άρδευσης. Μπορούν να δημιουργηθούν ενώσεις των κοινοτικών συστημάτων νερού στα πλαίσια ενός δήμου και στη συνέχεια μιας περιφέρειας ή να υπάρχει συμμετοχή των κοινοτικών συστημάτων στη λήψη των αποφάσεων διαχείρισης, αν δημιουργηθεί νέα δημοτική επιχείρηση ή αλλάξει το καθεστώς σε τυχόν προϋπάρχουσα τέτοια. Μια τέτοια δομή θα εξασφαλίζει στο να μη μετατρέπονται οι κάτοικοι ενός δήμου-που περιλαμβάνει πόλη και γύρω χωριά-σε ανώνυμους χρήστες και καταναλωτές υπηρεσιών μιας εταιρείας έστω και δημοτικής, αλλά σε συνδιαμορφωτές της διαχείρισης των τοπικών αποθεμάτων νερού.
Περισσότερα για το νερό στο: http://www.topikopoiisi.com/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/to-n
ii) H περίπτωση του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια
Το ερώτημα για το αν έχει κάνει «κωλοτούμπα» η νέα κυβέρνησηθα απαντηθεί και από το τι θα κάνει σε σχέση με την ενέργεια. Θα προχωρήσει σε ιδιωτικοποιήσεις ισχύος και δικτύων; Θα συνεχίσει η ΔΕΗ να παράγει τη πιο βρώμικη κιλοβατώρα της Ευρώπης; Η ΔΕΗ θέλει να μας επιβαρύνει με 1,4 δισ. για να φτιάξει εργοστάσιο τέρας που θα καίει 1.000 τόνους κάρβουνο την ώρα. Πίσω απ΄τη βρώμικη επένδυση μια γερμανική τράπεζα. Σε λίγες μέρες ο Υπουργός Π. Λαφαζάνης θα αποφασίσει αν θα δώσει την άδεια. Θα τη δώσει;
Το ζήτημα της ηλεκτρικής ενέργειας, ως κοινωνικού-συλλογικού αγαθού
Ο εφοδιασμός του πληθυσμού σε ηλεκτρική ενέργεια έχει να κάνει σε ένα μεγάλο βαθμό με την εξασφάλιση ενός κοινωνικού -συλλογικού αγαθού. Γιατί ναι μεν υπάρχουν σήμερα τεχνολογικές δυνατότητες παραγωγής της σε ατομικό ή επίπεδο νοικοκυριού, όμως η επένδυση σε τέτοια συστήματα είναι αρκετά υψηλή ακόμα. Το γεγονός αυτό δεν δίνει τη δυνατότητα, ιδίως σε νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα, να ανεξαρτοποιηθούν σε σχέση με τον εφοδιασμό σε ηλεκτρική ενέργεια, πράγμα το οποίο μπορεί να συμβαίνει με τις άλλες μορφές ενέργειας. Και επειδή ο εφοδιασμός στηρίζεται στα δίκτυα διανομής(ΥΤ,ΜΤ,ΧΤ), η ηλεκτρική ενέργεια έχει τα χαρακτηριστικά περισσότερο ενός συλλογικού-κοινωνικού αγαθού (το κοινωνικό γιατί αφορά στις νεωτεριστικές κοινωνίες και δεν είναι ένα φυσικό αγαθό, όπως π.χ. το νερό), παρά ενός αγαθού που ο κάθε καταναλωτής του μπορεί να εξασφαλίσει άμεσα και καθημερινά από την αγορά.
Με αυτή την έννοια και σαν καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας-και όχι μόνο σαν πολίτες-θα πρέπει να μας απασχολεί το θέμα της παραγωγής, της διανομής και της κατανάλωσής της, σαν να πρόκειται για ένα συλλογικό αγαθό, που μας αφορά όλους. Αν π.χ. παράγεται με τρόπο που μολύνει τον αέρα ή τα νερά ή γενικότερα το περιβάλλον, αυτό μας αφορά όλους, γιατί τις συνέπειες όλοι θα τις υποστούμε. Αν το δίκτυο διανομής μιας εταιρείας (π.χ. ΔΕΗ) στήνεται σε δημόσια ή δημοτική γη και δρόμους αυτό αφορά όλους τους πολίτες ή δημότες. Αν αυξάνεται η τιμή του ρεύματος επίσης μας αφορά όλους και ιδίως αυτούς που δεν μπορούν να πληρώσουν την αύξηση, αφού και να αλλάξουν πάροχο, όπως δείχνει και η διεθνής εμπειρία, δε θα το καταφέρουν. Βλέπουμε επίσης πως χρησιμοποιεί τους λογαριασμούς όχι μόνο της ΔΕΗ, αλλά και των άλλων παρόχων η κάθε κυβέρνηση. Για να εισπράττονται οφειλές και προς τρίτους (π.χ. ΕΡΤ)και προς το ίδιο το κράτος( π.χ. ο φόρος κατοικίας, το λεγόμενο χαράτσι μέχρι πέρσι). Το κεντρικό δίκτυο διανομής και η διαχείρισή του από εταιρείες και όχι από την κοινωνία, μετατρέπει αυτό το συλλογικό-κοινωνικό αγαθό στο να καταναλώνεται μόνο ατομικά, μέσω των ιδιοκτητών των συνδέσεων και της πληρωμής των λογαριασμών. Η μη δυνατότητα πληρωμής του λογαριασμού από κάποια μέλη της κοινωνίας όμως δεν θα πρέπει να οδηγεί και στη μη δυνατότητα χρήσης του από αυτά(διακοπή της σύνδεσης). Γιατί τότε χάνεται ο κοινωνικός-συλλογικός του χαρακτήρας και άρα σπάει και η συναίνεση στο γενικότερο «κοινωνικό συμβόλαιο».
Η απαιτούμενη νέα πολιτική για τον ενεργειακό εφοδιασμό
Το ζήτημα της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα αντιμετωπίζονταν τα τελευταία χρόνια υπό το πρίσμα της πολιτικής των "μνημονίων". Ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, ιδιώτες πάροχοι ισχύος, πώληση όχι μόνο θερμοηλεκτρικών εργοστασίων σε ιδιώτες κεφαλαιούχους, αλλά και τμημάτων των δικτύων κ.λπ.
Επειδή η νέα κυβέρνηση έχει πάρει θέση ενάντια στην ιδιωτικοποίηση της παραγωγής και των δικτύων διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, είναι η ευκαιρία για τη διατύπωση του γενικότερου αιτήματος, όσον αφορά στην παραγωγή, την διανομή και την κατανάλωση της ενέργειας. Του αιτήματος για ένταξη του ενεργειακού εφοδιασμού εκεί που ανήκει, δηλαδή στα «κοινά».Αυτό μπορεί να γίνει σήμερα με την ουσιαστική κοινωνικοποίηση-δημοτικοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας. Και αυτό να γίνει με αιχμή τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας(ΑΠΕ).
Η πρόταση θα μπορούσε να πάρει τη μορφή: επιδίωξη ενεργειακής αυτοδυναμίας μέσω ενεργειακού εφοδιασμού από δημοτικές-διαδημοτικές επιχειρήσεις, που παράγουν ηλεκ. ενέργεια από ΑΠΕ, αγοράζουν από τον διαχειριστή του Δικτύου ΥΤ το ποσοστό της που ακόμα δεν παράγουν οι ίδιες, κατέχουν τα τοπικά δίκτυα ΜΤ-ΧΤ και διαχειρίζονται τη διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές της περιοχή τους. Και όλα αυτά να συνδέονται με καμπάνιες εξοικονόμησης ενέργειας από τη μεριά τους. Αυτή όμως η στροφή απαιτεί και αλλαγή στο νομικό πλαίσιο της μέχρι τώρα Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που στηρίζεται στον πρόσφατο σχετικά «Καλλικράτη».
Ταυτόχρονα θα μπορούσε να προτείνεται και προς τους πολίτες-δημότες:
Όσοι μπορούν οικονομικά(αφού αποσύρουν τις πιθανές οικονομίες από τις τράπεζες) να εγκαθιστούν φ/β συστήματα στις στέγες και ταράτσες των σπιτιών, στις στέγες των αγροτικών υπόστεγων και αποθηκών, σε μη παραγωγική γη. Να εγκαθιστούν μικρές ανεμογεννήτριες σε ευνοϊκά σημεία μη παραγωγικής γης. Να δημιουργούν μη κερδοσκοπικές εταιρείες και συνεταιρισμούς, εταιρείες λαϊκής βάσης( π.χ. ετερόρρυθμες) κ.λπ. για την παραγωγή ενέργειας από μικρές εγκαταστάσεις ΑΠΕ και διάθεσή της στα τοπικά δημοτικά δίκτυα.
Αυτό θα αποτελούσε μια κοινωνικοποίηση της παραγωγής της ενέργειας και θα οδηγούσε στην ενεργειακή αυτονομία των νοικοκυριών, των αγροτών, των μικρών επιχειρήσεων(με εφαρμογές στα κτίριά τους)και στη συνέχεια και στην ενεργειακή αυτονομία των δήμων και των περιοχών καθώς και σε φθηνότερους λογαριασμούς για όσους δημότες δεν μπορούν να προχωρήσουν σε δικές τους εφαρμογές.
Αν η νέα ελληνική κυβέρνηση αποφάσιζε ή πιεζόταν να αποφασίσει-τι κάνουν π.χ. οι οικολόγοι που συμμετέχουν στην κυβέρνηση- να ακολουθήσει αυτό το δρόμο «απελευθέρωσης», δηλαδή της κοινωνικοποίησης της ενέργειας τα επόμενα χρόνια, τότε η ΔΕΗ αναγκαστικά θα προχωρούσε και αυτή σε αποκεντρωμένες εγκαταστάσεις παραγωγής και διανομής, καθώς και στο κλείσιμο των λιγνιτικών εργοστασίων της.
Περισσότερα στο: http://www.topikopoiisi.com/theta941sigmaepsiloniotasigmaf/41
Και στο: http://www.topikopoiisi.com/902rhothetarhoalpha/to-eh
ιιι) H περίπτωση των Aπορριμμάτων-Aποβλήτων
Α) Γιατί είναι αγαθά που ανήκουν στα «Κοινά»
Καταρχήν τα απορρίμματα και τα απόβλητα-τα λεγόμενα «κουπίδια» ή λύμματα- δεν είναι άχρηστα-αχρείαστα. Περιέχουν υλικά και ενέργεια-σε υποβαθμισμένη ίσως μορφή σε κάποιες περιπτώσεις-αλλά με λίγη ανθρώπινη εργασία και μικρή χρήση ενέργειας μπορούν να επανακτηθούν σε απαραίτητη μορφή για επανάχρηση. Έτσι από κοινωνικό πρόβλημα που είναι σήμερα- όσον αφορά στη διαχείρισή τους- και από περιβαλλοντικό πρόβλημα-όσον αφορά την εναπόθεσή τους στο περιβάλλον ή την καύση τους-μπορούν να μετατραπούν σε κοινωνικά-συλλογικά αγαθά.
Και είναι αγαθά που μπορούν να ενταχθούν στα «Κοινά», γιατί η παραγωγή και η διαχείρισή τους είναι κοινή. Ο κάθε νεωτερικός άνθρωπος, αλλά και συλλογικότητές του, συμμετέχουν με μια έννοια στην παραγωγή «σκουπιδιών», αφού τα αγοράζουν στη χρήσιμη μορφή τους –από τις εταιρείες που τα παράγουν-και μετά τη χρήση είναι αυτοί που τα μετατρέπουν σε «άχρηστα-αχρείαστα» και έτσι στο τελικό προϊόν «σκουπίδι», καλώντας την όποια κοινότητα ή δήμο να το διαχειρισθεί. Αν κατά τη διαδικασία διαχείρισης-ανακύκλωσης-επανάχρησης σε ένα δήμο-που μάλιστα καλείται το κάθε νοικοκυριό-πάροχος να πληρώσει για αυτό μέσω δημοτικών τελών- το ανακτώμενο προϊόν ιδιωτικοποιείται, τότε υπάρχει σφετερισμός ενός στην ουσία συλλογικού, σε επίπεδο δήμου, αγαθού. Τα ανακτώμενα λοιπόν υλικά και ενέργεια από την διαλογή- ανακύκλωση- επεξεργασία και η μετατροπή τους για επανάχρηση, είναι καθαρά συλλογικός πλούτος που δε πρέπει με κανένα τρόπο να ιδιωτικοποιηθεί από τους εργολάβους των σκουπιδιών.
Για να γίνει αντιληπτό αυτό από τους πολίτες-χρήστες και ημιπαραγωγούς αυτών των αγαθών που ανήκουν στα «κοινά», χρειάζεται διαρκής και συστηματική ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των δημοτών από τους ΟΤΑ, οι οποίοι είναι σήμερα και οι επιφορτισμένοι με τη διαχείρισή τους.
Β) Η απαιτούμενη νέα πολιτική από την Κυβέρνηση
Το όραμα για την νέα Κυβέρνηση-όπως θα έπρεπε να είναι και για κάθε κυβέρνηση : η Κοινωνία μηδενικών αποβλήτων
Στόχος: η αποκεντρωμένη εναλλακτική διαχείριση
Βασικές Αρχές και Κατευθύνσεις : Πρόληψη-αποφυγή -μείωση από το παραγωγικό σύστημα, Επαναχρησιμοποίηση, Διαλογή στην Πηγή όλων των κατηγοριών στερεών αποβλήτων, Ανακύκλωση, Λιπασματοποίηση – Κομποστοποίηση, Υγειονομική Ταφή των Υπολειμμάτων, και Ενημέρωση – Ευαισθητοποίηση – Συμμετοχή των δημοτών.
Πρώτα από όλα: πρόγραμμα ευαισθητοποίησης, ενημέρωσης και συμμετοχής των ίδιων των πολιτών από το δήμο με πολυδιάστατες δράσεις (όπως προβολή με πολλούς τρόπους σε ΜΜΕ- σποτ, εκδηλώσεις, έντυπο υλικό, ενημέρωση στα σχολεία και, κυρίως, πόρτα–πόρτα ενημέρωση των δημοτών).
Ουσιαστική ευθύνη των πολιτών να συμμετάσχουν με σωστό και συνειδητό τρόπο στην πρόληψη- αποφυγή-διαλογή των απορριμμάτων και στην κατάλληλη παράδοσή τους για επαναχρησιμοποίηση κι ανακύκλωση.
Η συμμετοχή των πολιτών στα προγράμματα ανακύκλωσης και η επέκταση των προγραμμάτων πρέπει να συμβαδίζει με τη δημιουργία από τον δήμο των απαραίτητων υποδομών-χώρων διαχωρισμού, προσωρινής αποθήκευσης, επεξεργασίας των υλικών και προώθησης για ανακύκλωση καθώς και των αντίστοιχων θέσεων εργασίας, αλλά και με τη δημιουργία συνεταιρισμών, μη κερδοσκοπικών εταιρειών κ.λπ από τους πολίτες σε όλα τα στάδια διαχείρισης των απορριμμάτων.
Διαλογή στην πηγή σημαίνει: διαλογή των απορριμμάτων στο χώρο παραγωγής τους ( δηλ. στο κάθε νοικοκυριό, στην κάθε επιχείρηση, στο κάθε γραφείο, στην κάθε Υπηρεσία κ.λπ) κατά κατηγορία.
1. Οργανικό κλάσμα, κομποστοποιήσιμο: συλλογή και αποκομιδή από τους ΟΤΑ με ειδικό και αποκλειστικό κάδο για δημοτική κομποστοποίηση-λιπασματοποίηση ή δυνατότητες οικιακής κομποστοποίησης με ειδικούς κάδους κομποστοποίησης
2. Καθαρά ανακυκλώσιμα (υποχρεωτική για τους ΟΤΑ): Χαρτί, Γυαλί, Πλαστικά, αλουμίνιο- μέταλλα κ.λπ- συλλογή και αποκομιδή από τις δημοτικές αρχές σε δύο κάδους, ένας για χαρτί-χαρτόνι και ένας για τα υπόλοιπα υλικά συσκευασιών-δημιουργία νέων ή συνεργασία με υπάρχοντα ήδη Κέντρα Διαλογής Ανακυκλώσιμων Υλικών ( ΚΔΑΥ )- δημιουργία δημοτικών ή λαϊκής βάσης επιχειρήσεων επεξεργασίας –επαναχρησιμοποίησης και μέχρι τότε συνεργασία με σχετικές συμβάσεις με την ΕΕΑΑ ΑΕ (Ελληνική Εταιρεία Αξιοποίησης Ανακύκλωσης)
3. Ηλεκτρικές / Ηλεκτρονικές συσκευές, μπαταρίες, συσσωρευτές, Ι.Χ. αυτοκίνητα, Μεταχειρισμένα Ελαστικά μεταφορικών μέσων, Μεταχειρισμένα Λιπαντικά και Ορυκτέλαια : Ήδη έχουν δημιουργηθεί και λειτουργούν συναφή Συστήματα σε πανελλαδικό επίπεδο, ενώ αντίστοιχες μονάδες ανακύκλωσής τους(μπορεί να είναι λαϊκής βάσης ή αυτοδιαχειριζόμενες) θα μπορούν να δημιουργηθούν από τις περιφέρειες και τους μεγάλους δήμους. Υπογραφή συμβάσεων των Δήμων και έλεγχος από τον κάθε Δήμο για τις συμβάσεις που πρέπει να κάνουν οι επιχειρήσεις της περιοχής τους με αυτές.
4. Υπολείμματα στερεών αστικών αποβλήτων : όσα δεν υπάγονται στις πιο πάνω κατηγορίες και βαίνουν διαρκώς μειούμενα, ενώ ταυτόχρονα μειώνεται και ο βαθμός επικινδυνότητάς τους, πάνε στον Χ.Υ.Τ.Υ. ( Χ.Υ.Τ.Υ. = Χώρος Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων, μετά την ανακύκλωση-διαλογή στην πηγή και όχι Χ.Υ.Τ.Α., όπου Α= Απορρίμματα σύμμεικτων σημερινών κάδων)
Δημιουργία νέων περιφερειακών-διαδημοτικών-δημοτικών Συστημάτων Εναλλακτικής Διαχείρισης (ΣΕΔ) και αντίστοιχων Κέντρων Ανακύκλωσης - Επαναχρησιμοποίησης ( ΚΑΕ )
Υπάρχουν ακόμη και άλλες σημαντικές κατηγορίες υλικών : Αδρανή / Μπάζα / Απόβλητα Εκσκαφών, Κατασκευών, Κατεδαφίσεων [ ΑΕΚΚ], τα επικίνδυνα οικιακά, τα αχρησιμοποίητα ή ληγμένα φάρμακα, ο ρουχισμός και τα υποδήματα, τα έπιπλα ή άλλα ογκώδη προϊόντα, βιβλία, διακοσμητικά, φωτιστικά, τα ανταλλακτικά ηλεκτρικών συσκευών, τα ανταλλακτικά οχημάτων κ.λπ.
Για αυτά δεν υπάρχουν αντίστοιχα ΣΕΔ και δεν έχουν δημιουργηθεί με ευθύνη της πολιτείας, ώστε να μπορούν να συνεργαστούν με αυτά οι ΟΤΑ και να πετύχουν περαιτέρω μείωση των προς διάθεση υλικών με παράλληλη περιβαλλοντική διαχείριση.
Για τη δημιουργία τους απαιτούνται αντίστοιχες νομοθετικές ρυθμίσεις από τη νέα Κυβέρνηση. Αλλά ένας μεγάλος δήμος ή μια περιφέρεια δεν θα πρέπει να περιμένει τη νομοθετική ρύθμιση για να τα δημιουργήσει.
Στόχος αποκεντρωμένες μονάδες του δήμου για 3 λόγους: 1) αυτοδυναμία 2) εγγύτητα μεταφορών 3) τοπικές θέσεις εργασίας
Το ΕΣΔ έτσι και αλλιώς δεν είναι ολοκληρωμένο, απαιτεί μακρινές μεταφορές και δύσκολη η διαφάνεια και ο έλεγχος για την τήρηση των συμβάσεων και των μέτρων.
Μέχρι όμως να ολοκληρωθούν οι αποκεντρωμένες μονάδες θα είναι απαραίτητη η διασύνδεση.
Λυματολάσπη, απόβλητα ελαιουργείων
Τα απόβλητα ελαιουργείων και τυροκομείων θα μπορούσαν και αυτά όπως και η λυματολάσπη, που προκύπτει από την επεξεργασία αστικών λυμάτων, καθώς επίσης και άλλα στερεά ή υγρά βιοτεχνικά / βιομηχανικά απόβλητα ( π.χ. κατσίγαρος, σφάγια ζώων, απόβλητα παρασκευής τροφίμων ) να αξιοποιηθούν μέσω αναερόβιας επεξεργασίας για παραγωγή βιοαερίου, καλύτερα σε επίπεδο Περιφέρειας
Γεωργικά απόβλητα
Απαιτείται η περιφέρεια να λάβει ειδική μέριμνα για τη διαχείριση κάθε μίας από τις 3 βασικές κατηγορίες γεωργικών αποβλήτων, ήτοι : α) τα οργανικά υπολείμματα αγροτικών προїόντων, β) τα πλαστικά των θερμοκηπίων και γ) τη συσκευασία και τα υπολείμματα λιπασμάτων και γεωργικών φαρμάκων.
Είµαστε µάρτυρες µιας πραγµατικότητας που χαρακτηρίζεται:
• Από ελάχιστα ποσοστά ανακύκλωσης (θεωρητικά 15%, στην πράξη πολύ λιγότερο).
• Από ανεξέλεγκτη διάθεση σε παράνοµους χώρους αστικών και βιοµηχανικών αποβλήτων.
• Από ηµι-ελεγχόµενη διάθεση στους περισσότερους Χώρους Υγειονοµικής (υποτίθεται) Ταφής Απορριµµάτων της χώρας, µε χαρακτηριστικότερη την τοξική βόµβα στη Φυλή.
• Από ελάχιστες περιπτώσεις πιο οργανωµένης διάθεσης-διαχείρισης, που, ωστόσο, απέχει πολύ από την περιβαλλοντικά ασφαλή και κοινωνικά ορθολογική διαχείριση.
Να ανατρέψουµε τις κυοφορούµενες εξελίξεις για την κατασκευή φαραωνικών εργοστασίων «επεξεργασίας» και καύσης σκουπιδιών σε όλη την Ελλάδα, κατά παραγγελία της τρόικας και των µεγάλων εργολαβικών οµίλων
Να ανοίξουµε το δρόµο για ένα εντελώς διαφορετικό µοντέλο, που βασίζεται στην πρόληψη και στην ανακύκλωση, µέσα από την αποκέντρωση, τον κοινωνικό έλεγχο και το δηµόσιο σχεδιασµό. Ένα µοντέλο που εξασφαλίζει πολλαπλές ωφέλειες: τις περισσότερες θέσεις εργασίας, το χαµηλότερο κόστος για τους πολίτες, το µέγιστο όφελος για το περιβάλλον, την εξοικονόµηση ενέργειας και πρώτων υλών
Iv) Οι ραδιοσυχνότητες- τηλεσυχνότητες, η κινητή τηλεφωνία ή οι πληροφοριακοί λεωφόροι,είναι τα νέας μορφής «Κοινά»!
1. Σαν εισαγωγή: Όλα όσα ανήκουν από κοινού(τα λεγόμενα «Κοινά»), αντί να θεωρούνται από τους καθεστωτικούς θεσμούς και την κυρίαρχη πολιτική οικονομία ότι «ανήκουν σε όλους»(ή ακριβέστερα σε πολλούς), συγχέονται σκόπιμα με όσα «δεν ανήκουν σε κανένα». Υπάρχει σκοπιμότητα στο να ταυτίζουν τα συλλογικά αγαθά με αυτά που δεν ανήκουν σε κανένα, γιατί έτσι προκύπτει η αδιαφορία των πολλών για αυτά και μπορούν οι λίγοι «ενδιαφερόμενοι» να τα οικειοποιούνται.
Σε μια όμως κοινωνική οικονομία, την οποία η παρούσα κυβέρνηση υποτίθεται ότι προωθεί έχοντάς την στο πρόγραμμά της, δεν μπαίνει το ερώτημα καταρχήν αν στα πλαίσιά της λειτουργεί η «αγορά», αλλά πως συγκεκριμένα μπορούμε να αναπαράγουμε την «καλή ζωή»(ευζωία) για όλους.
2. Για την επικαιρότητα και για το κάλεσμα της κυβέρνησης προς τους καναλάρχες να πληρώσουν: Η αριστερή κυβέρνηση μπορεί να νομοθετήσει θετικά ως προς τα κοινά και δε μπορεί να θεωρεί τα νέας μορφής κοινά(π.χ. ραδιοσυχνότητες- τηλεσυχνότητες- κινητή τηλεφωνία- πληροφοριακοί λεωφόροι, είτε τοπικής είτε εθνικής εμβέλειας) σαν κρατική ιδιοκτησία και σαν πρωταρχικό της μέλημα τη λειτουργία της αγοράς. Δε μπορεί να νομοθετεί με βάση το ποιός π.χ. από τους καναλάρχες ή τους κατόχους ραδιοφωνικών σταθμών θα προσφέρει περισσότερα για να αγοράσει τις τηλεοπτικές ή ραδιοφωνικές συχνότητες που χρησιμοποιεί.
Προφανώς οι συγκεκριμένοι καναλάρχες δεν μπορούν να χρησιμοποιούν αυτά τα «κοινά»-που ανήκουν σε όλους και όχι σε κανέναν- και να τα κάνουν ότι θέλουν, χωρίς να δίνουν λογαριασμό σε κανένα για τη χρήση τους, όπως γινόταν μέχρι τώρα. Αλλά δε μπορεί να λέει ο ίδιος ο πρωθυπουργός στη βουλή «πληρώστε και πείτε ότι θέλετε»( http://tvxs.gr/news/ellada/tsipras-pros-kanalia-pliroste-kai-peite-oti-thelete-binteo). Δε μπορεί να θεωρεί ότι το μοναδικό ζήτημα που μπαίνει είναι οι οικονομικές τους υποχρεώσεις προς το κράτος και όχι οι υποχρεώσεις προς στο κοινό, προς όλους μας δηλαδή, που είμαστε στην ουσία και οι κάτοχοι των συχνοτήτων τους και έχουμε το δικαίωμα απολαβής των υπηρεσιών τους για το «κοινό καλό» και όχι για το καλό μιας ελίτ, όπως μέχρι τώρα.
3. Ο καπιταλισμός κατάφερνε πάντα να ιδιωτικοποιεί κάθε νέο αγαθό που δημιουργείται και ανήκει στα Κοινά. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο έλεγχος των δημόσιων συχνοτήτων του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, που ξεκίνησε απο τις ΗΠΑ. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '20, η κυβέρνηση παραχωρούσε ραδιοφωνικές συχνότητες σε όποιον το ζητούσε. Στη συνέχεια μόνο σε επιχειρηματικούς κολοσσούς όπως η RCA και η General Electric, παρόλο που την ίδια στιγμή ομάδες εκπαιδευτικών, συνδικάτα, κόμματα, αλλά ακόμη και θρησκευτικές οργανώσεις κατέθεταν αντίστοιχες προτάσεις. Στο τέλος επικράτησε η «συμβιβαστική λύση», ότι δηλαδή οι ιδιώτες θα διαχειρίζονται τις ραδιοσυχνότητες, αλλά χωρίς ιδιοκτησιακά δικαιώματα. Το αντάλλαγμα θα ήταν να τις χρησιμοποιούν «για το δημόσιο συμφέρον», το οποίο όμως «δημόσιο συμφέρον» δεν καθορίσθηκε ποτέ νομικά, ούτε και ποιες υποχρεώσεις πηγάζουν από αυτό για τους νέους κατόχους των ραδιοφωνικών και στη συνέχεια των τηλεοπτικών συχνοτήτων.
Προς το τέλος του 20ού αιώνα, όταν επικράτησε ο νεοφιλελευθερισμός, η βιομηχανία του θεάματος θα αποκτήσει και την ιδιοκτησία των συχνοτήτων χωρίς πλέον καμία προϋπόθεση παροχής δημόσιων υπηρεσιών (από το 2000 μάλιστα αρκετά τηλεοπτικά δίκτυα στις ΗΠΑ δεν καλύπτουν ούτε τις προεδρικές ή τις ενδιάμεσες εκλογές, αφού θεώρησαν ότι δεν αποτελούν επικερδή δραστηριότητα για αυτά).
Σαν αντίδραση σε αυτή την εξέλιξη, στη Βενεζουέλα για παράδειγμα, η κυβέρνηση Τσάβες αποφάσισε το 2002 να μην ανανεώσει ορισμένες άδειες καναλιών και ραδιοσταθμών και να τις παραχωρήσει σε τοπικές κοινότητες, με αποτέλεσμα την άνθηση μέσων ενημέρωσης που ελέγχονταν από τις τοπικές κοινωνίες. Την περίοδο 2007-2009 αρκετές ακόμη αριστερές ή κεντροαριστερές κυβερνήσεις, από την Ουρουγουάη μέχρι την Αργεντινή και από τη Βραζιλία μέχρι τον Ισημερινό, προώθησαν νομοθεσίες που περιόριζαν τη συγκέντρωση συχνοτήτων στα χέρια λίγων επιχειρηματιών. Για τα δεδομένα μας ήταν βέβαια μια επιφανειακή και καθυστερημένη αντίδραση(στην Αργεντινήμάλιστα ο νόμος έμεινε στα χαρτιά), αλλά υπήρξε τουλάχιστον μια ανάσχεση στα σχέδια των οικονομικών ελίτ να χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ για τα συμφέροντά τους, ενώ ταυτόχρονα αναδείχθηκαν τοπικές πρωτοβουλίες που αμφισβητούσαν τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης.
4. Δε θα μπορούσε λοιπόν σήμερα η κυβέρνηση της αριστεράς στη χώρα να ορίσει νομικά έτσι τα «κοινά», ώστε να επαναφέρει τις δημόσιες συχνότητες υπό τον έλεγχο των δικαιούχων τους, δηλαδή των πολιτών; Δε θα μπορούσε να καθορίσει έτσι τα «κοινά αγαθά», ώστε να μη ταυτίζονται με τα κρατικά ή τα δημόσια; Καλύτερα ακόμα, να ταυτίσει την έννοια του «δημόσιου συμφέροντος» με αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή με την έννοια του συμφέροντος του δήμου και της κοινότητας; Αν η κοινωνική οικονομία βρίσκεται μεταξύ της ιδιωτικής και της κρατικής οικονομίας, χωρίς να ταυτίζεται με καμία από τις δύο, αν το «κοινό συμφέρον» βρίσκεται επίσης μεταξύ του ιδιωτικού και του κρατικού συμφέροντος, χωρίς να συγχέεται με κανένα από τα δύο, τότε αυτό που πρέπει να γίνει είναι το μέχρι τώρα αποκαλούμενο «δημόσιο» συμφέρον να ταυτισθεί με το συμφέρον του «κοινού». Και όχι με το κρατικό, το οποίο πολλές φορές μετατρέπεται σε ταξικό ή μιας μικρής ελίτ, ανάλογα του ποιός έχει την εξουσία στο κράτος.
Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει-σαν κυβέρνηση της αριστεράς που υποτίθεται ότι ανέλαβε την εξουσία(;), για να προωθήσει τα συμφέροντα των «από κάτω»-να νομοθετήσει με βάση την αγορά, όπως είπαμε και πιο πάνω. Γιατί αν γίνει αυτό, τότε πως θα ανταγωνισθεί τους κεφαλαιούχους καναλάρχες, ιδιοκτήτες ραδιοσταθμών, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας ή εταιρείες ιντερνετ και εκμετάλλευσης πληροφοριακών λεωφόρων, ένα αυτοδιαχειριζόμενο συνεργατικό ή συνεταιριστικό εγχείρημα κοινωνικής οικονομίας στο χώρο των ΜΜΕ; Πως μπορεί να κάνει πράξη την παραγωγή πολιτιστικών, πληροφοριακών ή γνωστικών αγαθών, σαν κοινωνικών και όχι αγοραίων που έχουν στόχο το ιδιωτικό κέρδος;
Οικονομία των «κοινών» σημαίνει: οικονομία στη υπηρεσία της καλής ζωής, των κοινωνικών αναγκών και της ισότητας των δικαιωμάτων, σε ισορροπία με τη φύση. Αυτή η οικονομία αντιμετωπίζει το ζήτημα της ιδιοκτησίας με τη μορφή του δικαιώματος χρήσης. Κατοχή δικαιώματος χρήσης αγαθών για επάρκεια, αντί της υπερκατανάλωσης και της ιδιοκτησίας αυτών(από ανθρώπους π.χ. που ούτε καν τα χρειάζονται). Το δε δικαίωμα χρήσης(χωρίς να αποκλείεται και η ατομική χρήση) εκφράζεται κυρίως με τη συλλογική χρήση των συλλογικών αγαθών.
Κάτω από αυτή την προοπτική θα πρέπει να κάνει διαχείριση των συχνοτήτων η κυβέρνηση. Η νέα ΕΡΤ π.χ. θα έπρεπε να περάσει σε έναν φορέα που θα λειτουργούσε σαν Κοινωνική Επιχείρηση με βάση τους εργαζομένους της στα τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα, είτε εθνικής είτε τοπικής εμβέλειας. Στην εποπτεία και τη λειτουργία της να συμμετέχουν η Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, επιστημονικοί φορείς, κοινωνικά εγχειρήματα με ιδιαίτερη έμφαση στο χώρο του Πολιτισμού και των εργαζομένων στην ενημέρωση, αλλά και στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες και γενικά η τοπική κοινωνία των πολιτών. Η ανεξαρτησία της θα διασφαλιζόταν από ευρεία αντιπροσωπευτική συνέλευση των παραπάνω, καθώς και των θεσμικων φορέων, όπως της Ένωσης Περιφερειών, της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Η συνέλευση θα αποφάσιζε για τη χάραξη της στρατηγικής, θα επέλεγε την εκάστοτε διοίκηση με υποχρεωτική αυξημένη πλειοψηφία, θα εξέταζε τις πολιτικές προϋποθέσεις της δημόσιας πληροφόρησης με όρους ελευθερίας στην προβολή γεγονότων, άποψης και γενικότερου πολιτικού σχεδιασμού.
Και οι άλλες άδειες χρήσης των οποιονδήποτε συχνοτήτων θα χρειασθεί να αντιμετωπισθούν με τον ίδιο τρόπο. Δε μπορεί να αντιμετωπισθούν απλώς σαν ευκαιρία για τον δημόσιο κορβανά και να πουληθούν στους ενδιαφερόμενους κεφαλαιούχους ή στις εταιρείες τους, απλά με όρους της αγοράς. Επειδή οι υπηρεσίες τους μας αφορούν όλους και όχι μόνο τους αγοραστές-χρήστες αυτών των υπηρεσιών-οι κεραίες κινητής τηλεφωνίας για παράδειγμα, επιδρούν το ίδιο στην υγεία των χρηστών και των μη χρηστών κινητών τηλεφώνων-θα πρέπει να μπουν υπό την εποπτεία και των έλεγχο των πολιτών και των κοινωνικών θεσμών τους. Και βέβαια αυτό επιτυγχάνεται καλύτερα αν οι χρήστες των συχνοτήτων είναι τηλεοπτικοί, ραδιοφωνικοί, επικοινωνιακοί ή ιντερνετικοί συνεταιρισμοί και συνεργατικά εγχειρήματα και όχι τα «διαπλεκόμενα Μίντια» . Προς αυτή την κατεύθυνση θα χρειασθεί να νομοθετήσει και να υλοποιήσει στη συνέχεια η σημερινή Κυβέρνηση.