Και στον καιρό της πανδημίας και της υγειονομικής κρίσης, και στον καιρό της κλιματικής αλλαγής με τις τρομακτικές επιπτώσεις της, έγινε πλέον φανερό στους περισσότερους πολίτες αυτής της χώρας ότι ο «καταστροφικός καπιταλισμός» -όπως έχει ονομασθεί από κάποιους συγγραφείς-συσσωρεύει, το τελευταίο διάστημα, καταστρέφοντας τόπους και τρόπους ζωής στις διάφορες οικογεωγραφίες-όπως π.χ. στην Ελλάδα και Β. Εύβοια αυτές τις μέρες, με το κάψιμο δασών που εκτός των άλλων συνδέονται με συγκεκριμένους τρόπους ζωής: μελισσοκόμοι, ριτινοσυλλέκτες, βιοκαλλιεργητές, αγροτοτουρισμό κ.λπ. Αυτό είναι πιθανόν –το ελπίζουμε-να ξυπνήσει και να κινητοποιήσει τους ντόπιους πληθυσμούς όχι μόνο ενάντια στις καταστροφές που έρχονται αλλά και ενάντια σε ένα σύστημα που τους ετοιμάζει ένα ζοφερό μέλλον!
Συνήθως οι άνθρωποι προσδιορίζουν τη ζωή τους σύμφωνα με τις κυρίαρχες σημασίες που δίνει ο τόπος τους, η θρησκεία τους, το πολιτικό σύστημα και γενικότερα οι εκάστοτε εξουσίες. Ο άνθρωπος ορίζεται ως κοινωνική κατασκευή και ταυτόχρονα ως δημιουργός της ζωής του. Η αντίληψη περί κοινωνικής κατασκευής, πολλές φορές, δημιουργεί μια παθητική αφήγηση ζωής που βλέπει τον άνθρωπο μόνο ως αποτέλεσμα των οικονομικών και πολιτικών συνθηκών της κοινωνίας και όχι και ως αιτία δημιουργίας της ζωής και της κοινωνίας.
Η δυνατότητα των ανθρώπων και των κοινωνιών να αυτοθεσμίζονται συνήθως αποσιωπάται ή αποκρύπτεται ως ιστορική αφήγηση από τις κυρίαρχες αφηγήσεις των κρατών μέσω της εκπαίδευσης, της θρησκείας και του πολιτικού προσωπικού (συμπεριλαμβανομένων και των ΜΜΕ).
Με την επικράτηση του παγκόσμιου καπιταλισμού και του φαντασιακού του προτάγματος της διαρκούς μεγέθυνσης της παραγωγής και της κατανάλωσης, χιλιάδες μικρές και μεγάλες αφηγήσεις ζωής σαρώθηκαν. Κοινότητες ανθρώπων που διεκπεραίωναν τη ζωή τους παραγωγικά και διοικητικά υιοθέτησαν σταδιακά τα νοήματα της καπιταλιστικής μεγέθυνσης. Χάθηκε έτσι ο πλούτος του παγκόσμιου πολιτισμού και η δυνατότητα που είχαν οι επιμέρους κοινότητες να προσαρμόζουν τη ζωή τους και τη παραγωγή τους στο υπάρχον φυσικό περιβάλλον.
Υιοθέτησαν τη γραμμική αντίληψη για τη ζωή και τη παραγωγή και μετατράπηκαν σε καταναλωτές προϊόντων και αλλότριων αφηγήσεων (πολιτικών και νοημάτων). Σήμερα αυτό που καταρρέει (μαζί με τις ψευδαισθήσεις μας για την «ευημερία») είναι επίσης το κεντρικό φαντασιακό του καπιταλισμού που είναι η διαρκής ανάπτυξη της παραγωγής και της κατανάλωσης, γιατί προσκρούει στο οικολογικό όριο της περατότητας των φυσικών πόρων του πλανήτη, στη μόλυνση του περιβάλλοντος και γιατί αυτή η αφήγηση δημιούργησε έναν ανθρωπολογικό τύπο επικίνδυνο και καταστροφικό. Η κρίση που βιώνουμε σήμερα σε όλα τα επίπεδα, είναι η απαρχή του τέλους αυτής της αφήγησης.
Η επιστροφή σε μια Κεϊνσιανικού τύπου εγγύηση της «ευημερίας» των πρότερων καταναλωτικών μας απολαύσεων δεν είναι πλέον δυνατή. Αντίθετα, εκείνο που πρέπει να επιδιωχθεί είναι να αποδομηθεί πλήρως το καπιταλιστικό φαντασιακό των ανθρώπων και να αποαποικήσουμε το εννοιολογικό υπόστρωμα των καπιταλιστικών αφηγήσεων που κυριαρχούν ακόμα στους πολίτες αυτής της χώρας. Ιδίως τώρα, μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές και τα έντονα κλιματικά φαινόμενα, που απειλούν τις συνθήκες ύπαρξης μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Οι καταστροφικές φωτιές αφήνουν πίσω τους πάνω από 900 χιλιάδες στρέμματα καμένης γης, χιλιάδες καμένα ζώα, κατεστραμμένα οικοσυστήματα ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, αλλά και καταστροφές κατοικιών και εργασιακών χώρων, καλλιεργειών και κτηνοτροφικών μονάδων. Ως πολίτες δεν μπορούμε άπραγοι θα θρηνούμε για τις καταστροφές και τις ανθρώπινες ζωές και να γκρινιάζουμε μόνο για το «που είναι το επιτελικό κράτος»! Είναι ευκαιρία να καταλάβουμε ότι το κράτος «τους» δεν είναι στην υπηρεσία των πολιτών, αλλά έχει γίνει όργανο μόνο κατασταλτικό, στην υπηρεσία των πολιτικοοικονομικών ελίτ.
Η Συνεργατική Οικονομία των Αναγκών (ΣΟΑ) και ο ανθρωπολογικός της τύπος
Στα προηγούμενα χρόνια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων ξεφύτρωσαν συλλογικότητες, ομάδες, κινήσεις και πολίτες που υιοθέτησαν άλλα νοήματα, άλλες σημασίες και άλλα προτάγματα στη ζωή τους με τα οποία και για τα οποία αξίζει κανείς να ζει σήμερα. Δηλώθηκαν πάνω από 40.000 νέοι αγρότες, «επανα-τοπικοποιήθηκαν» αρκετοί νέοι άνεργοι των πόλεων[2]-κόντρα στη φυγή στο εξωτερικό-με δημιουργικό τρόπο στη περιφέρεια, είτε σαν βιοκαλλιεργητές, είτε σαν μελισσοκόμοι κ.λπ., πέρα από όσους εγκαταστάθηκαν στα νησιά ασχολούμενοι με τον τουρισμό εποχιακά-αυτούς η παρούσα σήμερα πανδημία τους πήγε πίσω, παρά τις κάποιες επιδοτήσεις λόγω Κορώνα. Το ίδιο θα συμβεί και μετά τις φωτιές με τους μελισσοκόμους κυρίως( στη Β. Εύβοια π.χ. εγκαθιστούσαν τα μελίσσια τους από όλη την Ελλάδα για να συγκομίσουν πευκόμελο την καλοκαιρινή περίοδο, πολλοί από αυτούς τα χάσανε με την πυρκαγιά), αλλά και τους νέους καλλιεργητές που όπως δεν άφησαν τα χωριά τους και αντιμετώπισαν την φωτιά, δεν θα πτοηθούν από την καταστροφή και δεν θα τα παρατήσουν. Θα πρέπει να στηριχθούν σε αυτό με κάθε τρόπο από την κοινωνία των πολιτών και την Τοπική Αυτοδιοίκηση-ειδικά για τη Β.Εύβοια, θα πρέπει να στηριχθούν από την περιφέρεια οι συνεταιρισμοί των αγροτών, των ξυλοκόπων, των ρετσινοσυλλεκτών, των μελισσοκόμων κ.λπ στο να αναλάβουν, μαζί με τους ντόπιους εθελοντές πυροσβέστες και σε συνεργασία με τα δασαρχεία και τις πρωτοβουλίες πυρασφάλειας πολιτών από τις τοπικές κοινότητες( οι οποίες με την ευκαιρία να λειτουργήσουν πάλι σαν κοινότητες, έστω άτυπα, και με συνελεύσεις να δημιουργήσουν συντονιστικά Συμβούλια που θα ασχοληθούν με τα ζητήματα στο μέλλον) την υλοποίηση αντιπλημμυρικών έργων με κορμούς και μικροφράγματα, μετά τις πυρκαγιές και μέχρι το φθινόπωρο, για την προστασία των χωριών -από το κράτος δεν θα πρέπει να περιμένουμε και πολλά, αφού η μέχρι τώρα πρακτική του και κατά τις πυρκαγιές το αντίθετο δείχνουν.
Υιοθετώντας αξίες ξεχασμένες από το καπιταλιστικό φαντασιακό, όπως η αυτενέργεια, η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η χαρά του ελεύθερου χρόνου, ο αυτοπεριορισμός, η οικονομία της εγγύτητας, η διατροφική και ενεργειακή αυτάρκεια, ο πολίτης-δημιουργός έναντι του παθητικού καταναλωτή (προϊόντων και πολιτικών), να δημιουργήσουμε ανταλλακτικές κοινότητες χρόνου, προϊόντων, χαριστικά παζάρια, τράπεζες σπόρων, συλλογικούς αυτοδιαχειριζόμενους λαχανόκηπους, συνεταιρισμούς παραγωγών και καταναλωτών, αλληλέγγυο εμπόριο, αυτοδιαχειριζόμενους κοινωνικούς χώρους, κινήσεις πολιτών για την κοινωνικοποίηση του νερού και της ενέργειας, δίκτυα οικοκοινοτήτων και «διευρυμένων οικογενειών». Ομάδες πυρασφάλειας και προνοητικής διαχείρισης των δασών[3], κοινότητες αντίστασης και αγώνα ενάντια στην καταστροφή τόπων και τρόπων ζωής, όπως στη Χαλκιδική ενάντια στο ορυχείο χρυσού ή στα Άγραφα ενάντια στις ΒΑΠΕ [4]που ξυρίζουν δάση και ανοίγουν τεράστιους δρόμους σε προστατευόμενες περιοχές.
Να οργανώσουμε κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά φαρμακεία, συλλογικές κουζίνες, ραδιοσταθμούς στο διαδίκτυο και ένα μεγάλο αριθμό καινούργιων αντικαπιταλιστικών, αυτοδιαχειριζόμενων, αντιιεραρχικών συλλογικοτήτων σε όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Όλα αυτά να διέπονται από την αντίληψη της κοινωνικής και αλληλέγγυας συνεργατικής οικονομίας των αναγκών(Σ.Ο.Α) κυρίως-και όχι των επιθυμιών-μέσα από το πρόταγμα της αποανάπτυξης και της άμεσης δημοκρατίας, δημιουργώντας έναν άλλο ανθρωπολογικό τύπο και μια νέα νοηματοδότηση της ζωής.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση(Τ.Α.), είναι ο πολιτικός θεσμός που δίνοντας έμφαση στο τοπικό, μπορεί να υποστηρίξει πιο αποτελεσματικά την Σ.Ο.Α με τη διάχυση της γνώσης της, την ενίσχυση των συνεργασιών της, την οργανωτική στήριξή της, την ισόρροπη ανάπτυξη των διαφορετικών δραστηριοτήτων της, τη διευκόλυνση των διασυνδέσεων, την ικανοποίηση των αναγκών της αλυσίδας: πολίτης, κοινότητα, δήμος, περιφέρεια, επικράτεια[5]. Με μια στηριγμένη από την Τοπική Αυτοδιοίκηση Σ.Ο.Α. θα μπορεί να επιτευχθεί αυτό που έχει ονομασθεί από κάποιους- και πολιτικούς-«ενδογενή παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας.
Υφαίνοντας την ανατροπή ή συμπλήρωμα στο υπάρχον;
Όλες οι παραπάνω κινήσεις είναι δράσεις ενός «δημιουργικού πράττειν» και αποτελούν φαντασιακή σύλληψη αυτοθέσμισης εν δυνάμει νέων κοινοτήτων που δεν αρκούνται στη διαπίστωση ότι για όλα φταίει ο καπιταλισμός και οι τραπεζίτες, επιλέγοντας έτσι τη θυματοποίησή τους είτε υιοθετώντας παθητική στάση είτε αναθέτοντας την ελπίδα στο πολιτικό προσωπικό των κομμάτων της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Οι ρωγμές αυτές που άλλοτε θα συγκλίνουν, άλλοτε θα αποκλίνουν, άλλοτε θα γίνονται ορμητικά μεγάλες, δεν αποτελούν βέβαιες απαντήσεις στον καπιταλισμό. «Ρωτώντας προχωράμε» για να χρησιμοποιήσουμε και ένα Ζαπατίστικο σύνθημα. Νομίζουμε όμως ότι επανανοηματοδούν τη ζωή των ανθρώπων που συμμετέχουν σ’ αυτές.
Συνιστούν μια ριζική πολιτική ρήξη με το σύστημα και ένα βαθύ ανθρωπολογικό μετασχηματισμό. Αυτός ο ανθρωπολογικός μετασχηματισμός δεν αποτελεί ούτε δευτερεύον εποικοδόμημα ούτε ρητορικό σχήμα. Είναι βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι του αναγκαίου μετασχηματισμού της κοινωνίας. Η δημιουργία του νέου αυτού ανθρωπολογικού τύπου αποκτά στις μέρες μας τη διαδικασία του κατεπείγοντος, εφόσον μια αυτόνομη και δημοκρατική κοινωνία δεν μπορεί να απαρτίζεται ούτε φυσικά και να δημιουργηθεί από τον τύπο του ανθρώπου που δημιουργεί η καταναλωτική κοινωνία.
Το κύτταρο της κοινωνίας που θα αγαπήσουμε είναι εν σπέρματι αυτές οι κοινότητες ανθρώπων που περιγράψαμε με τα νοήματα και τις σημασίες που προτάσσουν. Η δική μας προσδοκία ή ουτοπία ίσως είναι στη θέση του κεντρικού κράτους που θα περιορίζεται σιγά-σιγά θα ανθίσουν αμεσοδημοκρατικές κοινότητες ανθρώπων, έθνη κοινοτήτων και κοινότητες εθνών.
Το ερώτημα για το αν όλα αυτά αποτελούν συμπλήρωμα στο υπάρχον ή αν το σύστημα μπορεί να καταστήσει ακίνδυνες τις παραπάνω κοινότητες ανθρώπων, πρέπει να τίθεται διαρκώς από αυτούς που συμμετέχουν σ’ αυτές τις συλλογικότητες και διαρκώς να επαναπροσδιορίζονται με βάση αυτό το ερώτημα. Αποκλείοντας έτσι τη δυνατότητα εμφάνισης ενός άλλου μας εαυτού, αυτού που τόσα χρόνια το εκπαιδευτικό σύστημα, ο στρατός, η δικαιοσύνη, το οικονομικό σύστημα και οι λειτουργίες του κράτους πάλεψαν με ζήλο να διαμορφώσουν «για το καλό μας» πάντα. Τον καπιταλισμό δε γνωρίζουμε πως και αν μπορούμε να τον αλλάξουμε, αλλά ας φροντίσουμε να μην του μοιάσουμε, γράφει ο Χρόνης Μίσσιος.
[1] Αντίθετα εμείς θα πρέπει να υποσχεθούμε στον εαυτό μας την ευζωία: ξεχωρίζουμε τον όρο «ευζωία» (ευ ζωή, καλή ζωή, buen vivir) από τον όρο «ευημερία» (ευ ημέρα, καλή ημέρα) που χρησιμοποιείται σήμερα από όλους σαν στόχος του ανθρώπου-καταναλωτή. Άλλο να περνάς τη μέρα σου καλά, και άλλο να έχεις μια ποιότητα συνολικά σε όλη τη ζωή σου. Άλλο να νομίζεις ότι ήλθες στη ζωή για να τρέχεις, να δουλεύεις όσο γίνεται περισσότερο, να αποκτάς περισσότερα χρήματα για να καταναλώνεις όσο γίνεται περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες-εμπορεύματα, θεωρώντας-χωρίς να έχεις το χρόνο να σκεφθείς- ότι «ευημερείς» και άλλο να περιορίζεις τις καταναλωτικές σου ανάγκες υιοθετώντας ένα μοντέλο «εθελούσιας ολιγάρκειας», να καταναλώνεις δηλαδή λιγότερους αλλά επαρκείς πόρους και ενέργεια, ζώντας μια καλύτερη συνολική ζωή, ανακαλύπτοντας την ποιότητα και την αξία χρήσης των προϊόντων και έχοντας επαρκή χρόνο στη διάθεσή σου για αυτοανάπτυξη, αυτοπραγμάτωση και εμβάθυνση στα νοήματα της ζωής.
[2] Σε αυτούς θα μπορούσαν να προστεθούν και όσοι Πρόσφυγες θέλουν να μείνουν Ελλάδα- και δεν είναι στόχος τους η Γερμανία ή η Ευρώπη-και αντί να κρατούνται στα κέντρα κράτησης να εγκατασταθούν σε παρατημένα χωριά της περιφέρειας για να τα αναζωογονήσουν, μαζί με ένα ρεύμα επανατοπικοποίησης από Έλληνες ανέργους των πόλεων.
[3] Μετά τις πυρκαγιές του 2007 στο Πήλιο, όπου τουλάχιστον 60.000 στρέμματα δάσους έγιναν στάχτη και το οικοσύστημα της ευρύτερης περιοχής διαταράχθηκε, δημιουργήθηκε Κίνηση Πυροπροστασίας Πολιτών Πηλίου στα χωριά του με βάση το χωριό των Μηλεών. Δεν λειτούργησε για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά άφησε παρακαταθήκη πρωτοβουλίες πολιτών για την πυρασφάλεια σε διάφορα χωριά. Στον Άγιο Βλάσιο π.χ. που μένουμε, κατόπιν ενημέρωσης από τον πολιτιστικό σύλλογο, οι κάτοικοι πλαισίωσαν από τότε μέχρι και σήμερα την πυροπροστασία της περιοχής μας τους καλοκαιρινούς μήνες σε καθημερινή βάση. ‘Εχουμε και στη διάθεσή μας ένα μικρό πυροσβεστικό-έγινε δωρεά προς τον σύλλογο-και κατασκευάσθηκε κατάλληλο παρατηρητήριο, από όπου οι κάτοικοι σε βάρδιες εποπτεύουν την περιοχή για τυχόν εκδήλωση πυρκαγιάς. Έτσι μέχρι σήμερα έχουν αντιμετωπισθεί 3 τέτοιες πυρκαγιές στη γέννησή τους και πριν επεκταθούν.
Το ίδιο θα πρέπει να γίνει σε όλα τα χωριά και τις κοινότητες-όπου υπάρχουν ακόμα κάτοικοι-της ελληνικής επικράτειας.
[4] Επειδή ο όρος ΑΠΕ έχει ταυτισθεί με τα μεγάλα βιομηχανικά συστήματα ΒΑΠΕ, καλύτερα να χρησιμοποιούμε τον όρο ΗΜΕ (Ήπιες Μορφές Ενέργειας) αναφερόμενοι στα μικρομεσαία αποκεντρωμένα συστήματα ΑΠΕ.
[5]Η Τ.Α. μπορεί συγκεκριμένα να βοηθήσει προωθώντας και θέτοντας πόρους στη διάθεση συλλογικών δομών εργασίας, όπου μπορεί να γίνεται συνδυασμός αμειβόμενης εργασίας για ανέργους - εξειδικευμένης από υπαλλήλους του δήμου -εθελοντικής εργασίας από εθελοντές που μαζί με τους υπαλλήλους θα παίζουν το ρόλο του «μέντορα» ή «εμψυχωτή», για τη δημιουργία των αντίστοιχων χώρων παραγωγής και παροχής υπηρεσιών. Για παράδειγμα: εργαστηρίων επαναχρησιμοποίησης ηλεκτρικών - ηλεκτρονικών ειδών, επίπλων, ρούχων, κομποστοποίησης -λιπασματοποίησης οργανικών αποβλήτων, μεταποιητηρίων γεωργικών προϊόντων, απασχόλησης παιδιών ,ανταλλαγής ειδών από «δεύτερο χέρι», γραφείων «συνταξιδιωτών» , οργάνωση γραφείου-συνεργείου από άνεργους αρχιτέκτονες-οικοδόμους για κατασκευή-μετατροπή βιοκλιματικών κτιρίων, συνεργείων για τη δημιουργία «πράσινων στεγών» και «ηλιακών στεγών».