Όσον αφορά στην Ελλάδα
Η Ελλάδα έγινε ο αδύνατος κρίκος στον παγκόσμιο καπιταλισμό, λόγω της μανίας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, για ανάπτυξη που δεν στηριζόταν στον πρωτογενή- δευτερογενή τομέα (γεωργία, μεταποίηση, καινοτομία κ.λπ.), αλλά στον τριτογενή (κατανάλωση, εμπόριο, τουριστικές υπηρεσίες κ.λπ.) και στις κάθε είδους οικοδόμηση και κατασκευές. Ο «εκσυγχρονισμός» που υποτίθεται έγινε -χωρίς να υπολογίζεται το οικονομικό και το περιβαλλοντικό κόστος του-στηρίχθηκε σε δάνεια κύρια από το εξωτερικό. Σε αυτό βοήθησε και η είσοδος στην Ευρωζώνη, γιατί αύξησε τη δανειοληπτική πίστη λόγω του κοινού νομίσματος. Όλοι άρχισαν να δανείζονται εύκολα. Η κυβέρνηση και οι τράπεζες από τις «χρηματοπιστωτικές αγορές», οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τις τράπεζες. Το Ευρώ και τα δάνεια βοήθησαν ιδιαίτερα στο να ικανοποιείται η μανία της ελληνικής ελίτ για έργα φαραωνικά ( π.χ. των ολυμπιακών του 2004 ), για γέφυρες λιμάνια, δρόμους, αεροδρόμια και στάδια, αλλά και για τη δημιουργία ενός υπερμεγέθους πελατειακού κράτους στην υπηρεσία της. Σε όλη τη μεταπoλεμική περίoδo μόvo τo 15% τωv συvoλικώv επεvδύσεωv παγίoυ κεφαλαίoυ στρεφόταv στη μεταπoίηση, εvω τo 42% τωv ιδιωτικώv επεvδύσεωv στρεφόταv στην οικοδομή και τα 2/3 τωv δημoσίωv στηv υπoδoμή. Ο τουρισμός αναδείχθηκε στη «μεγάλη βιομηχανία» της χώρας και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού προσπάθησε να επιβιώσει προσφέροντας υπηρεσίες κατά τη «τουριστική σαιζόν», αφήνοντας κατά μέρος τις άλλες δραστηριότητες και τη γεωργία. Και αυτή η κατεύθυνση -που υλοποιούταν από ένα πολιτικό προσωπικό κάθε άλλο παρά αξιόλογο-κατέρρευσε στα πλαίσια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Λόγω της άρσης της «εμπιστοσύνης των πιστωτών», η δομική κατά βάση ελληνική κρίση μετατράπηκε σε κρίση των δημοσιονομικών χρεών. Αυτή έφερε και τις πολιτικές της τρόικας και των «μνημονίων». Και η σημερινή, αλλά και οι επόμενες κυβερνήσεις των κομμάτων των «μνημονίων», θα είναι υποχρεωμένες –με τη «βοήθεια» της τρόικα-να εφαρμόσουν τέτοιες πολιτικές, ώστε να επιστραφούν τα χρέη στους διεθνείς και ντόπιους πιστωτές. Εξάλλου η ευρωπαϊκή ελίτ δε μπορεί πια να διατηρεί πολυπληθείς μεσαίες τάξεις και θέλει να τις συρρικνώσει, ξεκινώντας από την Ελλάδα και τη Ν. Ευρώπη. Με τα προγράμματα «σωτηρίας» επιδιώκει τη «φτωχοποίησή» τους. Τελικά όχι μόνο των μεσαίων τάξεων. Όσον αφορά στην Ελλάδα, που υπήρξε ιδιαίτερα επιρρεπής στο «να καταναλώνει περισσότερο από ό,τι παράγει», το «πρόγραμμα αναπροσαρμογής» οδηγεί στη «φτωχοποίηση» ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας και του περιβάλλοντος της χώρας. Η ζωή θα γίνει για τους περισσότερους Έλληνες –εκτός της τοπικής ελίτ-σε μεγάλο βαθμό αβίωτη. Είναι γενικά φανερό ότι η πολυπληθής ελληνική μεσαία τάξη περνά σε αυτούς που αποκαλούμε «από κάτω». Παρόλο το αίσθημα ενοχής, που κυριαρχεί σήμερα στα περισσότερα στρώματα λόγω και της προπαγάνδας του «όλοι μαζί τα φάγαμε», κάποια στιγμή, ιδίως τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα των ανειδίκευτων εργαζομένων και των ανέργων δε θα μπορούν να αποδεχθούν άλλο την εξαθλίωσή τους. Μαζί με κάποια μέχρι τώρα βολεμένα, αλλά «νεόπτωχα» πλέον στρώματα, θα πάψουν να συναινούν στην υπάρχουσα Ε.Ε. Δε θα μπορούν να δεχθούν για τη χώρα τον ρόλο που θα της έχει αναθέσει ο παγκόσμιος καπιταλιστικός καταμερισμός της εργασίας. Σαν χώρα δηλαδή που θα έχει χάσει την αυτάρκεια, θα έχει καταστρέψει το περιβάλλον της και θα έχει γίνει περιοχή φθηνών υπηρεσιών και τουρισμού. Σαν χώρας εξαρτημένης πλήρως από τις εισαγωγές για την ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών του πληθυσμού με δημιουργία ελλειμμάτων στους φυσικούς πόρους και την οικονομία της, ώστε να συνεχίζεται η δανειοδότηση για την κάλυψη αυτών των ελλειμμάτων και την πληρωμή των δανείων από τα σημερινά και αυριανά «υποζύγια». Για να συνεχίζεται η εξάρτησή της από τους “πιστωτές”, για να συνεχίζεται το «πάρτυ» της ντόπιας και διεθνούς ελίτ. Αλλά ταυτόχρονα θα καταλάβουν ότι δε μπορούν, καλύτερα δε μπορούμε η πλειοψηφία των Ελλήνων, να γυρίσουμε προς τα πίσω, στο προηγούμενο της κρίσης μοντέλο ανάπτυξης που στηριζόταν στον υπερκαταναλωτικό τρόπο ζωής και στο μεγενθυμένο οικολογικό αποτύπωμα. Θα χρειασθεί, μέσα από την όξυνση της κρίσης, να αντιληφθούμε ότι είναι ψευδαίσθηση η επιθυμία μας να «ανελιχθούμε» κοινωνικά και να επιδιώξουμε την «ευημερία» μας μέσω της αύξησης του κομματιού της πίτας που μας αναλογεί. Θα χρειασθεί να αντιληφθούμε καθαρά ότι η ευζωία μας δε μπορεί να ταυτισθεί με την ατομική κατανάλωση. Μπορεί να επιτευχθεί αν επιδιώξουμε την ευζωία μέσω της ανάδειξης άλλων σημαντικών αξιών και προτεραιοτήτων: της αλληλεγγύης, της συνεργασίας, της κοινότητας, της φιλίας, της ελευθερίας, του αυτοκαθορισμού, της κοινωνικής-αλληλέγγυας οικονομίας, της στήριξης στην αφθονία των κοινωνικών-συλλογικών αγαθών μας και στους δίκαια κατανεμημένους περιορισμένους φυσικούς πόρους μας. Να αντιληφθούμε ότι δε μπορεί να συναινούμε πλέον στον μέχρι τώρα τρόπο ανάπτυξης και διακυβέρνησης – με τις ψήφους μας σχηματίζονταν οι κυβερνήσεις που μας οδήγησαν εδώ. Πραγματικά, η απομυθοποίηση του καπιταλισμού και της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, μπορεί να μας πείσει πιο εύκολα πια, ότι η εκχώρηση της αντιπροσώπευσης και η διαμεσολάβηση από τους επαγγελματίες πολιτικούς των κομμάτων, δεν είναι ο καλύτερος τρόπος διακυβέρνησης. Ότι θα πρέπει να αναλάβουμε οι ίδιοι τη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής μας, προχωρώντας σε δομές αυτοοργάνωσης και αυτοκυβέρνησης. Πριν από όλα να μην αισθανόμαστε φτωχοί επειδή πιθανά δεν έχουμε χρήματα, ούτε άχρηστοι επειδή δεν έχουμε κάποια μισθωτή θέση εργασίας στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις ή στο κράτος. Να μη αισθανόμαστε αδύναμοι, επειδή το κόμμα που ψηφίζαμε δεν μας εκπροσωπεί τελικά και έτσι να αποσυρόμαστε από τα “κοινά”. Αν σταματήσουμε να συμπεριφερόμαστε σαν καταναλωτές πολιτικών και αποφασίσουμε να συμμετάσχουμε στις διεργασίες διαμόρφωσης της πολιτικής, στις προσπάθειες δημιουργίας συλλογικών μορφών εργασίας και παραγωγής για την ικανοποίηση βιοτικών κατ αρχήν αναγκών, θα αντιληφθούμε, ότι ο καλύτερος διαμεσολαβητής είμαστε οι ίδιοι για τον εαυτό μας.
Ένα κίνημα, που θα ξεκινήσει από την «άμυνα», από τα συνθήματα των «πλατειών»: δεν «πληρώνουμε τα χρέη τους», «δε πουλάμε τα κοινωνικά και δημόσια αγαθά μας, ούτε το περιβάλλον μας», «δε χρειαζόμαστε τα λεφτά τους» κ.λπ., θα πρέπει να προχωρήσει επιθετικά στη δημιουργία εναλλακτικών μορφών ατομικής και κοινωνικής ύπαρξης. Να διαμορφώσει και να βάλει σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα από τα κάτω, για τους «από κάτω». Δίνοντας λύσεις στην καθημερινότητά τους, να μπορεί να δημιουργήσει κοινότητες, δίκτυα συνεργασίας και αλληλεγγύης, συνεταιρισμούς και συνεργατικές ομάδες, μονάδες κοινωνικής οικονομίας με αυτοδιαχείριση, αυτοπαραγωγή και αχρήματες ανταλλαγές, “τοπικά νομίσματα” και εναλλακτικούς θεσμούς χρηματοδότησης, κ.λπ.
Τα κόμματα και οι πολιτικές οργανώσεις του «αντιμνημονιακού» μπλοκ θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε αυτό, αν ρίχνανε το βάρος, όχι στις εκλογές, αλλά στην αυτοοργάνωση των πολιτών.
Τα πρώτα βήματα
Ένα τέτοιο κίνημα μπορεί να γίνει κάποια στιγμή πλειοψηφικό στην κοινωνία, και να την οδηγήσει σε ένα νέο «κοινωνικό συμβόλαιο» για μετάβαση σε μια μετακαπιταλιστική οργάνωσή της. Περιληπτικά η κατεύθυνση για μια τέτοια μετάβαση θα μπορούσε να περιλάβει αιτήματα προς τη κεντρική εξουσία σαν τα παρακάτω:
• Να αρνηθούμε τη θέση που έχει σήμερα η χώρα στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης και της ευρωζώνης.
• Να αρνηθούμε να συμμορφωθούμε με τα μέτρα που θα προωθήσουν οι επόμενες κυβερνήσεις, ώστε να εξαναγκασθούν να κάνουν στάση πληρωμών τόκων και χρεολυσίων και να στραφούν στη στήριξη των συλλογικών αγαθών και μισθών ικανών να ικανοποιούν τις βιοτικές ανάγκες του πληθυσμού.
• Να αρνηθούμε την προτεινόμενη από την ευρωπαϊκή ελίτ «διάσωση» της Ελλάδας, που στην ουσία είναι διάσωση του χρεοκοπημένου τραπεζικού της συστήματος. Για αυτό θα χρειασθεί καταρχήν να γίνει κρατικοποίηση των τραπεζών που χρεοκοπούν και εκκαθάριση των ισολογισμών τους διαγράφοντας τα «τοξικά προϊόντα». Οι καταθέτες να εξασφαλίζονται στο ακέραιο και όλες οι υπόλοιπες υποχρεώσεις να διαγράφονται ή να ικανοποιούνται με ότι περισσεύει. Να μη γίνει καμιά κατάσχεση πρώτης κατοικίας.
• Ανασυγκρότηση της κεντρικής και τοπικής διοίκησης, με εθελούσια μετακίνηση προσωπικού από γραφειοκρατικές δομές σε υποδομές κοινωνικής-περιβαλλοντικής προστασίας-που σήμερα είναι σχεδόν ανύπαρκτες-για ενίσχυση του κλάδου της κοινωνικής οικονομίας. Οι ΟΤΑ-όπως φαίνεται από την περίπτωση των «χαρατσιών»- μπορούν να πιεσθούν να βοηθήσουν στη δημιουργία των θεσμών της.
• Να απαιτήσουμε έκτακτα μέτρα εσόδων από τα υψηλά εισοδήματα για να στηριχθούν τα κλυδωνιζόμενα ασφαλιστικά ταμεία. Να προωθήσουμε και να αναβαθμίσουμε τα συλλογικά-κοινωνικά αγαθά(σιδηρόδρομος, ενέργεια, νερό, περιβάλλον, έρευνα-καινοτομία), ενάντια στην επιδιωκόμενη σημερινή ιδιωτικοποίησής τους, ώστε να λειτουργήσουν σαν παράλληλος «κοινωνικός μισθός», με στόχο να ξαναγίνει η ποιότητα ζωής δικαίωμα για όλους. Φορολογική μεταρρύθμιση με χαρακτήρα δικαιοσύνης και αναδιανομής, που θα χρησιμοποιεί τους φόρους και ως εργαλεία για ενθάρρυνση ή αποθάρρυνση δραστηριοτήτων ανάλογα με τις επιπτώσεις των τελευταίων στο περιβάλλον και την κοινωνία.
• Μέτρα διαφάνειας και πάταξης της μικρής και μεγάλης διαφθοράς-φοροδιαφυγής, τα οποία θα πρέπει να συνδυαστούν με αποκατάσταση της αίσθησης δικαιοσύνης.
Στη συνέχεια θα απαιτούνταν κάποια βήματα από σημαντικές κοινωνικές κατηγορίες για βελτίωση των εισοδημάτων τους μέσα από την προώθηση ομάδων παραγωγών, συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών για απευθείας διακίνηση τροφίμων και άλλων χρηστικών προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, συνεταιριστικών μικρών μαγαζιών, δικτύων διανομής και τοπικών συστημάτων ανταλλαγών με δικό τους νόμισμα κ.λ.π. Με προώθηση εναλλακτικών πιστωτικών συνεταιρισμών, που διαχειρίζονται αποταμιεύσεις μελών και πελατών τους χωρίς κερδοσκοπικές πρακτικές, και χωρίς την συνήθη αδιαφορία των τραπεζών για τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις των δράσεων που χρηματοδοτούν.
Θα χρειαζόταν στη συνέχεια να επαναπροσδιορίσουμε γενικότερα τις βασικές μας ανάγκες και τον τρόπο ικανοποίησή τους-όσο γίνεται λιγότερο μέσω των αγορών και της ατομικής κατανάλωσης- με στήριξη στα συλλογικά αγαθά και με μικρότερο κοινωνικό και οικολογικό αποτύπωμα, επιδιώκοντας την «ευζωία με ατομική εγκράτεια και μέσα από τη συλλογική αφθονία». Επιδιώκοντας περισσότερο την αυτοανάπτυξη-αυτοπραγμάτωσή μας σαν ανθρώπινα όντα μέσα από τη κοινωνικοποίηση της εκπαίδευσης και παιδείας και την ενσωμάτωσή της στην κοινωνική ζωή και στην παραγωγική διαδικασία-σε ισορροπία με τη φύση -και κάτω από τον έλεγχο των πολιτών και των άμεσων παραγωγών.
Σε μια τέτοια κατεύθυνση τα βήματα θα μπορούσαν να ήταν σαν τα παρακάτω:
• Το πρώτο βήμα θα ήταν η εκπαίδευση ενός ευρέος δικτύου συνεργείων τεχνιτών, που θα ανασκεύαζε όλα τα κτίρια κάθε περιφέρειας της χώρας , καθιστώντας τα ενεργειακά αποτελεσματικά και όπου δυνατόν ενεργειακά αυτάρκη. Αυτή η πολιτική πέρα από την εξοικονόμιση ενέργειας που θα πετύχαινε, θα δημιουργούσε πελώριο αριθμό νέων θέσεων εργασίας για μηχανικούς, υδραυλικούς, μονωτές, ηλεκτρολόγους, οικοδόμους κ.ο.κ. Οι ευκαιρίες για απασχόληση και δημιουργία θα επεκτείνονταν σε όλες τις κοινότητες και τους δήμους της χώρας.
• Το ίδιο θα συνέβαινε με την εφαρμογή μιας στρατηγικής μείωσης και εκμηδενισμού των απορριμμάτων, που θα δημιουργούσε δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, από συλλέκτες-διαλογείς απορριμμάτων έως επιστήμονες που θα πρωτοπορούσαν στην εφεύρεση κι εφαρμογή νέων υλικών και μεθόδων.
• Η εκπαίδευση χιλιάδων νέων ανθρώπων, στα σχολεία και τις σχολές, στην κηπουρική και την οικο-γεωργία, με σκοπό να παραγάγουν σε τοπικό επίπεδο όλο και περισσότερα τρόφιμα, για τον εαυτό τους και για διάθεση στην τοπική αγορά, θα δημιουργούσε επίσης νέες θέσεις εργασίας. Το καλύτερο θα ήταν βέβαια αν μετατρέπαμε τη χώρα σε ζώνη οικο-βιο-γεωργίας και ζώνη ελεύθερη από μεταλλαγμένα με ποιοτικά προϊόντα που θα έχουν και συγκριτικό πλεονέκτημα για εξαγωγές.
- Να αναβλαστούσαμε τα καμένα δάση, να αποκαταστούσαμε τις λίμνες,τα ποτάμια, τους βιοτόπους και τις παραλίες.
- Να αναζωογονούσαμε την παράκτια αλιεία καταργώντας την εντατική με τα συρόμενα εργαλεία βυθού.
• Να αποκαταστούσαμε στη διατροφή μας το μεσογειακό διατροφικό μοντέλο με μείωση της κατανάλωσης κρέατος.
• Να δημιουργούσαμε νέα (ή να μετατρέπαμε τα παλιά) τοπικά βιομηχανικά οικοσυστήματα(απόβλητα μονάδων, επεξεργάσιμη ύλη για άλλες). Να επανασυστήναμε τη κλωστοϋφαντουργία-βιομηχανίας ζάχαρης κ.λπ. και γενικά να αναπτύσσαμε την οικονομία της εγγύτητας.
• Να ενισχύαμε την εσωτερική μετανάστευση με συλλογικές μετεγκαταστάσεις ανέργων νέων των πόλεων στην περιφέρεια, σε χώρους αυτοπαραγωγής και αυτοδιαχείρισης, απαιτώντας τη στήριξή της από κεντρικούς ή τοπικούς πόρους(π.χ. για νέους ακτήμονες αγρότες διάθεση δημόσιας ή δημοτικής γης). Να προχωρήσαμε σε αστικές και περιαστικές καλλιέργειες για παραγωγή μέρους τουλάχιστον της τροφής του εναπομείναντος πληθυσμού των πόλεων.
• Να επιδιώκαμε ενεργειακή αυτοδυναμία μέσω ενεργειακού εφοδιασμού από δημοτικές-διαδημοτικές επιχειρήσεις, που παράγουν ηλεκ. ενέργεια από ΑΠΕ, κατέχουν τα τοπικά δίκτυα μεσαίας και χαμηλής τάσης και διαχειρίζονται τη διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας στους τελικούς καταναλωτές της περιοχή τους. Και όλα αυτά να συνδέονται με καμπάνιες και τεχνολογίες εξοικονόμησης ενέργειας.
- Να επιδιώκαμε επίσης-όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα, αφού αποσύρουν τις πιθανές οικονομίες από τις τράπεζες-να εγκαθιστούν φ/β συστήματα στις στέγες και ταράτσες των σπιτιών, στις στέγες των αγροτικών υπόστεγων και αποθηκών, σε μη παραγωγική γη.
- Να εγκαθιστούν μικρές ανεμογεννήτριες σε ευνοϊκά σημεία μη παραγωγικής γης. Να δημιουργούν μη κερδοσκοπικές εταιρείες και συνεταιρισμούς, εταιρείες λαϊκής βάσης( π.χ. ετερόρρυθμες) κ.λπ. για την παραγωγή ενέργειας από μικρές εγκαταστάσεις ΑΠΕ και διάθεσή της στα τοπικά δημοτικά δίκτυα. Το ίδιο με τον εφοδιασμό σε πόσιμο νερό μέσω συνεταιρισμών διαχείρισής των λεκανών απορροής και των πηγών του.
• Να συρρικνώναμε το συγκεντρωτικό κράτος μεταφέροντας δικαιοδοσίες και πόρους προς μια όσο γίνεται πιο αποκεντρωμένη Τοπική Αυτοδιοίκηση(Τ.Α.) και κοινωνία.
• Παράλληλα η αισθητή βελτίωση των δημοσίων μεταφορών, ιδίως του σιδηρόδρομου, θα μείωνε τις εκπομπές θερμοκηπικών αερίων, θα συνέβαλε στην κοινωνικότητα των ανθρώπων-πράγμα που διέλυσε μεταξύ των άλλων και η αυτοκίνηση- και θα μείωνε το κόστος των μεταφορών που επιβαρύνει σήμερα όλα τα μεταφερόμενα προϊόντα. Οι ραδιοσυχνότητες, οι συχνότητες τηλεπικοινωνίας κ.λπ. θα μετατρέπονταν σε κοινωνικά-συλλογικά αγαθά-που είναι από τη φύση τους-και δε θα παρέμειναν σε ιδιωτικά χέρια, αλλά σε συνεταιρισμούς και συνεργατικές επικοινωνίας και ενημέρωσης.
Χρειάζεται λοιπόν ένα κίνημα, που θα οδηγήσει στη μετάβαση από την «ατομική απληστία» στη «συλλογική ωφέλεια», με πυλώνες την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική και οικολογική βιωσιμότητα. Γι αυτό χρειάζεται επειγόντως να αναπτυχθεί ένας ουσιαστικός δημόσιος διάλογος-που ακόμα δεν γίνεται-ώστε ταυτόχρονα να επιδιώξουμε μια «πνευματική ανασύνταξη», όσο γίνεται πιο πλατιά. Για το πώς θα τιθασεύσουμε αρχικά, θα αντικαταστήσουμε στη συνέχεια, το σημερινό κυρίαρχο οικονομικό και πολιτισμικό μοντέλο του καπιταλισμού. Χρειαζόμαστε ένα νέο πολιτισμό και ένα νέο είδος πολιτικής.
Η διαμόρφωση ενός τέτοιου προγράμματος «από τα κάτω» θα σήμαινε: αμεσοδημοκρατικές κινηματικές διαδικασίες του τύπου συνελεύσεων γειτονιών- «πλατειών» των πόλεων, των χώρων εργασίας και εκπαίδευσης, των αγροτικών κοινοτήτων, των κοινοτήτων ενδιαφερόντων κ.λπ., που συνδεόμενες σε δίκτυα και λειτουργώντας σε ομοσπονδιακή βάση με εντολοδόχους, θα κατέληγαν στην καταρχήν διατύπωσή του. Στη συνέχεια η υλοποίησή του θα προωθούνταν καλύτερα με τη δημιουργία τοπικών ριζοσπαστικών κινήσεων πολιτών που θα παρέμβαιναν στις τοπικές κοινωνίες και στην Τ.Α. και θα πίεζαν από τη μια να προωθήσει τα αιτήματα προς το κεντρικό κράτος, από την άλλη θα απαιτούσαν από τα όργανά της να καλούν συνελεύσεις δημοτικών διαμερισμάτων, δήμων και των περιφερειών, για τη θεσμοθέτηση ενός -τοπικού στην αρχή- συμμετοχικού προϋπολογισμού με βάση τη δικαιοσύνη, τους τοπικούς πόρους και το μικρότερο οικολογικό αποτύπωμα. (Ο όρος συμμετοχικός με την έννοια ότι στη διαμόρφωσή του θα έχουν συμμετάσχει οι πολίτες-δημότες με τη διαδικασία των συνελεύσεων, όπου θα πρέπει να επιδιώκεται η όσο γίνεται μεγαλύτερη συμμετοχή).
Αυτή η διαδικασία θα οδηγούσε όχι μόνο μακροπρόθεσμα, αλλά και μεσοπρόθεσμα να αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων στους θεσμούς της Τ.Α. Τώρα και το τοπικό πολιτικό προσωπικό λειτουργεί κατ εικόνα και ομοίωση του κεντρικού, αλλά εδώ είναι πιο εύκολο να αντικατασταθεί η εξουσία του από τους εντολοδόχους των συνελεύσεων των πολιτών. Όταν γίνει αυτό σε αρκετούς δήμους, τότε θα είναι δυνατόν να τεθεί επί τάπητος το ζήτημα ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου και η έκφρασή του σε ένα νέο σύνταγμα που δε θα στηρίζεται στην κοινοβουλευτική δημοκρατία και το σημερινό κομματικό σύστημα, αλλά σε όσο γίνεται πιο αμεσοδημοκρατικούς θεσμούς, με τη μορφή ίσως της ομοσπονδίας δήμων και συνομοσπονδίας των περιφερειών. -