Ζούμε τώρα στο Ανθρωπόκαινο και κανένας φυσικός μηχανισμός-«από μηχανής θεός»-δεν θα έρθει να μας σώσει. Χρειάζεται επείγουσα στροφή της πορείας μας για να επιτρέψουμε στη φύση να αντιστρέψει την ζοφερή κατάσταση. Για αυτό χρειαζόμαστε νέους προσανατολισμούς, και η έννοια της επάρκειας είναι ένας από τους πιο σημαντικούς ανάμεσά τους.
Η επάρκεια αποτελεί ουσιαστικά τον αντίποδα του προσανατολισμού του σημερινού καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης που είναι το μόνιμο μότο: "ψηλότερα, μακρύτερα, γρηγορότερα, περισσότερα". Αντίθετα, η επάρκεια δίνει προτεραιότητα στην ποιότητα ζωής στα πλαίσια της εργασίας, της εκπαίδευσης και του ελεύθερου χρόνου, καθώς και στην ελευθερία της υπεύθυνης επιλογής και του δικαιώματος αυτοδιάθεσης. Μιας ελευθερίας που περιλαμβάνει όχι μόνο την ελευθερία από την καταπίεση και τις κοινωνικές διακρίσεις, αλλά και την ελευθερία για ενεργό συμμετοχή στις κοινωνικές υποθέσεις. Μια από τις κεντρικές κραυγές των επόμενων μαχών-γιατί στην ουσία βρισκόμαστε σε συνθήκες πολέμου- θα είναι το μότο "καλύτερα, όχι περισσότερα!"
Πριν από τριάντα χρόνια, το 1987, η Παγκόσμια Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξης (γνωστή και ως Επιτροπή Brundtland) όρισε την έννοια της «Αειφόρου Ανάπτυξης» ως εξής: «Ανάπτυξη που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών για να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες». Αυτός ο ορισμός περιέχει δύο βασικές έννοιες:
1) Την έννοια των "αναγκών", ιδίως των βασικών αναγκών των φτωχών του κόσμου, στους οποίους πρέπει να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα, και
2) Την ιδέα των περιορισμών που επιβάλλονται από την κατάσταση και την ικανότητα του περιβάλλοντος να ανταποκριθεί στις παρούσες και μελλοντικές ανάγκες. Σήμερα θα το ονομάζαμε αυτό: διασφάλιση της δυνατότητας του οικοσυστήματος στο να μας παρέχει υπηρεσίες.
Η δικαιοσύνη εντός και μεταξύ των γενεών και των κοινωνικών ομάδων βρίσκεται στο πυρήνα αυτού του ορισμού. Αλλά οι δύο βασικές αρχές της «αειφόρου ανάπτυξης», δηλαδή η ικανοποίηση των αναγκών και οι περιορισμοί του οικοσυστήματος είναι ασυμβίβαστοι με τις πολιτικές των κρατούντων παντού σήμερα, αν και όλοι αναφέρονται στον όρο. Οι ιθύνοντες του πολιτικοοικονομικού συστήματος που είναι υπεύθυνοι στη λήψη αποφάσεων στην πολιτική και τις επιχειρήσεις λατρεύουν πάντα να αναφέρουν την πρώτη πρόταση, αλλά αποφεύγουν το δεύτερο μέρος του ορισμού.
Για να είναι η ανάπτυξη, όχι «αειφόρος» γενικά, αλλά «βιώσιμη» ειδικά, πρέπει να δημιουργήσουμε εκτός από αντίστοιχα βιώσιμα αγαθά, και ποιότητα ζωής, ή συνοπτικά ένα «επαρκές ψυχικό εισόδημα» από τους πόρους που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με δίκαιο και βιώσιμο τρόπο. Η ποιότητα ζωής περιλαμβάνει καταρχήν -εκτός των άλλων- και καλή αμειβόμενη εργασία, και αναγνώριση της μη αμειβόμενης εργασίας (φροντίδας), και την ισότητα των φύλων στα δύο είδη εργασίας.
Γιατί επικεντρωνόμαστε στην επάρκεια
Ας ξεκινήσουμε με την εξίσωση ΕΠΕΤ (η οποία ως ταυτολογία είναι πάντα
αλήθεια): Ε(πιπτώσεις) = Π(ληθυσμός) x Ε(υημερία[1]) x Τα(εχνολογία):
- Π: Ο πληθυσμός κυριαρχεί στη συζήτηση που γίνεται στις ΗΠΑ. Μέχρι το 2050 αναμένουμε περίπου 120% αύξηση του πληθυσμού παγκοσμίως.
-Ε: Η ευημερία είναι ο ελέφαντας στο σαλόνι - μόνο οι οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στα κινήματα της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης και της αποανάπτυξης μιλάνε γι' αυτήν. Ο ΟΟΣΑ την μετρά με το ΑΕΠ και αναμένει ότι θα αυξηθεί κατά 300% έως το 2050.
- Τ: Η τεχνολογική αποτελεσματικότητα είναι το κύριο θέμα συζήτησης στην ΕΕ. Μέχρι το 2050 ελπίζουν σε περίπου 40% αύξηση της παραγωγικότητας στη χρήση των πόρων.
Οι Ε(πιπτώσεις) της όποιου είδους ανάπτυξης, αναμένεται να υπερδιπλασιαστούν μέχρι τα μέσα του αιώνα, μια εντελώς ανεύθυνη τάση.
Το να αυξηθεί-όπως προτείνεται- ο ρυθμός της παραγωγικότητας των πόρων σε 6% ετησίως (διπλάσια από την αναμενόμενη και τριπλάσια του προηγούμενου ρυθμού) θα απαιτούσε μια μόνιμη προσφορά νέων θαυματουργών τεχνολογιών που μέχρι στιγμής δεν έχουν αναπτυχθεί καν ως πρωτότυπα. Η αντιμετώπιση της δημογραφικής αλλαγής δεν απαιτεί μόνο ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά είναι επίσης δευτερεύουσας σημασίας για τις συνολικές επιπτώσεις.
Έτσι, ρεαλιστικά, η βασική μεταβλητή που μπορεί να αντιμετωπιστεί, στα πλαίσια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, είναι η Ευημερία, εκφρασμένη σε καθαρό όγκο κατανάλωσης. Σε αυτά τα πλαίσια, αυτό είναι και το νόημα της επάρκειας: η μείωση της κατά κεφαλήν κατανάλωσης πόρων. Αυτό δεν είναι το ίδιο με τη μείωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων: ενώ οι ανθρώπινες επιθυμίες είναι άπειρες, οι ανθρώπινες ανάγκες περιορίζονται ως ανθρωπολογική σταθερά. Λίγες από αυτές είναι υλικές ανάγκες- αυτές μπορούν να εξυπηρετηθούν από λιγότερο υλικά αγαθά και υπηρεσίες, για παράδειγμα με την κοινή χρήση αντί της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των πιο αναποτελεσματικών διαρκών ιδιωτικών αγαθών, όπως είναι τα αυτοκίνητα.
Φυσικά αυτό το αίτημα για μείωση της ευμάρειας ισχύει κυρίως για τους πλούσιους, αλλά όχι απαραίτητα μόνο στις εύπορες χώρες. Ενώ η οικονομική ανάπτυξη είναι απαραίτητη στα φτωχότερα έθνη, η πλειοψηφία των φτωχών του κόσμου ζουν πλέον σε χώρες μεσαίου εισοδήματος. Ως αποτέλεσμα, η επιταγή-μάντρα της ανάπτυξης δεν ισχύει πια για τις χώρες γενικά, αλλά περισσότερο για τις μειονεκτούσες ομάδες εντός των χωρών, με αναδιανομή του πλούτου μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών σε κάθε χώρα και μεταξύ των πλουσίων και φτωχών χωρών, καθώς και μεταξύ της παγκόσμιας καταναλωτικής τάξης και της υπόλοιπης ανθρωπότητας που είναι ένα βασικό ζήτημα. Για παράδειγμα, ενώ η Κίνα μπορεί να εξακολουθεί να έχει περίπου 180 εκατομμύρια ανθρώπων σε συνθήκες φτώχειας, φιλοξενεί τη μεγαλύτερη εθνική ομάδα δισεκατομμυριούχων, και οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έχουν ξεπεράσει αυτές της ΕΕ, ακόμη και κατά κεφαλήν.
Ο περιβαλλοντικός χώρος ορίζει ένα ανώτατο όριο κατανάλωσης πόρων και ένα κατώτατο όριο πρόσβασης σε πόρους. Για να γίνουν σεβαστά τα πλανητικά όρια, η κατανάλωση πρέπει να μειωθεί, συρρικνώνοντας έτσι την οικονομία, επειδή βρισκόμαστε σε μια κατάσταση υπερ-απωλειών βιοποικιλότητας, διατάραξης του παγκόσμιου κύκλου του Αζώτου (N) και Φωσφόρου (P), της οργανικής ύλης, καθώς και διατάραξης του κλίματος. Σήμερα όχι μόνο οι μη ανανεώσιμες πηγές εξαντλούνται, ακόμη και οι ανανεώσιμοι πόροι εκμεταλλεύονται πέρα από τις ικανότητες αναγέννησής τους, καθιστώντας τους μη ανανεώσιμους.
Χρειαζόμαστε επειγόντως μια παγκόσμια δίκαιη κατανομή της πρόσβασης σε πόρους εντός των περιβαλλοντικών ορίων. Αυτό προϋποθέτει την αποϋλοποίηση, αποορυκτοποίηση (σταδιακή κατάργηση της χρήσης ορυκτών καυσίμων έως το 2030), τερματισμό της αποψίλωσης εδαφών και διασφάλιση των κοινών αγαθών. Αυτό είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια κυκλική οικονομία και έναν οικολογικό εκσυγχρονισμό.
Για να αντιμετωπισθεί η κατάσταση θετικά, πρώτα θα πρέπει να καθοριστούν αυτοί οι στόχοι-για παράδειγμα στην ΕΕ- και οι αντίστοιχές τους πολιτικές να αξιολογούνται με βάση το κριτήριο εάν είναι αποτελεσματικές στρατηγικές για την υλοποίηση των στόχων, σε συνδυασμό με την προσαρμογή τους, όσο συχνά χρειάζεται. Για παράδειγμα, οι αυξήσεις της αποτελεσματικότητας είναι αναμφίβολα απαραίτητες, αλλά ενισχύουν την αύξηση της χρήσης των πόρων. Πρέπει λοιπόν να συνδυαστούν με την επάρκεια οι πολιτικές που απομυζούν το πλεόνασμα και έτσι εξαλείφουν την ανάκαμψη ως αποτέλεσμα. Ο σκοπός μετράει, όχι τα μέσα. Καθώς δεν υπάρχουν αποτελεσματικά αναπτυξιακά φρένα σε μια οικονομία της ελεύθερης αγοράς, οι περιορισμοί πρέπει να καθοριστούν από το εξωτερικό του οικονομικού συστήματος: από την πολιτική δηλαδή, περιορίζοντας τη ροή των πόρων με ένα μειούμενο σταδιακά ανώτατο όριο.
Το κατώτατο όριο κοινωνικής προστασίας που ζητήθηκε από τον ΟΗΕ - το οποίο επιδιώκεται μέσω μέτρων όπως το άνευ όρων βασικό εισόδημα, το αρνητικό εισόδημα-φόρο, και έναν ελεύθερο ενεργειακό προϋπολογισμό - προϋποθέτει την εξασφάλιση επαρκούς πρόσβασης σε πόρους για μια αξιοπρεπή ζωή.
Επάρκεια ως ελευθερία
Μεταξύ του δαπέδου και της οροφής, βρίσκεται ο τομέας της ελευθερίας, ο χώρος δηλαδή για βιώσιμους τρόπους ζωής, ο ασφαλής χώρος λειτουργίας της ανθρωπότητας. Μόνο σε αυτό το χώρο οι έννοιες της ελευθερίας της επιλογής και η κυριαρχία του πολίτη-καταναλωτή έχουν νόημα. Η εκτός των ορίων αυτών κυριαρχία μετατρέπεται σε ανευθυνότητα, εκούσια υπερκατανάλωση ή επιβαλλόμενη υποκατανάλωση. Ωστόσο, εξαντλώντας τους σπάνιους πόρους, σπαταλώντας τους για αμφίβολους σκοπούς όπως οι εξοπλισμοί, ο πόλεμος, τα συστήματα καταστολής και τα αγαθά πολυτελείας, και ταυτόχρονα με την υπερβολική ρύπανση του περιβάλλοντος, αφενός, και με την παγκόσμια πόλωση του εισοδήματος από την άλλη, οι ταξικές κοινωνίες σήμερα απλά συρρικνώνουν το πεδίο των ελεύθερα επιλεγμένων τρόπων ζωής, των συνηθειών και των προϊόντων, για τους «από κάτω» με τα χαμηλότερα εισοδήματα.
Σε αυτό το πλαίσιο, αντίθετα, η επάρκεια χαρακτηρίζεται από την ελευθερία όλων να εξασφαλίζουν τις συνθήκες ύπαρξης και να κάνουν κάτι που οι άνθρωποι το αποδέχονται και το εκτιμούν- η νομιμοποίηση της πραχτικής τους στηρίζεται σε δημοκρατικά και ηθικά κριτήρια και περιορισμούς. Λειτουργεί ως προστασία από την έλξη του καταναλωτικού καπιταλισμού να συμβαδίζει με την συμπεριφορά μεγάλου μέρους των καταναλωτών της «διπλανής πόρτας», που χρησιμοποιούν χρήματα που δεν έχουν (δανειστές) για να αγοράσουν πράγματα που δεν χρειάζονται, για να εντυπωσιάσουν ανθρώπους που δεν τους αρέσουν. Και επειδή ο καταναλωτικός καπιταλισμός βασίζεται στην επιδίωξη του « πάντα περισσότερο», είναι φανερό ότι η έννοια της επάρκειας στρέφεται με πρακτικό τρόπο ενάντια στον καπιταλισμό.
Η επίκληση της επάρκειας για ένα διαφορετικό είδος κοινωνικών σχέσεων, για τον καθορισμό των σκοπών πριν από την επιλογή μέσων, και έτσι για ένα τέλος αυτής της εκδοχής του καπιταλισμού, στην οποία όλοι μας έχουμε γαλουχηθεί, αναμένεται να συναντήσει την έντονη αντίσταση. Η προώθηση της επάρκειας, σκοντάφτει στην άγρια αντίσταση των «εχόντων και κατεχόντων» δικαιούχων του μη βιώσιμου status quo (μόνο οι προαγωγείς της τεχνολογικής αποτελεσματικότητας δεν αντιμετωπίζουν τέτοιου είδους αντίσταση).
Σαράντα πέντε χρόνια πριν, η έκθεση «Τα όρια της ανάπτυξης» προειδοποιούσε για τους μελλοντικούς κινδύνους της πορείας που ακολουθούσε ο κόσμος. Όμως συνεχίσαμε να περπατάμε στα μονοπάτια για τα οποία είχαν προειδοποιήσει τα σενάρια για τα «όρια της δυστυχίας». Η απάντηση του Νότου στην έκθεση, υπογράμμισε την τρέχουσα ταλαιπωρία από την φτώχεια, δείχνοντας ότι η αναδιανομή θα έλυνε το περιβαλλοντικό παράλληλα με τα κοινωνικά προβλήματα. Σήμερα έχουμε ξεπεράσει και τα δύο όρια, για την ανάπτυξη και τη δυστυχία, μέχρι -και αν ποτέ-μπούμε στον «αιώνα της οικολογίας» -η οποία στην ουσία δεν είναι υπόσχεση αλλά απειλή: χάνουμε την ελευθερία της επιλογής καθώς οι περιβαλλοντικές ανάγκες αρχίζουν να υπαγορεύουν όλο και πιο έντονα τις πολιτικές που πρέπει να εφαρμόζονται, καθώς οι απειλές δεν μπορούν να παραβλεφθούν.
Καλή εργασία, αμειβόμενη και μη, με δυνατότητα ολοκλήρωσης και αυτοπραγμάτωσης, αποτελεί βασικό στοιχείο της ποιότητας ζωής, ήδη στις κοινωνίες μας. Η επάρκεια απαιτεί την αποσυμφόρηση της εργασίας όπου οι συνθήκες δεν εξασφαλίζουν τη ποιότητα της ζωής. Τα αιτήματα για αυτοκαθοριζόμενη εργασία, για μειώσεις του χρόνου, για δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων αξιόπιστων, δημόσιων υγειονομικών συστημάτων περίθαλψης και σύνταξης και συνεπώς για τον τερματισμό της φτώχειας, ανοίγουν το δρόμο για την αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου. Ωστόσο, υπό συνθήκες αποανάπτυξης η σμίκρυνση της φυσικής οικονομίας θα επηρεάσει πιθανώς και τον όγκο της παραγόμενης αξίας που πρέπει να κατανεμηθεί μεταξύ της εργασίας, του κεφαλαίου-ως νεκρής εργασίας- και του κράτους (τι είδους κράτους άραγε; Η δική μας πρόταση είναι αυτή της Κοινότητας των Κοινοτήτων). Η μείωση των ανισοτήτων μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ανακατανομής του πλούτου, αλλά στη συνέχεια τα πραγματικά εισοδήματα δεν θα αυξηθούν πλέον, και μια καλύτερη ποιότητα ζωής πρέπει να παράγεται από άλλες πηγές
Υπάρχουν περισσότερες ανισορροπίες που πρέπει να αντιμετωπίσει μια πολιτική επάρκειας στον τομέα των εργασιακών σχέσεων. Για παράδειγμα, για μια γηράσκουσα κοινωνία -που είναι οι περισσότερες «αναπτυγμένες» σήμερα- η τρέχουσα έλλειψη αποτίμησης και η κακή διαχείριση της οικονομίας φροντίδας είναι καταστροφικές. Χρειαζόμαστε περισσότερο προσωπικό ανά ασθενή (στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης) ή ανά εξαρτώμενο από τη φροντίδα (στο σύστημα φροντίδας ηλικιωμένων), και τους χρειαζόμαστε έχοντας καλύτερους μισθούς. Χρειαζόμαστε επίσης περισσότερους δάσκαλους και ακαδημαϊκό προσωπικό, περισσότερο προσωπικό νηπιαγωγείου με επαρκείς μισθούς (συμπεριλαμβανομένου του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των δύο φύλων).
Αντιμετώπιση των αιτιών, όχι θεραπεία συμπτωμάτων
Η θεραπεία των συμπτωμάτων δεν θα λύσει τα προβλήματά μας. Η πολιτική δεν υπάρχει για να ενεργεί ως δύναμη διάσωσης από το βάθος του γκρεμού ή ως μονάδα Ερυθρού Σταυρού σε ένα πεδίο μάχης, αλλά πρέπει να φράξει-βάζοντας «προστατευτικά κυκλιδώματα»- τον γκρεμό, να βάλει φρένο και να αλλάξει τη κατεύθυνση της πορείας, και να αποφύγει την αιματοχυσία.
Η παγκοσμιοποίηση έχει περιγραφεί από πολλούς ως πηγή παγκόσμιας αλλαγής, κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτήν. Ωστόσο, με μια πιο προσεκτική ματιά, δεν υπάρχουν πολλές παγκόσμιες αλλαγές, αλλά πανταχού παρούσα τοπική αλλαγή, που καθοδηγείται παντού από την ίδια ιδεολογία και πολιτική. Και αυτή η αλλαγή δεν συνέβη ως φυσική καταστροφή: είναι ανθρώπινο δημιούργημα και μπορεί να ανατραπεί ή, ακόμα καλύτερα, να τροποποιηθεί ξανά από την ανθρώπινη παρέμβαση. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μοίρα, αλλά μια πρόκληση για τη διαμόρφωση του μέλλοντος της παγκόσμιας αλληλεπίδρασης των ανθρώπινων κοινοτήτων, σύμφωνα με τις ανθρώπινες ανάγκες και τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Νέες ιδέες αναπτύσσονται από τη βάση, αλλά πρέπει να διεισδύσουν και στις ανώτερες κοινωνικές δομές της εξουσίας των κοινωνιών για να αλλάξει η αναπτυξιακή πορεία. Αυτό δεν είναι ένα θέμα καλής θέλησης ή γνώσης ενός κόμματος που παίρνει την κυβέρνηση σε μια χώρα, αλλά εξουσίας και συμφερόντων σε αυτή την χώρα!
Η μεταβαλλόμενη κοινωνία και τα όρια των ελεύθερων αγορών
Μια κοινωνία που μπαίνει σε κίνηση και μεταβάλλεται, περιλαμβάνει σε αυτή την μεταβολή και τους θεσμούς της, όπως τη κοινωνική ασφάλιση, τις κοινωνικές οργανώσεις, την οικονομία, την πολιτική, τα εργασιακά δικαιώματα, το νομικό σύστημα και τα οικονομικά κίνητρα (μηχανισμοί), τους καταναλωτές, τη κουλτούρα με εμμονή στην ανάπτυξη και τους ρόλους (προσανατολισμούς) των φύλων.
Έχει αποδειχθεί μέχρι τώρα ότι χωρίς ενεργό πολιτική παρέμβαση στη διαμόρφωση του εισοδήματος, η πόλωση αυξάνεται μόνιμα. Επίσης έχει γίνει γενικά αποδεκτό ότι οι κοινωνίες με δικαιότερη κατανομή των περιουσιακών στοιχείων αντιμετωπίζουν λιγότερη κοινωνική τριβή, βία, εγκληματικότητα κ. λπ. - μια διαπίστωση που πρέπει να εφαρμοστεί στην πορεία μετάβασης σε μετακαπιταλιστικές κοινωνίες, παντού μέσα από τη συνεργασία. Χρειαζόμαστε παγκόσμια συνεργασία αντί για ανταγωνισμό, όχι αναζωογόνηση του 19ου -20ου αιώνα των μεγάλων παιχνιδιών και των πολέμων. Χρειαζόμαστε μια μετάβαση από την κλασική πολιτική εξουσία, σε πολιτική ειρήνης, μια αλλαγή στόχων και μεθόδων, από την επιβολή των συμφερόντων σε μια δίκαιη εξισορρόπηση των συμφερόντων. Η επάρκεια ως οργανωτική αρχή της κοινωνίας, που θα αντικαταστήσει την ανάπτυξη, μπορεί να προσφέρει την ευκαιρία να ξεπεράσουμε τη δυναμική της άνισης διανομής και να αποκομίσουμε τα οφέλη μιας πιο δίκαιης κατανομής.
Ο μετασχηματισμός της επάρκειας δεν είναι μια νέα βιομηχανική επανάσταση. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες βιομηχανικές επαναστάσεις όπου μια νέα τεχνολογία διαμόρφωσε την κοινωνία με απρόβλεπτους τρόπους, ξέρουμε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα, αλλά όχι ποια θα είναι τα τεχνικά μέσα που είναι διαθέσιμα για την επιδίωξή της. Και γνωρίζουμε τους ενόχους, τους ήρωες και τους κακούς.
Από την αυγή του καπιταλισμού, σύμφωνα με τον Άνταμ Σμιθ, ο σκοπός της οικονομίας ήταν υποτίθεται μια αξιοπρεπής ζωή για όλους. Ωστόσο, οι αγορές δεν έχουν άλλον τρόπο να εκφράσουν άλλες ιδιότητες της ανθρώπινης υπόστασης όπως η ποιότητα, παρά μέσω της μεταβολής των ποσοτήτων, δηλαδή μέσω του οπτικού σήματος που δίνουν οι τιμές στα ράφια: βιώσιμη ανάπτυξη, αξιοπρέπεια και ποιότητα ζωής ξεφεύγουν ουσιαστικά τη μέτρηση της αγοράς. Η εμπορευματοποίηση και η χρηματικοποίηση της φύσης και της κοινωνίας είναι στην ουσία μια μοιραία απόφαση να αγνοηθούν οι ιδιότητές τους: δεν είναι ευλογία αλλά κατάρα. Δεν αποκλείουν τη χρήση οικονομικών μέσων για τον καθορισμό κινήτρων για τους παράγοντες της αγοράς, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να μην αφήσουμε την αγορά να θέσει τους στόχους της πολιτικής. Νόμοι και σχέδια αποτελούν τη βάση για μια λειτουργούσα κοινωνία. Ως εκ τούτου, η στοχοθεσία και η ευθύνη λήψης αποφάσεων, παραμένουν καθήκον των συνελεύσεων και των εκλεγμένων Συμβουλίων μιας κοινοτικά οργανωμένης κοινωνίας.
Ο ρόλος της τεχνολογίας
Η επάρκεια δεν συνεπάγεται την παραμέληση της τεχνολογίας, το αντίθετο μάλιστα: θα απαιτήσει το πιο ολοκληρωμένο σύστημα καινοτομίας που έχει δει ποτέ ο κόσμος, αν θέλουμε να φτάσουμε στο στόχο της μείωσης που είναι αναγκαίος, διατηρώντας παράλληλα την ποιότητα ζωής. Ωστόσο, η καινοτομία πρέπει να εξυπηρετεί τη βιωσιμότητα, να μειώνει τη κατανάλωση των πόρων και να ενδυναμώνει τον έλεγχο των πολιτών: ο προσανατολισμός για μια καλή ζωή-ευζωία (και όχι για μια καλύτερη ζωή, που συνεπάγεται περισσότερα από τα ίδια) είναι προς καλύτερα αγαθά και υπηρεσίες, όχι προς περισσότερα. Έτσι, η τεχνολογία πρέπει να συνδυάζει τεχνική καινοτομία με:
i) κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια επιτρεπτότητας,
(ii) "ανακαίνιση" (αντικατάσταση μη βιώσιμων τεχνολογιών και δομών αντί της συμπλήρωσής τους),
iii) θεσμική καινοτομία, όπως το ανώτατο όριο χρήσης πόρων, και
(iv) κοινωνική καινοτομία.
Όσον αφορά τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια επιτρεπτότητας, ο τρέχων θόρυβος σχετικά με το "Διαδίκτυο των πραγμάτων" (επίσης αποκαλούμενο "Βιομηχανία 4. 0") είναι ένα παράδειγμα καινοτομίας που δεν έχει υποστεί ποτέ αξιολόγηση αντικτύπου όσον αφορά τις επιπτώσεις τους στη γη, τα υλικά και την ενεργειακή κατανάλωση. Έτσι, μπορεί εύκολα να αποδειχθεί ότι έχει καταστροφικές επιπτώσεις και θα πρέπει να ματαιωθεί, αν προηγουμένως έχουν γίνει σοβαρές περιβαλλοντικές και κοινωνικές ζημίες. Τα μεγάλα δεδομένα (big data), εκτός του ότι απειλούν να δημιουργήσουν επίπεδα ελέγχου που κάνουν το "1984" του Όργουελ να μοιάζει με παράδεισο ελευθερίας της σκέψης και του αυτοπροσδιορισμού, θα απαιτήσουν όγκους ενέργειας και κατανάλωσης πόρων που ξεπερνάει εύκολα τη ζήτηση των σημερινών οδικών και ναυτιλιακών μεταφορών, και πιθανώς πέρα από αυτό που μπορεί να παρασχεθεί από ανανεώσιμες πηγές. Η επάρκεια περιλαμβάνει εκκλήσεις για τοπική παραγωγή για τοπικό εμπόριο της εγγύτητας και ζώνες χωρίς διαφημίσεις, για δημόσιους χώρους όπου μπορεί να περιπλανηθεί ο καθένας-ιά χωρίς να είναι αναγκασμένος-η να καταναλώνει (ελευθερία μέσω της επάρκειας).
Τα μικρά βήματα δεν φέρνουν αρκετή πρόοδο για να αποφευχθεί η οικολογική κρίση, ούτε να λύσει τα προβλήματα της ανεργίας και της κοινωνικής συνοχής. Πίστη στις τεχνολογίες backstop και σε άλλα τεχνικά θαύματα είναι απλώς μια ψευδαίσθηση, όπως και οι αντιλήψεις ότι μπορούμε να αναπτυχθούμε από τα προβλήματα, ότι ο πλούτος θα διαχυθεί προς τα κάτω ή ότι οποιαδήποτε υπέρβαση μπορεί να αναιρεθεί. Τα κοινωνικά, περιβαλλοντικά και οικονομικά συστήματα αναπτύσσονται σε σχέση με τη ρήση: «ποτέ δεν διασχίζετε το ίδιο ποτάμι δύο φορές».
[1] Η εξίσωση περιλαμβάνει την έννοια της Ευημερίας («καλή μας ημέρα»), αλλά η κατεύθυνση της αποανάπτυξης την αντικαθιστά με την Ευζωία (για μια «συνολικά καλή ζωή»).