Ο κορονοϊός και η κλιματική κρίση έχουν κάνει προφανή τον παραλογισμό του τωρινού συστήματος, σε ένα σημαντικό και κρίσιμο αριθμό ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη. Για αυτούς, αυτή η κατάσταση είναι μια ιστορική ευκαιρία για έναν θεμελιώδη αναπροσανατολισμό στον πολιτισμό, στην ηθική, στην οικονομία, στους τρόπους ζωής, καθώς και στην ίδια την οργάνωση της κοινωνίας. Στους άλλους-στον λεγόμενο «μέσο» άνθρωπο, που σήμερα λόγω συνδημίας υπόκειται σε διάφορους αποκλεισμούς και εγκλεισμούς-δίνεται η δυνατότητα να αναρωτηθούν εκ νέου πώς θέλουν να ζήσουν.
Το υπάρχον κοινωνικο-οικονομικό σύστημα διαιρεί την κοινωνία, δημιουργεί ακραίες ανισότητες, ενώ ταυτόχρονα μας διαχωρίζει από τη φύση και καταστρέφει τις βάσεις της ζωής μας - και με αυτές και την ίδια τη βάση της κοινωνίας. Μας αποξενώνει τόσο από τους άλλους ανθρώπους, όσο και από τις δικές μας ανάγκες. Κατευθύνει πάρα πολύ την ζωτική μας ενέργεια στον ανταγωνισμό, στην κατοχή μη απαραίτητων υλικών αντικειμένων- πλούτου και πολλές φορές σε άσκοπη εργασία, ενώ ταυτόχρονα πολλές σημαντικές με νόημα δραστηριότητες παραμένουν ημιτελείς ή αόρατες. Με όλα αυτά τα αποτελέσματα, απομυθοποιεί εν τέλει και την πολιτική συναίνεση στα κοινωνικά συμβόλαια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.
Αυτό το οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο ανάπτυξης, κυρίως με την τεχνολογική πρακτική του, έχει ασκήσει σε παγκόσμια κλίμακα τέτοια πίεση στο οικοσύστημα, ώστε το αποτέλεσμα είναι μια απρόβλεπτων διαστάσεων εξαφάνιση των μη ανθρώπινων ειδών, και κατά συνέπεια, έχει βάλει σε μεγάλο κίνδυνο την ύπαρξη της ίδιας της ανθρωπότητας. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι είναι ηθικά απαράδεκτο να διαμορφώνεται μια πραγματικότητα από τις τεχνολογικές πρακτικές του παρόντος, που τελικά βλάπτει το περιβάλλον μας ή τους συνανθρώπους μας.
Είναι ενδιαφέρον, και ενδεχομένως και ειρωνικό, ότι οι άνθρωποι έχουν επιβιώσει -ιδίως σε κάποιες δύσκολες ιστορικές περιόδους της εξέλιξής τους- ακριβώς επειδή έχουν προσαρμόσει σε αυτούς το περιβάλλον τους και τις άλλες μορφές ζωής-μέσω της τεχνολογικής πρακτικής- αντί να προσαρμοστούν απλώς οι ίδιοι σε αυτά που τους περιβάλλουν. Αλλά σήμερα αυτό που παρατηρούμε είναι ότι ο μετασχηματισμός του μη ανθρώπινου κόσμου που έχουν καταφέρει οι άνθρωποι, ιδίως στην περίοδο που έχει επικρατήσει ο καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός σε παγκόσμιο επίπεδο, θέτει σε κίνδυνο την ίδια την ανθρώπινη επιβίωση, ανεξαρτήτως κοινωνικής τάξης.
Και αυτό-για να μην συνεχισθεί μέχρι την τελική κατάρρευση του πλανητικού οικοσυστήματος, το οποίο εμπεριέχει και την ανθρωπότητα-απαιτεί μια ριζικά εναλλακτική λύση και έναν άλλο τρόπο σκέψης, καθώς και μια διαφορετική ηθική για να καθοδηγήσει την κοινωνική πρακτική και την επιδίωξη μιας καλύτερης ζωής-ευζωίας.
Σε αυτό το επίπεδο, ένα βασικό ερώτημα που μπαίνει, για παράδειγμα, είναι: με τι είδους τεχνολογία μπορούμε να προωθήσουμε την εναλλακτική λύση; Σίγουρα όχι με την πρακτική της Silicon Valley!
Ορίζοντας γενικά την τεχνολογία του ανθρώπου ως τρόπο διαμόρφωσης του περιβάλλοντος κόσμου του και ως μια λειτουργία ύπαρξής του σε αυτό τον κόσμο, που εκδηλώνεται στην τεχνολογική πρακτική διαφόρων βαθμών, αντί να λέμε αυστηρά «ναι» ή «όχι» στην τεχνολογία, το ερώτημα σχετικά με το ποια τεχνολογική πρακτική είναι κατάλληλη για την μετάβαση σε κοινωνίες αποανάπτυξης, παίρνει σε μεγάλο βαθμό τη μορφή: ποιος είναι ο κατάλληλος βαθμός τεχνολογικοποίησης.
Δεν υπάρχουν σήμερα πάρα πολλά μη ανθρώπινα αντικείμενα ή όντα που μετατρέπονται σε ανθρωπογενή τέτοια, μέσω της τεχνολογικής πρακτικής με πάρα πολλά τεχνολογικά μέσα;
Ο μέσος άνθρωπος-καταναλωτής, στον "αναπτυγμένο" κόσμο, έχει φθάσει στο σημείο να κατέχει 10.000 ανθρωπογενή αντικείμενα-εμπορεύματα μη έχοντας ούτε το χρόνο για να τα χρησιμοποιήσει, ούτε τον χώρο να τα αποθηκεύσει!
Καθώς τα οικοσυστήματα καταρρέουν γύρω μας, σε τοπικό και πλανητικό επίπεδο, υπάρχει ένας πλούτος εμπειρικών στοιχείων που υποστηρίζει την άποψη ότι το ανθρώπινο είδος έχει προχωρήσει υπερβολικά στη μετατροπή του φυσικού περιβάλλοντός του σε τεχνικό τέτοιο. Για να πάμε στην αποανάπτυξη με μειωμένη χρήση υλικών και ενέργειας και άρα να δώσουμε τη δυνατότητα να υπάρξει αποκατάστασή τους, το φαντασιακό και οι πρακτικές μας θα πρέπει σε σημαντικό βαθμό να απελευθερωθούν από το τεχνολογικό πλαίσιο σκέψης.
Μελετώντας και αναλύοντας τον επιστημονικό τρόπο σκέψης και την τεχνολογική πρακτική, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η κυρίαρχη τεχνολογία σήμερα κατευθύνει τους ανθρώπους προς τη συνεχή μετατροπή μη ανθρωπογενών αντικειμένων σε αντικείμενα ανθρώπινης χρήσης. Κατά τρόπο που είναι προβληματικός για την οικολογική λογική και την αλλαγή της κοινωνίας μέσα από την οικολογικοποίησή της. Ο μετασχηματισμός των αντικειμένων σηματοδοτεί μια αύξηση στις αθροιστικές εισροές υλικών και ενεργειακών πόρων. Όσο πιο πολύ τεχνολογική είναι η ανθρώπινη πρακτική, τόσο λιγότερα πράγματα είναι ελεύθερα για χρήση, στη φυσική τους μορφή.
Ακόμη και η μετατροπή των υφιστάμενων τεχνητών αντικειμένων σε νέα αντικείμενα (ανακύκλωση) χρειάζεται ύλη/ενέργεια και συμβάλλει στο συνολικό μεταβολικό φορτίο στη Γη. Ως εκ τούτου, σε αντίθεση με τις ιδέες του οικολογικού εκσυγχρονισμού της τεχνολογίας, θα πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση του βαθμού της τεχνολογικής πρακτικής σημαίνει αύξηση της ροής ύλης/ ενέργειας. Έτσι, θα χρειασθεί να αμφισβητηθεί έντονα η δεσπόζουσα θέση της σύγχρονης τεχνολογίας ως μέσου οικολογικής αλλαγής, και να διαμορφωθεί το αίτημα για αποχή από την τεχνολογική πρακτική του σήμερα, μέσω μιας νέας ηθικής, της: Απελευθέρωσης από την υπάρχουσα τεχνολογία!
Ποια απελευθέρωση;
Μια εναλλακτική πρακτική που υπερβαίνει τη σύγχρονη τεχνολογία είναι σίγουρα απαραίτητη για τον 21 ο αιώνα. Χρειαζόμαστε έναν νέο τρόπο κατανόησης της ύπαρξης, ένα νέο ήθος και φιλοσοφία, που αφήνει τα όντα να εκδηλώνονται τα ίδια όχι μόνο ως αντικείμενα για ανθρώπινους σκοπούς, αλλά ως εγγενώς σημαντικά, που έχουν αυταξία[1], και η απελευθέρωση από τη σημερινή τεχνολογία και τον σημερινό οικονομικό και επιστημονικό τρόπο σκέψης, το προσφέρει αυτό. Μπορεί να έχει τα εξής χαρακτηριστικά η μέλλουσα ήπια τεχνολογία μας:
- Να μην παρεμβαίνει αδικαιολόγητα στα πράγματα.
- Να φροντίζει τα πράγματα, με την έννοια ότι τα κάνει έτσι ώστε να μπορούν να εκπληρώσουν τις δυνατότητές τους.
- Να αφήνει τα πράγματα να είναι, αυτό δεν περιλαμβάνει απλά το έργο της φροντίδας των πραγμάτων, αλλά και το οντολογικό έργο του να αφήνει και να διατηρεί ανοιχτούς τους τρόπους εξέλιξής τους σε μορφές, μέσω των οποίων μπορούν να εμφανιστούν από μόνα τους, χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση.
Ένας τρόπος για να υπάρξει αυτή η γενικότερη οντολογική απελευθέρωση, θα μπορούσε να είναι η μη συμμετοχή σε αυτές τις πρακτικές όπου κυριαρχεί η ουσία της σημερινής τεχνολογίας, συμπεριλαμβανομένου του υπολογιστικού-ωφελιμιστικού τρόπου σκέψης, που ενισχύει τον ενσωματωμένο παράγοντα για περισσότερες τεχνολογικές αλλαγές. Αυτό σημαίνει μια μετατόπιση από την ενεργό συμμετοχή σε πολυσχιδείς τεχνολογικές πρακτικές που απαιτούν ένα παγκόσμιο δίκτυο παραγωγής και διανομής, στην «επάρκεια» υλικών και πόρων, τη ριζωμένη σε μια περιοχή.
Η οντολογική απελευθέρωση προσφέρει ένα πεδίο για την εμφάνιση νέων ηθών, αλλά για αυτό απαιτούνται ερμηνείες και πιθανές πολιτικές συνέπειες με προσεκτική εξέταση για την εφαρμογή τους: Οι ανθρωπιστές θα υποστήριζαν ότι είναι πολιτικά επικίνδυνο να εγκαταλειφθεί ο ανθρωποκεντρισμός και η αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπέρ μιας σκοτεινής έννοιας του βιοκεντρισμού και του να "αφήσουμε τα πράγματα όπως είναι", ενώ αντίθετα ορισμένοι ριζοσπαστικοί περιβαλλοντολόγοι θα υποστήριζαν ότι οι ανθρωπιστές παραμένουν ως τέτοιοι, επειδή υπερεκτιμούν τη σημασία της υποτιθέμενης μοναδικής ικανότητας του ανθρώπου να μιλάει και να σκέφτεται.
Καταρχήν, είναι δυνατόν να σκεφτεί κανείς ότι αυτό το εναλλακτικό ήθος «να αφήσει τα πράγματα να είναι», μπορεί να οδηγήσει σε παθητικότητα έναντι της οποιασδήποτε αδικίας-και της κοινωνικής. Να οδηγήσει στην επανάληψη του φασισμού στην Ευρώπη, στη συνέχιση της παγκόσμιας πορείας του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, ή στην εκτεταμένη καταστροφή των οικοτόπων και οικοσυστημάτων. Ωστόσο, ίσως να είναι δυνατόν να μιλήσουμε για σκόπιμη αδράνεια ή ενεργό παθητικότητα στην περίπτωση μιας ηθικής αντιμετώπισης του μη ανθρώπινου κόσμου. Αυτό είναι έτσι επειδή, προκειμένου να μειωθεί η ροή ύλη/ ενεργειας, είναι ακριβώς απαραίτητη η εν μέρει συλλογική αποχή -και η παύση σε κάποιες περιπτώσεις -της τεχνολογικής πρακτικής.
Για να έχουμε μια κοινωνία αποανάπτυξης, ένας μεγάλος όγκος των ορυκτών καυσίμων πρέπει να αφεθεί στο έδαφος, ένα τεράστιο μέρος των δασών πρέπει να αφεθούν να αναπτυχθούν, και τα περισσότερα ψάρια πρέπει να μείνουν στους ωκεανούς. Για να ανακάμψουν τα οικοσυστήματα, η ανθρώπινη δραστηριότητα πρέπει να συρρικνωθεί!
Ο κόσμος είναι ήδη γεμάτος εργαλεία και αντικείμενα για τον ανθρώπινο βίο. Δεν υπάρχει έλλειψη. Στην πραγματικότητα, το αντίστροφο μπορεί να συμβαίνει. Απλά είναι θέμα διαμοιρασμού και κοινής χρήσης σε πλαίσια εκτός της αγοράς, αντί της ατομικής κτήσης και υπερκατανάλωσης, για να γίνει αντιληπτή από τον μέσο άνθρωπο, η ήδη επιτευχθείσα αφθονία-μιλάμε βέβαια κυρίως για τον «αναπτυγμένο» κόσμο. Η αποανάπτυξη από την άποψη της μειωμένης ροής ύλης/ενέργειας, μπορεί να επιτευχθεί με απομακρυνόμενες από την τεχνολογία πρακτικές και η απελευθέρωση με τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε πριν, είναι η μόνη διέξοδος.
Κατά συνέπεια, η αποανάπτυξη καλεί τους ανθρώπους να απέχουν από το τεχνολογικό πλαίσιο και πρακτική. Αν και αυτό είναι δύσκολο, επειδή οι περισσότεροι από εμάς έχουν βαθιά μέσα τους παγιωμένες τις ρουτίνες και τις συνήθειες της τεχνολογικής κοινωνίας, υπάρχει πάντα η ελπίδα και η ευκαιρία για μια αλλαγή, ιδίως σήμερα που η συνδημία του Κορώνα, δείχνει πόσο επισφαλής είναι η ανθρώπινη επιβίωση, παρόλα τα τεχνολογικά μέσα που διαθέτουμε και που πιθανά να είναι και η αιτία της πανδημίας, αφού έχουμε εξαλείψει τις συνθήκες ύπαρξης της άγριας ζωής.
Υπάρχει μια συνεχής ροή ευκαιριών: κάθε παρούσα δραστηριότητα είναι δυνητικά μια νέα αρχή, είναι από μόνη της μια αλλαγή ή η αρχή μιας αλλαγής. Το εάν μια παρούσα δραστηριότητα είναι πραγματικά μια νέα αρχή, εξαρτάται από το τι δημιουργείται και πώς οι άλλοι αντιδρούν σε αυτό.
Αν για παράδειγμα, το καινούργιο είναι αυτό που προτείνουν οι «υπερανθρωπιστές-μετα-ανθρωπιστές», δηλαδή την ίδια την απελευθέρωση από το ανθρώπινο είδος με βαθμιαία προσαρμογή του ανθρώπου στην εικονιστική κοινωνία των μηχανών και των αλγορίθμων, αν επιδιωχθεί με το σημερινό τεχνολογικό υπόδειγμα-της ψηφιοποίησης, ρομποτοποίησης, αυτοματοποίησης, τεχνητής νοημοσύνης- μια μετεξέλιξη του ανθρώπου με την βιολογική μετάλλαξή του σ' ένα είδος μετα-ανθρώπου, υπερβαίνοντας τους βιολογικούς περιορισμούς για να αποικίσει τελικά το σύμπαν εκπληρώνοντας το πεπρωμένο του, τότε αυτό δε θα αφορά την πλειοψηφία του ανθρώπινου πληθυσμού, αλλά μια οικτρά ελίτ των σημερινών δισεκατομμυριούχων, που έχουν κηρύξει τον «θάνατο στον θάνατο». Για την πλειοψηφία των ανθρώπων που θα μείνουν πίσω σε έναν κατεστραμμένο πλανήτη, αυτή η χίμαιρα των «υπερανθρωπιστών-μετα-ανθρωπιστών», θα είναι μια δυστοπία και όχι απελευθέρωση!
Τελικά, όπως και η ηθική, η διαλογισμός σαν τρόπος σκέψης, δεν μπορεί να είναι υπεράνω ή να αποστασιοποιηθεί από τις πρακτικές των ανθρώπων σήμερα, αλλά πρέπει μάλλον να διέπει το σύνολο των πρακτικών τους. H παράδοση του διαλογισμού και του «άφησε τα πράγματα να υπάρχουν και να εξελίσσονται μόνα τους» («do nothing»), καθώς επίσης το πάθος για την εθελοντική απλότητα, τον ασκητισμό και την αξιοπρεπή φτώχεια- εμπνευσμένο από τον Γκάντι(Ανατολή) και τον Θορώ(Δύση)- που καταλήγει όχι μόνο στη γενικότερη στάση για σκόπιμη αδράνεια ή ενεργητική παθητικότητα, αλλά και στην πολιτική στάση της ενεργητικής-παθητικής αντίστασης, σε ότι αρνητικό προωθείται σήμερα, θα βοηθήσει προς την κατεύθυνση της γενικότερης απελευθέρωσης.
[1] Ο Χάιντεγκερ, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι «πρέπει να σεβόμαστε όλα τα όντα όχι επειδή μοιάζουν με τους ανθρώπους, όχι επειδή εκτιμώνται από τους ανθρώπους, όχι επειδή είναι πιο έμπειρα από τους ανθρώπους, αλλά επειδή είναι αυτό που είναι».