Η διαφορά μεταξύ τους, βέβαια, παραμένει σημαντική. Στις «αναπτυγμένες» χώρες της καπιταλιστικής Δύσης, η παραπάνω διαπίστωση για το κοινό χαρακτηριστικό, στηρίζεται και είναι αποτέλεσμα της δομικής πλουτοκρατικής διάρθρωσης των πολιτικών κοινωνιών, ενώ στην «αναπτυσσόμενη» Ανατολή στηρίζεται στο εγγενές αρχικό στοιχείο του πολιτικού επιπέδου με το απολυταρχικό στην ουσία κομματικό σύστημα διακυβέρνησης. Ο κινέζικος καπιταλισμός-κυρίαρχος στον «ανατολικό» καπιταλισμό και για αυτό η ανάλυσή μας αναφέρεται βασικά σε αυτόν - μετά την ήττα της «πολιτιστικής επανάστασης» και την επικράτηση του «κρατικού καπιταλισμού»-στην αρχή-και στη συνέχεια το πέρασμά του στο ιδιαίτερο τερατούργημα –μείγμα κεντρικού πλάνου και εταιρικού τρόπου παραγωγής και ιδιοποίησης αξιών- εξαλείφει ευθύς εξαρχής την πολιτική από το νου των ανθρώπων ως μια υπόθεση των ειδημόνων που δεν αφορά τους «από κάτω». Στο (νεο)φιλελεύθερο-αξιοκρατικό δυτικό καπιταλισμό η αποστασιοποίηση από τη συμμετοχή και η αδιαφορία για τις διαδικασίες διαβούλευσης και συναπόφασης, συντελείται όχι τόσο λόγω της συνθετότητας των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών και των διακυβευμάτων τους, όσο λόγω των κυρίαρχων νοημάτων και σημασιών της θρησκείας της «ανάπτυξης», που έχουν εσωτερικευθεί από την πλειοψηφία των πολιτών, ενώ οι μειοψηφίες βιώνουν τη ματαιότητα πως «δεν υπάρχει εναλλακτική».
Η υποκατάσταση της δημοκρατικής αρχής (που σήμερα εκφράζεται με τον όρο άμεση δημοκρατία) από το δόγμα της αυταπόδεικτης αποτελεσματικότητας της οικονομίας της «ανάπτυξης» και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στον δυτικό τύπο καπιταλισμού από τη μια, και η συγκέντρωση της οικονομικο-πολιτικής δύναμης στην ελίτ μέσω του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού του κόμματος στον ανατολικό τύπο από την άλλη- ιδίως σε καιρούς κρίσης (οικονομικής, υγειονομικής κ.λπ.), δείχνει ότι πράγματι το χάσμα μεταξύ (νεο)φιλελεύθερου «δυτικού» και απολυταρχικού «ανατολικού» καπιταλισμού έχει μειωθεί σημαντικά, όχι μόνο σε σχέση με τους οικονομικούς δείκτες, αλλά κυρίως σε σχέση με ουσιώδεις πτυχές του καθημερινού τρόπου άσκησης της εξουσίας. Και αυτό συμβαίνει όχι γιατί φιλελευθεροποιείται η Κίνα, αλλά κυρίως γιατί αυταρχικοποιείται η δυτική μετα-δημοκρατία, όπως την έχουν αποκαλέσει κάποιοι.
Άλλη διαφορά των δυο τύπων καπιταλισμού:
α) Στον (νεο)φιλελεύθερο, αξιοκρατικό καπιταλισμό της Δύσης, η τυπική νομική ισότητα των πολιτών έναντι του νόμου υποσκάπτεται από τη μεταβίβαση της ανισότητας από γενιά σε γενιά μέσω της κληρονομικής διαδοχής, από την ιδιωτικοποίηση κοινωφελών υπηρεσιών-«ΚΟΙΝΩΝ», καθώς και από την αναπαραγωγή της κοινωνικής διαφοροποίησης-διαστρωμάτωσης μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Μέσω της εκπαίδευσης όμως υπήρξε και μια κοινωνική κινητικότητα από τα κάτω προς τα πάνω, με το πέρασμα πολλών γόνων των κατώτερων τάξεων σε μεσαία στρώματα, πράγμα που οδήγησε εκτός των άλλων και σε πολυπληθείς μεσαίες τάξεις στις δυτικές κοινωνίες.
β) Στον πολιτικο-οικονομικό απολυταρχικό καπιταλισμό της Ανατολής έχει προγραμματισθεί η κοινωνική διαφοροποίηση μέσα από τους δεσμούς με την ιεραρχία του κόμματος και μέσα από τα πλάνα για την αναγκαιότητα διεύρυνσης της μεσαίας τάξης[2],αλλά και μέσα από την εγγενή διαφθορά των πολιτικών-καπιταλιστικών ελίτ και την απουσία δικαιοκρατικών εγγυήσεων κατά τη λήψη αποφάσεων.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες, υπερ-εμπορευματοποιημένες κοινωνίες, στη Δύση κυρίως, αλλά- σε μικρότερο προς το παρόν βαθμό- και στην Ανατολή, είναι η απο-ηθικοποίηση του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας και η έλλειψη νοήματος για τη ζωή. Το laissez-faire του Adam Smith στη Δύση, προϋπέθετε την καλλιέργεια ηθικών συναισθημάτων των συμμετεχόντων στην ελεύθερη αγορά, ώστε να εκτυλίσσεται απρόσκοπτα το «ευγενές εμπόριο» κάτω από την επιταγή της «αόρατης χειρός». Η ρύθμιση της αχαλίνωτης αγοράς όμως δεν μπορεί πλέον να στηριχθεί σε εσωτερικευμένους, ηθικούς φραγμούς «αυτόνομων ορθολογικά δρώντων» του είδους “homo-oeconomicus”, με ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση στις διανθρώπινες και κοινωνικές τους σχέσεις. Σήμερα, η ρύθμιση της αγοράς, στην μεν Δύση, στηρίζεται μόνο σε νόμους και κανόνες οι οποίοι όμως δεν καθορίζονται από κάποια «γενική βούληση», αλλά από πολιτικούς σε στενή διασύνδεση με την οικονομική ελίτ. Στην δε Ανατολή, ρυθμίζεται από την ίδια την πολιτικο-καπιταλιστική διευθύνουσα τάξη.
Αυτή η από-ηθικοποίηση των ολοένα και πιο εμπορευματοποιημένων πτυχών του βίου των ανθρώπων παντού στον παγκοσμιοποιημένο πια καπιταλισμό, δημιουργεί μια σειρά από παθογένειες οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο το υπάρχον κοινωνικό συμβόλαιο και την κοινωνική συνοχή και αμφισβητούν τη νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη. Τέτοιες παθογένειες είναι π.χ. η κανονικοποίηση της διαφθοράς ως αναπότρεπτο στοιχείο του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, η απουσία ισχυρών ανθρώπινων δεσμών για την εύρυθμη λειτουργία των συμβάσεων, συμβολαίων και συμφωνιών, η θεσμοποίηση της νοοτροπίας του ατομικισμού και της αδιαφορίας- απάθειας για το τι συμβαίνει στη δημόσια σφαίρα και στην ιδιωτικοποίηση των κοινών αγαθών- υπηρεσιών κλπ., κλπ.
Η παγκοσμιοποίηση, ως κινητικότητα είτε του κεφαλαίου με τη μορφή ιδιωτικών επενδύσεων, είτε της εργασίας με τη μορφή της μετανάστευσης, είτε της ασθένειας με τη μορφή πανδημιών, αποτελεί μια σημαντική πρόκληση στις κοινωνίες της ύστερης νεωτερικότητας του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Η κλιματική αλλαγή και η ρύπανση του περιβάλλοντος, ως διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας στα τοπικά και πλανητικά εγχειρήματα λόγω της υπερβολικής χρήσης των ορυκτών καυσίμων, είναι μια άλλη, ίσως πιο σημαντική πρόκληση. Ποια θα είναι η απάντηση από τις κοινωνίες και τις δημιουργικές τους δυνάμεις-γιατί οι καθεστωτικές δυνάμεις μας οδηγούν μάλλον στην κατάρρευση του πλανήτη και της Α.Ε. Γης, αφού αντιμετωπίζουν τη ίδια τη Γη σαν Ανώνυμη Εταιρεία από την οποία εξάγουν μόνο κέρδος- σε αυτές τις πολυσύνθετες προκλήσεις, αποτελεί το μεγαλύτερο στοίχημα σήμερα και μέχρι- ίσως το πολύ-το 2050. Ελπίζουμε το στοίχημα να γείρει προς την πλευρά της «αποανάπτυξης» και όχι της κατάρρευσης!
[2]Το Πεκίνο έχει ξεπεράσει τη Νέα Υόρκη και τώρα είναι η πόλη με τους περισσότερους δισεκατομμυριούχους του κόσμου. Από την άλλη, πάνω από 70 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν ακόμα με λιγότερο από 1 ευρώ την ημέρα - και, συνεπώς, σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας. Αυτή η αντίθεση κρύβει έναν τεράστιο κοινωνικό δυναμίτη σε μια χώρα που εξακολουθεί να θεωρεί επίσημα τον εαυτό της ως "κομμουνιστική". Έτσι Ο πρωθυπουργός Li Keqiang και ο Πρόεδρο Xi είχαν υποσχεθεί- κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους το 2012/2013- ότι η μεσαία τάξη θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και ότι θα διπλασιασθεί το εισόδημα όλων των Κινέζων μέχρι το 2020 .