Στη χώρα μας το πρόβλημα εκφράζεται με 3 διαφορετικές μορφές ανάλογα με το εισόδημα του πληθυσμού:
1. Η έλλειψη θερμίδων αφορά στα φτωχά λαϊκά στρώματα(κύρια άνεργους και συνταξιούχους), λόγω της ακρίβειας και χαμηλού εισοδήματος. Η ακρίβεια όπως είναι γνωστό οφείλεται λιγότερο στο μεγάλο κόστος παραγωγής των εγχώριων γεωργικών προϊόντων και περισσότερο στο όλο σύστημα διανομής τους. Το οποίο σύστημα αντιμετωπίζει το θέμα της ακρίβειας, όχι συμπιέζοντας τα δικά του κέρδη (αντίθετα προσπαθεί να τα μεγιστοποιεί κάθε φορά), αλλά συμπιέζοντας τις τιμές παραγωγού, που φθάνει μέχρι την εισαγωγή φθηνότερων υποβαθμισμένων ομοειδών προϊόντων από τρίτες χώρες και την εισαγωγή παράνομων μεταλλαγμένων. Τα φτωχά λαϊκά στρώματα από τη μεριά τους θα μπορούσαν να το ξεπεράσουν εν μέρει, αν διέθεταν μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για τροφή (σε πανευρωπαϊκό επίπεδο ο μέσος καταναλωτής διαθέτει περίπου το 18% του εισοδήματός του για αυτό) και εν μέρει αν απαιτούσαν μεγαλύτερα εισοδήματα ικανά για να τρέφονται καλά, όχι μόνο από άποψη θερμίδων, αλλά με ποιοτικά και υγιεινά προϊόντα.
2. Η ποιότητα της τροφής και η επιβάρυνσή της με ανθυγιεινά και χημικά-τοξικά κατάλοιπα και γ.τ.ο., αφορά στην πλειοψηφία του πληθυσμού και για ένα μέρος του (χωρίς οικονομικό πρόβλημα, αλλά που έχει ενστερνισθεί τον καταναλωτισμό) έχει πάρει τη μορφή της παχυσαρκίας(κατανάλωση λιπαρών τροφών κ.λ.π.). Εδώ το ζήτημα έχει να κάνει με την ενημέρωση και την αλλαγή της νοοτροπίας, ιδίως της ταχυφαγίας.
3. Η φυσική και υγιεινή τροφή αφορά ένα μικρό μέρος του πληθυσμού, όχι κατ ανάγκην «πλούσιου», αλλά «συνειδητού» (με την έννοια ότι προτιμούν την ποιότητα παρά την ποσότητα), που όμως από την μια αντιμετωπίζει το πρόβλημα της έλλειψής της (δεν καλύπτεται η ζήτηση από την παραγωγή ποιοτικής τροφής ) και από την άλλη των υψηλότερων τιμών της. Εδώ το ζήτημα έχει να κάνει με την στήριξη και επέκταση της βιολογικής και οικο-γεωργίας, που αν γενικευθεί θα μπορέσει να απαντήσει όχι μόνο στο πρόβλημα της έλλειψης και της σχετικής ακρίβειας, αλλά θα μπορέσει να θρέψει όλο τον πληθυσμό και γενικότερα να αναζωογονήσει την επαρχία, να μειώσει την ανεργία και να βοηθήσει στην αλλαγή της νοοτροπίας, ώστε να στραφούμε προς την ποιότητα και να μη προσκολλάμε στην ποσότητα.
Βασικά λοιπόν σημεία ενός προγράμματος επίτευξης διατροφικής αυτοδυναμίας της τοπικής κοινωνίας είναι:
Ø Στήριξη των αιτημάτων των φτωχών λαϊκών στρωμάτων για μεγαλύτερα εισοδήματα και των συνταξιούχων για μεγαλύτερες συντάξεις.
Ø Μποϋκοτάζ των ακριβών και των υποβαθμισμένων ποιοτικά προϊόντων των μεγάλων εταιρειών καθώς και των μεταλλαγμένων στα μεγάλα σουπερμάρκετς. Απαίτηση από τη Τ.Α. να οργανώσει ειδική υπηρεσία, που θα μας εξασφαλίζει όχι μόνο από την είσοδο των μεταλλαγμένων, αλλά και από την επιβάρυνση των λαχανικών και των άλλων ειδών διατροφής από τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα .
Ø Όχι στα πτηνοτροφικά προϊόντα από μεγάλες αποστειρωμένες πτηνοτροφικές μονάδες που με τα αντιβιοτικά που περιέχουν μας διαλύουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα (στήριξη προϊόντων οικόσιτων πουλερικών) Προώθηση της αντίληψης ότι η ποιότητα της τροφής αφορά στην υγεία μας και στην ίδια την ποιότητα της ζωής μας και άρα αξίζει περισσότερης προσοχής. Όχι στην ταχυφαγία, ναι στην αναζήτηση ποιοτικής τροφής και στην μεσογειακή δίαιτα.
Ø Στήριξη των τοπικών ποιοτικών προϊόντων και ιδιαίτερα βιολογικών. Λαϊκές αγορές με ασφαλή ελεγμένα προϊόντα από τους ίδιους τους παραγωγούς (σήμερα τα περισσότερα διακινούνται από εμπόρους, είναι ανώνυμα και επιβαρημένα με κάθε είδους φυτοφάρμακα). Οργάνωση αυτοδιαχειριζόμενης λαϊκής αγοράς βιολογικών προϊόντων
Ø Οργάνωση Καμπάνιας για στροφή προς ένα νέο μοντέλο ζωής, που δεν θα στηρίζεται στην κατανάλωση, αλλά στη δημιουργία, στην αυτοεκπαίδευση και αυτοβελτίωση, στην αλληλοβοήθεια και αλληλεγγύη με προτροπή των πολιτών να παράγουν (υλικά και πνευματικά), όσο γίνεται περισσότερο για τον εαυτό τους και τους γύρω τους (π.χ συλλογικοί ή οικογενειακοί μπαχτσέδες, δημοτικοί λαχανόκηποι, καλλιέργεια ξανά των παρατημένων κτημάτων στα χωριά κ.λ.π.) κάνοντας ανταλλαγή προϊόντων και υπηρεσιών.
Ø Ποιοτικά είδη διατροφής στα κυλικεία των σχολείων και των πανεπιστημίων με αυτοδιαχείρισή τους από τη σχολική κοινότητα και τους φοιτητές αντίστοιχα.