Topikopoiisi
Σελίδες στα Social Media
  • Αρχική
  • Βιογραφικό
  • Θέσεις
  • Άρθρα
  • Οικο-γεωργία
  • Κοινωνική - αλληλέγγυα οικονομία
  • Εκδηλώσεις
  • Βίντεο
  • Ενδιαφέροντα Ιστολόγια
  • Εικόνες
  • Βιβλία
  • Επικοινωνία

Η διαφορά μεταξύ «δυτικού» και «ανατολικού»[1] καπιταλισμού.

30/12/2020

0 Comments

 
Καταρχήν η ομοιότητα των δύο, σε σχέση με τους κοινωνικούς σχηματισμούς όπου επικρατεί η μία ή η άλλη μορφή καπιταλισμού, συνίσταται στην κοινή στάση που έχουν απέναντι στην νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας και της θεσμισμένης δημοκρατίας στα πλαίσιά τους: έχουν αναγάγει την οικονομική αποτελεσματικότητα και τη μεγέθυνση της οικονομίας-το ίδιο «αναπτυξιακό» μοντέλο-σαν κύριο κριτήριο νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας. Έχουν εργαλειοποιήσει την αξία της δημοκρατίας ως «πρωταρχικού αγαθού» των πολιτών τους, απαλλάσσοντας την πολιτική και οικονομική τους ελίτ από τη λογοδοσία απέναντι στην κοινωνία των πολιτών, αφού κυριαρχεί η αποτελεσματικότητα που διαθέτουν αυτές οι ελίτ, έχοντας στα χέρια τους την τεχνογνωσία και την οικονομική ισχύ. Η παραγωγική διαδικασία και η τεχνολογία της αντικειμενοποιείται, ουδετεροποιείται ντετερμινιστικά και αποπολιτικοποιείται –οι αποφάσεις για τη μια ή την άλλη εφαρμογή παίρνονται από τους «ειδικούς»-και ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας υποκαθίσταται από τον «ουδέτερο» τεχνολογικό καταμερισμό με βάση τις αποκτημένες δεξιότητες των εργαζομένων. Έτσι, η ενοποίηση της πολιτικής και της οικονομίας μέσω των αντίστοιχων ελίτ, καθώς και η νομιμοποίηση του εξουσιαστικού φαινομένου με όρους αποτελεσματικότητας και όχι δημοκρατικής διαβούλευσης και αντιπαράθεσης, είναι το κοινό χαρακτηριστικό που αποκτήθηκε σταδιακά, τόσο από τον «δυτικό»(«φιλελεύθερο»;), όσο και από τον «ανατολικό»(«απολυταρχικό») καπιταλισμό. Το κοινό τους λοιπόν χαρακτηριστικό είναι στην ουσία η «ολιγαρχία».
Η διαφορά μεταξύ τους, βέβαια, παραμένει σημαντική. Στις «αναπτυγμένες» χώρες της καπιταλιστικής Δύσης, η παραπάνω διαπίστωση για το κοινό χαρακτηριστικό, στηρίζεται και είναι αποτέλεσμα της δομικής πλουτοκρατικής διάρθρωσης των πολιτικών κοινωνιών, ενώ στην «αναπτυσσόμενη» Ανατολή στηρίζεται στο εγγενές αρχικό στοιχείο του πολιτικού επιπέδου με το απολυταρχικό στην ουσία κομματικό σύστημα διακυβέρνησης. Ο κινέζικος καπιταλισμός-κυρίαρχος στον «ανατολικό» καπιταλισμό και για αυτό η ανάλυσή μας αναφέρεται βασικά σε αυτόν - μετά την ήττα της «πολιτιστικής επανάστασης» και την επικράτηση του «κρατικού καπιταλισμού»-στην αρχή-και στη συνέχεια το πέρασμά του στο ιδιαίτερο τερατούργημα –μείγμα κεντρικού πλάνου και εταιρικού τρόπου παραγωγής και ιδιοποίησης αξιών- εξαλείφει ευθύς εξαρχής την πολιτική από το νου των ανθρώπων ως μια υπόθεση των ειδημόνων που δεν αφορά τους «από κάτω». Στο (νεο)φιλελεύθερο-αξιοκρατικό δυτικό καπιταλισμό η αποστασιοποίηση από τη συμμετοχή και η αδιαφορία για τις διαδικασίες διαβούλευσης και συναπόφασης, συντελείται όχι τόσο λόγω της συνθετότητας των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών και των διακυβευμάτων τους, όσο λόγω των κυρίαρχων νοημάτων και σημασιών της θρησκείας της «ανάπτυξης», που έχουν εσωτερικευθεί από την πλειοψηφία των πολιτών, ενώ οι μειοψηφίες βιώνουν τη ματαιότητα πως «δεν υπάρχει εναλλακτική».
Η υποκατάσταση της δημοκρατικής αρχής (που σήμερα εκφράζεται με τον όρο άμεση δημοκρατία) από το δόγμα της αυταπόδεικτης αποτελεσματικότητας της οικονομίας της «ανάπτυξης» και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στον δυτικό τύπο καπιταλισμού από τη μια, και η συγκέντρωση της οικονομικο-πολιτικής δύναμης στην ελίτ μέσω του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού του κόμματος στον ανατολικό τύπο από την άλλη- ιδίως σε καιρούς κρίσης (οικονομικής, υγειονομικής κ.λπ.), δείχνει ότι πράγματι το χάσμα μεταξύ (νεο)φιλελεύθερου «δυτικού» και απολυταρχικού «ανατολικού» καπιταλισμού έχει μειωθεί σημαντικά, όχι μόνο σε σχέση με τους οικονομικούς δείκτες, αλλά κυρίως σε σχέση με ουσιώδεις πτυχές του καθημερινού τρόπου άσκησης της εξουσίας. Και αυτό συμβαίνει όχι γιατί φιλελευθεροποιείται η Κίνα, αλλά κυρίως γιατί αυταρχικοποιείται η δυτική μετα-δημοκρατία, όπως την έχουν αποκαλέσει κάποιοι.
Άλλη διαφορά των δυο τύπων καπιταλισμού:
α) Στον (νεο)φιλελεύθερο, αξιοκρατικό καπιταλισμό της Δύσης, η τυπική νομική ισότητα των πολιτών έναντι του νόμου υποσκάπτεται από τη μεταβίβαση της ανισότητας από γενιά σε γενιά μέσω της κληρονομικής διαδοχής, από την ιδιωτικοποίηση κοινωφελών υπηρεσιών-«ΚΟΙΝΩΝ», καθώς και από την αναπαραγωγή της κοινωνικής διαφοροποίησης-διαστρωμάτωσης μέσω της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Μέσω της εκπαίδευσης όμως υπήρξε και μια κοινωνική κινητικότητα από τα κάτω προς τα πάνω, με το πέρασμα πολλών γόνων των κατώτερων τάξεων σε μεσαία στρώματα, πράγμα που οδήγησε εκτός των άλλων και σε πολυπληθείς μεσαίες τάξεις στις δυτικές κοινωνίες.
β) Στον πολιτικο-οικονομικό απολυταρχικό καπιταλισμό της Ανατολής έχει προγραμματισθεί η κοινωνική διαφοροποίηση μέσα από τους δεσμούς με την ιεραρχία του κόμματος και μέσα από τα πλάνα για την αναγκαιότητα διεύρυνσης της μεσαίας τάξης[2],αλλά και μέσα από την εγγενή διαφθορά των πολιτικών-καπιταλιστικών ελίτ και την απουσία δικαιοκρατικών εγγυήσεων κατά τη λήψη αποφάσεων.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονες, υπερ-εμπορευματοποιημένες κοινωνίες, στη Δύση κυρίως, αλλά- σε μικρότερο προς το παρόν βαθμό- και στην Ανατολή, είναι η απο-ηθικοποίηση του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας και η έλλειψη νοήματος για τη ζωή. Το laissez-faire του Adam Smith στη Δύση, προϋπέθετε την καλλιέργεια ηθικών συναισθημάτων των συμμετεχόντων στην ελεύθερη αγορά, ώστε να εκτυλίσσεται απρόσκοπτα το «ευγενές εμπόριο» κάτω από την επιταγή της «αόρατης χειρός». Η ρύθμιση της αχαλίνωτης αγοράς όμως δεν μπορεί πλέον να στηριχθεί σε εσωτερικευμένους, ηθικούς φραγμούς «αυτόνομων ορθολογικά δρώντων» του είδους “homo-oeconomicus”, με ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση στις διανθρώπινες και κοινωνικές τους σχέσεις. Σήμερα, η ρύθμιση της αγοράς, στην μεν Δύση, στηρίζεται μόνο σε νόμους και κανόνες οι οποίοι όμως δεν καθορίζονται από κάποια «γενική βούληση», αλλά από πολιτικούς σε στενή διασύνδεση με την οικονομική ελίτ. Στην δε Ανατολή, ρυθμίζεται από την ίδια την πολιτικο-καπιταλιστική διευθύνουσα τάξη.
Αυτή η από-ηθικοποίηση των ολοένα και πιο εμπορευματοποιημένων πτυχών του βίου των ανθρώπων παντού στον παγκοσμιοποιημένο πια καπιταλισμό, δημιουργεί μια σειρά από παθογένειες οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο το υπάρχον κοινωνικό συμβόλαιο και την κοινωνική συνοχή και αμφισβητούν τη νομιμοποίηση της πολιτικής εξουσίας, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη. Τέτοιες παθογένειες είναι π.χ. η κανονικοποίηση της διαφθοράς ως αναπότρεπτο στοιχείο του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, η απουσία ισχυρών ανθρώπινων δεσμών για την εύρυθμη λειτουργία των συμβάσεων, συμβολαίων και συμφωνιών, η θεσμοποίηση της νοοτροπίας του ατομικισμού και της αδιαφορίας- απάθειας για το τι συμβαίνει στη δημόσια σφαίρα και στην ιδιωτικοποίηση των κοινών αγαθών- υπηρεσιών κλπ., κλπ.
Η παγκοσμιοποίηση, ως κινητικότητα είτε του κεφαλαίου με τη μορφή ιδιωτικών επενδύσεων, είτε της εργασίας με τη μορφή της μετανάστευσης, είτε της ασθένειας με τη μορφή πανδημιών, αποτελεί μια σημαντική πρόκληση στις κοινωνίες της ύστερης νεωτερικότητας του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Η κλιματική αλλαγή και η ρύπανση του περιβάλλοντος, ως διατάραξη της οικολογικής ισορροπίας στα τοπικά και πλανητικά εγχειρήματα λόγω της υπερβολικής χρήσης των ορυκτών καυσίμων, είναι μια άλλη, ίσως πιο σημαντική πρόκληση. Ποια θα είναι η απάντηση από τις κοινωνίες και τις δημιουργικές τους δυνάμεις-γιατί οι καθεστωτικές δυνάμεις μας οδηγούν μάλλον στην κατάρρευση του πλανήτη και της Α.Ε. Γης, αφού αντιμετωπίζουν τη ίδια τη Γη σαν Ανώνυμη Εταιρεία από την οποία εξάγουν μόνο κέρδος- σε αυτές τις πολυσύνθετες προκλήσεις, αποτελεί το μεγαλύτερο στοίχημα σήμερα και μέχρι- ίσως το πολύ-το 2050. Ελπίζουμε το στοίχημα να γείρει προς την πλευρά της «αποανάπτυξης» και όχι της κατάρρευσης!
 


[2]Το Πεκίνο έχει ξεπεράσει τη Νέα Υόρκη και τώρα είναι η πόλη με τους περισσότερους δισεκατομμυριούχους του κόσμου. Από την άλλη, πάνω από 70 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν ακόμα με λιγότερο από 1 ευρώ την ημέρα - και, συνεπώς, σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας. Αυτή η αντίθεση κρύβει έναν τεράστιο κοινωνικό δυναμίτη σε μια χώρα που εξακολουθεί να θεωρεί επίσημα τον εαυτό της ως "κομμουνιστική". Έτσι Ο πρωθυπουργός Li Keqiang και ο Πρόεδρο Xi είχαν υποσχεθεί- κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους το  2012/2013- ότι η μεσαία τάξη θα συνεχίσει να αναπτύσσεται και ότι θα διπλασιασθεί το εισόδημα όλων των Κινέζων μέχρι το 2020 .
0 Comments

Για μια νέα ηθική της απελευθέρωσης!

27/12/2020

0 Comments

 
 Πέρα από την κοινωνική, για μια γενικότερη οντολογική απελευθέρωση!

Ο κορονοϊός και η κλιματική κρίση έχουν κάνει προφανή τον παραλογισμό του τωρινού συστήματος, σε ένα σημαντικό και κρίσιμο αριθμό ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη. Για αυτούς, αυτή η κατάσταση είναι μια ιστορική ευκαιρία για έναν θεμελιώδη αναπροσανατολισμό στον πολιτισμό, στην ηθική, στην οικονομία, στους τρόπους ζωής, καθώς και στην ίδια την οργάνωση της κοινωνίας. Στους άλλους-στον λεγόμενο «μέσο» άνθρωπο, που σήμερα λόγω συνδημίας υπόκειται σε διάφορους αποκλεισμούς και εγκλεισμούς-δίνεται η δυνατότητα να αναρωτηθούν εκ νέου πώς θέλουν να ζήσουν.
 Το υπάρχον κοινωνικο-οικονομικό σύστημα διαιρεί την κοινωνία, δημιουργεί ακραίες ανισότητες, ενώ ταυτόχρονα μας διαχωρίζει από τη φύση και καταστρέφει τις βάσεις της ζωής μας - και με αυτές και την ίδια τη βάση της κοινωνίας. Μας αποξενώνει τόσο από τους άλλους ανθρώπους, όσο και από τις δικές μας ανάγκες. Κατευθύνει πάρα πολύ την ζωτική μας ενέργεια στον ανταγωνισμό, στην κατοχή μη απαραίτητων υλικών αντικειμένων- πλούτου και πολλές φορές σε άσκοπη εργασία, ενώ ταυτόχρονα πολλές σημαντικές με νόημα δραστηριότητες παραμένουν ημιτελείς ή αόρατες. Με όλα αυτά τα αποτελέσματα, απομυθοποιεί εν τέλει και την πολιτική συναίνεση στα κοινωνικά συμβόλαια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Αυτό το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο ανάπτυξης, κυρίως με την τεχνολογική πρακτική του, έχει ασκήσει σε παγκόσμια κλίμακα τέτοια πίεση στο οικοσύστημα, ώστε το αποτέλεσμα είναι μια απρόβλεπτων διαστάσεων εξαφάνιση των μη ανθρώπινων ειδών, και κατά συνέπεια, έχει βάλει σε μεγάλο κίνδυνο την ύπαρξη της ίδιας της ανθρωπότητας. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι είναι ηθικά απαράδεκτο να διαμορφώνεται μια πραγματικότητα από τις τεχνολογικές πρακτικές του παρόντος, που τελικά βλάπτει το περιβάλλον μας ή τους συνανθρώπους μας.
Είναι ενδιαφέρον, και ενδεχομένως και ειρωνικό, ότι οι άνθρωποι έχουν επιβιώσει -ιδίως σε κάποιες δύσκολες ιστορικές περιόδους της εξέλιξής τους- ακριβώς επειδή έχουν προσαρμόσει σε αυτούς το περιβάλλον τους και τις άλλες μορφές ζωής-μέσω της τεχνολογικής πρακτικής- αντί να προσαρμοστούν απλώς οι ίδιοι σε αυτά που τους περιβάλλουν. Αλλά σήμερα αυτό που παρατηρούμε είναι ότι ο μετασχηματισμός του μη ανθρώπινου κόσμου που έχουν καταφέρει οι άνθρωποι, ιδίως στην περίοδο που έχει επικρατήσει ο καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός σε παγκόσμιο επίπεδο, θέτει σε κίνδυνο την ίδια την ανθρώπινη επιβίωση, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης.
Και αυτό-για να μην συνεχισθεί μέχρι την τελική κατάρρευση του πλανητικού οικοσυστήματος, το οποίο εμπεριέχει και την ανθρωπότητα-απαιτεί μια ριζικά εναλλακτική λύση και έναν άλλο τρόπο σκέψης, καθώς και μια διαφορετική ηθική για να καθοδηγήσει την κοινωνική πρακτική και την επιδίωξη μιας καλύτερης ζωής-ευζωίας.

Σε αυτό το επίπεδο, ένα βασικό ερώτημα που μπαίνει, για παράδειγμα, είναι: με τι είδους τεχνολογία μπορούμε να προωθήσουμε την εναλλακτική λύση; Σίγουρα όχι με την πρακτική της Silicon Valley!

Ορίζοντας γενικά την τεχνολογία του ανθρώπου ως τρόπο διαμόρφωσης του περιβάλλοντος κόσμου του και ως μια λειτουργία ύπαρξής του σε αυτό τον κόσμο, που εκδηλώνεται στην τεχνολογική πρακτική διαφόρων βαθμών, αντί να λέμε αυστηρά «ναι» ή «όχι» στην τεχνολογία, το ερώτημα σχετικά με το ποια τεχνολογική πρακτική είναι κατάλληλη για την μετάβαση σε κοινωνίες αποανάπτυξης, παίρνει σε μεγάλο βαθμό τη μορφή: ποιος είναι ο κατάλληλος βαθμός τεχνολογικοποίησης.

 Δεν υπάρχουν σήμερα πάρα πολλά μη ανθρώπινα αντικείμενα ή όντα που μετατρέπονται σε ανθρωπογενή τέτοια, μέσω της τεχνολογικής πρακτικής με πάρα πολλά τεχνολογικά μέσα;
Ο μέσος άνθρωπος-καταναλωτής, στον "αναπτυγμένο" κόσμο, έχει φθάσει στο σημείο να κατέχει 10.000 ανθρωπογενή αντικείμενα-εμπορεύματα μη έχοντας ούτε το χρόνο για να τα χρησιμοποιήσει, ούτε τον χώρο να τα αποθηκεύσει!
Καθώς τα οικοσυστήματα καταρρέουν γύρω μας, σε τοπικό και πλανητικό επίπεδο, υπάρχει ένας πλούτος εμπειρικών στοιχείων που υποστηρίζει την άποψη ότι το ανθρώπινο είδος έχει προχωρήσει υπερβολικά στη μετατροπή του φυσικού περιβάλλοντός του σε τεχνικό τέτοιο. Για να πάμε στην αποανάπτυξη με μειωμένη χρήση υλικών και ενέργειας και άρα να δώσουμε τη δυνατότητα να υπάρξει αποκατάστασή τους, το φαντασιακό και οι πρακτικές μας θα πρέπει σε σημαντικό βαθμό να απελευθερωθούν από το τεχνολογικό πλαίσιο σκέψης.

Μελετώντας και αναλύοντας τον επιστημονικό τρόπο σκέψης και την τεχνολογική πρακτική, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η κυρίαρχη τεχνολογία σήμερα κατευθύνει τους ανθρώπους προς τη συνεχή μετατροπή μη ανθρωπογενών αντικειμένων σε αντικείμενα ανθρώπινης χρήσης. Κατά τρόπο που είναι προβληματικός για την οικολογική λογική και την αλλαγή της κοινωνίας μέσα από την οικολογικοποίησή της. Ο μετασχηματισμός των αντικειμένων σηματοδοτεί μια αύξηση στις αθροιστικές εισροές υλικών και ενεργειακών πόρων. Όσο πιο πολύ τεχνολογική είναι η ανθρώπινη πρακτική, τόσο λιγότερα πράγματα είναι ελεύθερα για χρήση, στη φυσική τους μορφή.
Ακόμη και η μετατροπή των υφιστάμενων τεχνητών αντικειμένων σε νέα αντικείμενα (ανακύκλωση) χρειάζεται ύλη/ενέργεια και συμβάλλει στο συνολικό μεταβολικό φορτίο στη Γη. Ως εκ τούτου, σε αντίθεση με τις ιδέες του οικολογικού εκσυγχρονισμού της τεχνολογίας, θα πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση του βαθμού της τεχνολογικής πρακτικής σημαίνει αύξηση της ροής ύλης/ ενέργειας. Έτσι, θα χρειασθεί να αμφισβητηθεί έντονα η δεσπόζουσα θέση της σύγχρονης τεχνολογίας ως μέσου οικολογικής αλλαγής, και να διαμορφωθεί το αίτημα για αποχή από την τεχνολογική πρακτική του σήμερα, μέσω μιας νέας ηθικής, της: Απελευθέρωσης από την υπάρχουσα τεχνολογία!

Ποια απελευθέρωση;
Μια εναλλακτική πρακτική που υπερβαίνει τη σύγχρονη τεχνολογία είναι σίγουρα απαραίτητη για τον 21 ο αιώνα. Χρειαζόμαστε έναν νέο τρόπο κατανόησης της ύπαρξης, ένα νέο ήθος και φιλοσοφία, που αφήνει τα όντα να εκδηλώνονται τα ίδια όχι μόνο ως αντικείμενα για ανθρώπινους σκοπούς, αλλά ως εγγενώς σημαντικά, που έχουν αυταξία[1], και η απελευθέρωση από τη σημερινή τεχνολογία και τον σημερινό οικονομικό και επιστημονικό τρόπο σκέψης, το προσφέρει αυτό. Μπορεί να έχει τα εξής χαρακτηριστικά η μέλλουσα ήπια τεχνολογία μας:
  1. Να μην παρεμβαίνει αδικαιολόγητα στα πράγματα.
  2. Να φροντίζει τα πράγματα, με την έννοια ότι τα κάνει έτσι ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν τις δυνατότητές τους.
  3. Να αφήνει τα πράγματα να είναι, αυτό δεν περιλαμβάνει απλά το έργο της φροντίδας των πραγμάτων, αλλά και το οντολογικό έργο του να αφήνει και να διατηρεί ανοιχτούς τους τρόπους εξέλιξής τους σε μορφές, μέσω των οποίων μπορούν να εμφανιστούν από μόνα τους, χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση.
 Η επιδίωξη μιας τέτοιας τεχνολογικής απελευθέρωσης, μας δίνει τη δυνατότητα να κατοικήσουμε στον κόσμο με ένα εντελώς διαφορετικό τρόπο. Στην παρούσα κατάσταση όπου οι τεχνολογικές πρακτικές εξακολουθούν να έχουν σοβαρές οικολογικές και συνέπειες στην υγεία, φαίνεται ότι απαιτείται σε μεγάλο βαθμό αυτή η νέα ηθική της απελευθέρωσης-πέρα από την ηθική της κοινωνικής απελευθέρωσης. Πρέπει να συνδέεται στενά με ένα πλαίσιο σκέψης που επιτρέπει σε μη ανθρώπινα αντικείμενα να ξεδιπλώνονται, όχι ως μόνιμο απόθεμα για χρήση από τον άνθρωπο, αλλά από μόνα τους, και έτσι να εκδηλώνουν τις περίπλοκες δυνατότητές τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η άγρια Ζωή με τα διάφορα ζωϊκά της είδη και τις δυνατότητες αυτοεξέλιξης που έχουν, τα δάση-ιδίως τα τροπικά-με τα διάφορα φυτικά και είδη μικροζωής που έχουν τεράστιες δυνατότητες ακόμα και για ωφελιμιστικούς για τον άνθρωπο ιατροφαρμακευτικούς σκοπούς, η θαλάσσια άγρια ζωή και οι ωκεανοί με τον αξερεύνητο ακόμα ρόλο τους στους κύκλους της ζωής και των φυσικών οικοσυστημάτων του πλανήτη. 
Ένας τρόπος για να υπάρξει αυτή η γενικότερη οντολογική απελευθέρωση, θα μπορούσε να είναι η μη συμμετοχή σε αυτές τις πρακτικές όπου κυριαρχεί η ουσία της σημερινής τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένου του υπολογιστικού-ωφελιμιστικού τρόπου σκέψης, που ενισχύει τον ενσωματωμένο παράγοντα για περισσότερες τεχνολογικές αλλαγές. Αυτό σημαίνει μια μετατόπιση από την ενεργό συμμετοχή σε πολυσχιδείς τεχνολογικές πρακτικές που απαιτούν ένα παγκόσμιο δίκτυο παραγωγής και διανομής, στην «επάρκεια» υλικών και πόρων, τη ριζωμένη σε μια περιοχή.

Η οντολογική απελευθέρωση προσφέρει ένα πεδίο για την εμφάνιση νέων ηθών, αλλά για αυτό απαιτούνται ερμηνείες και πιθανές πολιτικές συνέπειες με προσεκτική εξέταση για την εφαρμογή τους: Οι ανθρωπιστές θα υποστήριζαν ότι είναι πολιτικά επικίνδυνο να εγκαταλειφθεί ο ανθρωποκεντρισμός  και η αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπέρ μιας σκοτεινής έννοιας του βιοκεντρισμού και του να "αφήσουμε τα πράγματα όπως είναι", ενώ αντίθετα ορισμένοι ριζοσπαστικοί περιβαλλοντολόγοι θα υποστήριζαν ότι οι ανθρωπιστές παραμένουν ως τέτοιοι, επειδή υπερεκτιμούν τη σημασία της υποτιθέμενης μοναδικής ικανότητας του ανθρώπου να μιλάει και να σκέφτεται.
Καταρχήν, είναι δυνατόν να σκεφτεί κανείς ότι αυτό το εναλλακτικό ήθος «να αφήσει τα πράγματα να είναι», μπορεί να οδηγήσει σε παθητικότητα έναντι της οποιασδήποτε αδικίας-και της κοινωνικής. Να οδηγήσει στην επανάληψη του φασισμού στην Ευρώπη, στη συνέχιση  της παγκόσμιας πορείας του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, ή στην εκτεταμένη καταστροφή των οικοτόπων και οικοσυστημάτων. Ωστόσο, ίσως να είναι δυνατόν να μιλήσουμε για σκόπιμη αδράνεια ή ενεργό παθητικότητα στην περίπτωση μιας ηθικής αντιμετώπισης του μη ανθρώπινου κόσμου. Αυτό είναι έτσι επειδή, προκειμένου να μειωθεί η ροή ύλη/ ενεργειας, είναι ακριβώς απαραίτητη η εν μέρει συλλογική αποχή -και η παύση σε κάποιες περιπτώσεις -της τεχνολογικής πρακτικής.
Για να έχουμε μια κοινωνία αποανάπτυξης, ένας μεγάλος όγκος των ορυκτών καυσίμων πρέπει να αφεθεί στο έδαφος, ένα τεράστιο μέρος των δασών πρέπει να αφεθούν να αναπτυχθούν, και τα περισσότερα ψάρια πρέπει να μείνουν στους ωκεανούς. Για να ανακάμψουν τα οικοσυστήματα, η ανθρώπινη δραστηριότητα πρέπει να συρρικνωθεί!
Ο κόσμος είναι ήδη γεμάτος εργαλεία και αντικείμενα για τον ανθρώπινο βίο. Δεν υπάρχει έλλειψη. Στην πραγματικότητα, το αντίστροφο μπορεί να συμβαίνει. Απλά είναι θέμα διαμοιρασμού και κοινής χρήσης σε πλαίσια εκτός της αγοράς, αντί της ατομικής κτήσης και υπερκατανάλωσης, για να γίνει αντιληπτή από τον μέσο άνθρωπο, η ήδη επιτευχθείσα αφθονία-μιλάμε βέβαια κυρίως για τον «αναπτυγμένο» κόσμο. Η αποανάπτυξη από την άποψη της μειωμένης ροής ύλης/ενέργειας, μπορεί να επιτευχθεί με απομακρυνόμενες από την τεχνολογία πρακτικές και η απελευθέρωση με τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε πριν, είναι η μόνη διέξοδος.

Κατά συνέπεια, η αποανάπτυξη καλεί τους ανθρώπους να απέχουν από το τεχνολογικό πλαίσιο και πρακτική. Αν και αυτό είναι δύσκολο, επειδή οι περισσότεροι από εμάς έχουν βαθιά μέσα τους παγιωμένες τις ρουτίνες και τις συνήθειες της τεχνολογικής κοινωνίας, υπάρχει πάντα η ελπίδα και η ευκαιρία για μια αλλαγή, ιδίως σήμερα που η συνδημία του Κορώνα, δείχνει πόσο επισφαλής είναι η ανθρώπινη επιβίωση, παρόλα τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτουμε και που πιθανά να είναι και η αιτία της πανδημίας, αφού έχουμε εξαλείψει τις συνθήκες ύπαρξης της άγριας ζωής.

Υπάρχει μια συνεχής ροή ευκαιριών: κάθε παρούσα δραστηριότητα είναι δυνητικά μια νέα αρχή, είναι από μόνη της μια αλλαγή ή η αρχή μιας αλλαγής. Το εάν μια παρούσα δραστηριότητα είναι πραγματικά μια νέα αρχή, εξαρτάται από το τι δημιουργείται και πώς οι άλλοι αντιδρούν σε αυτό.
Αν για παράδειγμα, το καινούργιο είναι αυτό που προτείνουν οι «υπερανθρωπιστές-μετα-ανθρωπιστές», δηλαδή την ίδια την απελευθέρωση από το ανθρώπινο είδος με βαθμιαία προσαρμογή του ανθρώπου στην εικονιστική κοινωνία των μηχανών και των αλγορίθμων, αν επιδιωχθεί με το σημερινό τεχνολογικό υπόδειγμα-της ψηφιοποίησης, ρομποτοποίησης, αυτοματοποίησης, τεχνητής νοημοσύνης-  μια μετεξέλιξη του ανθρώπου με την βιολογική μετάλλαξή του σ' ένα είδος μετα-ανθρώπου, υπερβαίνοντας τους βιολογικούς περιορισμούς για να αποικίσει τελικά το σύμπαν εκπληρώνοντας το πεπρωμένο του, τότε αυτό δε θα αφορά την πλειοψηφία του ανθρώπινου πληθυσμού, αλλά μια οικτρά ελίτ των σημερινών δισεκατομμυριούχων, που έχουν κηρύξει τον «θάνατο στον θάνατο».  Για την πλειοψηφία των ανθρώπων που θα μείνουν πίσω σε έναν κατεστραμμένο πλανήτη, αυτή η χίμαιρα των «υπερανθρωπιστών-μετα-ανθρωπιστών», θα είναι μια δυστοπία και όχι απελευθέρωση!

Τελικά, όπως και η ηθική, η διαλογισμός σαν τρόπος σκέψης, δεν μπορεί να είναι υπεράνω ή να αποστασιοποιηθεί από τις πρακτικές των ανθρώπων σήμερα, αλλά πρέπει μάλλον να διέπει το σύνολο των πρακτικών τους. H παράδοση του διαλογισμού και του «άφησε τα πράγματα να υπάρχουν και να εξελίσσονται μόνα τους» («do nothing»), καθώς επίσης το πάθος για την εθελοντική απλότητα, τον ασκητισμό και την αξιοπρεπή φτώχεια- εμπνευσμένο από τον Γκάντι(Ανατολή) και τον Θορώ(Δύση)- που καταλήγει όχι μόνο στη γενικότερη στάση για σκόπιμη αδράνεια ή ενεργητική παθητικότητα, αλλά και στην πολιτική στάση της ενεργητικής-παθητικής αντίστασης, σε ότι αρνητικό προωθείται σήμερα, θα βοηθήσει προς την κατεύθυνση της γενικότερης απελευθέρωσης.


[1] Ο Χάιντεγκερ, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι «πρέπει να σεβόμαστε όλα τα όντα όχι επειδή μοιάζουν με τους ανθρώπους, όχι επειδή εκτιμώνται από τους ανθρώπους, όχι επειδή είναι πιο έμπειρα από τους ανθρώπους, αλλά επειδή είναι αυτό που είναι».

0 Comments

Οι ρίζες και η τοπολογία της Αποανάπτυξης

23/12/2020

0 Comments

 
Μια λεπτομερής και βάσιμη επισκόπηση του προτάγματος της αποανάπτυξης μπορεί να αναδείξει το ρόλο της σαν ενός «αναδυόμενου παραδείγματος» που προέρχεται από τους τομείς των οικολογικών οικονομικών, της κοινωνικής οικολογίας, της οικονομικής ανθρωπολογίας, του περιβαλλοντικού- κοινωνικού κινήματος και των πρακτικών κάποιων «ομάδων ακτιβιστών» του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος. Λαμβάνοντας υπόψη τις αναλύσεις των οικολογικών οικονομικών μπορεί να σκιαγραφηθεί και κάποια σχέση μεταξύ της αποανάπτυξης και δύο άλλων παραδειγμάτων: της βιώσιμης ανάπτυξης και της οικονομίας σταθερής κατάστασης. Ειδικά η γαλλική παραλλαγή της αποανάπτυξης είναι μια διασταύρωση δύο πηγών: της πολιτικής οικολογίας και της κριτικής του φαντασιακού της ανάπτυξης, περιλαμβανομένης και μιας «πολιτιστικής» πλευράς, με την έννοια της κριτικής της κουλτούρας και του αξιακού συστήματος της ανάπτυξης.
1. Οι πέντε εννοιολογικές ρίζες της αποανάπτυξης
  • ι) Η πολιτισμική-ανθρωπολογική προσέγγιση, της οποίας ο κύριος εκφραστής είναι ο Λατούς, εκφράζει μια ριζική ανθρωπολογική κριτική του διαβρωτικού μοντέλου του Homo oeconomiqueus, σαν εργαλείου της χρησιμότητας και της μεγιστοποίησης του ορθολογισμού.
  • ii) Η δημοκρατική προσέγγιση, εμπνέεται κυρίως από την κριτική του Ivan Illich για την εμπορευματοποίηση των κοινωνικών σχέσεων και για τα μειονεκτήματα του καπιταλιστικού συστήματος παραγωγής. Η αποανάπτυξη γίνεται προκλητική και στρατηγική λέξη-κλειδί, που «αναζωογονεί το πάθος που απαιτείται για την ύπαρξη μιας δημόσιας σφαίρας» και για περισσότερη δημοκρατία βάσης
  • ιιι) Η περιβαλλοντική-οικολογική παράδοση, η οποία είναι εμπνευσμένη από στοχαστές όπως ο Bookchin και το κίνημα της «κοινωνικής οικολογίας», καθώς και της «βαθιάς οικολογίας», που αμφισβητεί ριζικά την κυριαρχία των ανθρώπων στη φύση. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, η αποανάπτυξη έχει σχεδιαστεί ως σημαντική μείωση της ανθρώπινης επίδρασης και κυριαρχίας στη φύση.
  • iv) Η ψυχοπνευματική οπτική, που συνδέεται με την κρίση νοήματος του βιομηχανικού πολιτισμού. Εδώ περιλαμβάνεται η παράδοση του διαλογισμού και του «άφησε τα πράγματα να υπάρχουν και να εξελίσσονται μόνα τους» («do nothing»). Επίσης το πάθος για την εθελοντική απλότητα, τον ασκητισμό και την αξιοπρεπή φτώχεια- εμπνευσμένο από τον Γκάντι(Ανατολή) και τον Θορώ(Δύση)- που καταλήγει στην πολιτική στάση της ενεργητικής-παθητικής αντίστασης
  • v) Τέλος, η βιοοικονομική προσέγγιση, η οποία βασίζεται στη βιοοικονομική θεωρία του Georgescu-Roegen και έχει αναπτυχθεί περαιτέρω από την οικολογική οικονομία των ορίων στις ροές ύλης και ενέργειας.
2. Τοπολογίες της Αποανάπτυξης
Ο γερμανός φιλόσοφος Konrad Ott σκιαγραφεί μια ιδανική-τυπική ταξινόμηση- á la Weber- τεσσάρων μορφών αποανάπτυξης. Ξεκινά το ταξινομητικό του σχήμα από μια λιγότερο ριζοσπαστική, σε μια όλο και πιο ριζοσπαστική μορφή, αμφισβητώντας το status quo και το κοινωνικό σύστημα:
  • ι) Αποανάπτυξη-1: περιλαμβάνει μια γενική κριτική του ΑΕγχΠ ως μέτρο ευημερίας και ζητεί εναλλακτικούς δείκτες. Η προσέγγιση αυτή «απορρίπτει τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ ως απόδειξη για την ορθή χάραξη πολιτικής». Δεν θεωρεί ότι η αύξηση του ΑΕΠ είναι ο κατάλληλος στόχος στον οποίο μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί μια αυξανόμενη συναίνεση όλης της πολιτικής σκηνής. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και οι συντηρητικές κοινοτικές προσεγγίσεις στο πλαίσιο του κινήματος της αποανάπτυξης (που εστιάζουν στις παραδοσιακές και οικογενειακές αξίες, την ανακατανομή της φροντίδας στην οικογένεια, κλπ.)
  • ιι) Αποανάπτυξη-2: προκύπτει από τον διάλογο για τη βιωσιμότητα και ακολουθεί το δρόμο της ισχυρής βιωσιμότητας. Συνεπώς, λόγω των ηθικών περιορισμών όσον αφορά το περιβάλλον και τη διαγενεακή δικαιοσύνη, απαιτούνται ορισμένες διαρθρωτικές αλλαγές πέραν της στρατηγικής της αποδοτικότητας, προκειμένου να διατηρηθεί η συνεχής αποδοτικότητα του φυσικού κεφαλαίου και να ανοίξει ο δρόμος για μια οικονομία σταθερής κατάστασης. Όσον αφορά την επίτευξη της δυνατότητας αποϋλοποίησης και αποσύνδεσης που υπονομεύεται από τα φαινόμενα του «παίρνω πίσω»( rebound effects), τουλάχιστον στις βιομηχανικές χώρες, η αποανάπτυξη αποδεικνύεται απαραίτητη οδός προς την κατεύθυνση της ισχυρής βιωσιμότητας. Κατά συνέπεια, οι πλούσιες χώρες οφείλουν να αποαναπτυχθούν (δηλαδή να μειώσουν σημαντικά το αποτύπωμά τους στους πόρους και τις εκροές), έτσι ώστε οι φτωχότερες χώρες να εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν και να επιτύχουν ένα ηθικά αποδεκτό στάνταρ, όσον αφορά τη διανεμητική δικαιοσύνη για τους πόρους.
  • ιιι) Αποανάπτυξη-3: προκύπτει από μια ανθρωπολογική και κοινωνική κριτική της ανάπτυξης. Απορρίπτοντας τη λογική του ανταγωνισμού, της επιτάχυνσης και της μεγιστοποίησης, αντιπροσωπεύει τη βελτίωση της ποιότητας ζωής που βασίζεται σε μια «αντι-κουλτούρα» της ευτραπελίας(φιλικότητας, ευθυμίας, ευτυχίας, conviviality) . Η προσέγγιση αυτή ακολουθεί την παράδοση της ευδαιμονίας (της καλής ανθρώπινης ζωής-ευζωίας) και "παριστάνει μια στρατηγική της μη συμμόρφωσης με τα καθιερωμένα πρότυπα συμπεριφοράς». Μία ζωή μέσα στον ανταγωνισμό είναι ψυχοφθόρα και δεν αφήνει χώρο στη δημιουργία (ατομική και κυρίως συλλογική). Είναι μια ζωή ουσιαστικά «χαμένη» και χωρίς νόημα, αυτή που παράγει για τον άνθρωπο μία κοινωνία «ανάπτυξης».
  • ιv) Αποανάπτυξη-4: είναι η πιο ριζοσπαστική προσπάθεια: «εδώ, η αποανάπτυξη θεωρείται αναπόσπαστο μέρος μιας συνολικής στρατηγικής για τον μετασχηματισμό και τελικά την αντικατάσταση των καπιταλιστικών τρόπων παραγωγής και διανομής με άλλους μετακαπιταλιστικούς τρόπους. Η προσέγγιση αυτή αμφισβητεί βασικές κοινωνικές και οικονομικές δομές και στοχεύει σε μια ανατροπή του status quo και σε μια μετάβαση σε μετακαπιταλιστικές κοινωνίες.
Κατά τη γνώμη μας,  για μια τέτοια μετάβαση, θα χρειασθεί το κίνημα της αποανάπτυξης να ριζοσπαστικοποιηθεί περισσότερο και να συνδεθεί και με το υπάρχον ήδη κίνημα των ΚΟΙΝΩΝ(commons), του Κοινοτισμού και της άμεσης δημοκρατίας. Από κοινού αυτά τα κινήματα μπορούν δρομολογήσουν την μετάβαση σε κοινωνίες αποανάπτυξης.

3) Το μέλλον της αποανάπτυξης
Στην ιστοσελίδα μας, έχουν διατυπωθεί 10 θέσεις για την Αποανάπτυξη-Κοινοτισμό-Άμεση Δημοκρατία, και από άποψη έρευνας, υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν για την τροποποίηση, διαμόρφωση και την παραγωγή νέων θέσεων και περαιτέρω διαφοροποίηση στο πεδίο αυτών των όρων. Απαιτείται περισσότερη έρευνα, για παράδειγμα, για να καταδειχθεί ότι η ανάπτυξη είναι οικολογικά μη βιώσιμη, ή ότι η αποϋλοποίηση είναι αδύνατη και ανεπαρκής. Απαιτούνται περισσότερα ιστορικά δεδομένα για την υποστήριξη της θέσης ότι αντιμετωπίζουμε μια συστημική, και όχι περιοδική, στασιμότητα και ότι τα όρια των πόρων έχουν κάτι να κάνουν με αυτό. Ο ισχυρισμός επίσης ότι η εγκατάλειψη της ανάπτυξης μπορεί να αναβιώσει τον πολιτικό διάλογο για καινούριες συναινέσεις και να θρέψει τη δημοκρατία, αντί να ζωντανεύει καταστροφικά πάθη και κοινωνικές αντιθέσεις, είναι προς το παρόν αναπόδεικτος. Γενικά, οι ισχυρισμοί που είναι ισχυρά καθιερωμένοι στο πλαίσιο των κοινοτήτων αποανάπτυξης, απέχουν πολύ από το να γίνουν αποδεκτοί από την ευρύτερη κοινωνία, όπου η «αποϋλοποίηση» και η «πράσινη» ή η βιώσιμη» ανάπτυξη εξακολουθούν να θεωρούνται όχι μόνο ως δυνατές, αλλά πιθανότατες.
Απαιτείται επίσης περισσότερη έρευνα για το πώς και το γιατί οι άνθρωποι και τα έθνη προσαρμόζονται στην έλλειψη ανάπτυξης, γιατί κάποιοι εναλλακτικοί θεσμοί επιτυγχάνουν και αμφισβητούν τον καπιταλισμό, ενώ άλλοι καταρρέουν ή ενσωματώνονται στο κυρίαρχο ρεύμα, ή πώς και υπό ποιες προϋποθέσεις, θεσμοί όπως η διανομή της εργασίας ή ένα βασικό και ανώτατο εισόδημα θα ήταν αποτελεσματικοί, στην περίοδο μετάβασης. Για το ποια κοινωνική δυναμική, ποιες συμμαχίες και ποιες διαδικασίες θα βάλουν μπροστά μια Μετάβαση. Τα τελευταία ερωτήματα δεν είναι μόνο διανοητικά και δεν μπορεί να απαντηθούν μόνο από την έρευνα. Η κοινωνική αλλαγή είναι μια διαδικασία δημιουργίας και είναι αδύνατο να προβλεφθεί εκ των προτέρων. Βέβαια, κάποιες ακαδημαϊκές μελέτες πάνω σε αυτά τα παραπάνω ερωτήματα, θα μπορούσαν να προσφέρουν νέες αφηγήσεις ώστε να εμπνεύσουν και να ενεργοποιήσουν τους πολίτες να διεκδικήσουν αντίστοιχες πολιτικές μετάβασης.

Στο κίνημα για την αποανάπτυξη, υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες για συμμαχίες. Ενώ στο Νότο βρίσκει ανταπόκριση σε κινήματα όπως της Καλής Ζωής (Buen Vivir), του Περιβαλλοντισμού των Φτωχών (Environmentalism of the Poor), του κινήματος των Κοινών (commons), της Κρίσης των Πολιτισμών, του Kινήματος των Mικροαγροτών( Via Campesina) κ.λπ., στο Βορά αλληλεπιδρά με το κίνημα των Μεταβατικών πόλεων (Transition Towns), της Περιεκτικής Δημοκρατίας( Inclusive Democracy), της Οικολογικής Γεωργίας και Περμακουλτούρας (Permaculture) κ.λπ.

Οι συμπληρωματικές στρατηγικές του κοινωνικού κινήματος για την αποανάπτυξη
Η πολυεπίπεδη φύση των πολύπλοκων κοινωνιών μας υποχρεώνει το κίνημα της αποανάπτυξης να ακολουθεί πολλαπλές στρατηγικές. Αυτό οδήγησε σε συζητήσεις.
Πρώτον, υπήρξαν συζητήσεις μεταξύ ακτιβιστικών κινημάτων που επικεντρώνονται στην αντίσταση, για παράδειγμα εκείνων που πολεμούν τις υπερ-υποδομές (π.χ. μεγάλους αυτοκινητόδρομους, εργοστάσια καύσης, μεγάλα φράγματα, πυρηνικά εργοστάσια, φαραωνικά αιολικά πάρκα κ.λπ.) και αυτών που προωθούν εναλλακτικές λύσεις (π.χ. ποδήλατα, επαναχρησιμοποίηση, ηλιακοί συλλέκτες κ.λπ.)
Άλλη συζήτηση είναι μεταξύ εκείνων που εστιάζουν στο εθνικό / διεθνές πολιτικό επίπεδο έναντι εκείνων που θεωρούν ότι η δράση πρέπει να επικεντρωθεί σε τοπικό επίπεδο. Ομοίως, οι άνθρωποι συζητούν για τη σημασία της ατομικής και συλλογικής δράσης.
Μια άλλη μεγάλη συζήτηση πραγματοποιήθηκε μεταξύ των υποστηρικτών της αποανάπτυξης που επικεντρώνονται στην αντικατάσταση υφιστάμενων δομών-υπηρεσιών (π.χ. χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων) και εκείνων που θεωρούν ότι οι υφιστάμενες δομές χρειάζονται μόνο κάποιες προσαρμογές και, αντίθετα, θα πρέπει να υπερασπιστούν (π.χ. κοινωνική ασφάλιση).
Υπήρξε επίσης μια συζήτηση μεταξύ εκείνων που δίνουν προτεραιότητα στην πρακτική δράση είτε σε επίπεδο βάσης είτε σε πολιτικό επίπεδο και εκείνων που προτιμούν να κάνουν θεωρητική ανάλυση και να καταγγείλουν τη «θρησκεία της ανάπτυξης».
Οι περισσότερες, αν όχι όλες οι στρατηγικές, εμφανίζονται σε κάθε ρεύμα από το οποίο πηγάζει η αποανάπτυξη. Έτσι, μια συνολική οπτική για την αποανάπτυξη, δεν μπορεί παρά να καλωσορίσει την ποικιλομορφία και τη συμπληρωματικότητα των στρατηγικών (και των ρευμάτων). Παρόλο που το πόσο-από άποψη ποσότητας ιδεών- χρειάζεται από κάθε ένα από τα ρεύματα παραμένει αντικείμενο συζήτησης και καθορίζει την εξειδίκευση και την ιδιαίτερη δράση των ακτιβιστών. Και το αποτέλεσμα βέβαια είναι ότι ακόμα δεν υπάρχει μια ενιαία κατευθυντήρια γραμμή δράσης.

Συμπερασματικά
Το αναπτυξιακό πρότυπο είναι μια βασική πεποίθηση που πρέπει να αμφισβητηθεί, καθώς εμποδίζει την πολιτική δράση σε όλες τις κλίμακες, από το κοινωνικό έως το τοπικό. Οι οικολογικές και κοινωνικές εναλλακτικές δεν θα είναι δυνατές εάν η ανάπτυξη συνεχίσει να είναι η θρησκεία των κοινωνιών μας. Και ενώ η αποανάπτυξη σε αυτό το σημείο βασίζεται κυρίως στη νότια Ευρώπη, είναι βασική εξέλιξη η εξάπλωση του κινήματος στη Γερμανία και αλλού στον Βορά-Δύση. Είναι η διαφορετικότητα και η ποικιλομορφία της που αποτελεί την πραγματική καινοτομία του κινήματος της αποανάπτυξης. Είναι ορατό ότι η αποανάπτυξη βρίσκεται στο σταυροδρόμι διαφορετικών παρεμφερών φιλοσοφιών. Κάθε πνευματική πηγή ιδεών (ανθρωπολογία, δημοκρατία, οικολογία, ισότητα, μη βία, φεμινισμός κ.λπ.), συνεισφέρει λόγους για αμφισβήτηση της ανάπτυξης που αλληλοσυμπληρώνονται.
Όσον αφορά τις δράσεις, το κίνημα για την αποανάπτυξη έχει προτείνει πολύ συμπληρωματικές στρατηγικές (αντίσταση-αντιπολίτευση, εναλλακτικές λύσεις, έρευνα και διάδοση, πολιτικές δράσεις κ.λπ.), πάνω σε μια ποικιλία συμπληρωματικών θεμάτων που οδηγούν σε ένα σύνολο συμπληρωματικών προτάσεων. Η πρόκληση όμως της υποβίβασης και αναγωγής στα «εξ ων συνετέθη» θα είναι καθοριστική για την εξέλιξη του κινήματος.
Ακόμα κι αν η ιδεολογία και οι απλές κατευθυντήριες γραμμές δράσης του μπορεί να φαίνονται ελκυστικές για τους ανθρώπους, υπάρχουν λόγοι που μπορεί να το κάνουν να εκτραπεί από αυτήν την πορεία: Πρώτον επειδή δεν μπορεί να εκφρασθεί ενιαία η διαφορετική πραγματικότητα της αποανάπτυξης (ή της ανάπτυξης) σε κάθε χώρα. Δεύτερον, επειδή η αναφορά στα προηγούμενα από αυτήν κινήματα συνδέεται και με την αποτυχία του κάθε ενός χωριστά, και τα κάνει στη συνέχεια, είτε περιθωριακά, είτε παραδείγματα προς αποφυγήν.
Πρέπει να αφιερωθεί από το ενιαίο κίνημα μεγάλη προσπάθεια για να γίνουν κατανοητές οι συμπληρωματικότητες και να μην πέσει σε ατελείωτες αρνητικές συγκρούσεις ή στον «ναρκισσισμό των μικρών διαφορών». Η εστίαση μόνο σε μια πτυχή φέρνει μόνο αποτυχία, καθώς κάθε προσέγγιση και λύση συμπληρώνουν η μία την άλλη. Εστιάζοντας π.χ. μόνο στην εθελοντική απλότητα ή μόνο στη θεωρία ή μόνο στην αλλαγή των οικονομικών δομών, αυτό είναι μια συνταγή για αποτυχία. Παρομοίως, αν επικεντρωθούμε μόνο στη μείωση της κατανάλωσης θα οδηγούσαμε σε υπερβολική προσφορά, ενώ η εστίαση μόνο στη μείωση της παραγωγής θα έφερνε έλλειψη. Η παραμέληση της ανακατανομής θα άφηνε απέξω έναν από τους σημαντικότερους λόγους που κάνουν αναγκαία την αποανάπτυξη.
Από την άλλη πλευρά, όταν συνδυάζονται διαφορετικά προτάγματα, όπως στη διακήρυξη της Βαρκελώνης, η συνοχή αρχίζει να εμφανίζεται ενώ η συζήτηση παραμένει πάντα ζωντανή. Είναι σαφές ότι συνεχίζεται η ικανότητα του κινήματος για την αποανάπτυξη να συζητά σε πολύ σχετικά σημαντικά θέματα, ενώ η επιτυχία του συνδυασμού διαφορετικών στρατηγικών θα είναι το κλειδί για την επιτυχία. Βέβαια, όλα αυτά δεν είναι χωρίς παγίδες. Υπάρχει ο κίνδυνος ανάκαμψης του καπιταλισμού (οπότε, ξεχάστε την αποανάπτυξη), αυτό συνέβη με την «πράσινη» ανάπτυξη και με τον «πράσινο» καταναλωτισμό. Μέχρι τώρα η αποανάπτυξη έχει δείξει αξιοσημείωτη ικανότητα να απομυθοποιήσει μια τέτοια ανάκαμψη, που δεν δίνει λύση στο πλανητικό οικολογικό πρόβλημα. Ένας άλλος κίνδυνος θα ήταν η πιθανότητα να δημιουργήσει ένα νέο ετερογενές καταπιεστικό καθεστώς, προτείνοντας ένα αυστηρό σχέδιο από πάνω προς τα κάτω για την αποανάπτυξη (ένα νέο καθεστώς τύπου ΕΣΣΔ, που θα ήταν για την αποανάπτυξη). Γι 'αυτό είναι πολύ σημαντικό το κίνημα να συνεχίσει να έχει σαν έντονο στόχο τη συμμετοχική άμεση δημοκρατία.
Ένας άλλος κίνδυνος είναι μην χαθεί το πολυεπίπεδο κοινωνικό όραμα που σχετίζεται με την ιδέα της αλλαγής του φανταστικού, και ότι η αντιπαράθεση με την κρίση οδηγήσει σε κατακερματισμό της κοινωνίας σε κλειστές κοινότητες που δεν θα μπορούν να συντονιστούν σε σχέση με την κατανάλωση λιγότερων πόρων και την κοινή τους χρήση. Θα μπορούσαμε π.χ. να κλείσουμε τη δική μας κοινότητα, τη δική μας ταυτότητα και να υπερασπιστούμε τη δική μας βιωσιμότητα ενάντια στον υπόλοιπο κόσμο. Η αποανάπτυξη που προτείνουμε αφορά στην αποφυγή αυτού. Αντίθετα, η ιδέα είναι να αποφευχθεί η μισαλλοδοξία μεταξύ ανθρώπων, εθνών και πολιτισμών αποφεύγοντας τον αναγωγισμό-διαχωρισμό σε όλα τα επίπεδα. Γιατί η αποανάπτυξη προωθεί συνέχεια ανοιχτές κοινότητες και την κατανόηση για τις ανησυχίες των άλλων, σε επίπεδο γειτονιάς, πόλης και πλανήτη και μια αλλαγή του φανταστικού που θα μας επέτρεπε τον διαμοιρασμό.

Στην ιστοσελίδα της Τοπικοποίησης κάνουμε μια προσπάθεια για παραπέρα συγκεκριμενοποίηση των θέσεων του προτάγματος και ο στόχος μας είναι να διατυπωθεί μια ολοκληρωμένη πρόταση για την μετάβαση σε κοινωνίες Αποανάπτυξης-Τοπικοποίησης με τον Κοινοτισμό και την  Άμεση δημοκρατία.

0 Comments

Δημόσιος πλούτος-Ιδιωτικός πλούτος

15/12/2020

0 Comments

 
Σύμφωνα με την αρχή της οικουμενικότητας: μία είναι η πατρίδα όλων, ο πλανήτης μας.   Ο αέρας, η θάλασσα, το νερό, η γη και οι καρποί της, ο υλικός πλούτος και οι ενεργειακοί πόροι, είναι δώρα και κοινή κληρονομιά όλων μας από την Γαία.

Επίσης κοινή κληρονομιά μας είναι τα αγαθά της κοινωνικής –πρώην και νυν-παραγωγής όπως:  οι σπόροι και οι ποικιλίες-ράτσες, η κοινωνικά παραγόμενη γνώση σε όλα τα γνωστικά πεδία και η μετάδοσή της( δηλαδή η παιδεία και εκπαίδευση της νέας γενιάς), η διατήρηση και βελτίωση της υγείας του πληθυσμού μέσω αντίστοιχων κοινωνικών θεσμών πρόληψης και αποκατάστασης, ο εφοδιασμός των πόλεων και των οικισμών σε νερό μέσω δικτύων και καναλιών από κοινές πηγές και αποθέματα νερού, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας -από κοινές πηγές ενέργειας- και η διανομή της μέσω δικτύων σε κοινή γη -δημόσια ή δημοτική-και δρόμους, η διακίνηση ανθρώπων και προϊόντων μέσω χρήσης κοινών δρόμων στην ξηρά και θάλασσα, των λιμανιών καθώς και σταθερών τροχιών, μέσω κοινών μέσων μαζικής μεταφοράς, τα αγαθά από την επεξεργασία και την επαναχρησιμοποίηση υλικών από την ανακύκλωση των κοινών αποβλήτων-απορριμμάτων των πόλεων και οικισμών, τα αποτελέσματα της χρήσης των κοινών ραδιοσυχνοτήτων, τηλε-συχνοτήτων και τηλεφωνίας, καθώς και των πληροφοριακών λεωφόρων κ.λπ.

Όλα τα παραπάνω, καθώς και άλλα-που δεν απαριθμήθηκαν- αγαθά, που έχουν μια εγγενή αξία χρήσης για τους ανθρώπους και βρίσκονται σε πλήρη ή σχετική αφθονία στα πλαίσια των φυσικών, οικο- ή κοινωνικών συστημάτων, περιλαμβάνονται σε αυτό που έχει ονομασθεί δημόσιος πλούτος ή οικονομία των ΚΟΙΝΩΝ, με την έννοια ότι είναι κοινά συλλογικά αγαθά που μπορεί η κοινή χρήση τους να διαχειρίζεται από κοινού με θεσμούς άμεσης δημοκρατίας. Οικονομία των Κοινών σημαίνει: οικονομία στη υπηρεσία της καλής ζωής, των κοινωνικών αναγκών και της ισότητας των δικαιωμάτων, σε ισορροπία με τη φύση. Αυτή η οικονομία αντιμετωπίζει το ζήτημα της ιδιοκτησίας με τη μορφή του δικαιώματος χρήσης. Κατοχή δικαιώματος χρήσης αγαθών για επάρκεια, αντί της υπερκατανάλωσης και της ιδιοκτησίας αυτών(από ανθρώπους π.χ. που ούτε καν τα χρειάζονται). Το δε δικαίωμα χρήσης(χωρίς να αποκλείεται και η ατομική χρήση) εκφράζεται κυρίως με τη συλλογική χρήση των συλλογικών αγαθών.

Θα χρειασθεί όμως να ορισθούν με νομικό τρόπο-στα πλαίσια της κάθε κοινωνίας, είτε τοπικής, είτε εθνικής, είτε  ένωσης κρατών- τα ΚΟΙΝΑ και ό,τι θεωρείται δημόσιος πλούτος, ώστε να επαναφερθούν υπό τον έλεγχο των δικαιούχων τους, δηλαδή των πολιτών. Να καθορισθούν έτσι νομικά, ώστε να μη ταυτίζονται με την έννοια του κράτους, αλλά η έννοια του «δημόσιου συμφέροντος» να ταυτισθεί με αυτό που πραγματικά είναι, δηλαδή με την έννοια του συμφέροντος του δήμου και της κοινότητας των πολιτών. Αν η κοινωνική οικονομία των αναγκών των πολιτών βρίσκεται μεταξύ της ιδιωτικής και της κρατικής οικονομίας, χωρίς να ταυτίζεται με καμία από τις δύο, αν το «κοινό συμφέρον» βρίσκεται επίσης μεταξύ του ιδιωτικού και του κρατικού συμφέροντος, χωρίς να συγχέεται με κανένα από τα δύο, τότε αυτό που πρέπει να γίνει είναι το μέχρι τώρα αποκαλούμενο «δημόσιο» συμφέρον να ταυτισθεί με το συμφέρον του «κοινού». Και όχι με το κρατικό, το οποίο πολλές φορές μετατρέπεται σε ταξικό ή μιας μικρής ελίτ, ανάλογα του ποιος έχει την εξουσία στο κράτος.

Ο ιδιωτικός πλούτος, από την άλλη πλευρά, αποτελείται από όλα όσα ο άνθρωπος επιθυμεί ως χρήσιμα ή ευχάριστα γι 'αυτόν και βρίσκονται σε ένα βαθμό έλλειψης.  Με άλλα λόγια, τα ιδιωτικά πλούτη αναφέρονται σε αγαθά που έχουν συναλλαγματική αξία(εμπορεύματα), η οποία αυξάνεται ανάλογα με τη σπανιότητά τους. Με αυτή την έννοια, ένας άφθονος φυσικός και κοινός πόρος όπως το νερό, αν καθιερωθεί ένα μονοπώλιο πάνω του το οποίο θα μπορούσε να χρεώνει τους ανθρώπους για να έχουν πρόσβαση σε αυτό, μετατρέπεται σε ιδιωτικό αγαθό και επομένως αυξάνει τον ιδιωτικό πλούτο. Αυτό θα αύξανε επίσης το «άθροισμα των ατομικών πλούτων»- αυτό που ονομάζουμε ΑΕΠ.

Σήμερα υπάρχει ένα ατελείωτο κύμα ιδιωτικοποίησης των δημόσιων και συλλογικών αγαθών(ΚΟΙΝΩΝ) που έχουν απελευθερωθεί σε όλο τον κόσμο από το 1980, όπως η εκπαίδευση, η υγειονομική περίθαλψη, οι μεταφορές, οι βιβλιοθήκες, τα πάρκα, οι πισίνες, το νερό, ακόμη και η κοινωνική ασφάλιση. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, όπου οι εμπορικές προστασίες έχουν καταργηθεί σε όλο τον κόσμο, οι μισθοί είναι τόσο χαμηλοί όσο γίνεται, και οι καταναλωτικές αγορές είναι όλο και πιο κορεσμένες, η συνεχής ανάπτυξη, απαιτεί νέους γύρους από αυτό που έχει χαρακτηρισθεί ως «συσσώρευση με εκποίηση» του εναπομείναντος αποθέματος δημόσιου πλούτου. Τα κοινωνικά και συλλογικά αγαθά-τα Κοινά- δέχονται παντού μια επίθεση - πρέπει να γίνουν και αυτά σπάνια για χάρη της αύξησης του ΑΕΠ.

Οι άνθρωποι πρέπει να πληρώσουν για να αποκτήσουν αγαθά στα οποία είχαν πρόσβαση δωρεάν. Και για να πληρώσουν, θα πρέπει να δουλέψουν περισσότερο, θέτοντας τους εαυτούς τους για άλλη μια φορά υπό πίεση για να ανταγωνιστούν τους άλλους και να είναι όλο και πιο παραγωγικοί - μια πίεση που δικαιολογείται, και πάλι, χάρη της ανάπτυξης του ΑΕΠ. Πράγματι, η εμμονή των κοινωνιών μας με την αύξηση του ΑΕΠ ως πρωταρχικού στόχου δημόσιας πολιτικής, αποκαλύπτει την εδραίωση στην πολιτική κοινή λογική του απόλυτου θριάμβου της περίφραξης: ότι δηλαδή η ανάπτυξη του «ιδιωτικού πλούτου» έχει συμβάλει στην ίδια την Πρόοδο. Εν τω μεταξύ, βολεύει πραγματικά να μην υπάρχει οικονομικός δείκτης που να καταγράφει την ταυτόχρονη κατάρρευση του δημόσιου πλούτου.

Αυτή η λογική φτάνει στο αποκορύφωμά της στη σύγχρονη πολιτική της λιτότητας, η οποία ξεδιπλώθηκε σε ολόκληρη την Ευρώπη μετά την οικονομική κρίση του 2008. Τι είναι η λιτότητα, πραγματικά; Είναι μια απελπισμένη προσπάθεια επανεκκίνησης των κινητήρων της ανάπτυξης, μειώνοντας τις δημόσιες επενδύσεις στην κοινωνική προστασία και τα δημόσια αγαθά που θα εξασφάλιζαν την διατήρηση της ευημερίας. Τα πάντα, από επιδόματα θέρμανσης ηλικιωμένων έως το επίδομα ανεργίας ή τους μισθούς του δημόσιου τομέα - τα απομεινάρια των κοινών- κόβονται. Αντίθετα, οι τιμές των κοινωνικών αγαθών όπως το νερό ύδρευσης ή του ενεργειακού εφοδιασμού, αυξάνονται από τις ιδιωτικές εταιρείες διαχείρισής τους. Έτσι οι άνθρωποι που θεωρούνται ότι δεν «τρέχουν» πολύ και είναι «άνετοι» ή «τεμπέληδες», βρίσκονται και πάλι υπό την απειλή της πείνας και αναγκάζονται να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους εάν θέλουν να επιβιώσουν. Αυτή η λογική της λιτότητας, όπου η έλλειψη και η ανάπτυξη εμφανίζονται ως δύο πλευρές του ίδιου νομίσματος, είχε επικρατήσει και κατά τη διάρκεια των πρώτων «περιφράξεων» π.χ. στην Αγγλία, ώστε να κάνει δυνατή την «πρωταρχική συσσώρευση» και την εδραίωση του καπιταλισμού (μαζί φυσικά με τον αποικισμό και την λεηλασία των πόρων από τις αποικίες, που συνεχίζεται βεβαίως και σήμερα).

Σήμερα υπάρχει ένα νέο στοιχείο που προστίθεται σε αυτήν τη δυναμική. Αποκαλύπτεται επίσης η διαδικασία της οικολογικής κατάρρευσης που εκτυλίσσεται γύρω μας σε μια πλανητική κλίμακα. Από τη δεκαετία του 1950 υπήρξε μια εξαιρετική αύξηση του παγκόσμιου ΑΕγχΠ (συχνά αναφέρεται ως «Μεγάλη Επιτάχυνση»), αλλά αυτή η αύξηση του «ιδιωτικού πλούτου» έχει το κόστος μιας εξαιρετικής εξάντλησης των κοινών πόρων και του ζωντανού κόσμου, δεδομένης της στενής σύζευξης μεταξύ ΑΕγχΠ και της ροής πρώτων υλών και ενέργειας. Τα περισσότερα τροπικά δάση του πλανήτη έχουν καταστραφεί, τα γεωργικά εδάφη υποβαθμίζονται σε μεγάλο βαθμό, οι ρυθμοί εξαφάνισης ειδών είναι τώρα 1.000 φορές γρηγορότεροι από τους ρυθμούς πριν από τη Βιομηχανική Επανάσταση, ενώ οι εκπομπές του CO2 έχουν προκαλέσει κλιματική αλλαγή και οξίνιση των ωκεανών, αποσταθεροποιώντας τα χερσαία και θαλάσσια οικοσυστήματα και απειλώντας τις τροφικές αλυσίδες.

Αυτό είναι το απόλυτο κόστος της μακροχρόνιας λεηλασίας και καταστροφής των «ελεύθερων» αξιών από τη φύση. Και αποσταθεροποιώντας τη βιόσφαιρα από την οποία η ανθρώπινη ζωή εξαρτάται, γίνεται σαφές ότι ο μεγαλύτερος δημόσιος πλούτος όλων - η ακεραιότητα της πλανητικής βιόσφαιρας και των παγκόσμιων κοινών - θυσιάστηκε για χάρη του ιδιωτικού πλούτου, ο οποίος είναι η μόνη μορφή πλούτου που εκμεταλλεύεται και την καταστροφή(«καταστροφικό καπιταλισμό» το έχουν ονομάσει κάποιοι αυτό). Μιλάμε πια για την «τραγωδία των Κοινών»! Η ίδια η σημερινή υγειονομική κρίση λόγω της πανδημίας-συνδημίας, εκφράζει στην ουσία αυτή την «τραγωδία των κοινών» στην οποία έχει οδηγήσει ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός και το μοντέλο «ανάπτυξής» του.

Τι θα συμβεί λοιπόν; Πώς θα λύσει ο καπιταλισμός αυτήν την πολυσύνθετη κρίση; Αυτό το ερώτημα μας φέρνει σε ένα σημαντικό σημείο. Σαν απάντηση στην απειλή της οικολογικής κατάρρευσης, θα μπορούσε κανείς να πει ότι το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να θέσουμε ανώτατα όρια στις εκπομπές και τη χρήση υλικών και να μειώσουμε τις κλίμακες αυτές σε βιώσιμα επίπεδα, περισσότερο από ότι έχει προταθεί από το σενάριο της IPCC, της επιτροπής για το κλίμα του ΟΗΕ. Μερικοί υποστηρίζουν ότι αφού γίνει αυτό, δεν υπάρχει κανένας λόγος  να μη μπορεί να συνεχίσει να αυξάνεται επ 'αόριστον το ΑΕΠ, ενώ η βιόσφαιρα θα ανακάμπτει. Αλλά όταν οι εκπομπές απαγορεύονται και η χρήση υλικών περιορίζεται σε χαμηλά επίπεδα, από πού θα εξασφαλίσει ο καπιταλισμός τις ελεύθερες εισροές του, αν όχι από ενεργειακά πυκνά ορυκτά καύσιμα και από τη φύση; Θα πρέπει να στραφεί τότε στην άλλη κύρια πηγή αξίας, δηλαδή στην ανθρώπινη εργασία. Μπορούμε λοιπόν να περιμένουμε ότι σε μια κατάσταση οικολογικής έκτακτης ανάγκης, ο καπιταλισμός θα επιδιώξει την ανάπτυξη με το να βρει νέους τρόπους να συμπιέσει τους εργαζόμενους, δημιουργώντας συνθήκες «νεοφεουδαλισμού». Θα γίνει αποδεκτή αυτή η προοπτική του καπιταλισμού, από τους «από κάτω»;

Ορισμένοι προοδευτικοί ή πράσινοι οικονομολόγοι, επιμένουν ότι μπορούμε να μειώσουμε τις ροές υλικών και ενέργειας και να προστατεύσουμε τα εργασιακά δικαιώματα (θέτοντας αποτελεσματικά όρια και στις δύο πηγές αξίας του καπιταλισμού), και να εξακολουθούμε να έχουμε ανάπτυξη. Δεν υπάρχει λόγος η νέα αξία να μη μπορεί να είναι καθαρά άυλη, λένε. Καθώς η καπιταλιστική ανάπτυξη έχει συνδεθεί στενά, σε όλη την ιστορία της, με υλική και ενεργειακή ροή (ακόμη και κατά τη μετάβαση στις υπηρεσίες, στον παγκόσμιο Βορρά), να φανταστεί κανείς ότι το ΑΕγχΠ μπορεί να συνεχίσει μεγαλώνει ενώ μειώνεται η ροή, αντιτίθεται σε όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, και θα έπρεπε να φανταστεί κανείς ένα εντελώς διαφορετικό είδος οικονομίας - που δεν υπήρχε ποτέ στο παρελθόν. Εάν πρόκειται να φανταστούμε μια νέα οικονομία συνολικά, γιατί να μην φανταστούμε τότε μια οικονομία χωρίς ανάπτυξη;

Αυτό το ερώτημα μας φέρνει στο σημείο κλειδί: Δεν είναι η αύξηση των εισροών τελικά το πρόβλημα. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η ίδια η επιτακτική προσταγή για ανάπτυξη! Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να φανταστεί μια οικονομία όπου η ανάπτυξη πρέπει να συμβαίνει παρά το ανώτατο όριο των εισροών, με το να είναι άυλη όλη η νέα αξία που θα δημιουργείται. Με το κεφάλαιο να επιδιώκει να συμπεριλάβει άυλα κοινά -που είναι σήμερα άφθονα και δωρεάν (γνώση, τραγούδια, χώροι πρασίνου, ίσως ακόμη και γονείς, φυσική αφή, αγάπη και ίσως ακόμη και ο ίδιος ο αέρας)- και να τα πουλάει στους ανθρώπους για χρήματα. Για να υπακούσουν σε τέτοια νέα κύματα τεχνητής έλλειψης, οι άνθρωποι θα αναγκάζονταν να εργάζονται με μισθούς σε νέες άυλες βιομηχανίες, απλώς για να αποκτήσουν άυλα αγαθά που πριν ήταν ελεύθερα διαθέσιμα. Αυτό μπορεί να είναι μια «πράσινη» οικονομία, αλλά δεν είναι μια οικονομία που έχει νόημα, ή μια οικονομία με την οποία κάποιος θα ήθελε πραγματικά να ζήσει.

Ο μόνος τρόπος για την επίλυση αυτής της αντίφασης είναι να αντιστρέψουμε τη διαδικασία: να αναδιοργανώσουμε την οικονομία γύρω από τη δημιουργία αφθονίας δημόσιου πλούτου, ακόμη και αν το κάνουμε με έξοδα ιδιωτικού πλούτου. Αυτό θα απελευθερώσει τους ανθρώπους από τις πιέσεις που δημιουργούνται από την τεχνητή έλλειψη, εξουδετερώνοντας έτσι την προσταγή για ανάπτυξη και απελευθερώνοντας τον ζωντανό κόσμο από το φαντασιακό της ανάπτυξης, ώστε να μπορεί να επιλέξει το φαντασιακό της αποανάπτυξης!

0 Comments

Για μια νέα μετά-COVID εποχή

14/12/2020

0 Comments

 
Μετά τη δημοσίευση, το 1972, της έκδοσης του «Κλαμπ της Ρώμης»:  «The Limits to Growth»(«Τα όρια της ανάπτυξης»), το αναπτυσσόμενο τότε οικολογικό κίνημα μίλησε για μια νέα «εποχή μετά την ανάπτυξη», για πρώτη φορά. Η διαπίστωση του βιβλίου ήταν απλή: Ο πλανήτης δεν θα μπορεί να διατηρήσει τους τρέχοντες ρυθμούς οικονομικής και πληθυσμιακής αύξησης. Η πρόβλεψη: «Το πιο πιθανό αποτέλεσμα θα είναι μια μάλλον ξαφνική και ανεξέλεγκτη μείωση τόσο στον πληθυσμό όσο και στη βιομηχανική ικανότητα» και άρα η ανθρωπότητα θα έπρεπε να πατήσει φρένο, για να μη υποστεί την κατάρρευση της κοινωνίας όπως την ξέρουμε.
Από τότε, το οικολογικό κίνημα πήρε χοντρικά τρεις κατευθύνσεις: Το μεγαλύτερο κομμάτι του ασχολήθηκε με τα προβλήματα του περιβάλλοντος κυρίως και αυτοονομάσθηκε περιβαλλοντικό, εκφραζόμενο και πολιτικά πρώτιστα μέσα από τα περιβαλλοντικά – πράσινα κόμματα, ένα άλλο μέρος του ασχολήθηκε όχι μόνο με το περιβάλλον, αλλά και με την κοινωνία και τα προβλήματά της παίρνοντας την ονομασία «κοινωνική οικολογία», ενώ ένα τρίτο αποτέλεσε το κίνημα της «βαθιάς οικολογίας», που στόχευε κυρίως στη δημιουργία εναλλακτικών τρόπων ζωής και έβαλε στο κέντρο της κριτικής του τον κυρίαρχο ανθρωπολογικό τύπο της καπιταλιστικής κοινωνίας και τον καταναλωτισμό. Και τα τρία ρεύματα συνυπήρχαν σε μεγάλο βαθμό, κυρίως στην αντίσταση ενάντια στα φαραωνικά έργα καταστροφής του περιβάλλοντος, στην καταγγελία των ορυκτών καυσίμων σαν βασική αιτία για το «φαινόμενο του θερμοκηπίου» και την υπερθέρμανση του πλανήτη, καθώς και στη δημιουργία του γενικότερου κινήματος προστασίας του κλίματος.  
Μισό αιώνα μετά τις προβλέψεις των «Ορίων της ανάπτυξης», η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα έχει αυξηθεί, από περίπου 327 μέρη ανά εκατομμύριο το 1972 σε 416 μέρη ανά εκατομμύριο σήμερα. (Οι επιστήμονες είχαν προειδοποιήσει ότι μια αύξηση στα 350 μέρη ανά εκατομμύριο εγκυμονούσε επικίνδυνη αύξηση της θερμοκρασίας). Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες, εν τω μεταξύ, έχουν αναρριχηθεί σχεδόν πάνω από 1 βαθμό Κελσίου, από την προ-βιομηχανική εποχή - τροφοδοτώντας ακραία καιρικά φαινόμενα, καταστροφικά κύματα θερμότητας στην Αρκτική, και μια σταθερή αύξηση της στάθμης της θάλασσας. Πέρυσι, μια έκθεση των Ηνωμένων Εθνών διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι αλλάζουν τόσο ριζικά τον πλανήτη, ώστε μέχρι και 1 εκατομμύριο είδη αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εξαφάνισης.
Μία από τις κύριες ανησυχίες του Κλαμπ της Ρώμης, δηλαδή ότι «η ανεξέλεγκτη αύξηση του πληθυσμού θα πυρπολήσει το περιβάλλον», τα τελευταία χρόνια δεν γίνεται αποδεκτή σε μεγάλο βαθμό, γιατί παρόλο που τα ποσοστά γεννήσεων στις αναπτυγμένες χώρες μειώνονται, έχει διαπιστωθεί ότι αυτές χρησιμοποιούν τους περισσότερους πόρους και έχουν το μεγαλύτερο οικολογικό αποτύπωμα. Αυτό που εξελίσσεται εντελώς ανεξέλεγκτα όμως, είναι η οικονομική ανάπτυξη. Για δεκαετίες, οι περιβαλλοντολόγοι-οικολόγοι-πράσινοι κ.λπ., τσακώνονταν για το αν η παραγωγή όλο και περισσότερων πραγμάτων, χρόνο με το χρόνο, ήταν η αιτία για τη χαοτική κατάσταση του πλανήτη.
Σήμερα, το γενικότερο οικολογικό κίνημα έχει χωριστεί σε εκείνους που πιστεύουν ότι η ανάπτυξη μπορεί να συνεχιστεί κάτω από νέες, πιο βιώσιμες συνθήκες, και σε μια όλο και πιο  ηχηρή μειονότητα που πιστεύει ότι η "πράσινη ανάπτυξη"(ή «βιώσιμη ανάπτυξη») είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα οξύμωρο, στη χειρότερη έχει στόχο να μας αποσπάσει την προσοχή και την φαντασία μας από την γενικότερη εναλλακτική της «ανάπτυξης»(Growth), που κατά τη γνώμη τους είναι προοπτική της «αποανάπτυξης»(Degrowth).
Αυτές οι δύο κατευθύνσεις παρέμειναν μέχρι τώρα σε μια άβολη συμμαχία, δραστηριοποιούμενες σε κοινούς στόχους, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, κυρίως στη διατήρηση του κλίματος και την επιδίωξη της κατάργησης των ορυκτών καυσίμων για καθαρή ενέργεια. Τώρα, καθώς η πανδημία COVID-19 καταστρέφει την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία της αγοράς - η οποία αναμένεται να συρρικνωθεί μεταξύ 6% και 7,6% φέτος - έχει μπει στο επίκεντρο της συζήτησής τους το παγκοσμιοποιημένο «μοντέλο της ανάπτυξης».
Αρκετοί οικονομολόγοι και περιβαλλοντολόγοι στα πανεπιστήμια, επανεξετάζουν το ζήτημα, αμφισβητώντας στην πραγματικότητα τη θέση ότι η οικονομική ανάπτυξη είναι συμβατή με έναν βιώσιμο κόσμο. Και δίνοντας οι περισσότεροι την αρνητική απάντηση στη συμβατότητα, ερευνούν το πώς αλλιώς οι κυβερνήσεις μπορούν να μετρήσουν την επιτυχία (ή την αποτυχία) των σύγχρονων κοινωνιών, πέρα από τους δείκτες που μετρούν την «ανάπτυξη».
Υπάρχουν βέβαια ολόκληρες βιομηχανίες που βασίζονται στην ιδέα ότι ο τρόπος για να σώσουν τον πλανήτη είναι να χρωματίσουν «πράσινη» την οικονομία. Αντικαταστήστε τις πλαστικές συσκευασίες με ανακυκλώσιμες ή λιπασματοποιήσιμες, βάλτε λάμπες LED, ανταλλάξτε ένα τζιπ πετρελαιοκίνητο ή με αέριο με ένα Toyota Prius, κ.λπ., και η «σωτηρία» θα έλθει. Πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ακόμα ότι οι οικονομίες του κόσμου μπορούν να συνεχίσουν να παράγουν περισσότερα, αλλά με «πράσινο» τρόπο: περισσότερα σπίτια, περισσότερα ηλεκτρονικά, περισσότερα αυτοκίνητα - αλλά και περισσότερα ηλιακά πάνελ, περισσότερες ανεμογεννήτριες και περισσότερα ηλεκτρικά οχήματα. «Η πράσινη ανάπτυξη είναι απαραίτητη, αποτελεσματική και προσιτή», δήλωνε η Παγκόσμια Τράπεζα σε μια έκθεση του 2012.
Αυτοί, που θα τους λέγαμε «πράσινους-αναπτυξιακούς», υποστηρίζουν ότι οι νέες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα, σε συνδυασμό με μια σταθερή στροφή προς περισσότερες υπηρεσίες-αποϋλοποίηση το είπαν αυτό (π.χ. οργανώστε κέντρα ημερήσιας φροντίδας ή δημοτικά παντοπωλεία ή κοινοτικά θέατρα)- μπορούν να καταστήσουν τη συνεχή ανάπτυξη βιώσιμη. Αυτό το είδος της νοοτροπίας, «να έχεις και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο», έχει γίνει ο κυρίαρχος τρόπος σκέψης για το πώς να μετατρέψεις τη γιγαντεμένη παγκόσμια οικονομία, ώστε να αφήσει πίσω της τα ορυκτά καύσιμα, που είναι και το «ουκ άνευ» αίτημα όλων.
Άλλοι όμως οικολόγοι οικονομολόγοι, πιστεύουν ότι η οικονομική ανάπτυξη, ανεξάρτητα από το πόσο «πράσινη» είναι, απειλεί τον πλανήτη. Πιστεύουν ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει είτε να συρρικνώσουν σκόπιμα τις οικονομίες τους – να επιλέξουν δηλαδή τη γνωστή κατεύθυνση της «αποανάπτυξης» - ή, τουλάχιστον, να μην αναπτυχθούν περαιτέρω, επιλέγοντας την «σταθερή κατάσταση». «Η υλική ανάπτυξη δεν μπορεί να συνεχιστεί επ 'αόριστον επειδή ο πλανήτης Γη βάζει από τη φύση του περιοριστικά όρια», λέει οικονομολόγος Tim Jackson στο από το 2009 εκδοθέν βιβλίο του «Prosperity without Growth»(«Ευημερία χωρίς ανάπτυξη»). Το να μπορείς να ζεις καλά-ευζωία το λέμε- σε έναν πεπερασμένο πλανήτη δεν μπορεί απλώς να σημαίνει ότι μπορείς να υπερκαταναλώνεις όλο και περισσότερα υλικά και ενέργεια.
Στο επίκεντρο λοιπόν των συζητήσεων μεταξύ των «πράσινων- αναπτυξιακών» και των «από-αναπτυξιακών»(όπως θα τους αποκαλούμε) οικονομολόγων, βρίσκεται ένα απλό ερώτημα: Μπορεί η παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία - η γιγαντιαία αυτή μηχανή που έχει περάσει αιώνες αντλώντας και «ρουφώντας», αχόρταγα στην κυριολεξία, ορυκτά καύσιμα και «φτύνοντας» υλικά αγαθά και απόβλητα -να διαχωριστεί από την οικολογική καταστροφή;
Οι «πράσινοι –αναπτυξιακοί» υποστηρίζουν-το αναφέραμε και πιο πάνω- ότι η τεχνολογία και η καινοτομία μπορούν να σπάσουν αυτό το μοτίβο. Δηλαδή, η ανάπτυξη μπορεί π.χ. να «αποσυνδεθεί» από την αύξηση των εκπομπών. Υπήρξαν μερικά πολλά υποσχόμενα παραδείγματα τις τελευταίες δεκαετίες: Μεταξύ 2000 και 2014, οι Ηνωμένες Πολιτείες και 20 άλλες χώρες είδαν το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν τους να αυξάνεται ακόμη και όταν μειώθηκαν οι εκπομπές άνθρακα. Στις ΗΠΑ, η μείωση οφείλεται στη δραματική μετάβαση από τον άνθρακα στο φυσικό αέριο και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στην Ευρώπη, οι φόροι άνθρακα και η απομάκρυνση από τη βαριά βιομηχανία συνέβαλαν στη μείωση των εκπομπών. Σε μεγαλύτερη κλίμακα όμως, ενώ η παγκόσμια οικονομία αυξήθηκε περίπου 3% ετησίως από το 2014 έως το 2016 για παράδειγμα, οι παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα δεν υποχώρησαν.
Οι «από-αναπτυξιακοί», από την άλλη, βλέπουν τα παραπάνω παραδείγματα ως εξαιρέσεις που αποδεικνύουν τον κανόνα. Ο διαχωρισμός των εκπομπών από την ανάπτυξη είναι εντελώς εκτός ιστορικής εμπειρίας. Δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει τεχνικά, αλλά είναι απίστευτα δύσκολο και είναι πολύ διαφορετικό από οτιδήποτε έχουμε κάνει στο παρελθόν. Παρόλο που χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν διαχωρίσει προσωρινά τις εκπομπές από την ανάπτυξη, η μεγαλύτερη εικόνα δεν έχει αλλάξει πολύ. Στις περίπου δυόμισι δεκαετίες από τότε που οι βιομηχανικές χώρες υπέγραψαν το Πρωτόκολλο του Κιότο για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, η ρύπανση από τα ορυκτά καύσιμα αυξήθηκε κατά 50%. Και από τότε που η διετής ανάσα έληξε το 2016, οι εκπομπές άνθρακα αυξήθηκαν ξανά. Η απόλυτη αποσύνδεση, δεν φαίνεται πουθενά!
Σίγουρα, η πράσινη ανάπτυξη ακούγεται υπέροχη –γιατί να μην έχουμε περισσότερα και από όλα τα πράγματα και να σώσουμε ταυτόχρονα τον πλανήτη; - αλλά η μετάβαση από την τρέχουσα οικονομία σε μια νέα, καθαρότερη, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί με γρήγορο και πρωτοποριακό ρυθμό για να αποφευχθούν οι χειρότερες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Φέτος, η πανδημία κοραναϊού, που όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω θα συρρικνώσει πιθανά την παγκόσμια οικονομία μεταξύ 6% και 7,6%,  πιθανότατα θα μειώσει και τις παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μεταξύ 5% και 8%, έχοντας τη μεγαλύτερη πτώση μετά τον Β 'Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά για να μείνει η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας κάτω από 1,5 βαθμούς Cο – που θεωρείται ευρέως από τους επιστήμονες ως το σημείο που πάνω από αυτό, οι κλιματική αλλαγή θα εξελιχθεί σε κλιματική καταστροφή- ο κόσμος θα πρέπει να μειώσει τις εκπομπές κατά 7,6% κάθε χρόνο από τώρα έως το 2030. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη ποτέ στο παρελθόν, γιατί να συμβεί σε αυτή την 10ετία;
Ενώ η αποσύνδεση της ανάπτυξης από τις εκπομπές μοιάζει με όνειρο, η μείωση των βλαπτικών εκπομπών από την άλλη, παρουσιάζει άλλα προβλήματα. To 2015, περίπου 1,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουσαν με λιγότερα από 3,20 δολάρια την ημέρα, και περίπου το ένα τρίτο από αυτούς, κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική, προσπαθούν να επιβιώσουν με μόλις 1,90 δολάρια την ημέρα. Είναι εύκολο να μιλάμε για τα προβλήματα που έρχονται με μια αναπτυσσόμενη οικονομία όταν ζούμε σε μια σχετικά εύπορη, ανεπτυγμένη χώρα. Δεδομένου του μεγάλου αριθμού ανθρώπων που είναι φτωχοί σε όλο τον κόσμο και της συνεχούς απειλής της κλιματικής αλλαγής, οι περισσότεροι «πράσινοι-αναπτυξιακοί» υποστηρίζουν ότι η «πράσινη ανάπτυξη» είναι η μόνη διέξοδος.
Οι «από-αναπτυξιακοί», φυσικά και δεν αγνοούν την παγκόσμια φτώχεια. Στην πραγματικότητα, πολλοί από αυτούς πιστεύουν ότι οι «αναπτυσσόμενες χώρες» θα πρέπει να συνεχίσουν να αναπτύσσονται για να απομακρύνουν τους πληθυσμούς τους από τη φτώχεια, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι οι εκπομπές τους θα αυξάνονται. Για να εξισορροπήσει το οικολογικό αποτύπωμα στον πλανήτη συνολικά, υποστηρίζουν ότι οι πλουσιότερες χώρες θα έπρεπε να κάνουν περισσότερα με λιγότερα. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, παράγονται οικονομικά αγαθά και υπηρεσίες αξίας περίπου 65.000 δολ. ανά άτομο. Φανταστείτε να μειωθεί το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ των ΗΠΑ στο μισό του σημερινού μεγέθους του. Αυτό θα έκανε τους Αμερικανούς σχεδόν ισοδύναμους με τους Ευρωπαίους. Στην Ελλάδα βέβαια-που έχει χαρακτηρισθεί από πολλούς σαν «ο ναυαγός» της ανάπτυξης- τα εισοδήματα του μέσου Έλληνα υπολείπονται του μέσου Ευρωπαίου (το μέσο οικογενειακό εισόδημα προ κορωνοϊού το 2020 υπολογιζόταν στις 10.240 ευρώ, μετά την πανδημία, το εισόδημα αυτό υπολογίζεται ότι θα είναι 291,31 ευρώ λιγότερο ή μειωμένο κατά 2,84%), αλλά την Ευρώπη δεν μπορούμε ακόμα να την χαρακτηρίσουμε σαν μια «δυστοπία».
Φυσικά, η περικοπή μιας οικονομίας στο μισό δεν ακούγεται ελκυστική ούτε από τους «από κάτω» των «κοινωνιών της αφθονίας», όταν έχουν και αυτοί αγωνιστεί για να επιτευχθεί η έστω και σχετική για αυτούς αφθονία. Το 40% των νοικοκυριών στις ΗΠΑ κερδίζει λιγότερα από 40.000 δολ. ετησίως και το 15% κερδίζει λιγότερο από 20.000. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς να λέει σε αυτά τα νοικοκυριά να περικόψουν, όταν το 1% της Αμερικής κερδίζει τουλάχιστον μισό εκατομμύριο κάθε χρόνο - και κατέχει περίπου το 40% του πλούτου της χώρας, γιατί η φτώχεια είναι σχετική!
Στο ζήτημα των αναγκαίων περικοπών στον «αναπτυγμένο κόσμο», τα οικολογικά οικονομικά έχουν προτείνει ότι ένα ισχυρότερο δίχτυ ασφαλείας θα μπορούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους στις πλουσιότερες χώρες να μάθουν να περνούν με λιγότερα. Με μοντέλα προσομοίωσης υπολογιστών, έχουν δείξει, για παράδειγμα, ότι εάν ο Καναδάς μειώσει την οικονομία του κατά το ήμισυ για πάνω από τρεις δεκαετίες, επεκτείνοντας παράλληλα την εκπαίδευση ενηλίκων, τα προγράμματα κατά της φτώχειας και άλλα μέτρα που θα ωφελήσουν τον πληθυσμό, η χώρα θα μπορούσε να μειώσει τη φτώχεια και την ανεργία παράγοντας πολύ, πολύ λιγότερα.
Υποστηρίζουν γενικότερα ότι η ιδανική οικονομία που θα χρειασθεί να οικοδομήσουμε, θα πρέπει να ενσωματώνει τα οικολογικά όρια της γης. Να παρέχει καταφύγιο, υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση, τρόφιμα κ.λπ. στους ανθρώπους, χωρίς ταυτόχρονα να θέτει σε κίνδυνο το καθαρό νερό, τον αέρα ή το έδαφος. Μια τέτοια οικονομία, θα μπορούσε να υποστηρίξει την «ηθική και κοινωνική πρόοδο» και θα έδινε «χώρο για τη βελτίωση της τέχνης της ζωής», για την επιδίωξη της «ευζωίας» των ανθρώπων, στα πλαίσια της ισορροπίας με τα οικοσυστήματα και τις άλλες μορφές ζωής, στα οποία θα πρέπει να αποδώσει μια «αυταξία» και όχι μόνο ανταλλακτική αξία.

Ιστορικά, o καπιταλισμός έχει βασιστεί στον άνθρακα και το πετρέλαιο - και έτσι η ρύπανση, ειδικά οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ήταν αναπόφευκτο αποτέλεσμα του πολιτικοοικονομικού δόγματος «η οικονομία πρώτα» και μετά η κοινωνία και το περιβάλλον της. Κατά τη διάρκεια των υφέσεων της οικονομίας όμως, όπως π.χ στη  «Μεγάλη Ύφεση» της 10ετίας του 1930 ή του 2009, οι εκπομπές μειώνονται - μερικές φορές απότομα, μόνο που αναζωπυρώνονται γρήγορα όταν η οικονομία επανακάμπτει.
Το ίδιο και στην κρίση της πανδημίας COVID-19: Καθώς οι διακοπές λειτουργίας της οικονομίας(lockdown) έθεσαν εκτός εκατομμύρια εργαζόμενους τον Απρίλιο, οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μειώθηκαν κατά 17%. Μέχρι τα μέσα Ιουνίου όμως, καθώς τα αυτοκίνητα επέστρεψαν στους δρόμους των πόλεων και οι επιχειρήσεις άνοιξαν ξανά, οι εκπομπές επέστρεψαν σχεδόν στα προ-πανδημικά επίπεδα τους.
Το στρατόπεδο της «από-ανάπτυξης», μέχρι τώρα κινείτο σε μεγάλο βαθμό στις παρυφές της περιβαλλοντικής-οικολογικής σκέψης. Τα τελευταία χρόνια όμως, καθώς η κλιματική κρίση έχει ενταθεί, η κριτική του έχει παρεισφρήσει στο mainstream του πανεπιστημιακού κινήματος, με εστιασμένα στην αποανάπτυξη βιβλία, περιοδικά, και συνέδρια, καθώς και στο κοινωνικό πλέον κίνημα της «Αποανάπτυξης». Η ιδέα έχει ευδοκιμήσει επίσης στο χώρο και τους κύκλους των ακτιβιστών του κινήματος του Κοινοτισμού και της άμεσης δημοκρατίας, καθώς και της «εξεγερμένης»-και όχι μόνο-νεολαίας παντού: Είναι δημοφιλής π.χ. μεταξύ των μελών της ομάδας Extinction Rebellion του Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία οργάνωσε στο Λονδίνο μια εξεγερσιακή στάση των πολιτών τον Οκτώβριο, με διαμαρτυρίες κατά της υποτονικής απάντησης της κυβέρνησης στην αλλαγή του κλίματος. Είναι επίσης δημοφιλής στο κίνημα των μαθητών-φοιτητών «Fridays for future». Σε ομιλίες της Γκρέτα Τούνμπεργκ, της 16χρονης Σουηδής ακτιβίστριας, φαίνεται καθαρά η επιρροή της «Αποανάπτυξης» . «Βρισκόμαστε στην αρχή μιας μαζικής εξαφάνισης, και για το μόνο που μπορείτε να μιλάτε είναι για χρήματα και παραμύθια της αιώνιας οικονομικής ανάπτυξης», είπε κατά τη διάρκεια μιας συνόδου κορυφής των Ηνωμένων Εθνών για το κλίμα πέρυσι. "Πώς τολμάς!"
Τα πιο ριζοσπαστικά μέλη της «Αποανάπτυξης» πιστεύουν ότι οι πλούσιες, ανεπτυγμένες χώρες θα πρέπει να συρρικνώσουν τις οικονομίες τους για να συνυπάρξουν μέσα στα οικολογικά όρια - περιορίζοντας την κατανάλωση και τη χρήση ενέργειας αρκετά για να σώσουν τεράστιες περιοχές του πλανήτη από την καταστροφή και να αποτρέψουν την ανεξέλεγκτη αλλαγή του κλίματος.  «Η αποανάπτυξη σηματοδοτεί μια επιθυμητή κατεύθυνση, μια κατεύθυνση στην οποία οι κοινωνίες θα χρησιμοποιούν λιγότερους φυσικούς πόρους και θα οργανώνουν τη ζωή τους διαφορετικά από ό,τι σήμερα», γράφει ο Γιώργος Κάλλης, οικολόγος οικονομολόγος στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, στο: Degrowth: A New Vocabulary( Αποανάπτυξη: ένας νέος όρος-λέξη).
Άλλοι εντός του κινήματος της αποανάπτυξης, αναφέρονται στην αναγκαιότητα της αλλαγής των κοινωνικών προτεραιοτήτων (προώθηση των κοινών συλλογικών αγαθών όπως η υγειονομική περίθαλψη και εκπαίδευση αντί του εταιρικού τρόπου παραγωγής με στόχο το κέρδος) κατά την μετάβαση σε μια «μετά την ανάπτυξη» εποχή, προτείνοντας μια στροφή «μακριά από την ανάπτυξη», χωρίς να διατυπώνουν ρητά το αίτημα για αποανάπτυξη.
Για το πώς θα μπορούσε να γίνει πολιτικά επιθυμητή, και με ποιες πολιτικές διαχείρισης θα μπορούσε να υλοποιηθεί μια τέτοια μετάβαση από τους «από κάτω» αυτού του πλανήτη-γιατί στους «από πάνω» είναι σίγουρα μη επιθυμητή- χωρίς να προκαλέσει εκτεταμένες αναταραχές π.χ. στις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ευρώπη και την Κίνα, είναι ακόμα ανοικτό. Υπάρχουν πολυποίκιλες προτάσεις και αφήνεται σε μεγάλο βαθμό στη φαντασία και την έρευνα, καθώς και στις πρακτικές που αναπτύσσονται κυρίως στο κίνημα των «ΚΟΙΝΩΝ»(Commons), της «μοιρασιάς»(share) και της «επάρκειας»( sufficiency).
Οι «από-αναπτυξιακοί» ισχυρίζονται ότι η οικονομία σήμερα μπορεί να διαχωρισθεί από την οικολογική κατάρρευση-καταστροφή, μόνο αν πάμε σε μια προγραμματισμένη συρρίκνωσή της, τουλάχιστον στον «αναπτυγμένο» κόσμο του Βορά και της Δύσης, και σε μια οικονομία στηριζόμενη στα «Κοινά», τον κοινοτισμό-συνεργατισμό και στις ντόπιες –συνήθως πλούσιες-πηγές πόρων και ενέργειας, στον «μη αναπτυγμένο» Νότο (ο οποίος για αυτόν ακριβώς τον λόγο  θα είναι και πιο εύκολο να περάσει κατευθείαν στην αποανάπτυξη), θα είναι δυνατόν να αποφύγουμε την κατάρρευση. Σε κάθε περίπτωση, οι «από-αναπτυξιακοί» διανοούμενοι έχουν σκιαγραφήσει ένα καταρχήν πρόγραμμα μετάβασης σε κοινωνίες αποανάπτυξης, είτε αυτό γίνει δυνατό να υλοποιηθεί πριν την κατάρρευση, είτε μετά την κατάρρευση στην οποία θα μας οδηγήσει «ο καπιταλισμός της καταστροφής». 
Η Συνδημία του κοροναϊού, της οποίας εμφανίζεται πλέον το δεύτερο κύμα σε μεγάλο μέρος του κόσμου, έδωσε μια αίσθηση επείγοντος σχετικά με τις συζητήσεις για την οικονομική ανάπτυξη. Μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, σχεδόν 33 εκατομμύρια άνθρωποι διεκδικούν τώρα παροχές ανεργίας, με άλλα 8 εκατομμύρια να μην έχουν καμιά ελπίδα στην αγορά εργασίας. Σύμφωνα με πρόσφατες αναφορές, το ΑΕΠ των ΗΠΑ συρρικνώθηκε κατά 9,2% μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου, ρεκόρ χειρότερης συρρίκνωσης. Εν τω μεταξύ, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι η συνδημία COVID-19 θα μπορούσε να αναγκάσει άλλα  150 εκατ. ανθρώπους σε ακραία φτώχεια, που θα προστεθούν στα 835 περίπου που ήταν προ πανδημίας.
Άλλωστε, μερικές από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου - συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών - απέτυχαν να προστατέψουν τα φτωχότερα και τα πιο ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού τους από τις επιπτώσεις της συνδημίας. Υπάρχει μια τάση-και είναι λογικοθυμική- να θέλουμε να επιστρέψουμε στην προ COVID-19 εποχή, αλλά υπάρχει επίσης ένα «πολύ στενό το παράθυρο» από το οποίο μπορούμε να μπούμε.
Έτσι, όταν όλα φαίνεται να καταρρέουν, το ζήτημα του πώς να τα ξαναχτίσει κανείς, γίνεται πιο πιεστικό από ποτέ.
Για μερικούς, ο ιός ενίσχυσε την πεποίθηση ότι η ιδέα να κάναμε εθελοντικά όσα έπρεπε για να αποφύγουμε την κατάρρευση, είναι απλώς φανταστική. «Οι άνθρωποι δεν θέλουν να εγκαταλείψουν τα πράγματα που τους αρέσουν», λένε. Η δυσκολία επιβολής και διατήρησης του lockdown, δείχνει τις προκλήσεις και τις δυσκολίες της αναμόρφωσης μιας ολόκληρης κοινωνίας για να ζει με λιγότερα.
Αλλά για άλλους, η πλήρης καταστροφή της οικονομίας στην οποία την οδηγεί το COVID-19, σε συνδυασμό με τη (πολύ) σύντομη μείωση της ρύπανσης που προκάλεσε, σηματοδοτεί πολύ βαθύτερες αναγκαίες αλλαγές. Τον Μάιο, μια ομάδα περισσότερων από 1.100 υποστηρικτών της «Αποανάπτυξης», υπέγραψε ένα μανιφέστο καλώντας τις κυβερνήσεις να αδράξουν την ευκαιρία και να στραφούν προς ένα «ριζικά διαφορετικό είδος κοινωνίας, αντί να προσπαθούν απεγνωσμένα να θέσουν ξανά σε λειτουργία την «καταστροφική ανάπτυξη».
Έχουμε λοιπόν και σημαντικές ενδείξεις ότι θα χρειασθεί να γίνουν μεγάλες αλλαγές, αν δεν θέλουμε να πάμε στην κατάρρευση!

Ειδικά για την μετά-COVID Ελλάδα:
Για να ξεφύγει η χώρα από τη μέγγενη των χρεών, από την φτωχοποίηση και το πολιτισμικό αδιέξοδο, καθώς και από την κατάθλιψη και την μεμψιμοιρία στην οποία έχει πέσει ο πληθυσμός της-ιδίως μετά το σοκ της πανδημίας και τον εγκλεισμό του στα σπίτια- θα χρειασθεί, μετά το πέρασμα της καταιγίδας, να αναπτερωθεί το ηθικό του μέσα από μια στροφή προς μια ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση .  Εφαλτήρας μπορεί να γίνει ο αγροδιατροφικός τομέας και στη συνέχεια ο μεταποιητικός ένδυσης- υπόδησης, ο ενεργειακός και ο ήπιος ποιοτικός τουρισμός να την συμπληρώσουν. Είναι μια εναλλακτική στη σημερινή κυρίαρχη κατεύθυνση, που δεν χρειάζονται κεφάλαια, ξένες επενδύσεις, χωροταξικά σχέδια, υπερτοπικές συγκεντρώσεις, μεγαλεπήβολα και εξουθενωτικά μεγέθη και ρυθμούς. Τοπικοποίηση και αποανάπτυξη θα μπορούσε να είναι η διέξοδος για την χώρα, στην μετά-COVID εποχή!

0 Comments

    Αρχείο

    May 2023
    March 2023
    February 2023
    January 2023
    September 2022
    August 2022
    June 2022
    May 2022
    February 2022
    January 2022
    December 2021
    October 2021
    August 2021
    April 2021
    March 2021
    January 2021
    December 2020
    November 2020
    October 2020
    July 2020
    March 2020
    February 2020
    October 2019
    September 2019
    August 2019
    May 2019
    March 2019
    February 2019
    December 2018
    November 2018
    July 2018
    April 2018
    October 2017
    September 2017
    July 2017
    June 2017
    May 2017
    April 2017
    March 2017
    February 2017
    December 2016
    November 2016
    July 2016
    June 2016
    March 2016
    October 2015
    July 2015
    May 2015
    April 2015
    March 2015
    January 2015
    December 2014
    October 2014
    September 2014
    June 2014
    March 2014
    February 2014
    September 2013
    July 2013
    April 2013
    February 2013
    December 2012
    November 2012
    October 2012
    September 2012
    August 2012
    July 2012

    ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΛΕΜΠΑΣ 

    Πρώην εκπαιδευτικός ΜΕ(Μαθηματικός)και οικο-γεωργός στο Πήλιο. Από το 1990, που "επανατοπικοποιήθηκε", προσπαθεί δια του "παραδείγματος" να συμβάλει στη διαμόρφωση της κατεύθυνσης της τοπικοποίησης 

    Επικοινωνία: [email protected] 

    Κατηγορίες

    All
    Διατροφική Κυριαρχία
    Η διευρυμένη οικογένεια
    Η κατεύθυνση της τοπικοποίησης
    Μια ανάλυση που οδηγεί σε άλλα μονοπάτια.
    Οι δομές της κοινωνίας της αποανάπτυξης
    Τα χαρακτηριστικά της τοπικοποιημένης
    Τι να κάνουμε: τα πρώτα βήματα
    Το κίνημα του Κοινοτισμού σήμερα
    Το νέο είδος πολιτικής και οργάνωσης
    Το πλαίσιο της Τοπικοποίησης

    RSS Feed

Powered by Create your own unique website with customizable templates.